Ο Βαγγέλης Θεοδωρόπουλος συστήνει στην Ελλάδα ένα σύγχρονο έργο το οποίο, κάτω από τον αινιγματικό του τίτλο, μιλάει για τη δυναμική που εκλύει κάθε ανθρώπινη συνάντηση.
Ο Βρετανός συγγραφέας εμπνεύστηκε από την αρχή της απροσδιοριστίας (ή της αβεβαιότητας) που διατύπωσε ο νομπελίστας φυσικός Βέρνερ Χάιζενμπεργκ το 1927, ότι δηλαδή «δεν μπορεί να προσδιοριστεί ταυτόχρονα και με ακρίβεια η θέση και η ορμή ενός σωματιδίου», για να συνθέσει ένα έργο που τοποθετεί στο δραματουργικό του κάδρο τη συνάντηση δύο ετερόκλητων ανθρώπων: του Άλεξ, ενός μοναχικού μεσήλικου Ιρλανδού, και της Τζόρτζι, μιας πληθωρικής νεαρής Αμερικανίδας, που τους χωρίζει το χάσμα της ηλικίας και της διαφορετικής ψυχοσύνθεσης, αλλά τους ενώνει η μοναξιά.
Το έργο εκτυλίσσεται μέσα από έξι εύρυθμες σκηνές που φωτογραφίζουν μερικά στιγμιότυπα της σχέσης των δύο ηρώων, από την πρώτη, παράδοξη γνωριμία τους έως το ανοιχτό φινάλε, κι εσκεμμένα εστιάζει κατά κύριο λόγο στο «τώρα», προσφέροντας ελάχιστες πληροφορίες για το παρελθόν τους (ειδικά ο λιγομίλητος Άλεξ παραμένει μέχρι το τέλος μια μάλλον κρυπτική φιγούρα). Το στιλ γραφής που ακολουθεί ο δραματουργός, γρήγορο, αποσπασματικό και καθόλου προσανατολισμένο προς την ψυχολογική εμβάθυνση, αποτελεί προϊόν της εποχής που το γέννησε (γράφτηκε το 2015). Χάρη σε αυτό το ύφος –και δευτερευόντως στις πληροφορίες που μεταφέρει–, το έργο διεισδύει πειστικά στη μοναχικότητα των ανθρώπων των σύγχρονων μεγαλουπόλεων.
Ο Βαγγέλης Θεοδωρόπουλος –στον οποίον χρωστάμε αυτήν την πρώτη παρουσίαση του έργου στην Ελλάδα– σκηνοθετεί στρέφοντας, σωστά, το βλέμμα στους δύο ήρωες, εμφανίζεται όμως άτολμος, ίσως και ασαφής, ως προς τη σκιαγράφησή τους. Έτσι οι δύο πολύ καλοί ηθοποιοί (Περικλής Μουστάκης, Κόρα Καρβούνη), που έχουν ούτως ή άλλως να αντιμετωπίσουν ένα «μετέωρο» έργο, καθώς δεν τους δίνει παρά ελάχιστο feedback για το ποιοι είναι οι χαρακτήρες τους, αργούν να βρουν τα πατήματά τους. Ειδικά η δεύτερη επαφίεται αρχικά σε μια ταχυλογία χωρίς παύσεις προκειμένου να αποδώσει την πληθωρικότητα της ηρωίδας, ενώ αμήχανες ακούγονται και οι βρισιές στις οποίες καταφεύγει συχνά η αθυρόστομη Τζόρτζι, αν και δεν αποσαφηνίζεται τελικά αν η αμηχανία οφείλεται στη μετάφραση ή την αδυναμία της ηθοποιού να συλλάβει καλά τη συγκεκριμένη πτυχή της ηρωίδας.
Το σκηνικό της Μαγδαληνής Αυγερινού, αποτελούμενο από τελάρα που αλλάζουν συνεχώς χρήσεις και ορίζουν τους διαφορετικούς χώρους του έργου, είναι μεν ευέλικτο, δεν μπορεί όμως να χαρακτηριστεί ιδιαίτερα εμπνευσμένο, ούτε βοηθάει τη ροή της παράστασης. καθώς, μάλιστα, οι αλλαγές από σκηνή σε σκηνή γίνονται από τους ηθοποιούς, κάτι που τους αναγκάζει να βρίσκονται συνεχώς σε μια κατάσταση εντός κι εκτός ρόλου, η ατμόσφαιρα και το συναίσθημα που μεταφέρονται στην πλατεία ζημιώνονται. Εντέλει όμως η θέρμη του έργου –την οποία μεταδίδει σταδιακά και η παράσταση– αποζημιώνει με ένα καλό αποτέλεσμα.
ΘΕΑΤΡΟ ΤΟΥ ΝΕΟΥ ΚΟΣΜΟΥ Αντισθένους 7 & Θαρύπου, Νέος Κόσμος, 2109212900. Διάρκεια: 85΄.
Περισσότερες πληροφορίες
Heisenberg
Μια διεισδυτική ματιά στις σχέσεις μέσα από την τυχαία συνάντηση δύο ετεροκλήτων χαρακτήρων