
Κάνοντας (αξέχαστες) λέξεις τη βίαιη πραγματικότητα που βιώνουν καθημερινά, οι γυναίκες συγγραφείς από τη Λατινική Αμερική μας κάνουν να ενδιαφερθούμε για τις χώρες τους με έναν πολύ επιδραστικό τρόπο και δεν μπορούμε να σταματήσουμε να τις διαβάζουμε. Δεν θα ξεχάσω τη στιγμή που πρωτοήρθα σε επαφή με την in-yer-face γραφή της Μαρία Φερνάντα Αμπουέρο και μαζί της τη ζοφερή πλευρά της χώρας με το εξωτικό όνομα Ισημερινός ή Εκουαδόρ, την οποία δύσκολα θα τοποθετούσα στον χάρτη μέχρι τότε. Έκτοτε όλο και πιο συχνά τα τελευταία χρόνια βρίσκω βιβλία γυναικών συγγραφέων από το Μεξικό και την Αργεντινή ως την Κολομβία και την Ουρουγουάη να με πιάνουν από λαιμό και να μην με αφήσουν να ξεχάσω τη δυστοπία που διατρέχει τις ζωές των συμπολιτών/ισσών τους.
Υπάρχει όντως ένα μπουμ γυναικών συγγραφέων από τη Λατινική Αμερική και αν ναι, τι θέση έχει η δυστοπία των χωρών τους στο έργο τους; Συνδέεται η εξωστρέφεια τους με το δυναμικό φεμινιστικό κίνημα της περιοχής; Πώς αντιμετωπίζει το βάρος της τραυματικής ιστορίας και πώς συνδιαλέγεται με τη λογοτεχνική παράδοση της Λατινικής Αμερικής ή τουλάχιστον με την (ανδρική) παράδοση που εμείς στην Ελλάδα γνωρίζουμε; Τι κινητοποιεί τις συγγραφείς αυτές να γράφουν (έτσι) και πώς πετυχαίνουν η γλώσσα τους να ρέει τόσο ορμητικά και η δυστοπία που περιγράφουν να έχει τόσο σωματική επίδραση στην αναγνώστρια; Τι σχέση έχουν τα πτώματα που συσσωρεύονται μπροστά μας στα βιβλία γυναικών συγγραφέων διαφορετικών γενιών από εκείνα των γυναικοκτoνιών του "2666" του Ρομπέρτο Μπολάνιο; Για να λύσουμε τις απορίες μας μιλήσαμε με μερικές από τις σημαντικότερες μεταφράστριες βιβλίων γυναικών συγγραφέων από τη Λατινική Αμερική και γνώστριες της λογοτεχνίας της, την Αγγελική Βασιλάκου, την Έφη Γιαννοπούλου, την Ασπασία Καμπύλη και την Ιφιγένεια Ντούμη.

Το μοντέλο του λατίνου άνδρα και η τοξική αρρενωπότητα
"Στη Λατινική Αμερική και την Καραϊβική κάθε μέρα 12 γυναίκες και κορίτσια χάνουν τη ζωή τους λόγω του φύλου τους. Το συνταρακτικο, όμως, ίσως είναι ότι μόνο το 2% των περιπτώσεων αυτών καταλήγει σε ποινική δίωξη του δράστη. Αυτό σημαίνει να νιώθεις εντελώς απροστάτευτη. Επιπλέον, η λατινοαμερικάνικη κουλτούρα χαρακτηρίζεται από υψηλά επίπεδα ανοχής απέναντι στη βία κατά των γυναικών, μιλάμε για μια σχεδόν κανονικοποιημένη βία που θεωρείται κομμάτι της ζωής των γυναικών, ιδίως όσων ανήκουν σε μειονεκτικές οικονομικά και κοινωνικά κοινότητες. Παράλληλες μορφές κακοποίησης συνιστούν οι αυστηροί νόμοι για τις αμβλώσεις και ο συχνά σκανδαλοθηρικός τρόπος που αντιμετωπίζονται τα εγκλήματα φύλου από τα μέσα ενημέρωσης. Ενώ ένας ακόμα παράγοντας που πρέπει να ληφθεί υπόψη είναι η επιρροή της θρησκείας που επίσης επιχειρεί συστηματικά να χειραγωγήσει το γυναικείο σώμα." μας λέει η Ασπασία Καμπύλη, μεταφράστρια και συνιδρύτρια του εκδοτικού οίκου Carnivora που εστιάζει στην ισπανόφωνη και πορτογαλόφωνη λογοτεχνία.

"'Όσον αφορά την έμφυλη βία και τα υπόλοιπα δεινά της Λατινικής Αμερικής, που φαίνεται να απασχολούν ιδιαίτερα τη λογοτεχνική δημιουργία των γυναικείων φωνών της, χωρίς να είμαι ειδική, σκέφτομαι ότι σε μεγάλο βαθμό οφείλονται στο τραυματικό παρελθόν της ηπείρου, στην κατάκτηση, στην ανηλεή εξόντωση και χειραγώγηση των αυτοχθόνων, στο δουλεμπόριο, στην αποικιοκρατία". (Ασπασία Καμπύλη)
Και προσθέτει "Η βία, έμφυλη ή μη, είναι παράγωγο της επιθετικότητας του ισχύοντος οικονομικού συστήματος και της αγριότητας των εργασιακών σχέσεων. "Η Ζωή Δεν Είναι Χρήσιμη", όπως είναι ο τίτλος ενός από τα βιβλία μας, παρά μόνο για το σύστημα, θα συμπλήρωνα. Όσον αφορά την έμφυλη βία και τα υπόλοιπα δεινά της Λατινικής Αμερικής, που φαίνεται να απασχολούν ιδιαίτερα τη λογοτεχνική δημιουργία των γυναικείων φωνών της, χωρίς να είμαι ειδική, σκέφτομαι ότι σε μεγάλο βαθμό οφείλονται στο τραυματικό παρελθόν της ηπείρου, στην κατάκτηση, στην ανηλεή εξόντωση και χειραγώγηση των αυτοχθόνων, στο δουλεμπόριο, στην αποικιοκρατία. Στην άγρια εκμετάλλευση των φυσικών της πόρων και στις αλλεπάλληλες επεμβάσεις των ξένων κεφαλαίων στην πολιτική πραγματικότητα της Λατινικής Αμερικής καθ’ όλη τη διάρκεια της σύγχρονης ιστορίας της. Δεν υπάρχει καλύτερο παράδειγμα εφαρμογής της κοινότοπης φράσης, η βία φέρνει βία. Και το πιο φυσιολογικό είναι η συσσωρευμένη εδώ και αιώνες βία, ακολουθώντας το ιεραρχικό κοινωνικό μοντέλο, να εξασκείται με μεγαλύτερη πίεση στο τελευταίο σκαλί, το οποίο διαχρονικά στις δυτικές κουλτούρες προοριζόταν για τη γυναίκα. Και τα παιδιά, διότι ας μην ξεχνάμε ότι η βία κατά των γυναικών και η βία εις βάρος των παιδιών είναι βαθιά συνδεδεμένες, ότι τα παιδιά γίνονται σκόπιμα θύματα και μάρτυρες της βίας κατά των γυναικών, ως μέρος μιας δήλωσης ελέγχου της "οικογένειας”. Ίσως, λοιπόν, όλο αυτό το τοξικό παρελθόν να έχει κάποια σχέση με το μοντέλο της τοξικής αρρενωπότητας που αποκρυσταλλώνεται στο στερεότυπο του Λατίνου άντρα."

