Περνώντας στη δεύτερη δεκαετία της ζωής του, το Μουσείο Ακρόπολης είχε να παινευτεί πολλά επιτεύγματα. Σταθερά παρόν ανάμεσα στα πέντε πιο δημοφιλή μουσεία αρχαιολογικού περιεχομένου ανά τον κόσμο και πρώτο στην Ελλάδα, το μουσείο των μουσείων, όπως συχνά αποκαλείται από τους συντάκτες πολιτιστικού ρεπορτάζ, παρέμεινε δραστήριο και ανήσυχο, προσφέροντας νέο περιεχόμενο στους επισκέπτες του, παρά το γεγονός πως εκκρεμούσε εξ αρχής μια σημαντική λεπτομέρεια: ο διορισμός του γενικού διευθυντή του μουσείου, ο οποίος θα έδινε την πρέπουσα δυναμική στον οργανισμό και θα ελάφρυνε το βάρος του προέδρου, Δημήτρη Πατερμαλή, που αναμφίβολα αναγνωρίζεται ως ψυχή του μουσείου.
Το Υπουργείο Πολιτισμού είχε από καιρό δεσμευτεί για την προκήρυξη διαγωνισμού το ταχύτερο δυνατόν αλλά η πανδημία καθυστέρησε την όλη διαδικασία. Η υπουργική απόφαση με την οποία εγκρίνεται η δημοσιοποίηση της προκήρυξης Διεθνούς Πρόσκλησης Ενδιαφέροντος έχει εκδοθεί από τον Μάρτιο του περασμένου έτους, συγκροτήθηκε Διεθνής Επιστημονική Επιτροπή και εν τέλει η ιστορία ολοκληρώνεται. Ο καθηγητής Αρχαιολογίας και Διευθυντής του Μουσείου Κυκλαδικής Τέχνης Νίκος Σταμπολίδης εξελέγη παμψηφεί ως πρώτος Γενικός Διευθυντής του Μουσείου Ακροπόλεως.
Η διεθνής επταμελής επιτροπή, με πρόεδρο τον καθ. Δημ. Παντερμαλή και μέλη τον ακαδημαϊκό και καθηγητή Μανόλη Κορρέ, τον ακαδημαϊκό και τ. Διευθυντή του Μουσείου του Λούβρου Αλαίν Πασκέ, τους καθηγητές Αρχαιολογίας Πέτρο Θέμελη και Βασίλη Λαμπρινουδάκη, τον Γενικό Διευθυντή των Μουσείων του Βερολίνου δρ Αντρέας Σόλ και τον Γενικό Διευθυντή των Μουσείων της Ιταλίας δρ Μάσιμο Οσάνα, αξιολόγησαν με άριστα το έργο, την εμπειρία και την προσωπικότητα του Νίκου Σταμπολίδη.