Επιμένοντας στον μοντερνισμό την εποχή που η εγχώρια σκηνή αποζητούσε την ανανέωση μέσω νέων προσεγγίσεων στην παράδοση, εμμένοντας στην εξερεύνηση της πλαστικότητας και την τελειότητα της φόρμας κι ατενίζοντας πάντα σεμνά κι αυστηρά το έργο της, η Ελένη Βερναδάκη αποτελεί ίσως το σημαντικότερο κεφάλαιο της καλλιτεχνικής κεραμικής στην Ελλάδα κατά το δεύτερο μισό του 20ού αιώνα. Κεραμοπλάστρια κι όχι κεραμίστρια, επισημαίνει η ίδια σε κάθε της συνέντευξη, ενώ συχνά εκφράζει τη λύπη της για την απουσία της Πολιτείας όλα αυτά τα χρόνια που ήταν ενεργή.
Το κενό προτίθεται να καλύψει το παρόν Υπουργείο Πολιτισμού κι η Λίνα Μενδώνη, η οποία απηύθυνε επιστολή προς τον Γενικό Γραμματέα Πολιτισμού Γιώργο Διδασκάλου, στην οποία ζητά την άμεση εισαγωγή του εργαστηρίου της Ελένης Βερναδάκη στο Κεντρικό Συμβούλιο Νεωτέρων Μνημείων για την κήρυξη ή μη ως μνημείου.
Πρόκειται για τον εντυπωσιακό χώρο που σχεδίασε ο Τάκης Ζενέτος το 1973, εξαρχής ως εργαστήριο κεραμικής, κι εκεί όπου μεγαλούργησε η Βερναδάκη, αφήνοντας ελεύθερο το δημιουργικό της νου. Το άπλετο φως χωρίς άμεσο ήλιο, η μελετημένη θερμοκρασίας κι η ευχάριστη ανοιχτοσιά είναι τα συστατικά αυτού του εμπνευσμένου αρχιτεκτονήματος που αυτόματα εμπνέει όποιον το διαβεί.

«Η μεγάλη δημιουργός της τέχνης της κεραμοπλαστικής Ελένη Βερναδάκη δούλεψε, από το 1974 και για 46 έτη, στο Μορφολογικό Κέντρο Αθηνών, στην Κάντζα», αναφέρει η επιστολή, «το εργαστήριο ως αρχιτεκτόνημα επηρέασε άμεσα την Ελένη Βερναδάκη στην τέχνη της – η συνεύρεση των δύο δημιουργών ήταν καθοριστική για την καλλιτεχνική έκφραση και τη δημιουργία της Βερναδάκη. Εδώ έγκειται και η υποχρέωση της Πολιτείας».
Έως το 2015, στο κτήριο του Ζενέτου λειτούργησε το Μορφολογικό Κέντρο Αθηνών - adc (Athens Design Center), το οποίο ίδρυσε η καλλιτέχνιδα με τον σύζυγό της Νίκο Παπαδάκι και αποτέλεσε σημείο αναφοράς για τη δημιουργία και την προώθηση κεραμικών έργων.