Ένα δυναμικό φεμινιστικό κίνημα πληθυντικού αριθμού
"Στη Λατινική Αμερική μιλούν για "φεμινισμούς", και σημαντικές θεσμικές κατακτήσεις σε πολλές χώρες, π.χ. το νέο Σύνταγμα της Χιλής. Δεν αποτελεί έκπληξη λοιπόν ότι κυρίως οι γυναίκες συγγραφείς είναι αυτές που περιηγούνται σήμερα στις πιο σκοτεινές γωνιές της λατινοαμερικανικής μυθοπλασίας, εστιάζοντας τόσο στην αυξανόμενη έμφυλη βία, όσο και γενικότερα στις ανισότητες, τη διαφθορά, την αδικία, το έγκλημα." ('Έφη Γιαννοπούλου)
Παράλληλα, με τις γυναικοκτονίες και την άνθιση της βίας, του σεξισμού, των διακρίσεων σε βάρος γυναικών και θηλυκοτήτων, η 'Έφη Γιαννοπούλου επιστείει την προσοχή μας στο "πολύ δυναμικό φεμινιστικό κίνημα πληθυντικού αριθμού. Στη Λατινική Αμερική μιλούν για "φεμινισμούς", και σημαντικές θεσμικές κατακτήσεις σε πολλές χώρες, π.χ. το νέο Σύνταγμα της Χιλής. Δεν αποτελεί έκπληξη λοιπόν ότι κυρίως οι γυναίκες συγγραφείς είναι αυτές που περιηγούνται σήμερα στις πιο σκοτεινές γωνιές της λατινοαμερικανικής μυθοπλασίας, εστιάζοντας τόσο στην αυξανόμενη έμφυλη βία, όσο και γενικότερα στις ανισότητες, τη διαφθορά, την αδικία, το έγκλημα".
"Ίσως να είναι κι αυτός ένας λόγος για τον οποίο αυτή η βία γίνεται πιο ορατή στις χώρες της Λατινικής Αμερικής, επειδή εκεί οι φωνές που διαμαρτύρονται εναντίον της είναι πιο δυνατές" συμφωνεί η Ασπασία Καμπύλη.

Yιοθετώντας τη ματιά του άνδρα
"Η βία και η ατιμωρησία υπήρξε ανέκαθεν κεντρικό θέμα των Λατινοαμερικάνων… Θυμηθείτε τον Μπόρχες, τον Μάρκες, τον Λιόσα, τον Μπολάνιο, τον Βάσκες. Η βία και η δυστοπία είναι η πραγματικότητά τους (και ίσως και η δική μας). Προφανώς, δεν είναι θέμα φύλου, αλλά συγγραφέα ―καλού, καλύτερου, μοναδικού…." (Αγγελική Βασιλάκου)
"Η βία και η ατιμωρησία υπήρξε ανέκαθεν κεντρικό θέμα των Λατινοαμερικάνων… Θυμηθείτε τον Μπόρχες, τον Μάρκες, τον Λιόσα, τον Μπολάνιο, τον Βάσκες. Η βία και η δυστοπία είναι η πραγματικότητά τους (και ίσως και η δική μας). Προφανώς, δεν είναι θέμα φύλου, αλλά συγγραφέα ―καλού, καλύτερου, μοναδικού…." μας θυμίζει η Αγγελική Βασιλάκου που γνωρίζει σε βάθος τη λογοτεχνία της Λατινικής Αμερικής, αναφέροντάς μας ότι οι γυναίκες συγγραφείς της περιοχής έχουν πετύχει να φέρουν την πραγματικότητα τους στις σελίδες τους με τέτοιο τρόπο που μας έχουν κάνει να ενδιαφερθούμε σε βάθος χρόνου για χώρες τόσο μακρινές και συχνά άγνωστες σε μας.

Ειδικότερα, η Φερνάντα Μελτσόρ από το Μεξικό (εκδόσεις Δώμα) και η Σέλβα Αλμάδα από την Αργεντινή (εκδόσεις Κλειδάριθμος), τις οποίες έχει μεταφράσει, έχουν μια ιδιαιτερότητα καθότι επιλέγουν να γράψουν και με το βλέμμα του άνδρα. "Η Μελτσόρ, στα 39 της, εξελίχτηκε σε μια απ' τις επιφανέστερες νέες φωνές της λατινοαμερικάνικης λογοτεχνίας. Τα μυθιστορήματά της είναι κυριολεκτικά μαγνητικές τομογραφίες, που εξετάζουν αθέατες γωνιές της ανθρώπινης καρδιάς και δείχνουν ότι οι σκοτεινότερες σκιές της είναι οικουμενικές", έγραψαν οι The New York Times τον Μάιο του 2022. Ειλικρινά, δεν θα μπορούσα να το εκφράσω καλύτερα” μας λέει.


