
Διεύθυνση:
Tηλ:
Τιμές:
€60 - €80
Αρχές Δεκέμβρη, με τη μισή Ελλάδα να πνίγεται από βροχές και χαλάζι, η Αθήνα απολαμβάνει καιρό σχεδόν καλοκαιρινό την ηλιόλουστη Κυριακή που κατηφορίζουμε στη Βούλα για να επισκεφθούμε το ολοκαίνουριο εστιατόριο με τον ιστορικό τίτλο του "Sea Satin" στη μαρκίζα. "Σχεδόν" καλοκαιρινό είπα; Εντελώς καλοκαιρινό είναι το σκηνικό που αντικρίζουμε εδώ, στο νέο spot του Ζαννή Φρατζέσκου και του Σάμι Ιμπραήμ, των ανθρώπων πίσω από το mega brand του "Nammos", που έχει φέρει τη βαριά κληρονομιά των μυκονιάτικων 90s στα νότια προάστια εδώ και μερικές εβδομάδες.

Σε δύο επίπεδα είναι χωρισμένο το μαγαζί, κι αφού περάσεις τις Ferrari που γυαλίζουν στην είσοδο, και τα καλωδιωμένα κορίτσια της υποδοχής που καλούν τους… ταξιθέτες μέσω ασυρμάτου με αέρα club restaurants περασμένων εποχών, βλέπεις πως όσο κρατάει ακόμα ο καιρός, η κάτω βεράντα, με τα al fresco τραπέζια της να κολυμπάνε στη λιακάδα και τη θάλασσα να παφλάζει σχεδόν δίπλα τους, είναι σημείο μαγικό. Το κύριο θέμα, όμως, είναι στον επάνω όροφο: Εκεί όπου η θέα είναι ανεμπόδιστη, τα ροζέ ρέουν σε magnum ποσότητες κι απ’ τα ηχεία ξεχύνεται μυκονιάτικο mood, που ποτίζει τη λουσμένη στον ήλιο σάλα του "Sea Satin" με αύρα αιώνιου καλοκαιριού.

Περισσότερο ενδιαφέρον απ’ την ίδια τη σάλα, βέβαια, έχει η ανθρωπογεωγραφία που συγκεντρώνει μέσα της. Κορίτσια που έχουν μόλις τελειώσει το #GetReadyWithMe στα social τους και έρχονται εδώ για χειροπιαστά like, ή άλλα με χρυσά LV στα αυτιά και μακριά κόκκινα φορέματα που μοιάζουν να βγήκαν από σαλόνια της Madame Figaro, μπλέκονται με μαυροπουκαμισάδες με ροζάρια εν είδη κομπολογιού στα χέρια, πρώην υπουργούς σε τραπέζια με τηλεπερσόνες, επιχειρηματίες της νύχτας που βγαίνουν εδώ να πάρουν τον ήλιο τους, καλοβαλμένους 40άρηδες με κομμώσεις πιο ακριβές απ’ τα σακάκια μας, αλλά και μεγαλύτερους νεανίες που ελλείψει σκέπης στην κεφαλή, διοχετεύουν το κεφάλαιο στις αναστηλώσεις των συνοδών τους.

Λαϊκό προσκύνημα γίνεται, με λίγα λόγια, τα μεσημέρια της Κυριακής στο "Sea Satin", που απ’ ό,τι φαίνεται κρατά ζωντανό το μύθο του όσο κι αν πιστεύουμε ότι έχουν περάσει δεκαετίες απ’ τις εποχές που τέτοιοι μύθοι μπορούσαν να συντηρηθούν. Το ακόμη πιο αξιοσημείωτο με αυτήν εδώ την αθηναϊκή εκδοχή του μυκονιάτικου εμβλήματος, όμως, είναι το επίπεδο στο οποίο κρατά τη γευστική του πρόταση, παρά το μέγεθος της απήχησής του. Κεφαλή της κουζίνας είναι και εδώ – όπως σε Μύκονο, Ντουμπάι, Κυανή Ακτή και όπου αλλού δραστηριοποιείται ο όμιλος Nammos – ο πάντα σεμνός και χαμογελαστός Γιάννης Ατία, ενώ πρωταγωνίστρια της μαγειρικής του πρότασης δεν είναι άλλη από την εξαιρετική πρώτη ύλη.
Δεν είναι τυχαίο που η… ψαρωτική ψαριέρα είναι ένα από τα πρώτα πράγματα που αντικρίζεις στην είσοδο του μαγαζιού: αστακοί, όστρακα, γαρίδες carabineros και τροφαντές στείρες φιγουράριζαν το μεσημέρι που επισκεφθήκαμε το εστιατόριο, προϊδεάζοντας για το άκρως θαλασσινό πρόσημο ενός μενού που προσεγγίζει την ελληνική καλοφαγία από σκοπιά μινιμαλιστική, με μετρημένες παρεμβάσεις να βοηθούν τα υλικά να αναδειχθούν.

