Το γράψιμο του Ηλία Παπαδημητρακόπουλου ήταν σαν συντεταγμένες (Η, Χ, Π)

Ο Ηλίας Χ. Παπαδημητρακόπουλος πέθανε σε ηλικία 94 ετών. Έγραψε διηγήματα. Κάτι μεταξύ "Καλώς ορίσατε" και "Σας έχουμε χεσμένους".

παπαδημητρακοπουλος

Πέρασα από το παλιό σπίτι και, αφού έψαξα για κάμποση ώρα στη βιβλιοθήκη, βρήκα πέντε από τις μικρές συλλογές διηγημάτων του Παπαδημητρακόπουλου: "Ροζαμούνδη",  "Ο Γενικός Αρχειοθέτης",  "Ο οβολός", "Ο θησαυρός των Αηδονιών", "Θερμά θαλάσσια λουτρά". Όλες αφιερωμένες στη γυναίκα του, τη Νιόβη. (Τελικά, κάπου εκεί έξω, υπάρχει αιώνια αγάπη, αλλά μάλλον εγώ δεν έτυχε να τη συναντήσω.)

Όσο ζούσε, δεν εξέδωσε πολλά βιβλία παραπάνω. Ήταν ολιγοσέλιδα, με καμιά δεκαριά ιστορίες το καθένα, κάτι μεταξύ "Καλώς ορίσατε" και "Σας έχουμε χεσμένους", όπως είχε γράψει σ’ ένα από τα δώδεκα διηγήματα του "Οβολού".

Είχα διαβάσει όλες τις συλλογές του στις αρχές του ’16. Μετά, του τηλεφώνησα. Δεν θυμάμαι πώς είχα βρει τον αριθμό του. Νομίζω πως του πρότεινα να τον κινηματογραφήσω στο σπίτι του, στην Πάρο. Αρνήθηκε ευγενικά.

Το καλοκαίρι της ίδιας χρονιάς, διάβασα ένα κείμενο που είχα γράψει γι’ αυτόν, στο Φεστιβάλ της Μάρπησσας. Ούτε τον κάλεσα, ούτε ήρθε. Δεν του τηλεφώνησα ξανά. Δεν τον συνάντησα ποτέ. Ούτε ξαναδιάβασα τις συλλογές του. Γιατί άραγε; 

Ίσως επειδή το γράψιμο του Παπαδημητρακόπουλου ήταν σαν συντεταγμένες (Η, Χ, Π) οι οποίες υλοποιούσαν μια συγκεκριμένη θέση που σου έλεγε τι μπορείς να κάνεις με την ελληνική γλώσσα και τι δεν πρέπει να κάνεις. Δεν είχα πρόβλημα με το πρώτο. Ζοριζόμουν όμως με το δεύτερο. Κάτι οριζόταν αυστηρά στα γραπτά του και μ’ ενοχλούσε.

Οι μικρής φόρμας ιστορίες του, γεμάτες τρυφερότητα και ειρωνεία, ήταν τόσο επεξεργασμένες, καλοζυγιασμένες κι αυτοτελείς που στο τέλος έμοιαζαν με κώδικα συμμόρφωσης που υποδείκνυε πώς πρέπει να συμπεριφερόμαστε απέναντι στα ελληνικά. Κι αυτό δεν μου άρεσε. Λες και την ώρα που τον διάβαζα, μου ψιθύριζε στ’ αυτί μου: "Κάτσε στ’ αυγά σου". 

Την ίδια στιγμή, τα γραπτά του δημιουργούσαν μια αντίφαση μέσα μου, την οποία δυσκολευόμουν να διαχειριστώ.

Ήταν απολαυστικά και μαζί στενά. Ήταν απέριττα και μαζί δειλά. Ήταν καθαρά και την ίδια στιγμή με δυσαρεστούσε που δεν υπήρχαν λεκέδες. Όταν όμως πήγαινα να ψάξω κάτι διαφορετικό στη γλώσσα μας, έπεφτα πάνω σε κάτι ψηλά κούφια δέντρα. Μεγαλόπνοες συνθέσεις που ξεφουσκώνανε από τις πρώτες αράδες. Τίποτα. Σκατά.

