LG 48CX OLED

Για σινεφίλ, για gamers, για όλους

Όπως όλες οι τηλεοράσεις OLED, φυσικά, έτσι και η 48CX δεν είναι εφικτό να ξεπεράσει περιορισμούς που η οθόνη της θέτει βάσει τεχνολογίας κατασκευής. Η μέγιστη φωτεινότητα που προσφέρει, για παράδειγμα, σε υλικό HDR δεν ξεπερνά τα 750 nits, τα οποία ίσως ακούγονται λίγα σε σχέση με τις κορυφαίες LED/LCD των 1500 ή 2000 nits. Όμως στην πράξη τα 750 nits είναι υπεραρκετά για ν' αναδείξουν αυτό που ζητά κανείς από το ποιοτικό περιεχόμενο 4Κ HDR, δηλαδή τα εντυπωσιακά φωτεινά highlights και την λεπτομέρεια στα σκοτεινά σημεία της ίδιας εικόνας. Λόγω υψηλότατης αντίθεσης σε όλη την επιφάνεια του κάδρου, ουσιαστικά, τα στοιχεία αυτά αναδεικνύονται περισσότερο, όχι λιγότερο σε σχέση με μία "υπέρλαμπρη" LED/LCD.

Η μόνη περίσταση στο πλαίσιο της οποίας ενίοτε η εικόνα της 48CX δείχνει όχι πολύ φωτεινή είναι αυτή της απεικόνισης περιεχομένου συμβατικού χρωματικού εύρους (SDR) μέσα σε υπερφωτισμένο χώρο. Σε κάθε άλλη περίπτωση, όπως σε χώρους με ελεγχόμενο ή χαμηλό φωτισμό (και προφανώς στο σκοτάδι), η εικόνα των τηλεοράσεων OLED παραμένει υπεράνω κριτικής - και αυτό ισχύει 100% για την 48CX, είτε μιλά κανείς για θέαση ταινιών/σειρών είτε για ψυχαγωγία με games.


Τα παραπάνω δεδομένα πλεονεκτήματα των OLED της η LG έχει φέτος επεκτείνει με λειτουργίες που έχουν προστεθεί μέσω software κυρίως. Η Filmmaker Mode, για παράδειγμα, εφαρμόζει αυτόματα εκείνες τις ρυθμίσεις εικόνας που βοηθούν τις ταινίες να αποδοθούν όπως θα το ήθελαν οι δημιουργοί τους (ορισμένες φορές αυτό έχει ως αποτέλεσμα λιγότερο "φαντεζί" απεικόνιση απ' ό,τι αρέσει σε πολλούς θεατές αλλά αυτό ισχύει για τα περισσότερα "κινηματογραφικά" σετ ρυθμίσεων ούτως ή άλλως). Στην πράξη η λειτουργία αυτή αποδίδει αυτό που πρέπει. Υπάρχει επίσης η λειτουργία Dolby Vision IQ, η οποία επιδιώκει να προσαρμόσει παραμέτρους της εικόνας βάσει των συνθηκών φωτισμού που επικρατούν στον χώρο του θεατή. Και αυτή αποδίδει θετικά, οι φανατικοί... πολέμιοι του "παρεμβατισμού" στην πιστότητα του υλικού Dolby Vision όμως πιθανώς θα την απενεργοποιήσουν (αλλά οι συγκεκριμένοι καταναλωτές παρακολουθούν ταινίες σε συσκοτισμένους χώρους ούτως ή άλλως οπότε...).

Οι ίδιοι καταναλωτές μπορεί, άλλωστε, να απενεργοποιήσουν μεν την λειτουργία AI Brightness Control αλλά όχι και την AI Picture Pro, η οποία αξιοποιεί τον επεξεργαστή εικόνας α9 τρίτης γενιάς της LG για να αναβαθμίσει είτε χαμηλότερης ανάλυσης υλικό σε 4Κ είτε να βελτιώσει αισθητά το συμπιεσμένο υλικό 4Κ. Τα αποτελέσματα είναι συχνά εκπληκτικά, αποδεικνύοντας πως οι Κορεάτες ίσως δεν έχουν αγγίξει ακόμη την κορυφή στον τομέα της επεξεργασίας εικόνας αλλά κινούνται πολύ γρήγορα προς τα εκεί. Τα video από το YouTube ποτέ δεν έδειχναν περισσότερο διαυγή σε τηλεόραση της LG, ενώ περιεχόμενο 4Κ HDR από τα Netflix και Apple TV Plus δείχνει ευδιάκριτα καλύτερο (σε ταινίες από Ultra HD Blu-ray από την άλλη η τηλεόραση ορθώς δεν προσπαθεί να παρέμβει ιδιαίτερα). Αυτός ακριβώς είναι ο έξυπνος τρόπος με τον οποίο πρέπει να λειτουργεί η ο μηχανισμός επεξεργασίας εικόνας και η 48CX τον αξιοποιεί πολύ καλά - αρκεί να παρακολουθεί κανείς και από την σωστή απόσταση βέβαια.


