"Η Μονίκ δραπετεύει": ο Εντουάρ Λουί ντρεπόταν να γράψει μια ιστορία χαράς

Ο Γάλλος συγγραφέας μίλησε για το τελευταίο του βιβλίο που μεταφράστηκε στα ελληνικά υπερασπιζόμενος το συναίσθημα στη λογοτεχνία, την αυτοβιογραφία και την ανάγκη να δοθεί ορατότητα στη γυναίκα της εργατικής τάξης.

Εντουάρ Λουί, Η Μονίκ Δραπετεύει, βιβλίο εκδόσεις Αντίποδες, ομιλία © Εκδόσεις Αντίποδες

Τρίτη βράδυ καθισμένες στα σκαλάκια του ασφυκτικά γεμάτου Θεάτρου Χώρα κρεμόμασταν από τα χείλη του Εντουάρ Λουί. Ο γάλλος συγγραφέας που μετέτρεψε σε ακαταμάχητη λογοτεχνία το περιθωριοποιημένο ταξικό βίωμα του ίδιου και της οικογένειάς του, μεγαλώνοντας στη χρεοκοπημένη εργατική Γαλλική επαρχία και προσπαθώντας να αποδράσει, είχε μια ωραία συζήτηση με την κριτικό λογοτεχνίας Μαίρη Καιρίδη με αφορμή το βιβλίο του "Η Μονίκ δραπετεύει” που μόλις κυκλοφόρησε στα ελληνικά από τις εκδόσεις Αντίποδες σε μετάφραση της Στέλας Ζουμπουλάκη. 

Ο ειδικός της απόδρασης, όπως μας τον σύστησε η συνομιλίτριά του, σε αυτό το βιβλίο, "μια ιστορία χαράς” διηγείται την απόδραση της μητέρας του από μια κακοποιητική σχέση την οποία είχε συνάψει αφότου χώρισε με τον επίσης βίαιο πατέρα του. "Γύρω μου όλοι προσπαθούσαν να αποδράσουν με τον τρόπο τους, να βρουν τη χαρά", θα μας πει ο Λουί, αναφερόμενος τόσο στον κατεστραμμένο από τις πολιτικές του γαλλικού κράτους πατέρας του που προσπάθησε να πάει στο νότο, όσο και για τον άνεργο αδελφό του, για τον οποίο γράφει στο τελευταίο του βιβλίο ("L'Effondrement”, η κατάρρευση) που κυκλοφόρησε στα γαλλικά, ο οποίος έψαχνε τη χαρά στο αλκοόλ που τον σκότωσε στα 38 του χρόνια. 

Ένα δικό της δωμάτιο 

Η μητέρα του κατά κάποιον τρόπο το κατάφερε και ο Λουί μοιράστηκε μαζί μας τη χαρά του που μοιράστηκε μαζί της τη χαρά της. Τη χαρά να ξυπνάει σε ένα δωμάτιο μόνη της. Απλά και μόνο να ανακαλύπτει τι σημαίνει να ξυπνάει (χωρίς να έχει να κάνει τίποτε). Να ανακαλύπτει το ταξικό προνόμιο της ησυχίας. Μην έχοντας να μαγειρέψει για επτά άτομα, να σιδερώσει για επτά άτομα, να καθαρίσει για επτά άτομα, να υποστεί τις βρισιές και τα μεθύσια του συντρόφου της, όπως έκανε καθημερινά ως τα 55 της. 

