
Δεν χρειάζεται να ψάξεις πολύ στους δρόμους της Ομόνοιας για να εντοπίσεις τη νέα έδρα της CAN. Η νέα, επιβλητική εγκατάσταση της Χρυσάνθης Κουμιανάκη τραβάει αμέσως το βλέμμα σου -όσο συζητούσαμε με την ιδιοκτήτρια, Χριστίνα Ανδρουλιδάκη, αρκετοί περαστικοί χάζευαν απέξω, ενώ μια κυρία μπήκε μέσα και ζήτησε να δει το έργο από κοντά, παρόλο που ο χώρος ήταν ακόμη κλειστός για το κοινό.
Έως τις 15 Μαρτίου, το πρότζεκτ "Hide or disguise" της Χρυσάνθης Κουμιανάκη θα παρουσιάζεται στην γκαλερί, με κεντρικό έκθεμα μία μεγάλης κλίμακας εγκατάσταση (ένα τόπι εκατό μέτρων) που, με αφετηρία τα χρώματα και την πλέξη των προστατευτικών διχτυών που χρησιμοποιούνται σε οικοδομές, χτίζει συμβολισμούς γύρω από την παύση και την αναγέννηση. Παράλληλα, στο χώρο φιλοξενείται και η φωτογραφική σειρά "Oceanic" του Αλέξη Βασιλικού. Με επιρροή από τη γιόγκα, τον διαλογισμό και τη φιλοσοφία του no-waste, ο καλλιτέχνης απαθανατίζει μέσα από τον φακό του το "ωκεάνιο αίσθημα", που συνδέεται με τη φύση και την πνευματικότητα.



Η γκαλερί CAN δεν έχει αλλάξει στρατηγική όσον αφορά το πρόγραμμά της ή τον τρόπο λειτουργίας της, όμως η ιδιοκτήτριά της φιλοδοξεί να συνεργαστεί με ακόμα περισσότερους δημιουργούς, πέραν των βασικών που εκπροσωπεί σταθερά εδώ και χρόνια. Η Χριστίνα Ανδρουλιδάκη ίδρυσε την CAN το 2012, στην καρδιά του Κολωνακίου, όμως, μετά από δέκα χρόνια δυναμικής παρουσίας στην εγχώρια εικαστική σκηνή, αποφάσισε πώς είχε έρθει η ώρα για μία αλλαγή. "Για μένα, ο χώρος στο Κολωνάκι είχε κάνει τον κύκλο του και θεωρώ ότι ο κόσμος -και οι καλλιτέχνες- βαριέται να βλέπει τα ίδια και τα ίδια. Επίσης, μετά τα πρώτα χρόνια λειτουργίας της, προέκυψαν συνεργασίες με καλλιτέχνες που τα έργα τους δεν χωρούσαν στην γκαλερί". "Η αναζήτηση ενός νέου χώρου ήταν λίγο περιπετειώδης. Δεν ήθελα απαραίτητα να φύγω από το Κολωνάκι, αλλά δεν έβρισκα κάτι κατάλληλο στην περιοχή. Μία μέρα που περπατούσα στην Ομόνοια, ανακάλυψα αυτό εδώ το κτίριο". Πράγματι, η νέα έδρα στην οδό Χανκονδοδύλη 19, που εγκαινιάστηκε το καλοκαίρι του 24, όντας πιο ευρύχωρη, με ψηλά ταβάνια και χώρο και στο υπόγειο, προσφέρει μεγαλύτερες δυνατότητες στους εικαστικούς αλλά και μία ανανεωμένη οπτική για τους επισκέπτες.