Υπάρχουν πολλά ακόμη που θα μπορούσε να αναφέρει κανείς για το νέο αυτό μοντέλο τηλεόρασης της LG, από το γρήγορο και κατανοητό περιβάλλον χειρισμού του λειτουργικού WebOS και τις δυνατότητες φωνητικών εντολών μέχρι την πληθώρα από apps, τις δυνατότητες αναπαραγωγής υλικού multimedia και την συνεργασία με άλλες συσκευές smart home. Όταν όλα έχουν ειπωθεί, ωστόσο, τα παραπάνω άλλους καταναλωτές ενδιαφέρουν, άλλους όχι. Τους πάντες ενδιαφέρει ωστόσο η ποιότητα εικόνας η συνολική σε κάθε είδους περιεχόμενο - και εκεί η 48CX ξεπερνά κάθε προσδοκία, όντας μία από τις καλύτερες απεικονίσεις που έχουμε δει ποτέ σε ταινίες, σειρές, ντοκυμαντέρ, σπορ, τηλεοπτικό πρόγραμμα και video games. Τόσο απλά.

Μία και μοναδική ένσταση υπάρχει όσον αφορά στο συγκεκριμένο μοντέλο OLED της LG και σχετίζεται με την τιμή πώλησής του: αυτή είναι στις 48 ίντσες υψηλότερη του αντίστοιχου μοντέλου των 55 ιντσών, κάτι που αρχικά φαντάζει παράδοξο μα δικαιολογείται σε κάποιο βαθμό από την αυξημένη δυσκολία κατασκευής της μικρότερης οθόνης. Όμως με τα δύο μοντέλα να είναι πανομοιότυπα στα άλλα στοιχεία τους, θα πρέπει αληθινά να τίθεται... ασφυκτικό θέμα διαθέσιμου χώρου για να προτιμήσει κανείς τις 48 από τις 55 ίντσες. Υπάρχουν σενάρια χρήσης όπου είναι για πρακτικούς λόγους προτιμότερες οι 48 - όπως π.χ. η χρήση αυτής της CX ως PC monitor - αλλά στα υπόλοιπα οι 7 επιπλέον ίντσες σε συνδυασμό με το χαμηλότερο κόστος (η 55άρα συναντάται συχνότερα και με έκπτωση) δεν παραβλέπονται εύκολα.


Οποιοδήποτε από τα δύο μοντέλα κι αν προτιμήσει κανείς, πάντως, ένα είναι το σίγουρο: θα εισπράξει την ίδια εξαιρετική εικόνα, ανώτερη από αυτήν που προσφέρει συνολικά σχεδόν οποιαδήποτε άλλη τηλεόραση "μικρής διαγωνίου" της αγοράς αυτήν την στιγμή. Το ότι δεν υπάρχει ουσιαστικά τίποτε πραγματικά αρνητικό να αναφερθεί για την 48CX είναι ενδεικτικό: σπανιότατα, πλέον, συναντάμε τεχνολογικό προϊόν στο οποίο δεν μπορούμε να βρούμε κάποια αδυναμία, μειονέκτημα ή πρόβλημα. Ε, η τηλεόραση αυτή ανήκει στο πολύ μικρό club των σπάνιων τέτοιων περιπτώσεων και, ως τέτοια, συνιστάται ανεπιφύλακτα σε όλους. Απορία το έχουμε, δε, τί παραπάνω μπορεί να προσθέσει η LG στο "επετειακό" επερχόμενο μοντέλο C1 το 2021!

Βαθμολογία: 10 αστεράκια αθηνόραμα digital - top spot

ΔΕΣ ΑΚΟΜΗ

ΔΗΜΟΦΙΛΕΣΤΕΡΑ ΘΕΜΑΤΑ