
Απανωτά χαστούκια δέχεται αυτές τις μέρες ο σύγχρονος πολιτισμός στην Ελλάδα έχοντας επιτρέψει στις συντηρητικές δυνάμεις και τον ακροδεξιό λόγο να ορίζει τη συζήτηση περί του τι συνιστά έργο τέχνης, ποιά είναι τα όριά του κλπ. Καθώς η Εθνική Πινακοθήκη και το Υπουργείο Πολιτισμού τηρούν σιγή ιχθύος για τα έργα του Χριστόφορου Κατσαδιώτη, μην έχοντας προφανώς, τρεις και πλέον εβδομάδες μετά την απόσυρσή τους από την έκθεση "Η σαγήνη του αλλόκοτου", εξασφαλίσει "τους όρους και τις προϋποθέσεις της ασφαλούς επανέκθεσής τους" και προχωρώντας κανονικά με τα εγκαίνια της αναδρομικής έκθεσης του Παναγιώτη Τέτση, ήρθε η είδηση για την απόρριψη του αιτήματος της εταιρείας παραγωγής της νέας ταινίας του Γιώργου Λάνθιμου "Bugonia" για γυρίσματα στην Ακρόπολη από το Κεντρικό Αρχαιολογικό Συμβούλιο.

Το σε ποιόν "δίνουμε" την Ακρόπολη και τα εμβληματικά μνημεία έχει φυσικά απασχολήσει πολλές φορές στο παρελθόν τη δημόσια συζήτηση και η χρυσή τομή δεν είναι πάντα εύκολη. Σίγουρα δεν τασσόμαστε υπέρ της άκρατης εμπορευματοποίησης των δημόσιων μνημείων, και μάλιστα στην εποχή που ο κινηματογραφικός/τηλεοπτικός τουρισμός αναδεικνύεται σε μια από τις πιο επιδραστικές τάσεις που κινητοποιούν εκατομμύρια τουριστών όχι πάντα με τις πιο επωφελείς συνέπειες για τις τοπικές κοινωνίες, ειδικά στις χώρες που δεν έχουν σοβαρή στρατηγική για τον σύγχρονο πολιτισμό και για την ανθεκτικότητα των πόλεων. Παρόλα αυτά, τα κριτήρια με τα οποία φαίνεται να απορρίφθηκε το αίτημα για την ταινία του Λάνθιμου αξίζει να προβληματικοποιηθούν δεδομένου του τρόπου με τον οποίο εργαλειοποιείται η τέχνη σε μια εποχή που η δημοκρατία δέχεται επίθεση.
Ανεξάρτητα από τον άτσαλο, για μια ακόμη φορά, χειρισμό (αρχικά διέρευσαν πληροφορίες ότι σε περίπτωση που δίνονταν η άδεια θα έκλεινε η Ακρόπολη για 4 μέρες αντί για ώρες, ενώ στη συνέχεια κυκλοφόρησαν αναφορές σε σκηνές με πτώματα και εκπαιδευμένες γάτες που κυκλοφορούν ανάμεσά τους), η ουσία παραμένει το ποιός αποφασίζει και με τι κριτήρια τι συνάδει και τι όχι με το μνημείο. Είναι άλλο να ισχύουν αδιαπραγμάτευτες τεχνικές προϋποθέσεις ως προς το τι επιτρέπεται και τι όχι (αν και είδαμε τι εγκρίθηκε για μια εμπορική εκδήλωση στο Καλλιμάρμαρο για να έρθει να το "ξηλώσει" εκ των υστέρων το Υπουργείο μετά τα δημοσιεύματα) και άλλο να περνάει από φίλτρο η αισθητική πρόταση δημιουργών του βεληνεκούς του Λάνθιμου και να κόβεται για λόγους αξιών και συμβολισμών ασύμβατων με αυτούς που εκπέμπει ο Παρθενώνας.
