Χριστίνα Στεφανίδου: "Έχω γράψει σε ταξί, σε καράβια, όρθια σε bar, σε αναμονές, όπου έχουν χαρτί και μολύβι"

Μια συζήτηση για το "33", τη νέα συλλογή μικρών διηγημάτων που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις "Αρμός".

Χριστίνα Στεφανίδου

Η Χριστίνα Στεφανίδου, που υπογράφει το "33", τη συλλογή μικρών διηγημάτων από τις εκδόσεις "Αρμός", δηλώνει πως μ’ αυτό, το πρώτο της βιβλίο, προσπάθησε να φωτίσει τις ζωές και τη φύση κάποιων ανθρώπων που συνάντησε ή έμαθε γι’ αυτούς, μέσα από την έμπνευση των ιστοριών τους. 

Το να συμπυκνώσεις μια ιστορία μέσα σε μια, δυο ή τρεις σελίδες δεν είναι κάτι καθόλου απλό. Πρέπει να δομήσεις τους χρακτήρες σου, να τους εντάξεις στο χωρόχρονό τους, να καταγράψεις την κλιμάκωση και την ολοκλήρωση των παθών τους, δηλαδή να τους γεννήσεις και να τους λυτρώσεις, μέσα σε λίγες δεκάδες λέξεις. Ο παραλληλισμός της πολύ μικρής ιστορίας με την ταινία μικρού μήκους, είναι αναπόφευκτος, αλλά έγινε χωρίς να το επιδιώκει η συγγραφέας – της πρόεκυψε, όπως δηλώνει. Και το επόμενο βιβλίο της Χριστίνας Στεφανίδου, πάλι μικρά διηγήματα θα είναι.

Το μυθιστόρημα διαφέρει από το πολύ μικρό διήγημα, όπως διαφέρει ο οίνος από το απόσταγμα, που παράγεται σε πολύ μικρότερη ποσότητα, αλλά έχει πολύ μεγαλύτερη συμπύκνωση. Η Στεφανίδου, στο "33", που για εκείνη είναι ένας μαγικός, συμβολικός αριθμός, μας κερνάει ισάριθμα σφηνάκια, τριάντα τρία καλογραμμένα διηγήματα από μία μέχρι τέσσερις σελίδες, που αποπνέουν κοινωνική ευαισθησία, ενσυναίσθηση και τρυφερότητα, διεισδυτικότητα και αίσθηση της ποιητικής στιγμής. 

Με ρεαλιστική, αλλά και σουρεαλιστική ενίοτε αφήγηση, η συγγραφέας υφαίνει τις ιστορίες της, που είναι βασισμένες σε αληθινά γεγονότα και πρόσωπα, όπως λέει. Το σύμπαν της Στεφανίδου είναι πυκνοκατοικημένο από ξεβρασμένα πτώματα στην παραλία, μπίζνες γούμαν σε υπαρξιακά αδιέξοδα, μαντικά κατακάθια του καφέ, κραυγές του γκιώνη, θάνατους και θάλασσες σε αδιάρρηκτη σχέση, μικροαστικά όνειρα, απόηχους από τους ξεριζωμούς του ελληνισμού, φανατικούς με βόμβες, μνημονικά σεντούκια σχεδόν πέντε γυναικών, κοπέλες που κατάπιανε αστέρια...

Η Χριστίνα Στεφανίδου γράφει με λυτό τον εαυτό της, γράφει πιστεύοντας ενθέρμως στη μαγεία της τέχνης, δηλαδή τη μεταμόρφωση, γράφει γιατί θέλει και μπορεί, κάνοντας τέχνη με ό,τι φοβάται, όπως λέει η ίδια: τα σκοτεινά ένστικτα του ανθρώπου. Ίσως για να τα ξορκίσει, αποστάζοντας ομορφιά απ’ αυτά.