Κι ενώ στο παλιότερο βιβλίο του "Αγώνες και μεταμορφώσεις μιας γυναίκας” ο συγγραφέας παρακολουθεί τη μεταμόρφωση της μητέρας του μετά το διαζύγιο, αργά, σαν να ξεφυλλίζει ένα άλμπουμ με φωτογραφίες, στο "Η Μονίκ δραπετεύει” έπρεπε να βρει άλλο ρυθμό για να πει την ιστορία της απόδρασής της από τον νέο κακοποιητή της. Το βιβλίο έπρεπε να είναι "σαν ταινία Τζέιμς Μποντ”, χωρίς κόμματα, με μακριές προτάσεις. Κατά τον ίδιο τρόπο που η απόδραση έπρεπε να γίνει γρήγορα, με τον συγγραφέα έντρομο όταν έλαβε ένα τηλεφώνημά της που του εξηγούσε το πρόβλημά της, να αναλαμβάνει δράση βοηθώντας την να σταθεί στα πόδια της - έστω και εξ’ αποστάσεως, στην αρχή, καθότι την εποχή του συμβάντος βρισκόταν σε ένα πρόγραμμα για συγγραφείς στην Αθήνα, και έπρεπε να απευθυνθεί στον φίλο και συγγραφικό του μέντορα Ντιντιέ Εριμπόν που ζει στο Παρίσι για να της παρασταθεί από κοντά.

Εντουάρ Λουί, Η Μονίκ Δραπετεύει, βιβλίο εκδόσεις Αντίποδες, ομιλία
© Εκδόσεις Αντίποδες

Φεμινισμός, τάξη, ταυτότητα 

Μιλώντας για το ύφος και τη φόρμα του "Η Μονίκ δραπετεύει”, ο Λουί στάθηκε στην επιρροή του εμβληματικού έργου της Βιρτζίνια Γουλφ "Ένα δικό της δωμάτιο” που ο ίδιος διάβαζε εκείνη την εποχή και θέτει το θέμα των υλικών συνθηκών που απαιτούνται για να μπορέσει να δημιουργήσει μια γυναίκα συγγραφέας. Τόνισε τη σημασία που έχει γι αυτόν το να μιλάμε για το ταξικό και οικονομικό ζήτημα, "να φέρουμε τη γυναίκα της εργατικής τάξης στο κέντρο της συζήτησης” αναφερόμενος και στο ότι σε αντίθεση με τα ζητήματα ταυτότητας αυτά που έχουν να κάνουν με τις υλικές συνθήκες απουσιάζουν από τη συζήτηση και του σύγχρονου φεμινισμού.  Έφερε, μάλιστα, ως παράδειγμα, και το πώς όταν οι φοιτητές του σε μια σχολή θεάτρου ανέφεραν ότι σκόπευαν να μποϊκοτάρουν τη σχολή εξαιτίας του ότι δεν είχε τουαλέτες για τα non binary άτομα, εκείνος τους πρότεινε, να κοιτάξουν και τις συνθήκες εργασίας των καθαριστριών των τουαλετών. 

Στο σημείο αυτό αξίζει να σημειώσουμε ότι η αναφορά του Λουί στο πώς η ταυτότητά δεν είναι ιδιωτική ιδιοκτησία σε πρόσφατη συνέντευξή του στο ελληνικό Jacobin και, ειδικότερα, το πώς οικειοποιήθηκε τη δήλωση αυτή ένα ακροατήριο που μοιάζει να υποστηρίζει ότι οι καταπιέσεις γύρω από τα ζητήματα του φύλου και της ταυτότητας έχουν λυθεί και είναι ώρα να πάμε παραπέρα αποτέλεσε αφορμή για μια επείγουσα συζήτηση σχετικά με την συμπεριληπτικότητα του φεμινισμού και την πολιτική των ταυτοτήτων (βλ. The Roundtable στο περιοδικό Yusra #21). Για να επιστρέψουμε στην αγωνία του Λουί να αποκτήσει ορατότητα η εργατική τάξη και οι προλετάριες του σήμερα, πάντως, τουλάχιστον στις εγχώριες φεμινιστικές και κουίρ δράσεις που παρακολουθούμε, το ταξικό ζήτημα κατέχει σημαντική θέση στην ατζέντα και ίσα ίσα, στο επίπεδο της πολιτιστικής παραγωγής μεγάλο μέρος των διεκδικήσεων των ταξικά καταπιεσμένων ομάδων εκφράζεται την παρούσα στιγμή, καλώς ή κακώς, σχεδόν αποκλειστικά μέσα από τις δράσεις αυτές. 