Η Ακρόπολη, οι ελληνικές αξίες και η "εκφυλισμένη τέχνη"
Αλίμονο αν αφαιρέσουμε από την τέχνη τη δυνατότητα να δρα στη σφαίρα του συμβολικού. Μετά πώς να μην κατηγορεί ο καθένας τον/την Χ καλλιτέχνη/ιδα ότι προσβάλλει τα θεία όταν χρησιμοποιεί αναφορές σε μορφές και φόρμες ταυτισμένες π.χ. με τη θρησκευτική εικονογραφία;
Δηλαδή είμαστε οκ με το να δίνεται ένα δημόσιο μνημείο ή μουσείο για φιέστες ή για ένα Χολιγουντιανό ρομάντσο, π.χ., αλλά μας πειράζει η επιστημονική φαντασία; Προκρίνοντας έργα που μας ταιριάζουν "αισθητικά" και ιδεολογικά με τον αρχαιολογικό χώρο αντιμετωπίζουμε την τέχνη με παρωχημένα περιγραφικά κριτήρια ως εικονογράφηση / διακόσμηση και υπονομεύεται η ουσία της καλλιτεχνικής δημιουργίας. Αλίμονο αν αφαιρέσουμε από την τέχνη τη δυνατότητα να δρα στη σφαίρα του συμβολικού. Μετά πώς να μην κατηγορεί ο καθένας τον/την Χ καλλιτέχνη/ιδα ότι προσβάλλει τα θεία όταν χρησιμοποιεί αναφορές σε μορφές και φόρμες ταυτισμένες π.χ. με τη θρησκευτική εικονογραφία; Πόσο μάλλον όταν ο κινηματογράφος του φανταστικού γνώρισε μια επιστροφή σε απολυταρχικά καθεστώτα όπως αυτό του Μπολσονάρο στη Βραζιλία, για παράδειγμα, ως εργαλείο στα χέρια μειονοτικών κοινοτήτων που τα δικαιώματά τους βάλλονταν από ακραίες θρησκευτικές ομάδες.
Ειδικά σε μια εποχή που σύσσωμος ο προοδευτικός κόσμος καταγγέλλει την πολιτική Τραμπ για λογοκρισία των ιδρυμάτων και των έργων τέχνης που κρίνονται ως διχαστικά ή ότι προωθούν αντιαμερικανικές αξίες θυμίζοντας τις εποχές που ο Χίτλερ αφαιρούσε την "εκφυλισμένη τέχνη" από τα κρατικά μουσεία της Γερμανίας, καλό είναι να σκεφτόμαστε δυο φορές ποιές αξίες χρειάζονται προστασία σε εθνικό επίπεδο. Τι συμβολίζει σήμερα η Ακρόπολη; Ποιές είναι οι ελληνικές αξίες που οφείλουν να πληρούν κατά περίπτωση τα σύγχρονα έργα τέχνης και με ποιόν τρόπο πρέπει αυτές να αποδίδονται μορφοπλαστικά; Ένα έργο τέχνης κρίνεται μόνο με βάση την εικονογραφία του; 'Ένα πτώμα για να "περάσει" στην Ακρόπολη πρέπει να είναι μέρος μιας ιστορικής ταινίας, για παράδειγμα; Υπάρχει disclaimer για σεξ, βία, βωμολοχίες και ναρκωτικά με φόντο τον Ιερο Βράχο;

Γιατί το "RULE II" του βρετανού καλλιτέχνη Antony Gormley κρίνεται κατάλληλο για να κοσμεί μόνιμα τον εξωτερικό χώρο του Αρχαιολογικού Μουσείου της Δήλου ως το πρώτο έργο σύγχρονης τέχνης που θα εκτίθεται μόνιμα σε αρχαιολογικό χώρο της Ελλάδας; Δεν φανταζόμαστε ότι έγινε λόγω της εμβέλειας του καλλιτέχνη που είναι όντως διεθνώς καταξιωμένος (όπως άλλωστε και ο Λάνθιμος) ούτε βέβαια επειδή το δώρισε ένας οργανισμός όπως ο ΝΕΟΝ που συνδέεται με τον σημαντικό συλλέκτη Δημήτρη Δασκαλόπουλο που έχει προικίσει μεταξύ άλλων το Εθνικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης με μια διεθνούς ενδιαφέροντος συλλογή, έχει ανακαινίσει εμβληματικούς δημόσιους χώρους και έχει χρηματοδοτήσει δεκάδες ανεξάρτητα καλλιτεχνικά εγχειρήματα στην Ελλάδα. Ο λόγος, λοιπόν, πρέπει να είναι ότι μια ανθρωπόμορφη γλυπτική εγκατάσταση θεωρήθηκε ταιριαστή με το περιβάλλον, με διακοσμητικά κριτήρια, ως ένα έργο τέχνης που δεν προσβάλει την κοινή αισθητική αλλά ενσωματώνεται αρμονικά καθισμένο στο κιονόκρανο δίπλα σε ένα ακέφαλο αρχαίο άγαλμα.