Όσο για την Αλμάδα, "Της αρκούν μόνο λίγες προτάσεις για να περιγράψει μια ατμόσφαιρα, έναν χαρακτήρα σε μια ανθρώπινη κατάσταση", γράφει ο Philippe Lançon, στη Libération". Όπως μας εντοπίζει η Βασιλάκου, "η συγγραφέας του "Δεν είναι ποτάμι", Shortlist Booker Prize 2024, περιγράφει πάντα ένα ανδρικό σύμπαν, μέσα από την οπτική της ζούγκλας· στα βιβλία της η φύση είναι ο κεντρικός πρωταγωνιστής και οι ιστορίες της κυλούν σαν ποτάμι… "Όταν κυκλοφόρησε το "Δεν είναι ποτάμι", ενώ υπήρχαν πυρκαγιές στο δέλτα του ποταμού Παρανά, σκέφτηκα ότι η γραφή είναι κάτι σαν το ραντάρ· υπάρχει ένας ηλεκτρισμός στην ατμόσφαιρα για κάποιο ζήτημα, και εμφανίζεται μερικές φορές και στα μυθιστορήματα χωρίς να το συνειδητοποιήσει ο συγγραφέας", λέει η Αλμάδα. Εδώ, από το μότο κιόλας του βιβλίου μέχρι την τελευταία σελίδα παίζει με τη μουσική των στίχων του αγαπημένου της ποιητή Καλβέιρα, και τη ρευστότητα και την αμφιθυμία που διατρέχει όλο το κείμενο…"


Μια νέα μορφή γυναικείου αντάρτικου;
"Αυτές οι γυναίκες, με τα βιβλία που γράφουν και την αυξανόμενη απήχηση που αποκτούν διεθνώς, είναι σαν να έχουν πάρει τα όπλα, πολύ αποφασισμένες. Στη Λατινική Αμερική, εξάλλου, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι υπάρχει ένα ισχυρό κίνημα γυναικείας χειραφέτησης, με μεγάλη δυναμική". (Ιφιγένεια Ντούμη)
"Τα θέματα αυτά δεν αφορούν πια μόνο τη Λατινική Αμερική", προθέσει η Ιφιγένεια Ντούμη, η οποία μεταφράζει σταθερά ισπανόφωνη λογοτεχνία. "Οι χώρες αυτές ανέκαθεν μαστίζονταν από βία, ναρκωτικά, σωματεμπορία, κακοποίηση γυναικών, δολοφονίες, και οι άγριες ιστορίες που αφηγούνται οι συγγραφείς δεν μοιάζουν καθόλου φανταστικές. Αρκεί να αναλογιστούμε τι μας εντυπωσιάζει πια στο καθημερινό αστυνομικό δελτίο. Της Ελλάδας, όχι της Κολομβίας. Αυτές οι γυναίκες, με τα βιβλία που γράφουν και την αυξανόμενη απήχηση που αποκτούν διεθνώς, είναι σαν να έχουν πάρει τα όπλα, πολύ αποφασισμένες. Στη Λατινική Αμερική, εξάλλου, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι υπάρχει ένα ισχυρό κίνημα γυναικείας χειραφέτησης, με μεγάλη δυναμική. Το κίνημα του "πράσινου κύματος", για παράδειγμα, στην Αργεντινή, πέτυχε τη νομιμοποίηση της άμβλωσης το 2020, μια σπουδαία κατάκτηση εκατοντάδων χιλιάδων γυναικών που βγήκαν στους δρόμους. Και στα επαναστατικά κινήματα της νοτίου Αμερικής, ήδη από τους περασμένους αιώνες, η γυναίκα είχε έντονη συμμετοχή. Αναρωτιέμαι λοιπόν μήπως βρισκόμαστε ενώπιον μιας καινούργιας μορφής γυναικείου αντάρτικου.

Η Μαρία Φερνάντα Αμπουέρο, για παράδειγμα, έχει δουλέψει πολύ γύρω από το θέμα της μετανάστευσης, είναι ευαισθητοποιημένη κοινωνικά, ενεργή. Στην "Κοκορομαχία" της (εκδ. Σκαρίφημα) ξεσκίζονται από κοκόρια μέχρι παιδιά και γυναίκες και άντρες, σωματικά και ψυχικά. Υπάρχει ζόφος όχι απλώς παρακμή. Καταλαβαίνουμε, λοιπόν, ότι αυτός ο άνθρωπος, που όχι απλώς έχει κάτι να πει, αλλά έχει και τα μέσα να το πει καλά και δείχνει να το ξέρει, θέλει να σε αρπάξει από τα μούτρα για να έχεις το νου σου, να μην ξεχνάς, να μην εφησυχάζεις. Δεν πιστεύω ότι θα μείνουν όλες αυτές οι Λατινοαμερικάνες στην ιστορία, όσες όμως μείνουν, θα έχουν κάνει δουλίτσα".

