Οι υπολογιστές Mac ήδη σε φάση... iPhone

H Apple απλώς ανανεώνει κι όχι αναβαθμίζει τα νεότερα MacBook Pro και Mac Mini, τί θα πρέπει να κάνει λοιπόν το κοινό;

Όπως αναμενόταν, η Apple ανακοίνωσε νέους επεξεργαστές, νέα μοντέλα φορητών υπολογιστών MacBook Pro και γραφείου Mac Mini και το έκανε με απλά δελτία Τύπου για τον ίδιο λόγο που είχε κάνει το ίδιο τον Οκτώβριο με τα νέα iPad: τα νέα μοντέλα δεν είναι σημαντικά καλύτερα από αυτά που αντικαθιστούν, δεν "δικαιούνταν" λοιπόν συνέντευξη Τύπου και σχετική παρουσίαση. Οι νέοι επεξεργαστές, οι M2 Pro και M2 Max, υπόσχονται αύξηση επιδόσεων της τάξης του 20% (και 30% στα γραφικά συγκεκριμένα) σε σχέση με τους M1 Pro και M1 Max που διαδέχονται, ακριβώς όπως και στα iPad Pro του 2022. Είναι το είδος της βελτίωσης που καθίσταται αντιληπτή μόνο σε συγκεκριμένες λειτουργίες εφαρμογών και σε συγκεκριμένα σενάρια χρήσης (ακριβώς όπως διαπιστώθηκε και στα iPad Pro δηλαδή), είναι λοιπόν περιορισμένης αξίας.

Η Apple στηρίχθηκε στην ίδια μέθοδο κατασκευής με την προηγούμενη για τα νέα αυτά τσιπ (λιθογραφική στα 5nm) και προφανώς γνωρίζει όλα τα παραπάνω, όπως και το... προφανές: πως θα είναι η μέθοδος στα 3nm αυτή που θα φέρει ουσιαστικές βελτιώσεις στις επιδόσεις όπως τις αναμένουν οι απαιτητικοί χρήστες υπολογιστών Mac (ειδικά οι επαγγελματίες). Αλλά η εταιρεία πρώτα "δοκιμάζει τα νερά" μιας νέας μεθόδου κατασκευής με απλούστερες εκδόσεις των επεξεργαστών της και μετά προχωρά στις περισσότερο περίπλοκες και ισχυρές, οπότε πρώτα θα δούμε τον "απλό" M3 και μετά τους M3 Pro/M3 Max. Θα ήταν πολύ μεγάλο το χρονικό κενό, ωστόσο, ανάμεσα στους M1 Pro/M1 Max και τους M3 Pro/M3 Max, γι' αυτό και εμφανίζονται στην ουσία οι M2 Pro/M2 Max ως μεταβατικοί και, αναπόφευκτα, απογοητευτικοί.

Η επιλογή της Apple να κρατήσει σχεδόν κάθε τί άλλο στους νέους MacBook Pro 14 και 16 απαράλλακτο, φυσικά, δεν βοηθά: οι διαστάσεις, το βάρος, τα χρώματα, ο σχεδιασμός, οι οθόνες, οι κάμερες και οι επιλογές αποθηκευτικού χώρου είναι όλα πανομοιότυπα - οπότε οι νέες αυτές εκδοχές που βασίζονται στους M2 Pro/Max θα αποπνέουν την ίδια ακριβώς αίσθηση στην χρήση. Υπάρχουν ορισμένες βελτιώσεις: οι καταναλωτές μπορούν να εξοπλίσουν το μοντέλο με τον M2 Max με έως και 96GB (!) μνήμης, και τα δύο μοντέλα υποστηρίζουν το πρότυπο Wi-Fi 6E, η αυτονομία τους έχει αυξηθεί κατά μία ώρα και, για πρώτη φορά, υποστηρίζουν αναλύσεις εξωτερικής οθόνης έως και 8K/60 ή 4K/240 με την χρήση θύρας HDMI 2.1.

