Διεύθυνση:
Tηλ:
Τιμές:
€65 - €70
Ακόμη και μια ήσυχη βραδιά είναι μια ωραία βραδιά εδώ στο "Rick’s", το ίσως πιο αβίαστα αρχοντικό εστιατόριο της Κηφισιάς αυτή τη στιγμή. Η κινηματογραφική του φορεσιά του πάει πολύ, κι έχει μια ράθυμη, ήρεμη ενέργεια ο χώρος και οι άνθρωποί του, σαφώς πιο μελωμένη από εκείνη της προηγούμενης ταυτότητάς του (ως ΒΠ έδρα του "Drakoulis Dry & Raw"), που βγάζει ακόμη πιο έντονο το ατμοσφαιρικό sexiness του μαγαζιού, τόσο στο τζαμωτό αίθριο με τις μυστηριακές περσίδες προς την πλευρά του δρόμο, όσο και στην κεντρική σάλα με το εμφατικό νεοϋορκέζικο vibe – αν δεν το πιάσετε απ’ τις φωτογραφίες παικτών των New York Yankees, ή εκείνη του Μοχάμεντ Άλι στο Madison Square Garden, υπάρχει και μια αφίσα από το "Manhattan" του Γούντι Άλεν στους γεμάτος κάδρα τοίχους, για να σας προσανατολίσει.

Έχουμε έρθει από νωρίς απόψε, και βρίσκουμε εδώ μόνο δυο παρέες με business dinner ενέργεια στο τζαμωτό, και δυο ladies who dine δίπλα στο τζάκι. Σύντομα, όμως, η σάλα γεμίζει ζωηράδα, με τον κόσμο να φέρνει ενέργεια οικογενειακού μαζώματος στο μαγαζί: στρώνονται σε μεγάλα τραπέζια με πλήρες το ηλικιακό φάσμα σε κάθε ένα απ’ αυτά, και σκέφτομαι ότι πολύ θα μου άρεσε ως παιδί, ένα από τα τραπεζώματα της περιόδου των γιορτών να γινόταν σε ένα μέρος σαν κι αυτό. Έχει γλυκιά γοητεία όλη αυτή η τελετουργία των διπλών λευκών τραπεζομάντιλων, των γλυκών φωτισμών, των σερβιτόρων με τα γιλέκα και των σερβιρισμάτων με τα τρόλεϊ, που στα μάτια των παιδιών κάνει τον κόσμο των μεγάλων όλως εξωτικό.

Κομμάτι της γοητείας του οφείλει και στο ότι, παρ’ ότι δεν έχει συμπληρώσει ακόμη το δεύτερο χρόνο της λειτουργίας του, το "Rick’s" μοιάζει σα να ήταν από πάντα εδώ – είναι εντυπωσιακά οργανική η έμφυτη πατίνα του, στην πραγματικότητα όμως, το μαγαζί συστήθηκε στις αρχές του 2024. Και μάλιστα, ως αμερικάνικο steakhouse, αν και το μαγειρικό του στίγμα είναι πολύ πιο ευρύ, με τον executive chef της S-One Hospitality, Δημήτρη Σταμούδη, να συγκεντρώνει εδώ φαβορί της γαλλικής μπιστρό παράδοσης, για να πλουτίσει την καλοφαγική του πρόταση με πιάτα που έχουν για κύρια συστατικά τους τον κλασικισμό, την απλότητα και την απλόχερη νοστιμιά – εκείνη που δεν τσιγκουνεύεται την πληθωρικότητα ούτε σε γεύσεις, ούτε σε υλικά, ούτε και σε θερμίδες.


Το βούτυρο, που έρχεται στο τραπέζι περασμένο απ’ το φούρνο κι αρτυμένο με μπόλικο αλάτι, είναι το πρώτο σημάδι ότι οι αρτηρίες σας είναι το τελευταίο πράγμα που πρέπει να σας απασχολεί όταν καθίσετε σε ένα από τα τραπέζια του "Rick’s". Συνεχίστε λοιπόν με στρείδια Rockefeller, με κρουστό το τυρένιο καπάκι τους και την κρεμώδη πληθωρικότητα από κάτω να τυλίγει με αναπολογητική λιπαρότητα την αψάδα του θαλασσινού πρωταγωνιστή, ενώ στο πλάι μπορείτε να βάλετε κι ένα από τα φίνας σφριγηλότητας χτένια του μενού, περασμένα τόσο όσο από τον josper, για να "αρπάξει" η επιδερμίδα τους και να ρουφήξει η σάρκα τους νοστιμιά απ’ τη beurre blanc με nori. Κι αφού έχετε μπει σε θαλασσινό mood, μην προσπεράσετε ούτε το crab cake, που δύσκολα το πετυχαίνεις με την καβουρόψυχα να διατηρεί το δάγκωμά της, στο "Rick’s" όμως έχει όχι μόνο την υφή, αλλά και τη νοστιμιά του θαλασσινού ζωηρή, δικαιολογώντας τη θέση του ως signature πιάτο στο μενού.