Λογοτεχνία που σε αρπάζει από τα μούτρα
'Άλλοτε εμπνευσμένη από τη δημοσιογραφία και το αστυνομικό δελτίο άλλοτε σε έντονο διάλογο με το φανταστικό αλλά και την ποίηση, η σύγχρονη λογοτεχνία από τη Λατινική Αμερική που διαβάζουμε στη χώρα μας έχει σίγουρα μια επιδραστική γλώσσα, σχεδόν σωματική ενίοτε, που σε αρπάζει και σε παίρνει μαζί της.
"Αυτή η επιδραστική και σωματική γλώσσα είναι από τα πιο γοητευτικά της στοιχεία, κατά τη γνώμη μου", θα μας πει η Ασπασία Καμπύλη, "ενώ συγχρόνως ίσως αποτελεί μέρος της αντίδρασης που λέγαμε παραπάνω, μια και φανερώνει την ανάγκη να μιλήσουμε ανοιχτά, ακόμα και προκλητικά ανοιχτά, για το σώμα μας, εμείς, όχι οι άντρες και οι φαντασιώσεις τους, για την κακοποίηση που μας επιβάλλουν να του επιβάλλουμε, για τον φυσικό πόνο και τη σωματοποίηση του πόνου, για την ασχήμια και την ομορφιά του γυναικείου σώματος, για τις οσμές και τις ατέλειές του, χωρίς εξωραϊσμούς και λογοκρισίες".
"Η σωματικότητα είναι έντονη σε όλες τις συγγραφείς που έχω υπόψη μου" αναφέρει η Ιφιγένεια Ντούμη. "Τα μυθιστορήματα έχουν έντονες υφές και μυρωδιές, λίγο χώρο για έναν ιδιότυπο λυρισμό, έντονη προφορικότητα και ποιητική διάθεση. Υπάρχουν ζώα, από κροκόδειλους και μέδουσες μέχρι σκυλιά και ποντίκια, πειρατές, παραισθησιογόνα, αγοροκόριτσα και κοριτσοάγορα, διατροφικές ανησυχίες, από σύνδρομα υπερφαγίας μέχρι ενδείξεις κανιβαλισμού, κακοποιημένα ή ακρωτηριασμένα σώματα και ξεπλυμένα μπουκάλια κέτσαπ με αγιασμό. Η γλώσσα στέκεται τις περισσότερες φορές στο ύψος των περιστάσεων, δεν χαϊδεύει τα αφτιά, η αφήγηση απαιτεί να είσαι διαρκώς παρών και να μη λιποψυχάς. Ο μαγικός ρεαλισμός καταναλώθηκε, χωνεύτηκε και τώρα επιστρέφει πολύ άγρια, με βουντού διαθέσεις, διά χειρός των νεότερων συγγραφέων, που για την ώρα τουλάχιστον, τα σπάνε".

Ποιά λογοτεχνική παράδοση πυροδοτεί το σημερινό μπουμ;
"Τώρα μου κάνει εντύπωση που δεν υπήρχαν γυναίκες συγγραφείς στο μπουμ, όχι τότε. Τότε, στα δεκαοκτώ μου, δεν το συνειδητοποιούσα. Ήμουν συνηθισμένη σ’ αυτή την ακρωτηριασμένη εκδοχή του κόσμου". (Ρόσα Μοντέρο)
"Η λογοτεχνική παράδοση της περιοχής ως επί το πλείστον στο μυαλό μας είναι το μπουμ. Δηλαδή το κίνημα του ’60-’70 με συγγραφείς οι οποίοι πέρασαν τα σύνορα της ηπείρου και άνοιξαν τη Λατινική Αμερική στον υπόλοιπο κόσμο" μας διευκρινίζει η Ιφιγένεια Ντούμη. "Κάποιοι κριτικοί λένε ότι αυτό που συμβαίνει με τις Λατινοαμερικάνες συγγραφείς σήμερα είναι ένα νέο μπουμ, γυναικείο. Η Ρόσα Μοντέρο, Ισπανίδα συγγραφέας και δημοσιογράφος, σε μια διάλεξη με τίτλο "Ό,τι απέμεινε απ’ το μπουμ" είχε πει: "Τώρα μου κάνει εντύπωση που δεν υπήρχαν γυναίκες συγγραφείς στο μπουμ, όχι τότε. Τότε, στα δεκαοκτώ μου, δεν το συνειδητοποιούσα. Ήμουν συνηθισμένη σ’ αυτή την ακρωτηριασμένη εκδοχή του κόσμου". Φυσικά και υπήρχαν γυναίκες συγγραφείς στο μπουμ (Κλαρίς Λισπεκτόρ, Κριστίνα Πέρι Ρόσι, Ροσάριο Καστεγιάνος, Κριστίνα Οκάμπο…), αλλά τα μεγέθη ήταν δυσανάλογα. Σε γενικές γραμμές, η γυναίκα ήταν παροπλισμένη. Δεν θα έδινε εκείνη την εικόνα της Λατινικής Αμερικής στον κόσμο. Είναι αστείο μάλιστα αν σκεφτεί κανείς ότι τους συγγραφείς του μπουμ ήταν γυναίκα αυτή που τους διέδωσε, η ικανότατη Καταλανή ατζέντισσα Κάρμεν Μπαλσέλς, χάρη στην οποία έγινε παγκόσμιο κτήμα το έργο του Κορτάσαρ, του Μπόρχες, του Μάρκες, του Ρούλφο, του Φουέντες. Σήμερα πάντως, χάρη στην τόσο μεγάλη αύξηση και ορατότητα των Αμερικανίδων συγγραφέων, θα μπορούσαμε ίσως να πούμε ότι η πλειονότητα των σύγχρονων ισπανόφωνων εν ζωή συγγραφέων είναι γυναίκες. Ίσως, αφού καταλάγιασε ο αχός του μπουμ και οι τόνοι του εξωτισμού πέσαν, οι νέοι συγγραφείς, άντρες και γυναίκες, αναδύθηκαν ελεύθερα μέσα από την καθημερινότητα με τα πραγματικά της προβλήματα, αξιοποιώντας το στοιχείο του εξωτισμού και του μαγικού ρεαλισμού ίσως, αλλά αποφασίζοντας ως επί το πλείστον να βάλουν το μαχαίρι στο κόκαλο, μιλώντας για τον τρόμο της καθημερινότητας, την οικιακή φρίκη".