Φυσικά, στις εποχές που ζούμε και με τους ασκούς του Αιόλου να έχουν ανοίξει, και κάθε συμμετέχων/ουσα σε οποιαδήποτε δημόσια συζήτηση να θεωρείται χρήσιμο να ερωτηθεί για την άποψή του για το αν τα συγκεκριμένα έργα τέχνης έπρεπε να εκτίθενται στην Πινακοθήκη (μαζί με την εφηβική βία με αφορμή τη σειρά "Adolescence" και το δικαίωμα στην άμβλωση), ήταν ζήτημα χρόνου να βρεθεί κάποιος να διαμαρτυρηθεί και για τη βεβήλωση της Δήλου, για τους πλέον λάθος λόγους. Για άλλη μια φορά, αντί οι θεσμοί να θωρακίζουν την ελεύθερη έκφραση και την τέχνη, ανοίγουν το δρόμο στη λογοκρισία και την αυτολογοκρισία επιτρέποντας στις ακραία συντηρητικές δυνάμεις να αλωνίζουν, να επηρεάζουν συνειδήσεις, ειδικά των νεότερων, και να απειλούν τα κεκτημένα δεκαετιών.
Ποιούς ενοχλεί ο σύγχρονος πολιτισμός;
"Ας το παραδεχθούμε, στην Ελλάδα δεν αισθανόμαστε άνετα με τον σύγχρονο πολιτισμό και η όποια κρατική μέριμνα γι αυτόν γίνεται αποσπασματικά και χωρίς ποτέ αυτός να εντάσσεται επί της ουσίας στο (re)branding της χώρας. Ο Λάνθιμος και ο τρόπος με τον οποίο ενόχλησε βαθιές ποιότητες της ελληνικότητας, με κύρια την αγία οικογένεια, χρειάστηκε να αναγνωριστεί διεθνώς για δεχθούμε το greek weird wave ως εθνικό προϊόν, οπότε σε εποχές συντηρισμού σαν αυτές που βιώνουμε φανταζόμαστε ότι προκρίθηκε η λύση του "φύλα τα ρούχα σου για να έχεις τα μισά" στην προκειμένη περίπτωση".
Αν σκεφτούμε ότι το πιο γνωστό έργο τέχνης που έχει συνδεθεί με την Ακρόπολη είναι οι γυμνές φωτογραφίες της Nelly’s, μιας καλλιτέχνιδας που εικονογράφησε το κρατικό φασίζον αφήγημα της εποχής "του τρίτου Ελληνικού πολιτισμού" πριν αναδειχθεί σε καλλιτεχνική μορφή εθνικής αποδοχής, είναι εμφανές ότι η τέχνη μπορεί να εξυπηρετήσει τις εκάστοτε εθνικές αξίες, οι οποίες δεν παραμένουν ίδιες κι απαράλλαχτες μες στα χρόνια, ούτε άλλωστε και ο τρόπος με τον οποίο αυτές αποδίδονται. Ας το παραδεχθούμε, στην Ελλάδα δεν αισθανόμαστε άνετα με τον σύγχρονο πολιτισμό και η όποια κρατική μέριμνα γι αυτόν γίνεται αποσπασματικά και χωρίς ποτέ αυτός να εντάσσεται επί της ουσίας στο (re)branding της χώρας. Ο Λάνθιμος και ο τρόπος με τον οποίο ενόχλησε βαθιές ποιότητες της ελληνικότητας, με κύρια την αγία οικογένεια, χρειάστηκε να αναγνωριστεί διεθνώς για να δεχθούμε το greek weird wave ως εθνικό προϊόν, οπότε σε εποχές συντηρισμού σαν αυτές που βιώνουμε φανταζόμαστε ότι προκρίθηκε η λύση του "φύλα τα ρούχα σου για να έχεις τα μισά" στην προκειμένη περίπτωση.