Εντουάρ Λουί, Η Μονίκ Δραπετεύει, βιβλίο εκδόσεις Αντίποδες, ομιλία
© Εκδόσεις Αντίποδες

Πόσο κοστίζει η χαρά; 

Ποιά είναι όμως η τιμή που έπρεπε να πληρώσει η μητέρα του για να είναι ελεύθερη; Το ζήτημα αυτό απασχόλησε τον συγγραφέα όχι μόνο καθώς ανέλαβε εκείνος να πληρώσει για τα βασικά έξοδα και το νέο της σπίτι (με τα χρήματα που όπως μας θυμίζει στο βιβλίο του έχει βγάλει από τα βιβλία για τα οποία εκείνη, όπως και η αδελφή του, τον είχαν αρχικά κατηγορήσει ότι εκθέτει την οικογένειά του), αλλά και ενόσω έγραφε το βιβλίο. Μάλιστα, δοκίμασε αρχικά να φτιάξει παράλληλα με την πλοκή, επηρεασμένος από τα "Αποσπάσματα του ερωτικού λόγου” του Ρολάν Μπαρτ έναν κατάλογο των εξόδων στο περιθώριο της πλοκής αλλά το πείραμα, από αισθητικής άποψης, δεν πέτυχε! 
  
Επιχειρώντας, λοιπόν να απαντήσει στο ερώτημα της Μαίρης Καιρίδη τι μπορούμε και τι δεν μπορούμε να κάνουμε με τη λογοτεχνία ανέτρεξε σε αυτή την αποτυχία, η οποία τον έκανε να ξανασκεφτεί τα όρια της λογοτεχνίας και το πώς αυτή δεν μπορεί παρά να λειτουργεί συμπληρωματικά με τα άλλα πεδία, όπως αυτό της πολιτικής δράσης, στα οποία καλείται να δραστηριοποιηθεί ένας συγγραφέας για να αλλάξει τα πράγματα. 

Ο συγγραφέας μοιράστηκε μαζί μας τη ντροπή του, από άποψη ηθικής, για το ότι έγραφε ένα χαρούμενο βιβλίο. Θα ντραπεί αρκετές φορές και στο βιβλίο, εκ των υστέρων, καθώς ξαναθυμάται εκείνες τις φορές που, για παράδειγμα, είχε ακυρώσει ένα ραντεβού με τη μητέρα του για μια πολυτελή έξοδο για να βγει με έναν γνωστό καλλιτέχνη ενώ εκείνη ήταν στις ομορφιές της ή την είχε αποπάρει που του χτύπησε το κουδούνι στο σπίτι χωρίς να έχει ειδοποιήσει από πριν, ενώ εκείνη έψαχνε απλά μια τουαλέτα και δεν είχε λεφτά ούτε για καφέ εξαρτώμενη απολύτως από τα χρήματα και τα κέφια του συντρόφου της. 

Το "Η Μονίκ δραπετεύει” κατά κάποιο κάποιον τρόπο είναι το αποτέλεσμα μιας παραγγελίας από τη μητέρα του, η οποία είχε εν τω μεταξύ αλλάξει από το πώς την είχε παρουσιάσει στο "Αγώνες και μεταμορφώσεις μιας γυναίκας”. ("Θα πρέπει να το γράψεις μια μέρα! Μεταμορφώνομαι ακόμα.”). Είναι ο τρόπος του για να γράψει για την κλεμμένη χαρά της μητέρας του, την πολιτική χαρά του να πάρει πίσω αυτά που της έχει κλέψει η κοινωνία, την οποία παρομοίασε με τη χαρά ενός γκέι που χορεύει στο Pride. Ανατρέχοντας στη χαρά της για την πρώτη φορά που εκείνη μοιραζόταν μαζί του μικρές χαρές όπως το πρώτο της ταξίδι με το αεροπλάνο ή το να αγοράσει εσώρουχα για να κάνει σεξ, σημείωσε ότι το βιβλίο αυτό του έχει δώσει περισσότερη χαρά από ποτέ.