Όλα αυτά ευπρόσδεκτα, όμως δεν αναιρούν το γεγονός ότι οι νέοι αυτοί MacBook Pro είναι ανανεωμένες, και όχι σημαντικά αναβαθμισμένες, εκδόσεις των προκατόχων τους. Το ίδιο ισχύει σε γενικές γραμμές και με τους ανανεωμένους Mac Mini, η Apple όμως έκανε μία ενδιαφέρουσα επιλογή εκεί: την τιμή πώλησης του εισαγωγικού μοντέλου με τον "απλό" επεξεργαστή M2. Αυτή ανέρχεται στα μόλις $599 (ή και $499 αν δικαιούται κανείς εκπαιδευτική έκπτωση), καθιστώντας αυτό το φθηνότερο μοντέλο που έχει προσφέρει ποτέ η εταιρεία βασισμένο στους δικούς της επεξεργαστές. Σε ποιά ακριβώς τιμή σε ευρώ θα "μεταφραστούν" βέβαια αυτά τα $599 για την ελληνική αγορά είναι μία... άλλη ιστορία, όμως αυτός ο Mac Mini θα μπορούσε να είναι εξαιρετικός ως Η/Υ γενικών καθηκόντων και εισαγωγικός στο λογισμικό των Mac.

Για τους καταναλωτές μάλιστα εκείνους που αγαπούν το μικρό μέγεθος των Mac Mini αλλά χρειάζονται περισσότερη επεξεργαστική δύναμη, η Apple έχει να προτείνει το μοντέλο με τον επεξεργαστή M2 Pro: αυτό υποστηρίζει έως και 32GB μνήμης, 8TB αποθηκευτικού χώρου και σύνδεση με τρεις οθόνες υψηλής ανάλυσης ταυτόχρονα, παίζοντας άνετα τον ρόλο π.χ. επαγγελματικού workstation για το σπίτι ή το γραφείο. Το πρόβλημα είναι πως αν θέλει κανείς να εξοπλίσει αυτόν τον Mac Mini με περισσότερη μνήμη ή αποθηκευτικό χώρο από αυτά που προσφέρει το βασικό μοντέλο - το οποίο ξεκινά από τα $1299 με 16 GB και 512 GB αντίστοιχα - το κόστος αυξάνεται πάρα πολύ, πολύ γρήγορα. Το ίδιο, ωστόσο, ισχύει κατά βάση και για τους νέους MacBook Pro αλλά και για οποιονδήποτε προσωπικό υπολογιστή προωθεί η Apple, οπότε...

Αυτό πάντως που εύκολα συμπεραίνει κανείς από τα παραπάνω είναι πως η Apple βρίσκεται ήδη σε... φάση iPhone με τους υπολογιστές της. Αυτό σημαίνει πως, μετά από το εντυπωσιακό ξεκίνημα του επεξεργαστή M1, η εταιρεία με τις επιλογές της επιβεβαιώνει πως δεν θα πρέπει να περιμένουμε αντίστοιχα άλματα από την μία γενιά επεξεργαστών της στην επόμενη. Όπως ακριβώς συμβαίνει με τα ετήσια iPhone, τα οποία είναι απλώς εξελικτικά σε σχέση με τους προκατόχους τους, έτσι και οι Η/Υ Mac όλα δείχνουν πως θα ακολουθούν την ίδια προσέγγιση. Κάποια μοντέλα θα προσφέρουν σημαντικές βελτιώσεις στις επιδόσεις, κάποια άλλα θα προσφέρουν ορισμένα νέα χαρακτηριστικά, τα περισσότερα όμως θα είναι... ίσα-ίσα καλύτερα από εκείνα που αντικαθιστούν. Είναι η παγιωμένη πια στρατηγική της Apple που σκοπό έχει να αποσπάσει όσο το δυνατόν περισσότερα χρήματα από όσο το δυνατόν πιο πολλούς καταναλωτές. Απλά.

