
Η φετινή θερινή έκδοση της DEO περιλαμβάνει μια μεγάλης κλίμακας εικαστική έκθεση με τίτλο "Κάποτε Ήμασταν Κήποι”, με τη συμμετοχή 12 καλλιτεχνών διεθνούς φήμης, καθώς και ένα παράλληλοπρόγραμμα που θα διεξάγεται καθόλη τη διάρκεια της έκθεσης, από τις 5 Ιουλίου ως τις 7 Σεπτεμβρίου.
Πρωτότυπα έργα δημιουργημένα ειδικά για την DEO, μαζί με υφιστάμενα έργα, σε μια πολυφωνία μέσων –γλυπτά, κεραμικά, εγκαταστάσεις και μια μοναδική κηποτεχνική αναδημιουργία– θα εγκατασταθούν σε έναν υπαίθριο χώρο 30 στρεμμάτων, ένα τυπικό περιβόλι του Κάμπου της Χίου, το οποίο ανοίγει για πρώτη φορά στο κοινό για το διάστημα του καλοκαιριού.

Την επιμέλεια υπογράφει ο 'Ακης Κόκκινος και συμμετέχουν οι καλλιτέχνες: Mohammad Alfaraj, Μάρθα Δημητροπούλου, Emre Hüner, Derek Jarman, Μαρία Λοϊζίδου, Ανέστης Μιχάλης, Ναταλία Παπαδοπούλου, Yaşam Şaşmazer, Teresa Solar Abboud, Σωκράτης Σωκράτους, Τεό Τριανταφυλλίδης, Adriana Varejão.
Πέντε χρόνια DEO
Φέτος η DEO συμπληρώνει πέντε χρόνια δραστηριότητας από την ίδρυσή της, το 2021. Στο διάστημα αυτό έχει υλοποιήσει πέντε θερινά προγράμματα αφιερωμένα στη σύγχρονη τέχνη, υποστηρίζοντας 35 καλλιτέχνες/ιδες από τέσσερις ηπείρους, σε μεγάλης κλίμακας εκθέσεις και παράλληλες δράσεις που ξεδιπλώνονται σε όλη τη Χίο. Η περσινή έκθεση Τα Όνειρά μου Γκρεμίστηκαν στα Τείχη σου, στο μεσαιωνικό χωριό Βέσσα, την οποία επισκέφθηκαν περισσότεροι από 9.000 επισκέπτες, έδειξε ότι η DEO κινητοποιεί κάθε χρονιά όλο και περισσότερο, στήνοντας εμπειρίες που προσελκύουν ποικίλα κοινά και αναζωογονούν τον διαπολιτισμικό διάλογο. Ένα αναπτυσσόμενο δίκτυο δωρητών και υποστηρικτών διαδραματίζει ζωτικό ρόλο στην πραγματοποίηση των ευρείας απήχησης του έργου της DEO, το οποίο αναγνωρίζεται όλο και περισσότερο από τον ελληνικό και διεθνή Τύπο, με δημοσιεύματα στα μέσα ArtReview, Frieze, The New York Times, Artforum, Monocle, Το Βήμα, Euronews και Estadão, μεταξύ άλλων. H DEO συνεχίζει, παράλληλα, να υλοποιεί μια ποικιλία από πρωτοβουλίες, όπως προγράμματα καλλιτεχνικής διαμονής, δημόσιες αναθέσεις, εκπαιδευτικά εργαστήρια κ.ά., σε στενή συνεργασία με τοπικούς και διεθνείς εταίρους.
Η έκθεση εξετάζει τους αναπόφευκτους κύκλους της ανάπτυξης και της παρακμής, διερευνώντας τη φθορά των σωμάτων, των ιδεών, των χώρων και των σχέσεων μέσα από τον συμβολισμό του κήπου. Ο κάθε καλλιτέχνης εξετάζει πώς συνυπάρχουν οι πράξεις φροντίδας και οι τροχιές φθοράς, ανιχνεύοντας τα μεταβαλλόμενα όρια μεταξύ ακμής, παραμέλησης και μεταμόρφωσης. Τα έργα τους διατρέχουν την ευθραυστότητα του σώματος, τη διάβρωση των ιδεών, τη μεταμόρφωση των τοπίων και την ευπάθεια των σχέσεων, υφαίνοντας μια αφήγηση που αφορά τόσο την απώλεια όσο και την ανανέωση.