Διαβάστε Επίσης

Ποιός φοβάται την αυτοβιογραφία;

Όσο για την αίσθηση που έχουν ορισμένοι ότι έχουμε γεμίσει βιβλία αυτοβιογραφίας (όπως, υποτίθεται ότι έχουμε γεμίσει τρανς άτομα, όταν έξω κυριαρχεί ο κομφορμισμός) και την ερώτηση "πότε επιτέλους θα γράψει μυθοπλασία” που του κάνουν ορισμένοι, ο Λουί μας κάλεσε να ρίξουμε μια ματιά στις εκδόσεις των κραταιών γαλλικών οίκων ή τα βραβεία λογοτεχνίας για να διαπιστώσουμε ότι τα βιβλία αυτοβιογραφίας παραμένουν μια μειοψηφία. "Όταν κάτι σε φοβίζει σε κάνει παρανοϊκό” είπε χαρακτηριστικά επιλέγοντας να δει ως καλό σημάδι το γεγονός ότι ορισμένοι φοβούνται το λογοτεχνικό είδος της αυτοβιογραφίας που φέρνει στην επιφάνεια ζητήματα καταπίεσης και βίας. "Μπορεί και να είχα σταματήσει, αλλά αυτές οι αντιδράσεις με έκαναν να συνεχίζω!”.

Υποστήριξε ότι το ύφος έχει να κάνει με την ομορφιά και με τις εμπειρίες της καθεμιάς μας έτσι όπως αυτές εγγράφονται στο σώμα μας και ότι ο ίδιος προσπαθεί να μην επαναπαύεται στις παλιές έννοιες της ομορφιάς. Δεν ξυπνάει μία συγγραφέας μια μέρα λέγοντας ότι θα γράψει ένα ευκολοδιάβαστο ή ένα πιο δύσκολο βιβλίο. Η γραφή της έχει να κάνει με την ιστορία της ζωής της, τη σεξουαλικότητά της. Για τον ίδιο έχει να κάνει με το ότι ξεκίνησε από το θέατρο, καθότι δεν είχε διαβάσει λογοτεχνία παλιότερα και ακόμη και σήμερα όταν γράφει κάτι σηκώνεται και το διαβάζει σαν στη σκηνή. Φυσικά, επεσήμανε, κάτι που μοιάζει άμεσο και αυθόρμητο μπορεί να έχει χρειαστεί να γραφτεί δεκάδες φορές πριν αποκτήσει την τελική του μορφή.

Δέκα χρόνια μετά το πρώτο του βιβλία και έχοντας κλείσει έναν κύκλο επτά βιβλίων που περιστρέφονται γύρω από τον ίδιο και την οικογένειά του, ο Λουί αποκάλυψε ότι  μπορεί το τελευταίο του βιβλίο για τον αδελφό του να σηματοδοτεί το τέλος των βιβλίων του για την οικογένειά του αλλά όχι και το τέλος της αυτοβιογραφίας του.  
"Ο Ζολά μιλούσε για μια επιστημονική λογοτεχνία. Δεν μπορείς να καταλάβεις τη μητέρα μου χωρίς να μιλήσεις για τον πατέρα μου. Δεν μπορείς να καταλάβεις εμένα χωρίς να μιλήσεις για τον εαυτό μου. Έχοντας εκπαιδευτεί στη στρουκτουραλιστική παράδοση θέλησα να είμαι όσο πιο αντικειμενικός μπορώ περιγράφοντας αυτό το αρχιπέλαγος αντικειμενικοτήτων αλλά και τα κενά ανάμεσά τους.”. 

