Σουρεάλ. Αυτή είναι η πρώτη λέξη που σου έρχεται στο μυαλό, όταν τριγυρνάς στα στενάκια του Ψυρρή και ξαφνικά ακούς μπουκάλια να σπάνε, ρόπαλα να κοπανάνε και μια αρμονική μελωδία του Αντόνιο Βιβάλντι να παίζει στο βάθος, όσο ξαλαφρωμένοι πιτσιρικάδες ανεβαίνουν δύο δύο τα σκαλιά από μία υπόγα στην οδό Πιττάκη. Ο λόγος, φυσικά, για το «ΛΙΜΠΑ» -προφανώς και όλα κεφαλαία–, για το πρώτο Rage room στην Αθήνα που τώρα κοντά συμπληρώνει ένα χρόνο ζωής και έχει να μας αφηγηθεί τις δικές του ιστορίες περί τσαντίλας, νεύρων και νοοτροπίας των Ελλήνων για την εναλλακτική διασκέδαση.
«Δεν χρειάζεται να έχεις οργή για να δοκιμάσεις κάτι καινούργιο.»
«Στην αρχή ήμασταν οι εξωγήινοι» μου εξηγούν η Ελένη Δρίβα και ο Σπύρος Τρικαλιώτης. «Μας περνούσαν για οτιδήποτε άλλο μπορείς να φανταστείς πέρα από δωμάτιο θυμού και υπήρχε μία διστακτικότητα για αυτό που προσφέρουμε». Δεν μου φαίνεται περίεργο. Το να εξηγήσεις σε κάποιον ότι για τη βραδινή του διασκέδαση πέρα από τις κινηματογραφικές πρεμιέρες, τα χάνγκαουτ σε κοκτεϊλάδικα και τα φινετσάτα καφέ μπορεί πλέον να διαλέξει ένα μέρος για να τα κάνει κυριολεκτικά λαμπόγιαλο, είναι κομματάκι δύσκολο.
Αυτό είναι το Rage room/ Smash room/ Break room ή όπως αλλιώς θες πες το. Ένα θεματικό δωμάτιο, εν ολίγοις, που σαν concept ξεκίνησε από την Ιαπωνία περίπου μια δεκαετία πίσω (λίγο αργότερα από τα escape rooms) και χρόνο με τον χρόνο αποδεικνύει τη δυναμική του σε χώρες της Ευρώπης και της Αμερικής, όσο η συζήτηση για τις de-stress του ιδιότητες έχει απασχολήσει ουκ ολίγους στον κόσμο. Στο Μπουένος Άιρες ήταν άλλωστε που η Ελένη και ο Σπύρος ταξιδεύοντας πρωτοσυνάντησαν αυτή την ιδέα και βάλθηκαν να την γνωρίσουν στο αθηναϊκό κοινό. Με ένα πιο «ρομαντικό» σκεπτικό, βέβαια.
«Για εμάς δεν είναι απλά ένας χώρος για να ξεσπάσεις, όπως θεωρούν οι περισσότεροι. Είναι πιο πολύ ένα παιχνίδι, μία εμπειρία. Μία εναλλακτική μορφή διασκέδασης που προτείνει κάτι τελείως καινούργιο στο κοινό της Αθήνας». Όπως προβοκάρει και το πρώτο μότο που συναντάς μόλις κατέβεις τις σκάλες «δεν χρειάζεται οργή για να δοκιμάσεις κάτι καινούργιο». Πάντα θα βρεις κάτι μέσα σου που θα σου σιγοψυθηρίσει να αρπάξεις ένα ρόπαλο ή ένα λοστό και να διαλύσεις ανεπανόρθωτα τα αντικείμενα γύρω σου, από γυαλικά, πιάτα και μπουκάλια μέχρι υπολογιστές, πληκτρολόγια και τηλεοράσεις. Αφορμή μπορεί να είναι μία κόντρα με το αφεντικό σου, μία ερωτική σχέση που έληξε άδικα, ένας τυχαίος περαστικός. Ή μπορεί και ο ίδιος σου ο εαυτός. Γιατί αν ψάξεις λίγο κάτω από το συνειδητό σου σίγουρα θα βρεις παρορμήσεις που δε φανταζόσουν ότι έκρυβες. Και για να μην βουτήξουμε στα φροϋδικά κείμενα περί καταστροφής και λοιπόν, κράτα ότι παρέα με τη διάλυση ενός αντικειμένου διαλύεται ασυναίσθητα και μία κοινωνική σύμβαση –αυτή της ευπρέπειας.
«Μέσα στους μήνες που λειτουργούμε έχουμε δει διάφορα περίεργα σκηνικά. Από έφηβους nerds με γυαλάκια μέχρι κοστουμαρισμένους πενηντάριδες με λουλούδια στο πέτο και από ρομαντικά ζευγαράκια τουριστών που ανάμεσα σε κάθε σπάσιμο χόρευαν μπλουζ μέχρι τύπους που έπαιρναν ένα μεγάλο καλάθι με πράγματα και τα κατέστρεφαν με τη μία. Γενικά, έχω καταλήξει να τους χωρίζω σε δύο κατηγορίες. Σε αυτούς που τους αρέσει να σπάνε πράγματα και να ακούνε τον ήχο το γυαλιού και σε εκείνους που προτιμάνε να χτυπάνε επαναλαμβανόμενα τα αντικείμενα με ρόπαλα και λοστούς» μου λέει η Ελένη.
«Μπουκαλοκατάσταση» (20 μπουκάλια), «Ηλία, ρίχτο» (10 μπουκάλια, 2 ποτήρια, 2 σφηνάκια. 2 πιάτα, 2 βάζα), «Χάος» (100 μπουκάλια, 4 τηλεοράσεις, 12 ποτήρια, 12 σφηνάκια, 12 πιάτα). Όποιο κι αν είναι το δικό σου βίτσιο, μπορείς να διαλέξεις ένα από τα πακέτα, να φτιάξεις το δικό σου καλάθι -ξεκινώντας από € 5- ή ακόμα και να φέρεις τη παλιατζούρα που θες να ξεφορτωθείς από το σπίτι σου, να φορέσεις την προστατευτική στολή (για να μην έχουμε και κανένα ατύχημα), να αρπάξεις το όπλο που σου κλείνει το μάτι και να βάλεις στα ηχεία ότι τραβάει η ψυχή σου (αν σου κολλάει η κλασική μουσική μη νιώσεις αθεράπευτα ψυχασθενής-είναι συνηθισμένο). Θυμήσουν πριν ξεκινήσεις ότι το χιούμορ παραμένει το αλφαβητάρι για κάθε διασκέδαση.