Το tataki σολομού, λόγου χάρη, που ήρθε με εκφραστικό καψάλισμα στην αφράτη σάρκα του, αγκαλιασμένο απ’ την απολαυστική κάψα του chilly oil που το συνόδευε, είναι ένα πιάτο που θα μπορούσαμε να βρίσκαμε και στα τραπέζια του Matsuhisa, λίγο πιο κάτω στην αθηναϊκή Ριβιέρα, ενώ υποδειγματική ήταν και η tempura στα τηγανητά κολοκυθολούλουδα, που ήρθαν με ζωηρή τη γεύση του κηπευτικού στο δάγκωμα. Την άνεση της κουζίνας στα κοφτερά μαχαίρια θα απολαύσετε με τις θεαματικές πιατέλες όπου ολόκληρα ψάρια έρχονται φιλεταρισμένα σε δαντελενια σασίμι με διάφορα μαριναρίσματα (η φίνα βινεγκρέτ από aji amarillo ήταν η αγαπημένη μας εκδοχή), ενώ η αχινομακαρονάδα, με πολύ σωστό βράσιμο στο ζυμαρικό κι ωραίο δέσιμο στη νόστιμη, πλούσια σε αχινό σάλτσα, δικαιώνει τη θέση του πιάτου ανάμεσα στα best sellers. Οι γαρίδες σαγανάκι, αντιθέτως, ήταν η μεγαλύτερη απογοήτευση της βραδιάς, αφού παρά το ωραίο ψήσιμο τους, είχαν το κρασί τους ανεξάτμιστο στην πικρή κ βαριά σάλτσα, ενώ από το σαλατούρι του "Sea Satin", που πλουτίζει το ξεψαχνισμένο αχνιστό σαλάχι του με μαυρομάτικα φασόλια, έλειπαν εντάσεις και βοτανική φρεσκάδα.

Λίγο μετά το ηλιοβασίλεμα, την ώρα δηλαδή που η ένταση στα ήδη μπουμπουνισμένα ηχεία ανέβαινε κι άλλο και η Άννα Βίσση έδινε σύνθημα παλλαϊκού ξεσηκωμού, το πολυάριθμο προσωπικό που ελισσόταν ανάμεσα στα τραπέζια με τη σβελτάδα των αίλουρων που βλέπουμε συνήθως να επανδρώνουν ομάδες σε πρωτοκλασάτες πίστες, έστησε στο τραπέζι μας το coup de grace του μαγαζιού. Τέσσερα βαζάκια μελιού τοποθετήθηκαν σε στρατηγικά σημεία, για να πατήσει επάνω τους το τζάμι στο οποίο είχε απλώσει τη νόστιμη και ζουμερή σάρκα της μια πολύ σωστά ψημένη στείρα. Το να τρως ψάρι στο ημίφως σπανίως είναι καλή ιδέα, όμως το "Sea Satin" είναι μια απ’ τις εξαιρέσεις, ενώ μέχρι να έρθει η ώρα για το επιδόρπιο, ποσώς σε απασχολεί πια τι θα προσγειωθεί στο τραπέζι – περισσότερο σε ενδιαφέρει τι θα ανέβει επάνω του για να λικνιστεί. Βέβαια τα γλυκά (μια αρκούντως σοκολατένια σοκολατόπιτα, μια ανάλαφρη αλλά όχι ιδιαίτερα εκφραστική καρυδόπιτα και ένα πληθωρικό μπολ με λουκουμάδες σχεδόν αμέλωτους) δεν είναι το δυνατό χαρτί του εστιατορίου, οπότε μικρό το κακό…
Η επίσκεψη του κριτικού στο εστιατόριο έγινε στις 8/12
SEA SATIN Λεωφ. Κων/νου Καραμανλή, Βούλα, 21 9219 0000, Τρίτη - Κυριακή: 1μμ – 12πμ, τιμή: €40 – 100. Πρόσβαση ΑμεΑ: Ναι. Πάρκινγκ: Valet service.