
Η Gisela McDaniel ενώνει γλώσσες και πολιτισμούς με το νέο της πρότζεκτ "Pineptran Istreyas & Αχινός". Η Τσαμόρο καλλιτέχνιδα, μέλος της μέλους της αυτόχθονης κοινότητας του Γκουάχαν (Guam) και εκπρόσωπος της διασποράς, έρχεται στην Αθήνα το Σάββατο 18 Οκτωβρίου (5 μ.μ.), στην γκαλερί Dio Horia, για να εγκαινιάσει μία πολύ ιδιαίτερη σειρά ζωγραφικών έργων που δίνουν φωνή σε περιθωριοποιημένες γυναίκες και αποκαλύπτουν συγκινητικές ιστορίες.
Οι πίνακες δημιουργήθηκαν κατά τη διάρκεια παραμονής της McDaniel στην Αθήνα και τη Μύκονο, όπου μελέτησε το φυσικό τοπίο και ήρθε σε επαφή με τους ντόπιους, προκειμένου να μάθει περισσότερα για την καθημερινότητα, τις συνήθειες και την κουλτούρα τους. Παράλληλα, η εικαστικός ήθελε να εντοπίσει κοινά στοιχεία ανάμεσα στις πρωταγωνίστριες αρχαιοελληνικών μύθων και των γυναικών και μη δυαδικών ατόμων που ταυτίζονται με την θηλυκότητα, τα οποία απαθανατίζει στη ζωγραφική της.

Για την McDaniel, το πορτρέτο λειτουργεί ως πράξη αντίστασης και ίασης. Οι άνθρωποι που ζωγραφίζει είναι παράλληλα και συνεργάτες της, καθώς αυτοί μοιράζονται μαζί της τις ιστορίες τους, αυτοπροσδιορίζονται και έτσι τοποθετούνται στο προσκήνιο.
Λίγο πριν ανακαλύψουμε τις ιστορίες που κρύβουν οι πίνακές της, μιλήσαμε με την καλλιτέχνιδα για τις εμπειρίες της κατά τη διάρκεια παραμονής της στη Μύκονο, τον τρόπο που συνεργάζεται με τα "μοντέλα" που ζωγραφίζει και τους ελληνικούς μύθους που τη γοήτευσαν.
Πώς η ζωγραφική σου γίνεται μέσο ενδυνάμωσης και αποκατάστασης;
Δεν θεωρώ τα πορτρέτα μου "ενδυναμωτικά" για τις ομάδες αυτόχθονων, Πασίφικα, τους λαούς του Παγκοσμίου Νότου και όλες τις παραγκωνισμένες κοινότητες. Προτιμώ η δουλειά μου να αντιμετωπίζεται ως μέσο ανάδειξης της σοφίας, της δύναμης και της αντίστασης που προϋπάρχουν σε αυτές τις ομάδες, όπως αυτές θα ειπωθούν από το άτομο με το οποίο θα συνεργαστώ. Στόχος μου είναι η αμφισβήτηση και η προσπάθεια μετασχηματισμού των συνθηκών υπό τις οποίες ιστορικά δημιουργούνταν και προωθούνταν οι καλές τέχνες σε διεθνείς χώρους, και ειδικά σε δημοφιλή μουσεία και ιδρύματα καλών τεχνών.
"Η τέχνη δεν αντανακλάται και διαμορφώνεται μόνο από την ιστορία, αλλά έχει επίσης τη δυνατότητα να τη διαμορφώσει"
Επομένως, παρόλο που έχω το προνόμιο να χρησιμοποιώ και να αναπτύσσω τις δεξιότητές μου ως καλλιτέχνιδα για να δημιουργώ έργα που αποτίνουν φόρο τιμής σε αληθινά πρόσωπα, τα οποία ζουν, εργάζονται και επιβιώνουν σήμερα, έχω πλήρη επίγνωση ότι αυτά τα άτομα προέρχονται από οικογένειες και κοινότητες που διαμορφώθηκαν μέσα από περιστατικά βίας, συμπεριλαμβανομένου του πολέμου, του εκτοπισμού και των νομικών και των de facto διακρίσεων. Είτε πρόκειται για ιστορίες άλλων οικογενειών είτε της δικής μου, βλέπω τη δουλειά μου κυρίως ως μία αφηγηματική μορφή που αποκαλύπτει την ανθεκτικότητα και την αξιοπρέπεια ενός συνεργάτη.