Γιατί επιλέξατε την πολύ μικρή φόρμα; Και γιατί 33 ιστορίες, υπάρχει κάποιος συμβολισμός; (Ο αριθμός 33 θεωρείται από κάποιους "μαγικός"...) 
Στην πραγματικότητα, η πολύ μικρή φόρμα με επέλεξε. Αν κάτι μπορεί να επικοινωνηθεί σε μία πρόταση, γιατί να επεκταθεί σε ένα κεφάλαιο; Είναι, βεβαίως, απαιτητικό. Οι λέξεις, όμως, έχουν μεγάλο εύρος, είναι εύπλαστες, εάν βρεθεί η κατάλληλη, δίπλα σε μια άλλη ξετυλίγεται και αποκαλύπτει πολλαπλά νοήματα. Σκοπός μου είναι να μεταφέρω τον αναγνώστη με ένα όχημα, αλλά δεν θέλω να του πω ακριβώς τον τύπο του οχήματος, τι χρώμα έχει, αν είναι μεταχειρισμένο κτλ. Εύχομαι να απολαμβάνει ο κάθε αναγνώστης, με τα δικά του βιώματα, μία κάποια ελευθερία στη φαντασιακή του περιπλάνηση διαβάζοντας τις ιστορίες μου. Όσο για το 33, είναι όντως μαγικό, (διπλά) ψυχαναλυτικό, πνευματικό και προσωπικά άκρως συμβολικό. Όλα στη ζωή μου έχουν από δύο τριάρια, τουλάχιστον. Έχει μια δική του υπόσταση το 33. Ο τίτλος υπαγόρευσε τον αριθμό των διηγημάτων και όχι το αντίθετο. 

Οι ιστορίες σας "έχουν εικόνα". Σκοπίμως τους δώσατε κινηματογραφική δομή, σαν να είναι ταινίες μικρού μήκους; 
Οι ιστορίες, όταν εκτυλίσσονται στην πραγματικότητα, καλύπτουν τις πέντε βασικές αισθήσεις: κάτι μυρίζει, κάτι ακούγεται, κάποιος ακουμπά κάποιον... Έτσι τις αντιλαμβάνομαι και προσπαθώ να κρατήσω αυτή τη μαγεία στη μεταφορά τους στο χαρτί. Κάπως έτσι εμφανίζεται "η εικόνα", σαν μια κάμερα που θέλω να κινείται σιωπηλά στον χώρο και να καταγράφει. Η σύγκριση με τις ταινίες μικρού μήκους είναι μάλλον αναπόφευκτη, επειδή και στις δύο περιπτώσεις, μέσα σε ένα πολύ σύντομο χωροχρόνο καλούμαστε, με μεγάλη οικονομία, να πούμε όλα όσα θέλουμε και θεωρούμε ουσιώδη. Σαν τα τηλεγραφήματα. Για να απαντήσω στην ερώτησή σας, όμως, όχι, δεν το κάνω συνειδητα· μου προκύπτει.

Οι περισσότεροι Έλληνες σκηνοθέτες γυρίζουν πρώτα ταινίες μικρού μήκους και μετά, όταν νιώσουν ώριμοι και έμπειροι, περνάνε στην πρώτη τους "κανονική" ταινία. Εσείς, μ’ αυτό, το πρώτο σας βιβλίο, προπονείστε για το μυθιστόρημά σας; 
Δεν έχω ιδέα αν και πότε θα γράψω μυθιστόρημα ή νουβέλα. Μπορεί άμεσα, μπορεί ποτέ, μπορεί να γράφω για πάντα διηγήματα. Στο μυαλό μου δεν υπάρχει χώρος για αυτήν την κανονικότητα. Βασανιζόμαστε όλοι με τόσα καλούπια και δεν θέλω να στριμωχτώ σε άλλο ένα. Γνωρίζω πάντως σίγουρα, πως το επόμενο βιβλίο μου, το οποίο ετοιμάζω, θα είναι κι αυτό με μικρά διηγήματα. Έχω πολλά γραμμένα, στην ίδια φόρμα με την τωρινή. 

Σε πολλά διηγήματα της συλλογής σας είναι παρούσες οι έννοιες της θάλασσας και του θανάτου και μάλιστα συνδεδεμένες: η πρώτη προοιωνίζεται τον δεύτερο. Πώς κι έτσι;
Είναι και τα δύο απαραίτητα, αναπόφευκτα. Η θάλασσα είναι η προσωποποίηση της ζωής. Ο θάνατος έπεται της ζωής και μπαίνει ­υποσυνείδητα μάλλον- στον αντίποδα, σε αντίστιξη, να δώσει ισορροπία. Η θάλασσα είναι γεμάτη φαντασιώσεις, δοξασίες, μύθους, θρύλους. Όπως και ο θάνατος. 