Ειδικότερα ως προς την παράδοση της βίας στην περιοχή, η Έφη Γιαννοπούλου προσθέτει: "Οι χώρες της Λατινικής Αμερικής έχουν μακρά ιστορία βίας: από την εποχή της Κατάκτησης και των πολέμων της ανεξαρτησίας, περνώντας από επαναστάσεις, εμφύλιους, δικτατορίες, η ιστορία τους είναι σχεδόν συνυφασμένη με την πολιτική βία, αλλά και με το κοινό έγκλημα. Ακόμη και σήμερα, μιλάμε συχνά για κοινωνίες με τεράστιες ανισότητες, λιγοστά θεσμικά αντίβαρα, μεγάλη διαφθορά και εγκληματικότητα, αλλά και με πολιτικά κινήματα αντίστασης, που χρησιμοποίησαν εκ των πραγμάτων κι αυτά βία. Αυτή η ιστορία διαπερνά τα έργα συγγραφέων όπως ο Ρούλφο, ο Φουέντες, ο Μπολάνιο κ.ά. Ενδεικτικό επίσης είναι ότι το αστυνομικό μυθιστόρημα έχει υπάρξει το κατεξοχήν κοινωνικοπολιτικό μυθιστόρημα της Λατινικής Αμερικής. Από την πλούσια αυτή παράδοση αντλούν στοιχεία σήμερα πολλές γυναίκες συγγραφείς είτε για να προσεγγίσουν την έμφυλη βία και τις γυναικοκτονίες, είτε γενικότερα την κοινωνική βία και παρακμή της εποχής μας. Με όχημα άλλοτε τον ρεαλισμό και άλλοτε τη λογοτεχνία του φανταστικού, συγγραφείς όπως η Σαμάντα Σβέμπλιν, η Φερνάντα Μελτσόρ, η Μόνικα Οχέδα, η Κριστίνα Ριμπέρα Γκάρσα, η Σέλβα Αλμάδα ή η Μαριάνα Ενρίκες αναγνωρίζονται διεθνώς ως οι νέες φωνές της λατινοαμερικάνικης λογοτεχνίας".
Η Ασπασία Καμπύλη θα προσθέσει: "Η Λατινική Αμερική διαθέτει εξαιρετικά γόνιμο λογοτεχνικό υπόβαθρο, που τροφοδοτείται και εμπλουτίζεται αμοιβαία από επιρροές και τάσεις και από τις δύο πλευρές του Ατλαντικού. Και είναι γεγονός ότι πολλές γυναικείες φωνές πειραματίζονται σήμερα με μια αύρα μαγικού ρεαλισμού, με πολύ ενδιαφέροντα αποτελέσματα και χωρίς αυτό να μειώνει την καταγγελτική δύναμη της φωνής τους. Εν γένει, η αναζήτηση μιας καινούριας γλώσσας, φαίνεται να απασχολεί πολλές από τις πιο αξιόλογες γυναικείες φωνές στη Λατινική Αμερική σήμερα”.
Τα θύματα - θύτες της Φερνάντα Μελτσόρ
Τα βιβλία των συγγραφέων από τη Λατινική Αμερική για τις οποίες μιλάμε καταγράφουν, σύμφωνα με την Αγγελική Βασιλάκου μια πραγματικότητα διαιρεμένη από τη βία, τους φυλετικούς και ταξικούς διαχωρισμούς και το σεξ. "Στην περίπτωση της Φερνάντα Μελτσόρ οι ήρωες της, κυρίως διαλυμένοι έφηβοι, δεν έχουν κανένα έλεγχο της ύπαρξής τους· είναι θύματα της βίας, ενώ πολύ συχνά (και υπερβολικά εύκολα) μετατρέπονται κι οι ίδιοι σε πρόθυμους θύτες. "Με αέρινη μαεστρία όσον αφορά τις τεχνικές δυνατότητες του μυθιστορήματος ως φόρμας και μια μυστήρια κατανόηση των ανορθόλογων δυνάμεων που ενεργούν πάνω στην κοινωνία, η Μελτσόρ διερευνά τις βαθύτερες δυνάμεις που είναι, μεταξύ άλλων, ένας βαθύρριζος machismo κι ένας συστημικός μυσογυνισμός", έγραψε ο Χουάν Γκαμπριέλ Βάσκες στο Τhe New Yorker.
"Οι πρωτοπρόσωπες μαρτυρίες των πληροφοριοδοτών της στο "Εδώ δεν είναι Μαϊάμι” (εκδόσεις Δώμα), το πρώτο βιβλίο της Μελτσόρ που απέσπασε πρόσφατα το βραβείο Καπουσίνσκι, καθόρισαν τον τρόπο γραφής της, και την οπτική γωνία της Μελτσόρ. Στις ιστορίες της "δανείζεται" τη γλώσσα των καθαρόαιμων Xαρότσο (των κατοίκων της Βερακρούς). Κι αυτή η ρευστή, πολυμήχανη, ολοζώντανη γλώσσα… διανθισμένη με κομμάτια από διαλόγους, χειρονομίες, σκέψεις και αναμνήσεις, περιφρονεί τον γραπτό λόγο και προκρίνει τη μαρτυρία, την προφορική, δραματική εξιστόρηση, τη χαρά της ομιλίας. Αυτή η ροή προφορικότητας, η φασαρία του δρόμου και η σιωπή, είναι οι φωνές που την κατακυριεύουν όταν γράφει· σε βαθμό, που της είναι αδύνατον να μη γράψει την ιστορία που την οδηγεί όπου αυτή θέλει, όπως είναι αδύνατον και να μην εκραγεί στο μυαλό του αναγνώστη”.