Η έκθεση φιλοξενείται στο ιστορικό Καράβικο, ένα από τα πιο ατμοσφαιρικά και κομψά κτήματα στον Κάμπο, και ξεδιπλώνεται σε ένα σκηνικό που διαμορφώθηκε από μια πολυεπίπεδη κληρονομιά αιώνων καλλιέργειας της γης. Ο Κάμπος, άλλοτε ένα ακμάζον μωσαϊκό από περιβόλια εσπεριδοειδών και αρχιτεκτονική φινέτσα, προσφέρει ένα οδυνηρό πλαίσιο για τους προβληματισμούς της έκθεσης: ένα τοπίο όπου τα ίχνη της αφθονίας του παρελθόντος και της σημερινής στασιμότητας συγκλίνουν, φωτίζοντας τις εντάσεις μεταξύ παρακαταθήκης, ομορφιάς και παροδικότητας.
Στην ουσία της, η έκθεση "Κάποτε Ήμασταν Κήποι" εξετάζει την ένταση ανάμεσα στη διατήρηση και στη μεταμόρφωση. Σε έναν κόσμο που δίνει προτεραιότητα στο καινούργιο και απορρίπτει το παλιό, η έκθεση εξετάζει την επιθυμία μας να παραμένουμε ζωντανοί και επίκαιροι. Πώς πορευόμαστε ανάμεσα στη μνήμη και στη λήθη, ανάμεσα στην ανάπτυξη και στην παρακμή; Το σώμα, όπως και ένας κήπος, είναι ένας τόπος συνεχών αλλαγών, που χαρακτηρίζεται τόσο από ευαλωτότητα όσο και από ήρεμη ανθεκτικότητα. Η διαδικασία της γήρανσης, που συχνά γίνεται αντιληπτή ως διάβρωση, μπορεί επίσης να προσφέρει ένα διαφορετικό είδος ελευθερίας: μια απελευθέρωση από τις απαιτήσεις της νεότητας και της παραγωγικότητας, και μια αποδοχή της ατέλειας και της παροδικότητας.
Μέσα από γλυπτά, εγκαταστάσεις, κεραμικά, ένα ψηφιακό έργο και μια κηποτεχνική αναδημιουργία, οι καλλιτέχνες προβληματίζονται για τη βιαιότητα των συστημάτων –φυσικών, πολιτιστικών και θεσμικών– που υπαγορεύουν τι καλλιεργείται και τι αφήνεται να μαραθεί. Η φθορά, που τόσο συχνά φοβόμαστε, επαναπροσδιορίζεται εδώ ως ένα είδος ομορφιάς: μια διαδικασία μετασχηματισμού και όχι μια κατάληξη. Τα σώματά μας, οι ιστορίες μας και οι σχέσεις μας μοιάζουν με έναν κήπο που απαιτεί συνεχή φροντίδα, αλλά υπόκειται πάντα στις δυνάμεις του χρόνου.
Η έκθεση "Κάποτε Ήμασταν Κήποι" είναι τελικά ένας διαλογισμός για την αποδοχή. Δεν παρέχει απαντήσεις, αλλά καλεί τους θεατές να σταθούν στα ερωτήματα: τι μένει όταν το σώμα εξασθενεί, όταν μια ιδέα ξεθωριάζει, όταν ένας χώρος καταρρέει; Στα περιβόλια του Κάμπου, όπως και στα έργα των δώδεκα καλλιτεχνών, βρίσκουμε μια οδυνηρή υπενθύμιση ότι το να είσαι ζωντανός σημαίνει να βρίσκεσαι σε μια κατάσταση συνεχούς γίγνεσθαι. Ο κήπος, όπως και η μνήμη, δεν είναι ποτέ στατικός –είναι μια ζωντανή οντότητα που αναπνέει και διαμορφώνεται από τα χέρια που τον φροντίζουν και τις δυνάμεις που τον διαβρώνουν. Αυτή η έκθεση είναι μια ωδή σε αυτή την εύθραυστη ομορφιά, μια απόδειξη της αξιοπρέπειας εκείνου που παραμένει ακόμη και όταν ξεθωριάζει.
Η έκθεση θα πλαισιωθεί από ένα πλούσιο πρόγραμμα παράλληλων δράσεων, οι οποίες θα πραγματοποιούνται καθ’ όλη τη διάρκεια της εικαστικής έκθεσης και θα περιλαμβάνουν, μεταξύ άλλων, εκπαιδευτικές δραστηριότητες για παιδιά, ξεναγήσεις στην έκθεση, περιπάτους στον Κάμπο, ομιλίες προβολές, ανοιχτό αναγνωστήριο και ποικίλες ακόμα δραστηριότητες σε συνεργασία με τοπικούς φορείς, συλλόγους και οντότητες.
Σχετικά με τον Κάμπο
Η DEO κινείται νομαδικά μέσα στα όρια της Χίου και παρουσιάζει το θερινό πρόγραμμά της κάθε καλοκαίρι σε ένα διαφορετικό σημείο του νησιού. Έπειτα από την περσινή μεταστοιχείωση του μεσαιωνικού χωριού Βέσσα, στη νότια Χίο, σε ένα υπαίθριο μουσείο σύγχρονης τέχνης, η DEO φέτος προσεγγίζει τον Κάμπο, μια μοναδική παράκτια πεδινή έκταση σε απόσταση 6 χλμ από τη Χώρα της Χίου, που φημίζεται για τα "μαντερινοπορτόκαλά” της και τα γενοβέζικα αρχοντικά.