Ποιες είναι οι αναφορές σου;
Έχω επηρεαστεί πολύ από καλλιτέχνες της γενιάς μου, όπως τους Hiba Schahbaz, Tschabala Self, Hayv Kahraman, των οποίων η απεικόνιση θηλυκών μορφών και δικών τους πολιτιστικών οπτικών και αντανακλάσεων γύρω από την κοινωνία πιστεύω ότι είναι κομβική για την κατανόηση ευρύτερων, διεθνών συζητήσεων. Επίσης, με ενδιαφέρει πολύ το έργο της Γαλλίδας περφόρμερ Orlan, η οποία εξερευνά θηλυκά αρχέτυπα στην ιστορία της τέχνης και τη σχέση της με το ίδιο της το σώμα. Λατρεύω επίσης τη Niki de Saint Phalle, καθώς είχα δει μια ρετροσπεκτίβα της όταν πρωτοξεκίνησε η καριέρα μου και με επηρέασε έντονα η τέχνη της, από τα πιο σκοτεινά έργα μέχρι πρότζεκτ που εξυμνούν το σώμα και κάνουν αναφορές σε μυθολογία και αστρολογία. Αρκετοί συνδέουν την τέχνη μου με εκείνη του Γκογκέν και πιστεύω ότι, πριν κάνω καν μόνη μου αυτή τη συσχέτιση, χρησιμοποιούσα μία παρόμοια παλέτα, καθώς τα ζωηρά χρώματα των νησιών μού είναι πολύ οικεία. Περισσότερο με επηρέασε η σχέση του Γκογκέν με τις νταντάδες του αλλά και εκείνη που το κοινό έχει αναπτύξει με το έργο του, καθώς προσέφερε σε νησιώτισσες την ευκαιρία να αναγνωριστούν παγκοσμίως. Επίσης, εμπνέομαι από τη δική μου κουλτούρα Τσαμόρο– ένας από τους αγαπημένους μου καλλιτέχνες και υφαντές από τη Μικρονησία είναι ο Quichocho Siongco.

Ποια είναι η διαδικασία όταν συνεργάζεσαι με περιθωριοποιημένες ομάδες; Σου είναι σημαντικό να αναπτύξεις μία σχέση με το κάθε άτομο πριν το ζωγραφίσεις;
Προσεγγίζω τους συνεργάτες μου ως ανθρώπους που έχουν να αφηγηθούν συγκεκριμένες ιστορίες, αντί να τους αντιμετωπίζω ως "περιθωριοποιημένους". Κυρίως με ενδιαφέρει πώς βλέπουν και αφηγούνται τις προσωπικές τους ιστορίες και ζωές – είναι δευτερεύον στοιχείο αν προκύψουν δεδομένα για τον τρόπο που η κοινωνία αντιμετωπίζει τις μειονότητες. Εστιάζοντας στις δικές τους αφηγήσεις, αποβάλλουμε την οπτική της κοινωνίας και δίνουμε προτεραιότητα στο πώς βιώνουν, αντιστέκονται και διαμορφώνουν τον κόσμο γύρω τους. Αυτό δεν σημαίνει ότι οι συνέπειες της περιθωριοποίησής τους είναι κάτι που αποφεύγουμε ως αναφορά. Ο ευρύτερος σκοπός είναι να εκφραστούν ελεύθερα ως υποκείμενα και όχι απλώς ως άτομα που διαρκώς στοχοποιούνται.
Τι προσδίδει στο τελικό έργο η άμεση συνεργασία με το κάθε "μοντέλο";
Με πολλούς τρόπους, αυτές οι συνεργασίες προηγούνται και υπερβαίνουν τη δημιουργία του εκάστοτε έργου. Στην πραγματικότητα, δεν υπάρχει "τελικό έργο" γιατί αυτό "βγαίνει" στον κόσμο και αλληλεπιδρά μέσα σε ένα οικοσύστημα θεατών, συλλεκτών, ιδρυμάτων κ.α. Ενώ εγώ και το "μοντέλο" μεταφέρουμε στον πίνακα συγκεκριμένες εμπειρίες, ο αντίκτυπος και οι συμβολισμοί του κάθε έργου, όταν πια αυτό βγει από το εργαστήριό μου, είναι αυτόνομα.
