
Κάτι το αντιφατικό συμβαίνει με το ελληνικό σινεμά τα τελευταία έξι χρόνια. Από το χειμώνα του 2019 και την εκκωφαντική επιτυχία της "Ευτυχίας" (Άγγελος Φραντζής) μοιάζει σαν το κοινό να έχει στραφεί με ανανεωμένη όρεξη προς τις εγχώριες παραγωγές. Προφανώς δεν εννοούμε πως ξαφνικά στα ταμεία κόβονται εισιτήρια αντίστοιχα του "Οπενχάιμερ", όμως υπάρχει τουλάχιστον μία εμπορική αλλά και μία "καθαρόαιμη" arthouse ελληνική ταινία ετησίως που δείχνει να αφορά σημαντική μερίδα των θεατών. Αυτή η τάση αποτυπώνεται σε κάθε απονομή των βραβείων Ίρις, καθώς τα μέλη της Ελληνικής Ακαδημίας Κινηματογράφου μοιράζουν τις δάφνες τους στους πιο συζητημένους τίτλους της χρονιάς, κάτι που έγινε και την περασμένη εβδομάδα (11/6) στην κεντρική αίθουσα της Στέγης του Ιδρύματος Ωνάση. Εκεί τα αποτελέσματα των ψήφων της Ακαδημίας οδήγησαν σε μια ενδιαφέρουσα παρατήρηση.

Μεγάλος νικητής ήταν το "Αρκάντια" (Γιώργος Ζώης), το οποίο εκτός από την κατηγορία καλύτερης ταινίας κέρδισε επίσης σε εκείνες της σκηνοθεσίας και του σεναρίου (Ζώης μαζί με τον Κωνσταντίνα Κοτζαμάνη). Το φιλμ ήταν το σινεφίλ σουξέ για φέτος, έχοντας ξεπεράσει τα 10.000 εισιτήρια. Ωστόσο, ο ελληνικός τίτλος που σάρωσε τους προηγούμενους μήνες φλερτάροντας με τους ένα εκατομμύριο θεατές, το "Υπάρχω" (Γιώργος Τσεμπερόπουλος), απέσπασε μόλις δύο αγαλματίδια (β’ γυναικείου ρόλου, ενδυματολογία). Η σαφής αισθητική προτίμηση της Ακαδημίας δεν θα πρέπει να εκπλήσσει, αφού τείνει να επαναλαμβάνεται.

Από το 2020, όταν κυριάρχησε η "Ευτυχία", επικρατούν αυστηρά οι arthouse τίτλοι: "Digger" του Τζώρτζη Γρηγοράκη το 2021 (έναντι "Μπαλάντας της Τρύπιας Καρδιάς", της μεγαλύτερης εμπορικής επιτυχίας στη φιλμογραφία του Γιάννη Οικονομίδη), "Μαγνητικά Πεδία" του Γιώργου Γούση το 2022 (έναντι του "Σμύρνη μου Αγαπημένη" του Γρηγόρη Καραντινάκη), "Πίσω από τις Θημωνιές" της Ασημίνας Προέδρου το 2023 και "Animal" της Σοφίας Εξάρχου το ανατρεπτικό 2024 (έναντι "Φόνισσας" της Εύας Νάθενα).

Δεν υπαινισσόμαστε πως η Ακαδημία σνομπάρει τις εμπορικές ταινίες, άλλωστε σε όλες τις προαναφερθείσες περιπτώσεις οι Ίριδες απονεμήθηκαν δικαιότατα. Θίγουμε, ωστόσο, την παγίωση μιας σημαντικής για τα δεδομένα συνθήκης: της δυναμικής συνύπαρξης, δηλαδή, διαφορετικών κινηματογραφικών λογικών, οι οποίες δίνουν την αίσθηση πως το ελληνικό σινεμά βρίσκεται σε μια πληθωρική και γόνιμη φάση, που αφήνει ένα διακριτό ιστορικό στίγμα.