"Να ανατινάξουμε την Ακρόπολη"
Οι καλλιτέχνες/ιδες έχουν, βέβαια, μιλήσει με διαφορετικούς τρόπους για την Ακρόπολη, θυμίζοντάς μας ότι τα σύμβολα και μπορούν και πρέπει να αγγίζονται και να επανα- διαπραγματευόμαστε τη σχέση μας μαζί τους. Από τον "ψεύτικο, σκοτωμένο" από το δυτικό αποκιακό βλέμμα Παρθενώνα του σουρεαλιστή ποιητή Νικόλαου Κάλας (1933) ως το κάλεσμα του υπαρξιστή ποιητή Γιώργου Μακρή και ιδρυτή του Συνδέσμου Αισθητικών Σαμποτέρ Αρχαιοτήτων "Να ανατινάξουμε την Ακρόπολη" μετά την Απελευθέρωση κι από τον Κωνσταντίνο Ξενάκη της δεκαετίας του ‘70 που στη σειρά έργων "Πρόταση για μια Ελληνική σημαία" περικύκλωσε τον Παρθενώνα με συρματοπλέγματα και δημιούργησε μια σημαία με πράσινα και κόκκινα αστέρια, παραπέμποντας στην αμερικανική παρέμβαση υπέρ της δικτατορίας του Παπαδόπουλου, ως το πειραματικό φιλμ "Ακρόπολις" της Εύας Στεφανή (την οποία μήνυσε πρόσφατα ο πρόεδρος του κόμματος "Νίκη" για έργο της που εκτίθεται στη μόνιμη συλλογή της Εθνικής Πινακοθήκης) που φέρει τα σημάδια των πολλαπλών εκμεταλλεύσεων του σώματος του μνημείου. 'Ή την πρόταση της αρχιτεκτόνισας / ποιήτριας / εικαστικού Φοίβης Γιαννίση στον αξέχαστο Μαραθώνιο διανοητών και καλλιτεχνών που είχε λάβει χώρα στο Μουσείο της Ακρόπολης (Marathon Marathon Project, 2010, επιμέλεια Νάντια Αργυροπούλου, Hans Ulrich Obrist) να θάψουμε όλους τους αρχαιολογικούς χώρους κάτω από το έδαφος για να μπορεί ο κόσμος να περιπλανιέται ελεύθερος χωρίς να έχει να ασχολείται με το παρελθόν, ενόσω αυτό κείτεται κάτω από τα πόδια του, ενεργό όπως το υποσυνείδητο.

Αντί να αναδιπλωνόμαστε αυτολογοκρινόμενοι/ες ή να λοιδωρούμε τους εργαζόμενους στον σύγχρονο πολιτισμό, όπως συμβαίνει με αρθρογράφους σοβαρών εφημερίδων, κάνοντας συζήτηση καφενείου περί σύγχρονης τέχνης, είναι επείγον να υπερασπιστούμε, ειδικά στην εποχή που ζούμε, την ελευθερία της τέχνης να υπάρχει και να εκφράζεται χωρίς να αναγκάζεται να χαϊδεύει το υποτιθέμενο κοινό γούστο ή να προωθεί την όποια εθνική αφήγηση εξυπηρετεί κάθε εποχή. Και όσο για τη δημόσια εκδοχή της στους αρχαιολογικούς χώρους, πόσο μάλλον στα δημόσια μουσεία και πινακοθήκες, υπάρχουν ειδικοί που με πραγματικά αξιολογικά και αισθητικά κριτήρια (και όχι με όρους εικονογράφησης και ικανοποίησης του λαϊκού αισθήματος) μπορούν να κρίνουν το κατά πόσο ένα έργο τέχνης έχει θέση στους μεν ή τους δε χώρους ή κρίνεται σημαντικό να συνδιαλεχθεί μαζί τους. Διαφορετικά ας αφήσουμε την Ακρόπολη στα αγριολούλουδα και την Εθνική Πινακοθήκη στον Τέτση και ας συνεχίσουμε, as usual.