Οι λογοτεχνικοί κανόνες είναι ταξικοί κανόνες

Με μια πλάγια, πρώτη ανάγνωση στο τρόλεϊ επιστρέφοντας σπίτι μετά την ομιλία, δεν πιστεύω ότι η  "Η Μονίκ δραπετεύει” είναι από τα σπουδαία βιβλία του Εντουάρ Λουί. Την ίδια στιγμή όμως ο συγγραφέας μας προκαλεί να σκεφτούμε ακόμη και τον τρόπο που κρίνουμε ένα βιβλίο, τη θέση από την οποία διαβάζουμε και γράφουμε, το τι σημαίνει σπουδαίο, συγγραφικά μιλώντας.

"Η λογοτεχνία ανήκει στην κυρίαρχη τάξη και είναι σημαντικό να καταλάβουμε ότι οι λογοτεχνικοί κανόνες είναι ταξικοί κανόνες και δεν είναι τυχαίο που εκείνοι που κατακρίνουν τον συναισθηματισμό συνήθως τον συνδέουν με την εργατική τάξη, τις γυναίκες, τους καταπιεσμένους. Είμαι γκέι και αγαπώ το συναίσθημα. Η ζωή της μητέρας μου σε κάνει να κλαίς. Δεν είναι πρόβλημα για μένα το να κάνω τους ανθρώπους να κλάψουν αλλά το γιατι δεν κλαίνε περισσότερο.”  

Διαβάστε Επίσης

Διαβάστε Επίσης


 

Διαβάστε Επίσης

Διαβάστε Επίσης

Διαβάστε ακόμα

Τελευταία άρθρα Τέχνες

Η Δημοτική Πινακοθήκη Καλλιθέας συνομιλεί με τους θησαυρούς της κρητικής χειροτεχνίας

Η έκθεση "Αροδαμοί κι Ασπάλαθοι" παρουσιάζεται σε συνεργασία με το Μουσείο Εικαστικών Τεχνών Ηρακλείου.

ΓΡΑΦΕΙ: ATHINORAMA TEAM
02/12/2024

"Στην πιο όμορφη χώρα του κόσμου" μάς μεταφέρει ο Ταχάρ Μπεν Ζελούν

Κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Gema η συλλογή διηγημάτων του Γαλλομαροκινού συγγραφέα που μιλά για το Μαρόκο.

Η Εθνική Βιβλιοθήκη συζητά για την πρόσβαση του πολίτη στα e-book

Η ημερίδα πραγματοποιείται σε συνεργασία με τη Διεθνή Ομοσπονδία Ενώσεων Βιβλιοθηκονόμων και Ιδρυμάτων (IFLA) και το Knowledge Rights 21.

Το ΕΜΣΤ κυκλοφορεί ένα νέο διαδικτυακό περιοδικό σύγχρονης τέχνης

Το "Χταπόδι" θα εκδίδεται δύο φορές τον χρόνο σε ελληνικά και αγγλικά.

"Ώρες αναγέννησης": Μία παρουσίαση βιβλίου με απαγγελίες, μουσική και προβολές

Το Θεατράλε θα φιλοξενήσει μία πλούσια εκδήλωση με αφορμή την ποιητική συλλογή του Πάνου Μπόρα.

Τα σονέτα του "Ρεπορτάζ" της Ελευθερίας Σταυράκη παρουσιάζονται στο Show What?

Ο πολυχώρος στο Παγκράτι θα φιλοξενήσει την παρουσίαση της νέας ποιητικής συλλογής των εκδόσεων Συρτάρι.

"Pro bono": Το μυθιστόρημα της Χριστιάννας Γύρα παρουσιάζεται στο Κολωνάκι

Το καφέ Φίλιον θα φιλοξενήσει την παρουσίαση του νέου μυθιστορήματος της συγγραφέα.