Μήπως αυτή ήταν η μοίρα μας τελικά; σκεφτόμουν. Καλοί στη μικρή σύνθεση, ανίκανοι για μια μεγάλη χειρονομία που θα μας προσγειώσει σ’ ένα μέρος που δεν έχουμε επισκεφτεί ποτέ; Τι σημασία έχει το περιεχόμενο, ακόμα κι αν είναι ευφάνταστο και τολμηρό, αν το ύφος, που είναι το κιβώτιο στο οποίο μπαίνει το υγρό που ονομάζεται γραφή, είναι άτολμο και αδιάφορο; Μήπως δεν έχουμε χρόνο, χρήμα και ησυχία για να επεξεργαστούμε φράση-φράση ένα γραπτό μεγαλύτερο από χίλιες λέξεις; 

Τουλάχιστον, ο Η. Χ. Παπαδημητρακόπουλος, παρέα με μερικούς επιγόνους του, είχε έγνοια για το πώς υφαίνεται ένα διήγημα. Κλωστή, κλωστή. Ραφή, ραφή. Κόμματι, κομμάτι. Η επιμονή στην ύφανση ήταν το χρυσάφι του έργο του. Και η παγίδα του. Ήταν σφιχτά, μα και σφιγμένα. Όμως, ήταν κάτι. 

Δεν είναι τυχαίο που το σύνολο της δουλειάς του είναι ελάχιστο σε σχέση με τη συνεχή παραγωγή που απαιτεί η εποχή μας. "Τώρα τίποτα δεν αξίζει όσο η ποσότητα", θα έλεγε υπονομευτικά.

Ξεφυλλίζω γρήγορα τα βιβλιαράκια του, μήπως βρω κάποιο απόσπασμα για να κλείσω τη σύντομη αυτή νεκρολογία σε μέγεθος παλάμης, όπως τα καλύτερα γραπτά του, και πέφτω πάνω σε ιστορίες που δεν θυμάμαι και κάπως προσπαθώ ν’ ανακαλέσω, αλλά δυσκολεύομαι. 

Ηλίας Παπαδημητρακόπουλος βιβλία

Ποια ήταν η Ροζαμούνδη; Τι απέγινε εκείνο το σκυλί στο χτήμα; Άραγε, ο Παπαδημητρακόπουλος αγαπούσε τόσο βαθιά τον Τάκη Σινόπουλο; Πόσες φορές αναφέρει τον πατέρα του στα διηγήματα που έγραψε; Ποιος ήταν ο λόγος που με είχε κάνει να υπογραμμίσω τη φράση "Λένε, πάντως, πως εφέτος θα έχουμε πολύ βαρύ χειμώνα"; Κανείς δεν ξέρει. 

Τίποτα δεν μένει από το διάβασμα τελικά. Μόνο μια απροσδιόριστη, μα εθιστική μυρωδιά που τρυπώνει στις πιο άσχετες πλευρές του κεφαλιού μας. Τι κάθομαι και διαβάζω λοιπόν; 

Ευτυχώς, βρίσκω το κατάλληλο κλείσιμο. Από το "Θησαυρό των Αηδονιών": "Τον φάγαμε κι αυτόν στη μάπα καμιά ώρα. Όταν τέλειωσε, όλοι σηκώθηκαν και, ένας ένας, άρχισαν να φεύγουν. Χαιρετήσαμε και φύγαμε κι εμείς". Κάθομαι στ’ αυγά μου.

Διαβάστε ακόμα

Τελευταία άρθρα Τέχνες

Εσύ ξέρεις ποια ήταν η πρώτη γυναίκα σκηνοθέτρια στην Ελλάδα;

Κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Κλειδάριθμος ο συλλογικός τόμος "Μαρία Πλυτά: Η πρώτη σκηνοθέτρια του ελληνικού κινηματογράφου" τον οποίοι επιμελήθηκε η καθηγήτρια του ΑΠΘ Μπέτυ Κακλαμανίδου.

ΓΡΑΦΕΙ: ATHINORAMA TEAM
23/10/2025

"Nature inside the walls": Αφιέρωμα για την αστική βιοποικιλότητα στο Μουσείο Ηρακλειδών

Μία διατομική έκθεση του Κωνσταντίνου Πάτσιου και του Μάριου Φούρναρη.

Ωδή στο ασπρόμαυρο είναι η νέα έκθεση στο Μέγαρο Χορού Καλαμάτας

Μια πολυδιάστατη συνομιλία γύρω από τα όρια του χρωματικού φάσματος.

Ημερίδα για τη διαχρονικότητα των Κυκλάδων ετοιμάζει το Μουσείο Κυκλαδικής Τέχνης

Η Πρωτοβουλία Cycladic Identity αναδεικνύει τα ελληνικά νησιά ως ένα ζωντανό εργαστήριο συμμετοχής και συνεργασίας.

"Τα Ντοκουμέντα του Πειραιά": Ένα νέο φεστιβάλ αλλάζει τον πολιτιστικό χάρτη της πόλης

Σε ένα ζωντανό σκηνικό ιστορίας, τέχνης και συλλογικής μνήμης μετατρέπεται ο Πειραιάς αυτό το Σαββατοκύριακο.