Ορμώμενη από τη διάθεση διασάλευσης του αισθήματος του «ιερού δέους» που περιβάλλει τα έργα του αρχαίου δράματος και ειρωνευόμενη την ελληνική παθογένεια όπου όλοι έχουν άποψη για όλα, η παράσταση δομείται γύρω από το εύρημα συσχέτισης του… σκι με τη σοφόκλεια τραγωδία και επεκτείνεται σε πλήθος άλλων θεμάτων, διαθέτοντας αξιοσημείωτη ενέργεια αλλά και ανολοκλήρωτες προθέσεις.
Το σατιρικό χιούμορ της Κιτσοπούλου ξεκινάει από την ίδια τη Στέγη, καθώς την εντάσσει στην παράσταση ως φορέα διοργάνωσης ενός συνεδρίου με θέμα την «Αντιγόνη», και έτσι ξεκινάει πολύ σοβαρά με μια εισαγωγική ομιλία και προβολή διαφανειών που θα συναντούσε κανείς σε ένα πραγματικό συνέδριο (αφίσες και εξώφυλλα προγραμμάτων από κλασικές παραστάσεις της τραγωδίας, προτομές του Σοφοκλή, φωτογραφίες της Ειρήνης Παππά στον ρόλο), για να αποδομήσει αμέσως μετά αυτή τη συνθήκη, όταν οι τέσσερις σε πλήρη εξάρτυση σκιέρ θα πάρουν τις θέσεις τους ενώπιον του κοινού, προκειμένου να αποδείξουν πάση θυσία την σχέση του σκι με τη σοφόκλεια τραγωδία. Με βάση αυτό το -εμπνευσμένο όπως αποδεικνύεται- εύρημα, η παράσταση θα αγγίξει, ακροθιγώς ή μη, μια πληθώρα θεμάτων, τόσο αυτά που εγείρει το ίδιο το έργο, όσο και άλλα που ανταποκρίνονται στις σταθερές ανησυχίες της δημιουργού.
Στο εξαιρετικού ρυθμού πρώτο μέρος της παράστασης, οι τέσσερις ηθοποιοί (Σοφία Κόκκαλη, Γιάννης Τσορτέκης, Ανδρέας Κοντόπουλος, Πέτρος Γεωργοπάλης) επιδίδονται με ακατάπαυστη ενέργεια σε μια διάλεξη με ποιότητες μουσικής παρτιτούρας, δομημένη έτσι ώστε, ενώ δεν χάνει στιγμή τη συνοχή ή το ρυθμό της, να αφήνει την αίσθηση ενός αυτοσχεδιαστικού παραληρήματος. Η ανάγκη υπακοής ή μη στο Νόμο, η θέση του πολίτη απέναντι στο Κράτος, η εφηβεία, ο έρωτας, η ελληνική οικογένεια, διάφορες σύγχρονες παθογένειες της ελληνικής και όχι μόνο κοινωνίας αλλά και τα κλισέ που τις ακολουθούν, έρχονται στο προσκήνιο μαζί με νότες του -χαρακτηριστικού της Κιτσοπούλου- σουρεαλισμού και ωμού χιούμορ.
Φυσικά, (και αυτή) η παράσταση θέλει να ενοχλήσει, να σοκάρει ή έστω να παραξενέψει τον θεατή, όμως εμφανίζεται μάλλον συγκρατημένη σε σχέση με προηγούμενες της ίδιας δημιουργού, χωρίς βέβαια να της λείπει η ωμότητα ή τα σπλάτερ στοιχεία, ενώ δεν γίνεται να μην αναγνωριστεί πως πρόκειται για μια απολύτως συγκροτημένη σκηνική πρόταση, τουλάχιστον μέχρι τη δραματουργική τομή που θα διχοτομήσει χαρακτηριστικά την αισθητική και τον προσανατολισμό της.
Όταν μια πολική αρκούδα εισβάλει στη σκηνή και επιτίθεται στην θηλυκή σκιέρ της ομάδας των ομιλητών, η δράση μεταφέρεται μέσω βιντεοσκοπημένων δράσεων στο εξωτερικό της αίθουσας, με κεντρικό μοτίβο την αιμόφυρτη σκιέρ-Αντιγόνη να σέρνεται στους διαδρόμους της Στέγης, έως ότου οι εκπρόσωποι του νόμου και της τάξης, δύο security δηλαδή, την ενταφιάσουν σε ένα διάφανο κουτί. Σε αυτό το σημείο κορυφώνεται το χαρακτηριστικό της Λένας Κιτσοπούλου αισθητικό και ιδεολογικό στίγμα και ολοκληρώνονται οι προθέσεις της· το προηγούμενο μέρος κινήθηκε περισσότερο στα μονοπάτια της παρωδίας, τώρα έρχεται η στιγμή να μπει σε πρώτο πλάνο η υπαρξιακή αγωνία, το δραματικό σχόλιο.
Αυτό το δεύτερο μέρος, όμως, στοιχίζει στην ενότητα της παράστασης, καθώς οι επιμέρους δράσεις του είναι δραματουργικά ασύνδετες, κάποιες λειτουργούν καθαρά όμως άλλες μένουν θολές ή μετέωρες, ανοίγει θέματα χωρίς να τα ολοκληρώνει και, κυρίως, λειτουργεί επιβαρυντικά στον έως τότε εξαιρετικό ρυθμό. Το κλείσιμο της παράστασης επαφίεται στην ίδια την Κιτσοπούλου, που επαναφέρει τη δράση στη σκηνή και ολοκληρώνει το θέαμα με μια άκρως μεταθεατρική παρουσία (και, επίσης, ξανά σατιρική απέναντι στη Στέγη, καθώς εμφανώς έχει εμπνευστεί σημεία της από την πρόσφατη παράσταση των «Δαιμονισμένων» του Μπογκομόλοφ). Φροντίζοντας να μας υπενθυμίσει πως ό,τι παρακολουθήσαμε ήταν απλώς μια παράσταση αφήνει να εννοηθεί και μια υφέρπουσα αγωνία για το εφήμερο της σκηνικής τέχνης, όσο η ίδια παραμένει επί σκηνής κάνοντας ατελείωτες «αυλαίες» μέχρι να αποχωρήσει και ο τελευταίος θεατής.
ΣΤΕΓΗ ΙΔΡΥΜΑΤΟΣ ΩΝΑΣΗ Λεωφ. Συγγρού 107, Νέος Κόσμος, 2109005800. Διάρκεια: 120΄.
Περισσότερες πληροφορίες
Αντιγόνη / Lonely Planet
Η παράσταση εμβολίζει το σοφόκλειο μύθο με στιγμές ενός σατιρικού και απελπισμένου εδώ και τώρα.