Με θεματική που κινείται κάπου μεταξύ Σαίξπηρ και… House of cards, ούτε το έργο αλλά ούτε η παράσταση καταφέρνουν να λειτουργήσουν με τη δυναμική κάποιας από τις δύο αναφορές
Στο νέο του έργο -το δεύτερο που γράφει κατά παραγγελία για το Θέατρο Τέχνης μετά την περσινή «Αδαμαντία»-, ο Παναγιώτης Μέντης ακολουθεί μια πεπατημένη που, σε ορισμένες περιπτώσεις, έχει καταλήξει σε εξαιρετικά δείγματα γραφής. Εμπνέεται ελεύθερα από την κλασική δραματουργία, τη σαιξπηρική συγκεκριμένα, και γράφει ένα νέο έργο, με σύγχρονες αναφορές. Πατώντας στον «Μάκβεθ», συνθέτει ένα έργο για τρία πρόσωπα, που επιθυμεί να μιλήσει για την πολιτική πραγματικότητα του 21ου αιώνα.
Ο Μέντης δεν μεταγράφει το σαιξπηρικό πρωτότυπο, δανείζεται όμως το δίπολο του συζυγικού ζεύγους ως ακραίες προσωποποιήσεις της δίψας για εξουσία. Οι ίντριγκες και η διαπλοκή ως τρόπος άσκησης της πολιτικής στους διαδρόμους του Ευρωβουλίου προσωποποιούνται στον Μακ και την Μπεθ, που έχουν χτιστεί στο πρότυπο ενός αδίστακτου διδύμου· ο άνδρας πατάει επί πτωμάτων προκειμένου να ανελιχθεί στην ιεραρχία του κόμματος και της πολιτικής ζωής, και η σύζυγος τον σιγοντάρει παρασκηνιακά. Η ηδονή της εξουσίας θρέφει και καθορίζει και τη δική τους -έντονα σαρκική- σχέση. Το τρίτο πρόσωπο είναι μια πόρνη, μια λαϊκή παρουσία που έχει φοιτήσει στο «σχολείο της ζωής», το πεζοδρόμιο, και λειτουργεί αντιστικτικά στους Μακ-Μπεθ.
Παράλληλα, o Μέντης έχει εμβολίσει το έργο με διάσπαρτες σαιξπηρικές αναφορές, που φαίνονται στο ποιητικό ύφος, σε κάποιες δανεισμένες ατάκες και στους παραλληλισμούς της ζωής ως θέατρο, με κυρίαρχη την ιδέα που ανοίγει και κλείνει το έργο: «Και τι είναι η η ζωή; Ευκαιρία για έναν ηθοποιό με δέκα λέξεις».
Εντέλει όμως το έργο καταλήγει να ακουστεί μάλλον αδιάφορα, με προσχηματικούς χαρακτήρες, σχεδόν ανύπαρκτη δράση, γεμάτο κλισέ για την πολιτική διαφθορά, την υποκρισία των ισχυρών, το κυνήγι της εξουσίας κ.λπ.. Ο «Οίκος Μακ-Μπεθ» με το σύγχρονο ένδυμα καταλήγει να είναι ένα έργο μάλλον παρωχημένης αισθητικής και αποδυναμωμένης δυναμικής. Ίσως να φταίει η κυριολεξία που κυριαρχεί, παρά το μέγεθος με το οποίο επιχειρείται να περιβληθεί. Δεν νομίζω, εξάλλου, πως είναι αναγκαίο να γραφτεί ένα έργο που θα αναφέρεται κατά λέξη στις διαπλοκές, τους εντεταλμένους, τα σκάνδαλα, για να είναι επίκαιρο και καίριο. Γι’ αυτό, άλλωστε, μεγάλα έργα της παγκόσμιας δραματουργίας, που έχουν γραφτεί ακόμη και αιώνες νωρίτερα, μπορούν να αναφερθούν στο σήμερα, αν σκηνοθετηθούν με αυτή την οπτική υπ’ όψιν.
Έπειτα, η σκηνοθεσία του Κωστή Καπελώνη δεν βοήθησε, αν δεν δυσχέρανε, τη συνολική εντύπωση που αφήνει το έργο. Η παράσταση επί της ουσίας αναλώνεται σε μια φτιαχτή σκηνική εικόνα. Μνημειακό στήσιμο -αργές κινήσεις, πόζες-, ίσως για να επιτευχθεί μια αρχετυπική αίσθηση, υποβλητική μουσική υπόκρουση για ατμόσφαιρα, αισθητικές αντιθέσεις στις ερμηνείες αναλόγως ρόλου: γρήγορη, με κάποια μουσικότητα, εκφορά λόγου από τον Μακ (για να δειχθεί η παραφορά του;), επιτηδευμένη θεατρικότητα από τη σύζυγό του (για να δειχθεί ο κυνικός χαρακτήρας της;) και (αναμενόμενα) γειωμένη, «καθημερινή» υποκριτική από την πόρνη. Κάποιες ωραίες ιδέες στα κοστούμια, π.χ. ο τρόπος που το ανδρικό κοστούμι συγκεράζει το σύγχρονο με το σαιξπηρικό στοιχείο, δεν σώζουν βέβαια την κατάσταση.
Θέατρο Τέχνης-Υπόγειο, Πεσμαζόγλου 5, 210 3228706 . Διάρκεια: 100΄.
Περισσότερες πληροφορίες
Οίκος Μακ-Μπεθ
Πολιτικό, ψυχολογικό θρίλερ για τη σύγχρονη ευρωπαϊκή πολιτική πραγματικότητα και την αναμενόμενη μετα-δημοκρατία, βασισμένο στον «Μάκβεθ» του Σαίξπηρ.