Μου είναι σημαντική η αναγνώριση δύο ζητημάτων: πρώτον, ότι η τέχνη δεν αντανακλάται και διαμορφώνεται μόνο από την ιστορία, αλλά έχει επίσης τη δυνατότητα να τη διαμορφώσει. Δεύτερον, το γεγονός ότι η τέχνη ανήκει σε ένα ευρύτερο κοινωνικό και ιστορικό πλαίσιο, μέσα στο οποίο ούτε ο καλλιτέχνης ούτε τα άτομα που μοιράζονται τις ιστορίες τους μπορούν να έχουν πλήρη έλεγχο για το πώς θα ερμηνευτεί τελικά ένα έργο. Υπό μία έννοια, είναι όπως ο γονέας που μεγαλώνει ένα παιδί: κάνει τα πάντα για να τα προστατεύσει και να διαμορφώσει τον χαρακτήρα του, αλλά ξέρει ότι θα πρέπει αργότερα να ανταπεξέλθει μόνο του στον κόσμο. Ωστόσο πάντα είμαι προστατευτική απέναντι στους πίνακές μου. Πρόσφατα, κάποια έργα μου μετατοπίστηκαν και υπέστησαν φθορές από ένα χώρο που εμπιστευόμουν. Αυτή η εμπειρία με έκανε να συνειδητοποιήσω ότι ο κάθε πίνακας δεν είναι απλώς ένα αντικείμενο για εμένα, αλλά κάτι ιερό, σαν οικογένεια. Μάλιστα, όταν μου επιστράφηκαν τα έργα που έλειπαν, αγκάλιασα ένα με ανεξέλεγκτη ανακούφιση.
Πες μας περισσότερα για τις εμπειρίες σου από την επαφή με τα άτομα που πρωταγωνιστούν στα έργα σου.
Το κάθε άτομο που γνωρίζω μου αποκαλύπτει πολύ προσωπικά πράγματα, όπως πώς να ζεις μία ουσιαστική ζωή και πώς να επιβιώνεις στον κόσμο. Πιστεύω ότι η προσωπική σοφία αυτών των ατόμων μπορεί να μας βοηθήσει συλλογικά. Πολλοί φίλοι που έχω ζωγραφίζει στο παρελθόν (ακτιβιστές, θεραπευτές, μητέρες και άλλοι καλλιτέχνες) μου έχουν προσφέρει ανεκτίμητη γνώση μέσα από τη δουλειά και τα ενδιαφέροντά τους, τα οποία μετά καταγράφω στην τέχνη μου.
Συνολικά έχω συλλέξει αρχειακό ηχητικό υλικό εννέα χρόνων, που περιλαμβάνει ιστορίες επούλωσης από βία κατά του φύλου, διαγενεακού τραύματος, σεξισμού και ρατσισμού στο χώρο της ιατρικής, εκτρώσεων, γεννών, ακτιβισμού, επιτευγμάτων, αγώνων για τη διεκδίκηση γης, αυτονομίας κ.α. Πολλές από αυτές τις συζητήσεις αλληλοσυνδέονται και τελικά μας μαθαίνουν τρόπους φροντίδας του εαυτού μας αλλά και του κόσμου. Πιστεύω ότι τα συναισθήματα και τα βιώματα που προκύπτουν από αυτή τη δουλειά είναι εξίσου σημαντικά και με ώθησαν να εντάξω τη "συναισθηματική έρευνα" στην αισθητική μου.