Περνώντας σε πιο… γήινες γεύσεις, κρατήστε φυσικά μια θέση στο τραπέζι για το μοσχαρίσιο ταρτάρ, που γίνεται με prime steak κομμένο στο χέρι – όπως πρέπει, δηλαδή, για να έρθει χοντρούτσικο και να δείξει στο γεμάτο δάγκωμα την ποιότητα της πρώτης ύλης του, έστω κι αν το ντρεσάρισμά της θα σήκωνε μια ιδέα παραπάνω ένταση, σε οξύτητα ή κάψα. Η κουζίνα, υπό την ηγεσία του ικανού και έμπειρου head chef Άγγελου Ανδριανάκη, φτιάχνει επίσης δικά της μοσχαρίσια λουκάνικα (με γλυκάδια, παρακαλώ), τα οποία έρχονται με δάγκωμα στιβαρό, αλλά όχι μπουκωτικό – δείγμα ότι γίνονται από χέρι απαλό -, ενώ λιμπιστική είναι και η μπολονέζ του "Rick’s": έχει ωραία γρετζάδα στο κόψιμο του τρυφερού κιμά (σχεδόν σα σπασμένοι κεφτέδες), κρίμα όμως που δεν την βρίσκουμε και στην στρογγυλεμένη, όχι ιδιαίτερα συναρπαστική σάλτσα της – για την ακρίβεια, η κρέμα παρμεζάνας είναι αυτή που, τελικά, δίνει νοστιμιά στη σωστά βρασμένη, ντελικάτη παπαρδέλα.


Το μπουτάκι πάπιας, που μαγειρεύεται κονφί και στολίζεται με ντεμιγκλάς με κόκκινα φρούτα, δεν είναι η καλύτερη στιγμή του μενού, με το πουλερικό να έρχεται κομματάκι στεγνό κι ανέκφραστο, όμως ποιος πάει σε steakhouse για να φάει πάπια; Αφήστε τη στην άκρη και μπείτε κατευθείαν στο ψητό: οι κοπές ίσως καταλαμβάνουν στο μενού λιγότερο χώρο απ’ όσο θα περιμένατε, η επιλογή τους όμως είναι στοχευμένη και αποτελεσματική. Απόδειξη το φιλέτο που δοκιμάσαμε: ένα κομμάτι που, κατά κανόνα, δεν έχει τον συναρπαστικό χαρακτήρα άλλων, πιο δημοφιλών κοπών, εκτός κι αν είναι της ποιότητας που πετύχαμε εδώ (από την premium σειρά της Creekstone Farm), με ψήσιμο σωστό, ώστε να διατηρεί χυμώδη εκφραστικότητα στη ζουμερή, ανάλαφρη μπουκιά του.

Για το γλυκό φινάλε, το οποίο επιμελείται ο Θάνος Σταμούδης, περιορίστε όποια περιπετειώδη διάθεση μπορεί να αισθανθείτε και εστιάστε στη signature επιλογή του μενού: το Croquembouche, έναν πύργο, δηλαδή, με τραγανά σου, κρέμα βανίλιας Μαδαγασκάρης και αλμυρή καραμέλα, αφού είναι όχι μόνο το πιο φωτογενές από τα επιδόρπια, αλλά και το πιο ταιριαστό σε πληθωρικότητα με το πνεύμα των γιορτινών ημερών που διανύουμε.
Η επίσκεψη του κριτικού έγινε στις 15/12.
RICK’S, Πεντέλης 1, Κεφαλάρι, 2107548348. Ωράριο λειτουργίας: Καθημερινά 6.30μμ – 12πμ, Σάββατο: 1μμ – 12πμ, Κυριακή: 1μμ – 8μμ. Τιμή: 45-100 (το άτομο χωρίς ποτά και κουβέρ). Πρόσβαση ΑμεΑ: Ναι. Πάρκινγκ: Valet parking.