Δεν μπορεί να κρίνει κάποιος με οποιαδήποτε βεβαιότητα αν και κατά πόσο αυτό ήταν το σχέδιο της Apple εξ αρχής ή αν η πανδημία, η έλλειψη μικροεπεξεργαστών, η δύσκολη κατάσταση στην περιοχή Zhengzhou (όπου κατασκευάζονται τα πιο πολλά προϊόντα της εταιρείας) και άλλοι παράγοντες "εκτροχίασαν" την ομαλή της μετάβαση από τους επεξεργαστές Intel στους δικούς της. Θα μπορούσε το ίδιο εύκολα να ισχύει είτε το ένα, είτε το άλλο σενάριο. Είναι όμως σημαντικό να υπογραμμίσει κανείς πως τα iPhone κατέληξαν σε αυτήν την ετήσια απλώς εξελικτική προσέγγιση μετά από μία ολόκληρη δεκαετία, ενώ με τους Mac που στηρίζονται σε επεξεργαστές Apple παρατηρούμε... ήδη το ίδιο, από την δεύτερη μόλις "γενιά" τους. Είναι υπερβολικά νωρίς να συμβαίνει κάτι τέτοιο και είναι ολοφάνερα απογοητευτικό.

Αν λοιπόν αυτή είναι η κατεύθυνση της Apple για τους Mac από δω και πέρα, τότε οι καταναλωτές οφείλουν να τοποθετηθούν ανάλογα. Αξίζει να υπενθυμιστεί, για παράδειγμα, πως οι Mac δεν είναι iPhone: οι πρώτοι αγοράζονται με πολύ μεγαλύτερο χρονικό ορίζοντα χρήσης, οπότε είναι πολύ πιο κοντά στην έννοια της επένδυσης. Δεν προορίζονται για αντικατάσταση στα 2 ή 3 χρόνια το πολύ, όπως τα πιο πολλά κινητά (και τα iPhone). Οι κάτοχοι υπολογιστών Mac που βασίζονται σε επεξεργαστές M1, λοιπόν, το καλύτερο που έχουν να κάνουν είναι να προσπεράσουν αυτούς τους Η/Υ με τους εν πολλοίς μεταβατικούς M2 και να περιμένουν τους αντίστοιχους βασισμένους στους M3 το 2024 ή και αργότερα. Εκείνοι ναι, αναμένεται πως θα είναι σημαντική αναβάθμιση σε σχέση με τις προηγούμενες "γενιές" επεξεργαστών της Apple.

Οι καταναλωτές που χρησιμοποιούν ακόμη MacBook Pro ή Mac Mini βασισμένους σε επεξεργαστές Intel, από την άλλη, μπορούν επιτέλους να κάνουν την μετάβαση στους επεξεργαστές της Apple με μία σχετική ασφάλεια πια (αφού έχουν εν πολλοίς λυθεί σχεδόν όλα τα ζητήματα που σχετίζονται με το λογισμικό τους) αξιοποιώντας αυτά τα ανανεωμένα μοντέλα που βασίζονται σε M2. Για την ακρίβεια, δεν θα ήταν καθόλου άσχημη ιδέα να αναζητήσουν συμφέρουσες προσφορές σε Mac βασισμένους σε επεξεργαστή M1, καθώς οι έμποροι θα επιδιώξουν να ανανεώσουν το στοκ τους με τα νεότερα μοντέλα της Apple. Οι M1 παραμένουν αρκούντως ισχυροί και αποδοτικοί για τις απαιτήσεις μεγάλου ποσοστού των υποψήφιων αγοραστών ενός νέου Mac. Γι' αυτούς, οι Mac που θα βασίζονται στους M5 το 2026 θα είναι απίθανη αναβάθμιση!

ΔΕΣ ΑΚΟΜΗ

ΔΗΜΟΦΙΛΕΣΤΕΡΑ ΘΕΜΑΤΑ