'Όπως μας διευκρινίζει η Βασιλάκου οι ιστορίες που περιλαμβάνονται στο "Εδώ δεν είναι Μαϊάμι” δεν είναι απλά δημοσιογραφικά κείμενα. "Γιατί: "Να ζεις σε μια πόλη σημαίνει να ζεις ανάμεσα σε ιστορίες. Η πόλη όμως είναι βουβή, και τις ιστορίες, όπως επεσήμανε ο Σαρτρ, δεν τις αφηγείται η πραγματικότητα, αλλά η γλώσσα των ανθρώπων, και η μνήμη", εξηγεί η Μελτσόρ στον πρόλογο του βιβλίου.
"Ήθελα να καταγράψω τι συνέβαινε γύρω μου. Δεν με ενδιέφερε το ειδησεογραφικό κομμάτι αλλά η ατομική εμπειρία όσων επιβιώνουν σε μια πόλη που αίφνης αλλάζει βίαια…" (Φερνάντα Μελτσόρ)
Η πόλη είναι η Βερακρούς, σημαντικό λιμάνι του Μεξικού, όπου πάντα γινόταν διακίνηση λευκής σάρκας, όπλων, ντρόγκας και υπήρχε μαφία. Και σε μια περίοδο (2002-2011) που ο τύπος ήταν απόλυτα ελεγχόμενος από τα καρτέλ και την κυβέρνηση, ξεκινάει ένας ανοιχτός πόλεμος μεταξύ ενός νέου καρτέλ ναρκωτικών που θέλει να εξοντώσει το προηγούμενο, τους Zetas, και οι πολίτες βρίσκονται κυριολεκτικά μεταξύ αντίπαλων πυρών. Μόνο στην πολιτεία της Βερακρούς βρέθηκαν πάνω από 500 κοινοί τάφοι. Τότε, κατάλαβε ότι όλοι είχαν κάτι να αφηγηθούν, και φοβήθηκε μήπως αυτές οι ιστορίες χαθούν. Το 2002, στα είκοσί της χρόνια, άρχισε να τις δημοσιεύει στο περιοδικό Replicante. "Ήθελα να καταγράψω τι συνέβαινε γύρω μου. Δεν με ενδιέφερε το ειδησεογραφικό κομμάτι αλλά η ατομική εμπειρία όσων επιβιώνουν σε μια πόλη που αίφνης αλλάζει βίαια…", λέει.
Η ξεχωριστή περίπτωση της Κλαούδια Πινιέιρο
"Στα έργα της Πινιέρο σπανίζουν τα σωματικά υγρά, το αίμα, η έκδηλη βία. Είναι σωματικά άσηπτα. Από την άλλη, η βία είναι πάντα παρούσα, ψυχολογική, λεκτική, υποδόρια, αποτυπώνεται στον συντηρητισμό και στις κοινωνικές αγκυλώσεις".
Ο θρησκευτικός φανατισμός, οι σχέσεις εξουσίας και καταπίεσης εντός της οικογένειας και το δικαίωμα στη γυναικεία αυτοδιάθεση, αλλά και τα ιστορικά τραύματα επανέρχονται στα έργα της Κλαούδια Πινιέιρο, από την οποία η Καμπύλη έχει μεταφράσει δυο πολύ διαφορετικά βιβλία όπως τους "Καθεδρικούς" και το "Η Ελένα ξέρει" (εκδόσεις Carnivora). "Η περίπτωση της Πινιέιρο είναι ξεχωριστή. Η αποτύπωση της βίας ακολουθεί υπαινικτικά και υπόγεια μονοπάτια. Στα έργα της σπανίζουν τα σωματικά υγρά, το αίμα, η έκδηλη βία. Είναι σωματικά άσηπτα. Από την άλλη, η βία είναι πάντα παρούσα, ψυχολογική, λεκτική, υποδόρια, αποτυπώνεται στον συντηρητισμό και στις κοινωνικές αγκυλώσεις. Ένα επίσης θέμα που την ενδιαφέρει είναι και η παθητική, ας την πούμε, βία που παράγεται στο πλαίσιο των απαγορεύσεων και των προκαταλήψεων που συντηρούν θεσμούς όπως η οικογένεια και η εκκλησία. Στην Αργεντινή, τα τραύματα που θάφτηκαν κάτω από τους ομαδικούς τάφους των εξαφανισμένων, τα ατιμώρητα εγκλήματα, οι χιλιάδες προσωπικές ιστορίες που ζητούν δικαίωση ούτε είναι εύκολο, ούτε πρέπει να ξεχαστούν.

Από την άλλη, κάποιες νεότερες φωνές φαίνεται να έχουν μετουσιώσει το συλλογικό τραύμα σε προσωπικό, και να προσπαθούν βρουν νέους τρόπους να μιλήσουν γι’ αυτό. Μια χαρακτηριστική περίπτωση είναι το "Σαράκι”, της Λάιλα Μαρτίνεθ, από την Ισπανία (όπου επίσης τα τραύματα του φρανκισμού έχουν μετατραπεί σε σημερινά φαντάσματα), στο οποίο η συγγραφέας επιλέγει να αφηγηθεί την ιστορία των ηττημένων μέσα από μια ιστορία φεμινιστικού τρόμου. Άλλο πολύ χαρακτηριστικό παράδειγμα, οι "Μικρές Κόκκινες Γυναίκες” της Μάρτα Σανθ, όπου οι θαμμένοι σ’ έναν συλλογικό τάφο απαρτίζουν ένα είδος παντογνώστη και πολυπράγμονος χορού".
Η πιο "διεθνής" κινηματογραφική ματιά της Σαμάντα Σβέμπλιν
"Η λατινοαμερικάνικη λογοτεχνία είναι μία από τις πιο δυναμικές λογοτεχνίες παγκοσμίως ήδη από τα μέσα του 20ού αι. Δεν έχει μία ταυτότητα· μετά το περίφημο boom και τον μαγικό ρεαλισμό διαρκώς ανανεώνεται με νέα ονόματα, τάσεις και ρεύματα. Η 47χρονη Σαμάντα Σβέμπλιν (εκδόσεις Πατάκη) έχει ήδη κατακτήσει τη θέση της ως μία από τις πιο καταξιωμένες φωνές διεθνώς” μας λέει η Έφη Γιαννοπούλου. "Στα βιβλία της νιώθουμε πως διαρκώς ακροβατεί σε ένα τεντωμένο σκοινί ανάμεσα στο πραγματικό και το φανταστικό. Μιλά σχεδόν πάντα για πράγματα συνηθισμένα, καθημερινά, με ένα twist όμως, με μια υπόγεια σύνδεση με τον τρόμο και τη φαντασία. Υπάρχει κάτι ποιητικό, αλλά και κάτι πολύ κινηματογραφικό στη γραφή της, φτιάχνει πολύ ζωντανές αφηγήσεις που τις βλέπεις να ξετυλίγονται μπροστά σου. Δεν θεωρητικολογεί, δεν αναλύει, αλλά νιώθεις ότι υπόγεια υπάρχει μια στοχαστική συγγραφέας που σχολιάζει και παίρνει θέση για την κοινωνικοπολιτική πραγματικότητα. Η αίσθησή μου είναι ότι διαφέρει από τις περισσότερες Λατινοαμερικάνες συναδέλφους της, η ματιά της είναι με έναν τρόπο πιο διεθνής”.