Βέβαια, η Ομόνοια (δικαιολογημένα) είναι μια αμφιλεγόμενη περιοχή για να ανοίξεις γκαλερί, αλλά η Χριστίνα γρήγορα ανακάλυψε τις κρυφές ομορφιές της. "Θεωρώ ότι έχουμε απαξιώσει αρκετά το κέντρο της Αθήνας και είναι λίγο περίεργο να μην πηγαίνουμε στο κέντρο της πόλης μας, γιατί φταίμε και εμείς οι ίδιοι για την κατάστασή της. Όταν ανοίξαμε, όλοι από τις απέναντι επιχειρήσεις έρχονταν με περιέργεια και ρωτούσαν "τι είναι εδώ;”. Εγώ το βλέπω σαν γειτονιά, σαν ένα μικρό κομμάτι της παλιάς Αθήνας. Και ο κόσμος δεν διστάζει να έρθει επειδή βρισκόμαστε πια στην Ομόνοια. Είναι και πιο εύκολα προσβάσιμη σαν περιοχή, σε αντίθεση με το Κολωνάκι, και υπάρχουν περισσότερες αφορμές για να την επισκεφτείς".
Τελικά, όλα είναι θέμα παιδείας

Το κοινό της CAN παραμένει πιστό, όπου κι αν μεταφερθεί η γκαλερί. Ωστόσο, ο περιορισμένος αριθμός συλλεκτών στην ελληνική αγορά -και η έλλειψη στήριξης από την πολιτεία για την προώθηση των καλλιτεχνών- παραμένει ένα σημαντικό ζήτημα που προβληματίζει όχι μόνο τη Χριστίνα Ανδρουλιδάκη, αλλά και τους περισσότερους ιδιοκτήτες εμπορικών χώρων τέχνης στην Ελλάδα. "Θεωρώ ότι πολλοί είναι ενάντια στις γκαλερί επειδή είμαστε εμπορικοί χώροι. Όμως, αν δεν υπήρχαν εμπορικοί χώροι πριν ανοίξει το ΕΜΣΤ, δεν θα υπήρχε σύγχρονη τέχνη εδώ. Το εμπόριο έργων τέχνης έχει μια πνευματικότητα, δεν ασχολούμαι με αυτό μόνο για να βγάλω λεφτά. Αν απλά μου άρεσαν τα λεφτά, θα μπορούσα να πουλάω αυτοκίνητα. Δεν νομίζω ότι οι χώροι τέχνης στην Αθήνα, που υπάρχουν δέκα, είκοσι, τριάντα χρόνια, έχουν πάρει ποτέ το credit που τους αναλογεί, παρότι έχουν δείξει πολύ σημαντικές εκθέσεις.
"Το κόνσεπτ μίας συλλογής δεν είναι να έχεις 20 ή 30 καλλιτέχνες που θα γίνουν διάσημοι, ένας μόνο χρειάζεται για να έχεις απόσβεση"
Όσον αφορά το πρόβλημα με τους ελάχιστους Έλληνες συλλέκτες, φταίει το γεγονός ότι δεν έχουμε παιδεία γύρω από τη σύγχρονη τέχνη. Ο κόσμος διστάζει να μπει σε μια γκαλερί. Πολλές φορές μάς παίρνουν τηλέφωνο και ρωτούν αν πληρώνουν εισιτήριο για να έρθουν, δεν έχουν καταλάβει το κόνσεπτ. Ακόμα και στην Art Athina, μας ρωτούν αν είναι δικά μας τα έργα ή αν τα πουλάμε, σαν να μην γνωρίζουν τι εστί μία εικαστική φουάρ". Πώς λύνεις, όμως, ένα τέτοιο πρόβλημα; Για τη Χριστίνα, την ευθύνη πρέπει να αναλάβουν τα μουσεία, οι θεσμοί και τα σχολεία. "Δεν θεωρώ ότι ο ρόλος της γκαλερί είναι να μυήσει το κοινό γύρω από τη σύγχρονη τέχνη -τι να πρωτοκάνουμε κι εμείς;".