Κάποιες ιστορίες σας έχουν ως ιστορικό φόντο τον ξεριζωμό του ποντιακού, και εν γένει του μικρασιατικού ελληνισμού, και οι υπόλοιπες κινούνται, χωροχρονικά, στη Μεταπολίτευση και στο "τώρα". Σε ποιο βαθμό έχετε αξιοποιήσει δημιουργικά την οικογενειακή σας ιστορία;
Έχω αξιοποιήσει την οικογενειακή μου ιστορία και από τις δυο πλευρές, αλλά και άλλες που με βρήκαν στην πορεία, κάποιες που μου διηγήθηκαν. Ο ξεριζωμός είναι μια συνθήκη που με απασχολεί πολύ. Οι μετακινήσεις των ανθρώπων πάντοτε μου ανακινούν υπαρξιακούς προβληματισμούς. Όλες οι ιστορίες μου είναι βασισμένες σε αληθινά γεγονότα και πρόσωπα. Κάποιες μπλεγμένες, αγνώριστες, άλλες παραποιημένες επίτηδες ή κατά λάθος. 

Αλλού είστε ρεαλίστρια στην αφήγησή σας και στην πραγμάτευση του μύθου σας, αλλού αγγίζετε τον υπερεαλισμό, ενώ κάποια από τα διηγήματά σας είναι σχεδόν κρυπτικά, ίσως αυτοναφορικά, τόσο, που δυσκολεύεται ο αναγνώστης να "μπεί" μέσα τους. Ποια είναι η αφηγηματική μορφή που θα δώσετε στο επόμενο βιβλίο σας;
Στο "33" συμπεριέλαβα δύο σπουδές μου στους μεγάλους υπερεαλιστές συγγραφείς: την Virginia Wolf ("Πίσω στις ρίζες") και τον Ανδρέα Εμπειρίκο ("Ένα ταξίδι"). Στο επόμενο βιβλίο μου, θα προτιμήσω και πάλι να μην μπω σε ένα πλαίσιο, σε ένα μονάχα είδος ή σε μια κατηγορία· ή τέλος πάντων όχι ηθελημένα. Αν του βρουν και του προσφέρουν μια θέση οι αναγνώστες μου, θα είμαι ευτυχισμένη. Πάντα πίστευα πως η τέχνη είναι υποκειμενική και οι μορφές που παίρνει ένα έργο στα μάτια ή στα αυτιά καθενός είναι ρευστή. Αυτή είναι η μαγεία της: η μεταμόρφωση. 

Το βιογραφικό σας λέει πως γεννηθήκατε και μεγαλώσατε στην Αθήνα, αλλά πλέον κατοικείτε έξω από αυτήν για να είστε "κοντά στη φύση και τη θάλασσα". Πόσο σημαντικό είναι για σας είναι το περιβάλλον στη διαδικασία της γραφής; 
Η φύση με εμπνέει ασταμάτητα. Η θάλασσα, πάλι, είναι η πατρίδα μου. Μου είναι απολύτως απαραίτητο πια να είμαι μέρος τους. Έχω ανάγκη την ηρεμία και τον ρυθμό τους. Βέβαια, έχω γράψει και μέσα σε ταξί, σε καράβια, όρθια σε bar, σε αναμονές, όπου έχουν χαρτί και μολύβι, αν δεν έχω τα δικά μου μαζί. Είναι σημαντικό για εμένα όμως να βλέπω ανεμπόδιστα ουρανό, να υπάρχει εξωτερική αρμονία για να ακούω τις σκέψεις μου. Και φυσικά να υπάρχουν ερεθίσματα, εγκεφαλικά: ταξίδια, εικόνες, τέχνη, άνθρωποι, διηγήσεις. 

Γιατί γράφετε;
Έχω τρεις ειλικρινείς απαντήσεις στην ερώτηση. 1. Γράφω επειδή το θέλω από πάντα και με ολοκληρώνει, 2. Γράφω για να αφήσω το σημάδι μου στη "χλωμή μπλε κουκίδα", και 3. Γράφω για να αποδείξω πως μπορώ. 
 