"Σχεδόν πάντα το πρόβλημα ξεκινά στα σπίτια" διαβάζουμε στα "Επτά άδεια σπίτια” και τόσο εκεί όσο και στο "Κεντούκι” ο τρόπος που η Σβέμπλιν μεταφέρει την αγωνία, το ανοίκειο, τον τρόμο από τον πολιτικό στον οικιακό χώρο έχει ένα ξεχωριστό ενδιαφέρον. Κατά τη Γιαννοπούλου "Το σπίτι, η οικογενειακή καθημερινότητα, ο χώρος του ιδιωτικού βρίσκεται πολύ συχνά στο επίκεντρο της λογοτεχνίας της Σβέμπλιν. Η συλλογή διηγημάτων της (Επτά άδεια σπίτια) ήδη από τον τίτλο της επικεντρώνει ακριβώς στο οικιακό περιβάλλον, αναδεικνύοντας παράλληλα την ταξικότητα και τις κοινωνικές ανισότητες. Ωστόσο η κανονικότητα που περιγράφει η Σβέμπλιν είναι πάντα διαταραγμένη και ανησυχητική· κάπου ελλοχεύει διαρκώς ο τρόμος, η απειλή, ενίοτε η βία. Το τελευταίο της μυθιστόρημα που μεταφράστηκε στα ελληνικά, το Κεντούκι, είναι επίσης ένα πολύ χαρακτηριστικό παράδειγμα. Με ένα ιδιοφυές εύρημα, η Σβέμπλιν διεισδύει στο χώρο του ιδιωτικού και σχολιάζει την ηδονοβλεψία και την επιθυμία έκθεσης (π.χ. στα κοινωνικά δίκτυα) της εποχής μας. Ολόκληρο το βιβλίο το διαπερνά μια σιωπηλή βία, κοινωνική, πολιτική, έμφυλη, προϊόν ακραίων ανισοτήτων, αλλά και ατομική, ψυχολογική, προϊόν ματαιώσεων και μοναξιάς. Μια βία που για μένα ήταν σχεδόν σωματικά αισθητή κατά τη διάρκεια της μετάφρασης, και που νομίζω ότι αξίζει να την ανακαλύψει και η αναγνώστρια”.
Πέρα από το ανθρώπινο, πέρα από το παράξενο
Με έναν ποιητικό τρόπο που δημιουργεί εικόνες που σου μένουν στο μυαλό, όπου το υπερφυσικό συναντά τα πραγματικά γεγονότα, προσεγγίζει την πραγματικότητα η Λιλιάνα Κολάνσι στο "Λάμπετε στο σκοτάδι” (εκδόσεις Δώμα). Μιλώντας για τις ιδιαιτερότητες της γραφής της με την Αγγελική Βασιλάκου, που έχει μεταφράσει το βιβλίο, μας λέει ότι αυτό που νιώθεις διαβάζοντάς την είναι "Κοσμικός ίλιγγος. Και δεν λέω τρόμο ―γιατί ο τρόμος παραμονεύει και στα αξεπέραστα ροκ κείμενα της Αργεντινής Μαριάνα Ενρίκες (εκδ. Πατάκη, μτφρ: Χριστίνα Θεοδωροπούλου) αλλά και στις καθηλωτικές δυστοπίες της Αργεντινής Σαμάντα Σβέμπλιν (Πατάκης, μτφρ: Έφη Γιαννοπούλου). Η Λιλιάνα Κολάνσι (γεννημένη το 1981, στη Βολιβία) διδάσκει δημιουργική γραφή και επιστημονική φαντασία στο Πανεπιστήμιο Cornell, κι έχει ιδρύσει τον εκδοτικό οίκο Dum Dum όπου βγάζει επείγοντα κι απαραίτητα βιβλία. To 2017 συμπεριλήφθηκε στους Bogotá39, μια επιλογή των σημαντικότερων νέων λατινοαμερικάνικων λογοτεχνικών φωνών, ηλικίας κάτω των 40. Tο Λάμπετε στο σκοτάδι βραβεύτηκε το 2022 με το βραβείο Ribera Del Duero. Στις αφηγήσεις της Κολάνσι, ο άνθρωπος είναι απλώς ένα εφήμερο κεφάλαιο στην ιστορία του πλανήτη. "Όταν ήμουν 20 ετών, αντιπαραβάλλοντας τη μικρότητα της δικής μου ζωής με μια μαύρη τρύπα έπεφτα ξαφνικά σε γαλαξιακό τρόμο", εξηγεί η συγγραφέας".

Η Βασιλάκου μας επισημαίνει, φυσικά, το ανεξάντλητο του θέματος της γυναικείας ενδυνάμωσης μέσω της λογοτεχνίας της Λατινικής Αμερικής, η παράδοση της οποίας προσεγγίζεται και μέσα από το σύγχρονο κουίρ φίλτρο όπως στο ριζοσπαστικό μυθιστόρημα "Οι περιπέτειες της Τσίνα Άιρον” της Γκαμπριέλα Καμπεσόν Κάμαρα (εκδόσεις Καστανιώτη, μετάφραση Άννα Βερροιοπούλου) που ανατρέπει και αναπλάθει το σύμπαν του κλασικού λογοτεχνικού έπους της Αργεντινής, Μαρτίν Φιέρρο, μέσα από το πρίσμα του θηλυκού φύλου.
Η έμφυλη ανισότητα με τη σωματική γλώσσα της Μπρέντα Ναβάρο
Η Μεξικανή συγγραφέας Μπρέντα Ναβάρο ("Άδεια Σπίτια”, "Στάχτη στο Στόμα”/ Εκδόσεις Carnivora) μιλά για την ανισότητα και την εργασία δημιουργώντας αξέχαστους χαρακτήρες με έναν ποιητικό ρεαλιστικό λόγο που φανερώνει τις σπουδές της στην κοινωνιολογία και φεμινιστική οικονομία αλλά και την ικανότητά της να χειρίζεται τις σιωπές ανάμεσα στις λέξεις. Το πιο ιδιαίτερο στοιχείο των βιβλίων της είναι, για την Ασπασία Καμπύλη, "το γράψιμό της, η επιδραστική σωματική γλώσσα Η πρόζα της κυριολεκτικά σε ρουφάει. Κι έπειτα είναι ο τρόπος της να αφηγείται "ιστορίες γυναικών που συντηρούν το σύστημα τόσο με τους ρόλους που τους ανατίθενται κοινωνικά, προσφέροντας φτηνό εργατικό δυναμικό, όσο και με το σώμα τους, προσφέροντας δωρεάν φροντίδα”, με την οργή, την απελπισία, την ανημπόρια να ουρλιάζουν πίσω από κάθε λέξη".