Υπάρχει, βέβαια, και το ζήτημα της ξενομανίας που ταλανίζει την εγχώρια αγορά, λέει η Χριστίνα: "Οι Κύπριοι συλλέκτες αγοράζουν έργα από την Ελλάδα, ενώ οι Έλληνες από το Λονδίνο. Πιστεύω ότι είναι όχι μόνο θέμα παιδείας, αλλά και αυτοπεποίθησης. Δεν έχουμε εμπιστοσύνη στις δικές μας επιλογές. Ο μέσος Γάλλος συλλέκτης θα πάει σε μια γκαλερί στο Παρίσι και θα αγοράσει έργα ενός νέου καλλιτέχνη. Ο μέσος Έλληνας συλλέκτης θέλει να έρθει εδώ και να του εγγυηθείς ότι η τιμή ενός πίνακα θα εκτοξευτεί στο μέλλον. Όμως δεν λειτουργεί έτσι η αγορά. Μου λένε "έχω πάρει τον τάδε καλλιτέχνη, να πάρω και αυτόν ή είναι νέος;” και σκέφτομαι "πάρε ό,τι σου αρέσει!”. Το κόνσεπτ μίας συλλογής δεν είναι να έχεις 20 ή 30 καλλιτέχνες που θα γίνουν διάσημοι, ένας μόνο χρειάζεται για να έχεις απόσβεση. Πρέπει κάποιος να ενημερώνεται, να χτίζει σχέσεις, αλλά και να εμπιστεύεται το ένστικτό του και να αγοράζει αυτό που του αρέσει. Στην Ελλάδα δεν κάνουν αυτό, αλλά αγοράζουν αυτά που τους λένε άλλοι ότι είναι σημαντικά. Επενδυτικά, όταν αγοράζεις ένα έργο, το χειρότερο που θα συμβεί είναι να παραμείνει στην ίδια αξία. Στους Γάλλους, π.χ., είναι στην κουλτούρα τους, ενώ στη δική μας όχι. Όμως οι εικαστικές τέχνες και ειδικά η σύγχρονη τέχνη παραμένουν για την ελίτ και αυτό πρέπει να αλλάξει".
Περισσότερες πληροφορίες
Αλέξης Βασιλικός. Oceanic
Ο Αλέξης Βασιλικός παρουσιάζει μια σειρά φωτογραφιών που ξεκίνησε το 2018, εξερευνώντας το «ωκεάνειο αίσθημα» — έναν όρο που επινόησε ο Γάλλος συγγραφέας και φιλόσοφος Romain Rolland για να περιγράψει μια αίσθηση απόλυτης ενότητας με το σύμπαν, πέρα από τα όρια του ατομικού εγώ. Ο Rolland χρησιμοποίησε τον όρο στην αλληλογραφία του με τον Φρόυντ για να περιγράψει μια πνευματική εμπειρία απεραντοσύνης, συνδεδεμένη με μυστικιστικές και θρησκευτικές παραδόσεις. Η σειρά του Βασιλικού επικεντρώνεται στην εμπειρία της απεραντοσύνης και της ηρεμίας που προκαλεί το θαλασσινό τοπίο, ενώ ταυτόχρονα αποτυπώνει τη δύναμη και τη ρευστότητά του.
Χρυσάνθη Κουμιανάκη. Hide or disguise
Η Χρυσάνθη Κουμιανάκη παρουσιάζει μία χωρική εγκατάσταση στο ισόγειο της CAN, φτιαγμένη από χειροποίητο νήμα, και στο υπόγειο της γκαλερί μία σειρά σχεδίων με μαρκαδόρο σε χαρτί, όπου το σχέδιο λειτουργεί ως μια μορφή πλέξης – μια γραφή που παραπέμπει στη μηχανική διαδικασία της ύφανσης. Συνεχίζοντας την έρευνά της γύρω από τον δημόσιο χώρο, η καλλιτέχνιδα εστιάζει στα συνθετικά υφάσματα που καλύπτουν τα υπό κατασκευή ή σε οικοδομική απραξία κτήρια – σημεία παύσης, μετάβασης ή εξέλιξης της πόλης. Αυτά τα προσωρινά “πέπλα” σηματοδοτούν μια στιγμή διακοπής, αχρηστίας ή ακόμα κατάρρευσης, αλλά ταυτόχρονα εμπεριέχουν την έννοια της αλλαγής, της αναγέννηση ή της αποκατάστασης. Τα κτήρια, τυλιγμένα σε αυτά τα υφάσματα, δημιουργούν ένα φευγαλέο κενό – μια φανταστική πράσινη ζώνη που λειτουργεί τόσο ως καμουφλάζ για τα ίδια όσο και ως μια παύση μέσα στην αστική περιπλάνηση.