Ο Όρσον Γουέλς στη «Δίκη», το 1960, είχε την έμπνευση να προσθέσει ένα μικρό animation (ουσιαστικά μια σειρά από διαδοχικές κάρτες με σπικάζ του ίδιου) στην αρχή της ταινίας, βασισμένο κι αυτό σε ένα καφκικό κείμενο: Κάποιος άνθρωπος προσπαθεί να δει τον νόμο, αλλά ο φύλακας δεν τον αφήνει γιατί δεν τον κρίνει άξιο. Αυτός κατασκηνώνει έξω από την κλειστή πόρτα, ώσπου περνάνε χρόνια και χρόνια, ο ανθρωπάκος δεν τολμά να αψηφήσει τον τρομερό φρουρό και στο τέλος, λίγες στιγμές προτού πεθάνει, μαθαίνει ότι η πόρτα ήταν ανοιχτή και τώρα θα κλείσει για πάντα.
Το ίδιο σαρκαστικά καφκική φαίνεται ότι είναι και η σύγχρονη ιστορία με τον φύλακα του ναού του Επικούριου Απόλλωνα στη Φιγαλεία της Ηλείας (τον λεγόμενο και «Παρθενώνα της Πελοποννήσου»), ο οποίος έκλεισε καθώς ο ένας και μοναδικός αυτός φύλακας έχει φύγει γιατί… συνταξιοδοτήθηκε. Καταρχάς, το μόνο θετικό σε αυτή την υπόθεση είναι ότι κάποιος άνθρωπος συνταξιοδοτήθηκε, πράγμα που δεν ξέρουμε αν θα συμβεί στο μέλλον μ’ εμάς. Όσον αφορά τα υπόλοιπα, εκτός από καφκικά, είναι και μπεκετικά, και ιονεσκικά. Διότι πρόκειται για θέατρο παραλόγου στο οποίο ακούσαμε για εργάτες που κάνουν την πρωινή βάρδια φύλακα αλλά και τουρίστες που πηδάνε το φράκτη για να μπουν στον αρχαιολογικό χώρο και κάποιες φορές γκρεμοτσακίζονται.
Να εξετάσουμε το όλο ζήτημα ως θέμα ασφάλειας; Ως θέμα πρόχειρης διαχείρισης ανεκτίμητων μνημείων; Ως θέμα κρατικής ανεπάρκειας; Ως θέμα γραφειοκρατικής δυσκαμψίας; Ως θέμα διεθνούς καγχασμού; Ως θέμα αγκίστρωσης σε ανίκητους μηχανισμούς που υπερβαίνουν τη λογική και το αυτονόητο;
Ένα επιβλητικό αρχαίο κτίσμα του 5ου π.Χ. αιώνα λοιπόν, αναγνωρισμένο ως Μνημείο Παγκόσμιας Κληρονομιάς από την UNESCO εδώ και 30 χρόνια, έργο του Ικτίνου (λένε κάποιοι) και εντυπωσιακά διατηρημένο, και μάλιστα σκεπασμένο, διέθετε έναν και μόνο αρχαιοφύλακα (που τα τελευταία χρόνια εργαζόταν χωρίς άδειες και ρεπό), ο οποίος, όπως είπαμε, πήρε τη σύνταξή του, αποχώρησε και δεν αντικαταστάθηκε. Έτσι ο ναός, από τους σημαντικότερους της αρχαιότητας και μοναδικός στην ιστορία της αρχαίας ελληνικής αρχιτεκτονικής, καθώς συνδυάζει και τους τρεις ρυθμούς (ιωνικό, δωρικό, κορινθιακό), παρέμεινε σφραγισμένος για μεγάλο διάστημα, πράγμα που έκανε την Πανελλήνια Ένωση Υπαλλήλων Φύλαξης Αρχαιοτήτων να διαμαρτυρηθεί και να δοθεί στο θέμα δημοσιότητα ικανή για να παρθούν αποφάσεις. Τι αποφάσεις; Την περασμένη εβδομάδα ένα δελτίο Τύπου του Υπουργείου Πολιτισμού διευκρίνιζε ότι «το μνημείο είναι επισκέψιμο καθημερινά από 8 π.μ. έως 3 μ.μ., εκτός σαββατοκύριακου».
Πρακτικά αυτό σημαίνει πως οι εργαζόμενοι που κάλυψαν (προσωρινά;) τη θέση δεν καλύπτονται νομικά και ασφαλιστικά (ως δημόσιοι υπάλληλοι με συγκεκριμένη σύμβαση) για εργασία πέραν της Δευτέρας-Παρασκευής. Δεν φτάνει δηλαδή που κανείς δεν προνόησε για την έγκαιρη αντικατάσταση του προηγούμενου φύλακα (να μη μιλήσουμε για τις συνθήκες εργασίας του), η λύση που βρέθηκε μετά τη δικαιολογημένη φασαρία η οποία σηκώθηκε ήταν εντελώς άκυρη, καθώς δεν θέλει και πολλή φαντασία για να καταλάβει κάποιος πως οι επισκέψιμες ημέρες σε έναν αρχαιολογικό χώρο δύσκολα είναι οι εργάσιμες.
Να εξετάσουμε το όλο ζήτημα ως θέμα ασφάλειας; Ως θέμα πρόχειρης διαχείρισης ανεκτίμητων μνημείων; Ως θέμα κρατικής ανεπάρκειας; Ως θέμα γραφειοκρατικής δυσκαμψίας; Ως θέμα διεθνούς καγχασμού; Ως θέμα αγκίστρωσης σε ανίκητους μηχανισμούς που υπερβαίνουν τη λογική και το αυτονόητο; Αυτό το τελευταίο είναι και το επικρατέστερο. Γιατί στο τέλος θα πιστέψουμε πως όλα αυτά γίνονται για να γράφει ο Φραντς Κάφκα βιβλία και να γυρίζει ταινίες ο Όρσον Γουέλς. Πού είναι το παράλογο;