Εάν σας ρωτούσε κάποιος "τι θέλετε να πείτε, ποιο είναι το μήνυμα, τι εννοείτε με το βιβλίο σας;" τι θα του απαντούσατε;
Στο "33" γράφω για τον άνθρωπο και τις διαφορετικές εκδοχές του. Τα περισσότερα διηγήματα είναι μια προσπάθεια να φωτίσω τις ζωές και τη φύση κάποιων ανθρώπων που συνάντησα ή έμαθα γι’ αυτούς, μέσα από την έμπνευση των ιστοριών τους. 

Τι φοβάστε, τι ελπίζετε, τι αγαπάτε και τι απεχθάνεστε περισσότερο απ’ όλα τ’ άλλα;
Φοβάμαι τα σκοτεινά ένστικα του ανθρώπου και ελπίζω σε μια καθαρότερη γη. Λατρεύω τον γιο μου και σιχαίνομαι το ψέμα. 

Διαβάστε ακόμα

Τελευταία άρθρα Τέχνες

"Η τέχνη του να μην κάνεις τίποτα και η παράλληλη πεζοπορία": Φαντασία και ρεαλισμός στην έκθεση της Άννας Αμπαριώτου

Το εικαστικό πρότζεκτ παρουσιάζεται στην γκαλερί Citronne σε επιμέλεια του Κώστα Πράπογλου.

ΓΡΑΦΕΙ: ATHINORAMA TEAM
02/05/2024

"Mindfulness στο Μουσείο": Η αργή τέχνη μπορεί να είναι ευεργετική

Το βιωματικό εκπαιδευτικό εργαστήριο - δράση "Mindfulness στο Μουσείο" στο Ίδρυμα Β&Ε Γουλανδρή στο Παγκράτι μας κάνει να δούμε αλλιώς ένα έργο τέχνης.

Πέθανε ο Αμερικανός συγγραφέας Πολ Όστερ

Ο δημιουργός της "Τριλογίας της Νέας Υόρκης" έφυγε από τη ζωή σε ηλικία 77 ετών.

Μια συζήτηση με τον Πολ Όστερ

Με αφορμή τον θάνατο του Πολ Όστερ αναδημοσιεύουμε μια συνάντηση που είχαμε με τον συγγραφέα το 2014 με αφορμή την ομιλία του στη Στέγη Ωνάση. Σταρ της σύγχρονης λογοτεχνικής κοινότητας, ο Πολ Όστερ ήταν ένας προσηνής, ανεπιτήδευτος και χαμηλών τόνων άνθρωπος με απολύτως βιωματική σχέση με το γράψιμο.

Περιηγηθείτε εικονικά στην Ιερά Μονή του Οσίου Λουκά του Στειριώτη

Η νέα παραγωγή εικονικής πραγματικότητας που προβάλλεται στη "Θόλο" του "Ελληνικού Κόσμου".

Ο Δήμαρχος Αθηναίων Χάρης Δούκας μιλά για το σχέδιο που θα αλλάξει την καθαριότητα της πόλης, τη στήριξη του ανεξάρτητου πολιτισμού, το zero food waste, τις κρήνες για δωρεάν νερό και τον υπερτουρισμό

Ο Δήμαρχος Αθηναίων Χάρης Δούκας σε μια εφ’ όλης της ύλης συνέντευξη λίγο πριν κόψει την κορδέλα του 3oυ "This is Athens – City Festival" που από την 1η Μαΐου έως και τις 2 Ιουνίου γεμίζει την πόλη πολιτισμό.

Το ΕΑΜ εγκαινιάζει τη νέα δράση "Κύκλοι Επιστημονικών Συναντήσεων. Μουσεία και Κοινωνία. Με το βλέμμα στο 2050"

Οι Κύκλοι Επιστημονικών Συναντήσεων του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου θα επιχειρήσουν να δώσουν απάντηση σε καίρια ερωτήματα που αφορούν στην διασύνδεση της κοινωνίας με τα μουσειακά ιδρύματα και τις προκλήσεις που αντιμετωπίζουν στον 21ο αιώνα.