Πώς ήταν η εμπειρία στη Μύκονο και τι σε ενδιέφερε να μελετήσεις κατά τη διάρκεια της φιλοξενίας σου στο νησί;
Ως ιθαγενής κάτοικος των Νήσων του Ειρηνικού που μεγάλωσε στη διασπορά, κάθε μέρα που περνώ στο Γκουάχαν, το νησί των προγόνων μου, είναι βαθιά θεραπευτική. Παρότι το πρόγραμμα φιλοξενίας στη Μύκονο πραγματοποιήθηκε σε τουριστική σεζόν, μπορούσα να πηγαίνω κάθε πρωί στη θάλασσα, τόσο για χαλάρωση όσο και για έμπνευση. Κάθε εμπειρία εκεί ήταν υπενθύμιση ότι πρέπει να σέβομαι τη φύση, παρά να τη φοβάμαι. Επιπλέον, ήταν συναρπαστικό να μαθαίνω για την ελληνική μυθολογία και πώς έχει ενσωματωθεί στην καθημερινότητα και την κουλτούρα των Ελλήνων. Αντί να αντιμετωπίζονται ως κάτι εξιδανικευμένο, οι αρχαίοι μύθοι ήταν μέρος της παιδικής ηλικίας των ανθρώπων. Δεν θεωρούνται υψηλή γνώση, αλλά ένας τρόπος να μάθεις κομβικές αξίες και σοφίες. Μου θύμισε τις μητέρες και γιαγιάδες που μοιράζονται θρύλους των Τσαμόρο σε νταντάδες και φίλους που έχω γνωρίσει στο Γκουάχαν. Τόσο στην κοινότητα των Τσαμόρο όσο και στην ελληνική, αυτά που κάποιοι θεωρούν μύθους και λαϊκά παραμύθια, ήταν ένα μέσο επικοινωνίας πολιτιστικών αξιών και τρόπων ύπαρξης στον κόσμο.
Τι ρόλο παίζει η κλασική μυθολογία στους πίνακές σου και ποια στοιχεία των ελληνικών μύθων ήθελες να αναδείξεις στο πρότζεκτ που παρουσιάζεις στα Dio Horia;
Καθώς δούλευα, έψαχνα μύθους από τη γυναικεία οπτική και παράλληλα ζητούσα από τους ντόπιους να μοιραστούν προσωπικές τους ιστορίες. Ένας φίλος μού είπε για τις γιαλούδες της Μυκόνου, που μου θύμισαν ότι οι ντόπιοι λένε ιστορίες ως προειδοποίηση ή για να διδάξουν μαθήματα. Συνέδεσα τις διαφορετικές νύμφες της αρχαιοελληνικής μυθολογίας με μερικά άτομα που θα παρουσίαζα στην έκθεση στην Αθήνα – εστιάζοντας στη σχέση τους με τη γη. Μου άρεσαν πολύ οι μύθοι της Δήμητρας και της Περσεφόνης, της Κίρκης, της Μήδειας, της Αριάδνης και της Κλυταιμνήστρας.
Δείτε όλες τις εκθέσεις της πόλης στον οδηγό τεχνών του athinorama.gr
Περισσότερες πληροφορίες
Gisela McDaniel: Pineptran Istreyas & Αχινός
Ένα νέο σώμα έργων που δημιουργήθηκαν κατά τη διάρκεια της παραμονής της McDaniel στην Ελλάδα, σηματοδοτώντας μια ουσιαστική διεύρυνση της καλλιτεχνικής της πρακτικής μέσα από τις διασταυρώσεις πολιτισμών, ιστοριών και γεωγραφιών. Το έργο της McDaniel επαναδιεκδικεί το πορτραίτο ως χώρο ίασης, συνεργασίας και αποαποικιοκρατικής αφήγησης. Δουλεύοντας κυρίως με γυναίκες, μη δυαδικά πρόσωπα και άτομα που ταυτίζονται με τη θηλυκότητα, η καλλιτέχνιδα προσεγγίζει το πορτραίτο ως πράξη αντίστασης και ίασης. Τα πρόσωπα που απεικονίζει δεν είναι απλώς υποκείμενα, αλλά συνεργάτες που μοιράζονται τις προσωπικές τους ιστορίες μέσα από συζήτηση και ήχο — μια διαδικασία που τοποθετεί στο κέντρο την προσωπική φωνή και τον αυτοπροσδιορισμό. Η έκθεση αποτυπώνει τον διάλογο της McDaniel με την ελληνική μυθολογία, τις φυσικές δυνάμεις και τις κοινές γλώσσες της νησιωτικής ζωής.