
Εμβληματική μορφή της Γαλλικής διανόησης διεθνώς, ο φιλόσοφος Ντιντιέ Εριμπόν (Didier Eribon) συνδυάζει με επιδραστικότητα την αυτοβιογραφία και τη λογοτεχνία με την κοινωνιολογία και τη φιλοσοφία. Μέντορας του Εντουάρ Λουί, είναι περισσότερο γνωστός για το βιβλίο του "Επιστροφή στη Ρενς” (Εκδόσεις Νήσος, 2020), μια κριτική αυτοβιογραφία με αφορμή το θάνατο του πατέρα του που αναφέρεται διεισδυτικά στις κοινωνικές τάξεις και το σχολικό σύστημα, την κατασκευή των ταυτοτήτων και την ομοφυλοφιλία, την ομοφοβία και τον ρατσισμό, την Αριστερά και την Ακροδεξιά - και που για τον Λουί υπήρξε, όπως έχει δηλώσει, σημείο αναφοράς για το μέλλον του ως συγγραφέα.
Το βασικό ερώτημα που θέτει το βιβλίο και επεσήμανε ο συγγραφέας στην ομιλία του είναι το πώς μπορούμε να γίνουμε εμείς, συγγραφείς, διανοούμενοι, καλλιτέχνες, ενεργοί πολίτες, η φωνή των ηλικιωμένων που δεν μπορούν να μιλήσουν, να αρθρώσουν ένα "εμείς".
Πριν μερικές εβδομάδες βρέθηκε στην Αθήνα και στο Ινστιτούτο Γκαίτε, καλεσμένος των εκδόσεων Νήσος με αφορμή το νέο του βιβλίο "Η ζωή, τα γηρατειά και ο θάνατος μιας γυναίκας του λαού". Αυτή τη φορά, αφορμή αποτέλεσε ο θάνατος της μητέρας του και ειδικότερα η γρήγορη σωματική κατάπτωσή της από τη στιγμή που εισήχθη σε οίκο ευγηρίας. Το βασικό ερώτημα που θέτει το βιβλίο και επεσήμανε ο συγγραφέας στην ομιλία του είναι το πώς μπορούμε να γίνουμε εμείς, συγγραφείς, διανοούμενοι, καλλιτέχνες, ενεργοί πολίτες, η φωνή των ηλικιωμένων που δεν μπορούν να μιλήσουν, να αρθρώσουν ένα "εμείς". Τι πρέπει να κάνουμε για ν' ακουστεί η φωνή τους, δεδομένου του ότι ειδικά μετά την απόσυρσή τους από τον δημόσιο χώρο δεν μπορούν οι λόγοι τους να συναρθρωθούν σε συλλογικές διεκδικήσεις.

Τι είναι μια κοινωνική και πολιτική ομάδα που δεν της επιτρέπεται να συγκροτηθεί σε κοινωνικό κίνημα;
Παρότι το πορτρέτο της μητέρας του σκιαγραφείται τόσο βιωματικά και συναισθηματικά όσο και αποστασιοποιημένα, με έμφαση στην τάξη και το φύλο, όπως είναι σαφές ήδη από τον τίτλο, κατά τον Εριμπόν στους ηλικιωμένους οι ταυτοτικές και ταξικές διακρίσεις υποχωρούν μπροστά στην αδυναμία της συνάρθρωσης ενός συλλογικού εμείς με δικαιώματα. Τι είναι ένα σύνολο που δεν μπορεί να μιλήσει για τον εαυτό του; Τι είναι μια κοινωνική και πολιτική ομάδα που δεν της επιτρέπεται να συγκροτηθεί σε κοινωνικό κίνημα; Ο Εριμπόν ανατρέχει στη σιώπηση των γηρατιών από τον δημόσιο λόγο και τη λογοτεχνία και τέχνη (πάρτε για παράδειγμα το άγνωστο στους πολλούς έργο της Σιμόν ντε Μποβουάρ "Γηρατειά"), μια κατάσταση "αδιανόητη” που δεν θέλουμε να τη σκεφτόμαστε. Τα καθημερινά τηλεφωνικά μηνύματα της μητέρας του που εξέφραζαν τα παράπονά της για τη μεταχείριση στο γηροκομείο αποτέλεσαν για τον ίδιο αφορμή γι αυτό το βιβλίο σκεπτόμενος τα χιλιάδες αντίστοιχα μηνύματα που αφήνουν άλλες τόσες γυναίκες στην ίδια κατάσταση στα παιδιά τους. Αυτά τα πολιτικά, κατά τον Εριμπόν, μηνύματα, που δεν φτάνουν στον δημόσιο χώρο τον έκαναν να γράψει το "Η ζωή, τα γηρατειά και ο θάνατος μιας γυναίκας του λαού" για να ακουστεί η φωνή αυτών των παριών που χρειάζονταν μια εκπροσώπηση.
Αναφερόμενος σε προτάσεις που αγνοούνται, όπως αυτή της δημιουργίας εστίας όπου θα παρέχεται δωρεάν συστέγαση φοιτητών και ηλικιωμένων με τους πρώτους να παρέχουν συντροφιά λίγων ωρών την ημέρα στους δε, ο Εριμπόν απηύθυνε κάλεσμα σε όσες μπορούν να δώσουν φωνή σε αυτή την υποεκπροσωπούμενη ομάδα που δεν συνιστά κίνδυνο για τους πολιτικούς και άρα αγνοούνται τα δικαιώματά της και, κατά ένα τρόπο, ωθείται σε μια αναξιοπρεπή ηθελημένη αυτοκτονία, με το που εισάγεται σε ένα οίκο ευγηρίας, όσο πολυελής κι αν είναι αυτός (ειδικά μετά το πρόσφατο σκάνδαλο που ενέπλεξε ιδιωτικό οίκο ευγηρίας στη Γαλλία).
Το βιβλίο "Η ζωή, τα γηρατειά και ο θάνατος μιας γυναίκας του λαού" κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Νήσος.