
Η μολιερική κωμωδία τοποθετείται στο «κάδρο» σε αυτήν τη μελετημένη σκηνοθετική πρόταση, κάτω από την οποία εναρμονίζονται όλα τα μέρη της παράστασης, αλλά απογυμνώνεται σε σημαντικό βαθμό από τους χυμούς και τη θεατρικότητά της.

Ένα από τα χαρακτηριστικά των σπουδαίων θεατρικών κειμένων, πέραν της διαχρονικότητάς τους, είναι η ιδιότητα να επιδέχονται ποικίλες αναγνώσεις και το γεγονός πως μέσα στην ίδια σεζόν ο «Μισάνθρωπος» στάθηκε το έναυσμα για δύο διαφορετικές παραστασιακές εκδοχές αποτελεί περίτρανη απόδειξη του παραπάνω. Στη συγκεκριμένη περίπτωση η Ιόλη Ανδρεάδη αφουγκράστηκε με ιδιαίτερη προσοχή το «πιο φιλοσοφικό» από τα έργα του Μολιέρου –που στοχάζεται πάνω στο θέμα της κοινωνικής υποκρισίας και στη θέση που έχει (ή δεν έχει) ένας αθεράπευτα ειλικρινής άνθρωπος σε μια τέτοια κοινωνία– και αυτή η φιλοσοφική χροιά του καθοδήγησε τη σκηνοθεσία της, καθώς φρόντισε κυριολεκτικά να προβάλει τη ρητορική του στο προσκήνιο.
Η τοποθέτηση της δράσης σε έναν άδειο χώρο όπου δεσπόζουν έξι τεράστια κάδρα ορίζει αμέσως την έννοια της «βιτρίνας» ως κυρίαρχη της παράστασης, ενώ μπροστά είναι στημένο ένα μικρόφωνο απ’ όπου κάθε ήρωας θα παραθέσει ενώπιον του κοινού την «κοσμοθεωρία» του και θα διασταυρώσει τα ξίφη του με ιδεολογικούς αντιπάλους κι ερωτικούς αντίζηλους (σκηνογραφία: Δήμητρα Λιάκουρα). Έτσι η δράση μοιράζεται σε δύο επίπεδα, πάνω και μέσα στα κάδρα, εκεί όπου ο κοινωνικός περίγυρος του Άλκηστου (η νέα μετάφραση είναι του Γιάγκου Ανδρεάδη) συμπεριφέρεται σαν μηχανική κούκλα με πόζες και «τουπέ», και στο προσκήνιο που φιλοξενεί την εξέλιξη της ιστορίας.

Η παράσταση είναι απολύτως και με ακρίβεια συντονισμένη, σε ένα ύφος που ορίζεται από το μετωπικό στήσιμο, την απειροελάχιστη δράση, την απουσία μουσικής, την άκρως στιλιζαρισμένη κίνηση και το οποίο καταφέρνει πράγματι να αναδείξει το έργο ως πεδίο εξέλιξης κυρίως μιας ιδεολογικής διαμάχης, αλλά –πρέπει να ειπωθεί και αυτό– δυσχεραίνει σε σημαντικό βαθμό τη θεατρικότητα και την ευρυθμία του αποτελέσματος. Είναι επίσης πολύ ενδιαφέρων ο τρόπος με τον οποίο συνέλαβε η σκηνοθεσία τον Άλκηστο, καθώς το παραξένισμα που δημιουργούν οι κωμικές αποχρώσεις της έκφρασης και της κίνησής του αποτυπώνουν την εικόνα του ήρωα μέσα από τα μάτια των υπολοίπων, όσων δεν τον κατανοούν, τον αποστρέφονται ή τον χλευάζουν, ενώ το διφορούμενο φινάλε προσθέτει επιπλέον έναν λόγο να στοχαστεί κάποιος πάνω στην παράσταση.
Οι διασκευές, βέβαια, συνήθως κάτι κρατούν και κάτι αφήνουν. Εδώ, ως απόρροια της σκηνοθετικής επιλογής, τα συναισθήματα σαν να μπήκαν σε μια ψεύτικη συνθήκη και το ζήτημα του έρωτα αφέθηκε σε δεύτερο πλάνο, με αποτέλεσμα η παράσταση να μη σχετίζεται τελικά τόσο με το δραματικό δίλημμα που βρίσκεται στον πυρήνα του έργου, δηλαδή με τον αδιέξοδο έρωτα ενός άντρα για μια γυναίκα που εκπροσωπεί ό,τι αυτός απεχθάνεται. Πάντως, οι ηθοποιοί αντεπεξήλθαν στο ζητούμενο που τους ήθελε μαριονέτες παρά ανθρώπους με σάρκα και οστά, με αδιαμφισβήτητο κυρίαρχο τον εξαιρετικό Μιλτιάδη Φιορέντζη στον ρόλο του Άλκηστου.
ΣΥΓΧΡΟΝΟ ΘΕΑΤΡΟ Ευμολπιδών 45, Γκάζι, 2103464380. Διάρκεια: 90΄.
Περισσότερες πληροφορίες
Ο μισάνθρωπος
Η υποκρισία, ο έρωτας, το συμφέρον και η αγωνία των ανθρώπων για το φαίνεσθαι μέσα από την πιο πικρή κωμωδία του Μολιέρου.