Μουσικοθεατρικό θέαμα-βιογραφία της Εντίθ Πιαφ βάσει ενός αδύναμου και αντιθεατρικού κειμένου αλλά και μιας σκηνοθεσίας δίχως δημιουργική πνοή, το οποίο διασώζεται κυρίως χάρη στην ολοφάνερη προσπάθεια της Ελεωνόρας Ζουγανέλη να του δώσει λίγη «ψυχή».
Μεταθανάτια ντίβα με τεράστια εμπορευματική αξία αποδεικνύεται η Εντίθ Πιαφ (1915-1963). Τα τραγούδια της επιδέχονται διαρκώς νέες εκτελέσεις και η μυθιστορηματική ζωή της διακινείται ανά την υφήλιο μεταγραμμένη σε ταινίες, τηλεταινίες, βιογραφίες, θεατρικά έργα, μουσικές παραστάσεις, κόμικς κ.ο.κ. Ήταν όντως μια αξιοπερίεργη ζωή. Η Πιαφ πέρασε τα παιδικά της χρόνια στο πορνείο, στο τσίρκο και στους δρόμους του Παρισιού, αρρώστησε και γιατρεύτηκε ως εκ θαύματος, εντοπίστηκε και αναδείχτηκε επίσης ως εκ θαύματος, κατηγορήθηκε για τη δολοφονία του ευεργέτη της, έχασε το παιδί της από μηνιγγίτιδα, έζησε περιπετειώδεις έρωτες, αφέθηκε στις καταχρήσεις και σχεδόν προκάλεσε το πρόωρο τέλος της.
Τι κι αν υπήρξε αυτοκαταστροφική, αλκοολική, ναρκομανής κι εξουσιομανής; Η κρυστάλλινη φωνή της καθαγιάζει τη μη κοινωνικά αποδεκτή ζωή της: ιδού ένα τέλειο αστικό άλλοθι για τους ιμπρεσάριους της showbiz, οι οποίοι γνωρίζουν πως το κοινό αρέσκεται να παρακολουθεί θεάματα που παρουσιάζουν έναν τέτοιο έκλυτο βίο σε συσκευασία λαϊκού ρομάντζου, καθώς το κάνουν να αισθάνεται λιγότερο «συντηρητικό».
Μολονότι η λογική ενός Εθνικού Θεάτρου δεν χρειάζεται να συνάδει με εκείνη του εμπορικού θεάτρου, το –φιλόξενο για μουσικοθεατρικά είδη Rex– διαθέτει την ατμόσφαιρα για ένα βαριετέ θέαμα. Η παράσταση όμως του Πέτρου Ζούλια δεν «ανασταίνει» καμία ατμόσφαιρα. Το πιο δυνατό χαρτί της είναι η Ελεωνόρα Ζουγανέλη-Πιαφ. Με τη στόφα της θεατρίνας, ερμηνεύει ένα ρόλο σχεδόν αταίριαστο στην ιδιοσυγκρασία της κι ένα ρεπερτόριο εξίσου αταίριαστο στην υφή της βαθιάς, αισθαντικής φωνής της, η οποία συγγενεύει περισσότερο με τη μεσογειακή θέρμη της Χαρούλας Αλεξίου παρά με το κυματιστό βιμπράτο της Πιαφ. Αν και με μια επιτηδευμένα νατουραλιστική σωματικότητα σπουργιτιού με σπασμένες τις φτερούγες (τραβώντας δηλαδή τους αγκώνες προς τα πίσω), η Ζουγανέλη δείχνει θεατρική ευστροφία και διασώζεται από την περιρρέουσα ατμόσφαιρα χλιαρής αισθηματολογίας και ηθογραφικής πολυλογίας που τυλίγει την παράσταση.
Το παλιομοδίτικα γραμμένο έργο της Παμ Γκεμς με τα άτεχνα φλας μπακ και τις εξομολογήσεις του στιλ «οι γκόμενοι και τα χάπια είναι η μόνη μου παρηγοριά!» καθώς και η πληκτικά περιγραφική και τακτοποιημένη σκηνοθεσία του Πέτρου Ζούλια αντιμετωπίζουν τη ζωή της Πιαφ σαν ένα μελόδραμα γεμάτο «θαύματα» και «τραγωδίες», εστιασμένο κατά βάση στους έρωτές της. Ο πολυμελής θίασος σουλατσάρει, χορεύει και άδει χαριτωμένα, κάποτε υπερπαίζει και άλλοτε «χάνεται» μέσα στην παράθεση σκηνών – μόνο ο καλλίφωνος Χρήστος Στέργιογλου «προλαβαίνει» να καταθέσει μια ερμηνεία. Η Ευγενία Δημητροπούλου έχει ένα ρόλο που σε άλλο πλαίσιο θα αποκτούσε ειδικό βάρος: είναι η προστάτις της Πιαφ, η Αγία Τερέζα, η οποία –εν είδει ονειρικού, υπερρεαλιστικού σκέρτσου– πίνει αλκοόλ και καπνίζει μαζί της, της κάνει ενέσεις μορφίνης κ.ά.
Το «άλλο πλαίσιο» όμως δεν υπάρχει εδώ. Χωρίς αναζητήσεις μορφής, ύφους, αισθητικής ή περιεχομένου, το θέαμα του Εθνικού κυλά αργά και ράθυμα, διανθισμένο με τα τραγούδια της Πιαφ, τα οποία εκτελούνται –παραδόξως και χωρίς προφανή λόγο– στα ελληνικά, με άρτια τεχνική, αλλά δίχως ιδιαίτερη έμπνευση ως προς την ενορχήστρωση από τη μικρή ορχήστρα του Θοδωρή Οικονόμου.
ΕΘΝΙΚΟ ΘΕΑΤΡΟ REX - ΣΚΗΝΗ ΚΟΤΟΠΟΥΛΗ Πανεπιστημίου 48, 2103305074. Διάρκεια: 160΄.
Περισσότερες πληροφορίες
Πιαφ
Μια αναδρομή στη ζωή της Εντίθ Πιάφ, η οποία σφράγισε με τη δυνατή κι αισθαντική φωνή της το γαλλικό αλλά και το παγκόσμιο μουσικό στερέωμα μέσα στον 20ό αιώνα