Το βιωματικό ημερολόγιο της Κριστίνα Ριβέρα Γκάρσα που κέρδισε το Pulitzer
"Η αφήγηση της έρευνας, η παράθεση των ντοκουμέντων και των μαρτυριών από την αδερφή της έχει έναν απροσδόκητα ποιητικό τόνο, χωρίς ούτε στιγμή να σε αφήνει να ξεφύγεις από τη ζοφερότητα της μολυσμένης Πόλης του Μεξικού και τη νοσηρότητα της γραφειοκρατίας της".
Εμβληματική περίπτωση καταγραφής της έμφυλης βίας το "Αήττητο Καλοκαίρι της Λιλιάνα” (εκδόσεις Carnivora) της Κριστίνα Ριβέρα Γκάρσα που δικαίως κέρδισε το Βραβείο Pulitzer καθώς συνδυάζει με έναν πολύ ξεχωριστό τρόπο την έρευνα με την ποίηση και τον ρεαλισμό με μια πιο εννοιολογική ματιά, ενδυναμωτική και επουλωτική ταυτόχρονα, συνομιλώντας με έναν προσωπικό τρόπο με την αυτομυθοπλασία και την έρευνα των forensics. Εδώ έχουμε να κάνουμε, όπως μας λέει η Καμπύλη "με αληθινή ιστορία όπου το προσωπικό στοιχείο αποτυπώνεται με συγκλονιστικό τρόπο. Είναι στην ουσία η βιογραφία μιας γυναικοκτονίας με το πρόσωπο της Λιλιάνα και της αδερφής της. 'Ένα χρονικό τόσο προσωπικό που γίνεται οικουμενικό. Δεν μπορείς να ξεφύγεις από την πραγματικότητα της Λιλιάνα. Μέσα από τα κείμενά της, κυρίως, γινόμαστε κι εμείς μάρτυρες της ζωής της, της ζωής μιας έξυπνης, ταλαντούχας και, σε βαθμό εκκεντρικό μερικές φορές, δημιουργικής νέας γυναίκας. Μιας γυναίκας με σάρκα και οστά. Δεν μπορείς παρά να εμπλακείς, αυτή η γυναίκα δολοφονήθηκε άδικα επειδή ήταν γυναίκα. Συγχρόνως, η αφήγηση της έρευνας, η παράθεση των ντοκουμέντων και των μαρτυριών από την αδερφή της έχει έναν απροσδόκητα ποιητικό τόνο, χωρίς ούτε στιγμή να σε αφήνει να ξεφύγεις από τη ζοφερότητα της μολυσμένης Πόλης του Μεξικού και τη νοσηρότητα της γραφειοκρατίας της. Πέρα από το θέμα του, που το καθιστά ένα βιβλίο αναγκαίο, νομίζω ότι η δομή, το ύφος, ο αντικομφορμισμός στη χρήση της γλώσσας είναι από τα στοιχεία που μας κέρδισαν σ’ αυτό”.
Οι γυναίκες-μαχήτριες της Φερνάντα Τρίας και της Αουρόρα Βεντουρίνι
Η Ιφιγένεια Ντούμη μετέφρασε πρόσφατα για τις εκδόσεις Carnivora, τη δυστοπική "Ροζ Γλίτσα” της Ουρουγουανής Φερνάντα Τρίας (1976), όπου η βία της πανδημίας, του εγκλεισμού πάνω στο γυναικείο σώμα συναντά αυτή της τάξης και της αρρώστιας, θέματα που επανέρχονται στη λογοτεχνία της περιοχής. Παράλληλα συμμετείχε (μαζί με τις/τους Μαρία Αθανασιάδου, Θεώνη Κάμπρα, Αλίκη Μανωλά, Κωνσταντίνο Παλαιολόγο) στη μετάφραση του βιβλίου "Ξαδέλφες” της Αουρόρα Βεντουρίνι, μιας εμβληματικής Αργεντινής συγγραφέα (1921-2015). Πώς βλέπει αυτή τη δια-γενεακή ματιά στους έμφυλους ρόλους; "Η μαχητική ηρωίδα της "Ροζ γλίτσας" προσπαθεί να διατηρήσει ζωντανή την ελπίδα σε ένα περιβάλλον που καταστρέφεται. Βλέπει γύρω της το χαμό και προσπαθεί μόνη της να σώσει όποιον μπορεί: τη μάνα της, τον πρώην της, ένα άρρωστο παιδί που νταντεύει. Παλεύει να βρει μια τάξη μέσα στο χάος ανατρέχοντας σε αναμνήσεις, σε εικόνες, βάζοντας σε σειρά γεγονότα από το παρελθόν. Περπατάει ασταμάτητα σε μια πόλη που σαπίζει, μια πόλη που παράτησαν ακόμη και τα πουλιά μυρίζοντας το θάνατο. Η βία είναι πανταχού παρούσα, στον τρόμο για τη φοβερή αρρώστια και τη μόλυνση, στην αστυνομία, στο νοσοκομείο, στην τηλεόραση, στη φρικτή τεχνητή τροφή που υπάρχει σε αφθονία ελλείψει άλλων τροφίμων. Αυτό είναι ένα βιβλίο που γράφτηκε πριν από την οικεία σε μας πανδημία, χάρη στην οποία μπορούμε και να το διαβάζουμε με άλλα μάτια πια. "Οι ξαδέλφες", από την άλλη, γραμμένες το 2007, μιλάνε για τη δεκαετία του ’40. Πάλι γυναίκες-μαχήτριες, οι ξαδέλφες, αντιμέτωπες με την αναπηρία που οφείλεται σε γενετικά αίτια, την κακοποίηση και την εκμετάλλευση, κρατιούνται η μία από την άλλη, αναζητώντας συμμάχους και διασκεδάζοντας τη δυστυχία τους, με έναν αυτοσαρκασμό που σήμερα μπορεί και να προξενεί αμηχανία. Και τα δύο αυτά βιβλία σε βάζουν σε σκέψεις για τη θέση της γυναίκας διαχρονικά και για τους ρόλους που καλείται να παίξει σε συνθήκες καθημερινού πολέμου."