Τι πιο ταιριαστό για τη φετινή έκθεση Κάποτε ‘Ήμασταν Κήποι, από τον "Κήπο των Εσπερίδων" της Χίου; Το μοναδικό στο Αιγαίο σύνολο όπου το οικιστικό και το αγροτικό συναρθρώνονται οργανικά και αδιαχώριστα. Η περιοχή υπήρξε πηγή εμπορικού πλούτου και εξαιρετικής φήμης για το νησί, από την πρώτη περίοδο της γενουατικής κατοχής, τον 14 ο αιώνα, μέχρι τον ύστερο 20 ό αιώνα, όταν οι τελευταίες καραβιές με "μανταρίνι Χίου” (κατοχυρωμένο ως προϊόν Προστατευόμενης Γεωγραφικής Ένδειξης – ποικιλία του είδους Citrus deliciosa tenore), συσκευασμένο ως είδος πολυτελείας, ξεφορτώθηκαν στα λιμάνια της Ευρώπης. Πυκνά περιβόλια εσπεριδοειδών μικρής κλίμακας περιστοιχίζουν εξαιρετικά κομψές επαύλεις, με ιταλικές, οθωμανικές και δυτικοευρωπαϊκές αρχιτεκτονικές επιρροές, χτισμένες με τον ντόπιο πωρόλιθο που βάφει με αποχρώσεις του κόκκινου το πράσινο τοπίο.

Ο Κάμπος είναι ένα σύνολο όπου η υψηλή αισθητική και η ανεπτυγμένη τεχνολογία συγκεράστηκαν μοναδικά, όπως μαρτυρούν οι αριστοτεχνικές λεπτομέρειες ενός εκλεπτυσμένου αρδευτικού συστήματος που θεμελιώθηκε κατά τη Γενουατική περίοδο: στέρνες, μαγγανοπήγαδα, κρήνες, ποτιστές – στοιχεία που μάλιστα απαθανατίστηκαν από τον αρχιτέκτονα Δημήτρη Πικιώνη στο μνημειώδες έργο ζωής του "Η αρχιτεκτονική της Χίου". Υπήρξε τόπος ανάπαυλας μιας τάξης κοσμοπολιτών εμπόρων που δεν υπάρχει πια και φυτώριο τεχνιτών της πέτρας, του βοτσαλωτού, της διάνοιξης πηγαδιού, που σβήνει γοργά, όπως τα ηχοτοπία του παραδοσιακού ποτίσματος.
Δέκα περίπου χρόνια πριν, ο Κάμπος συμπεριλήφθηκε στα πλέον απειλούμενα μνημεία πολιτιστικής κληρονομιάς στην Ευρώπη, από την πανευρωπαϊκή ομοσπονδία μη κυβερνητικών οργανώσεων για τον πολιτισμό Europa Nostra – θεσμική επιβεβαίωση ότι ο Κάμπος, χαρακτηρισμένος ως "παραδοσιακός οικισμός" και "ιστορικός τόπος", πλέον αιωρείται ανάμεσα στην πλούσια ιστορία του και τη σημερινή του συρρικνωμένη πραγματικότητα. Η έκθεση Κάποτε Ήμασταν Κήποι φέρνει στο προσκήνιο την κληρονομιά και ιστορία μιας περιοχής που υπήρξε συνώνυμη του πλούτου και της ομορφιάς.

Η DEO, σύμφωνα με τον πάγιο στόχο της να αναδεικνύει τις ταυτότητες κάθε χιακού τόπου στον οποίο στήνει κάθε φορά το πρόγραμμά της, δημιουργεί και πάλι συνθήκες για ένα παραγωγικό ανασυστήνεσθαι, μέσα από μια βιωματική εμπειρία σε ένα από τα ωραιότερα κτήματα του Κάμπου.
Το Κτήμα Καράβα υπήρξε ιδιοκτησία των αστικών οικογενειών Σγούτα, Ψυχάρη και Συγγρού, πριν περάσει στην οικογένεια Καράβα και γίνει τακτικό καταφύγιο του ποιητή Γεώργιου Δροσίνη. Εκτείνεται σε 30 στρέμματα και περιλαμβάνει όλα τα στοιχεία ενός τυπικού καμπούσικου κτήματος: την αυλόπορτα με το βοτσαλωτό δάπεδο, την κύρια κατοικία, το μαγγανοπήγαδο, τη στέρνα, τα καλλωπιστικά γλυπτά, το σύστημα με τους πέτρινους ποτιστές, την αλέα, τον στάβλο, το περιβόλι με τα στοιχισμένα εσπεριδοειδή, το τοιχογύρι που οριοθετεί το κτήμα κτλ. Στο κτήμα υπάρχει και ελαιώνας, καθώς και καλλιέργειες κηπευτικών. Είναι από τα πιο όμορφα και φροντισμένα κτήματα του Κάμπου, που θα μετατραπεί σε έναν ανοιχτό και συμπεριληπτικό κήπο, έναν χώρο πολιτιστικής και κοινωνικής συνάντησης για τους κατοίκους και επισκέπτες της Χίου, καθ’ όλη τη διάρκεια του καλοκαιριού.

Δείτε όλες τις εκθέσεις της εβδομάδας στον οδηγό τεχνών του "α".