Τι μπορεί να μας επιφυλάσσει ένα «Ρεμπέτικο αρχαιοελληνικό συμπόσιο»; Ο δημιουργός του Βασίλης Μαυρογεωργίου μοιράζεται μαζί μας τις σκέψεις του για την παράσταση που θα δούμε στο Αρχαιολογικό Μουσείο Πειραιά (5-6/9) και στη Ρωμαϊκή Αγορά (σε ημερομηνίες που θα ανακοινωθούν σύντομα μετά την προσωρινή αναστολή τους λόγω επιδημιολογικών δεδομένων).
Είναι ένα τρελό καλοκαίρι. Όλα είναι ανάποδα και περίεργα. Η πρώτη αντίδραση που μου γεννήθηκε αυτομάτως ήταν μια τάση για εσωστρέφεια και υπομονή. Ήρθε όμως μπροστά μου αυτό το τρομερό βιβλίο, που συζητούσαμε καιρό με τη Μαριάννα Κάλμπαρη, η «Μυθολογία» του Νίκου Τσιφόρου, ο τίτλος του οποίου προκαλεί γούρλωμα ματιών και ενθουσιασμό σε όποιον τον ακούει. «Έλα ρε, το αγαπημένο μου βιβλίο!». Έχοντας διαβάσει «Τα παιδιά της πιάτσας», στεναχωρήθηκα που δεν είχα προλάβει να διαβάσω και τη «Μυθολογία» νωρίτερα, γιατί τώρα θα την αντιμετώπιζα ως δουλειά. Βέβαια, η σκέψη αυτή κράτησε μόνο μέχρι να διαβάσω την πρώτη σελίδα, γιατί από κει και πέρα, φτάνοντας στη μέση του βιβλίου σε χρόνο ντε-τε, είχα ξεχάσει και το λόγο για τον οποίο το ξεκίνησα.
Η γλώσσα του Τσιφόρου σε αρπάζει από τα μαλλιά και σου χώνει τη μούρη σε έναν κουβά γεμάτο όνειρα, μυθικούς ήρωες, θεούς και αρχαιοελληνικά γλέντια. Με γοήτευσε πάρα πολύ το βλέμμα του συγγραφέα από το 1950 προς τα βάθη της αρχαιότητας και, μάλιστα, με μια γλώσσα που επαναστατεί απέναντι στη σοβαρότητα της εποχής του. Το 1950 φαντάζει κι αυτό πολύ μακρινό κι έχει τη δική του γοητεία (θα μου πεις, με τον ιό ακόμα και το πέρυσι μοιάζει μακρινό). Οι αριστοφανικές παραστάσεις του Κουν, η Αθήνα που εκμοντερνίζεται κάτω από την Ακρόπολη, τα θρυλικά μπουζούκια της εποχής, το «Χάραμα», η «Φαντασία», ο Χιώτης, ο Βαμβακάρης, ο Ζαμπέτας. Όλα αυτά μπλέκονται πολύ ταιριαστά με την αρχαία Αθήνα.
Κάποια στιγμή, έπεσαν στα χέρια μου φωτογραφίες από το λόφο του Φιλοπάππου και το θρυλικό καφενείο του Πικιώνη, με φόντο τον Παρθενώνα. Ήταν λες κι οι Έλληνες όλων των εποχών χόρευαν με το ίδιο μπουζούκι κι έπιναν το ίδιο κρασί. Έπειτα φτιάχτηκε μια πολύ ωραία ομάδα ηθοποιών (οι οποίοι είναι ταυτόχρονα και μουσικοί) και ξεκινήσαμε πρόβες. Η Παυλίνα Ζάχρα, ο Μιχάλης Κουτσκουδής, ο Πέτρος Μάλαμας, η Ιωάννα Μαυρέα, η Μαριλένα Μόσχου, και ο Σωτήρης Τσακωμίδης. Νιώθω μάλιστα πολύ τυχερός, γιατί ο Γιώργος Φουντούκος που κάνει την επιμέλεια της μουσικής είναι ένας πραγματικός τεχνίτης του λαϊκού και του ρεμπέτικου τραγουδιού και ο Πέτρος Μάλαμας είναι επίσης φοβερός τραγουδοποιός και, ταυτόχρονα, μια ζωντανή βιβλιοθήκη για το ρεμπέτικο.
Στην πρόβα μιλήσαμε για την ιστορία του ρεμπέτικου. Για τα κουτσαβάκια. Για τη μουσική που ήρθε από την Σμύρνη μετά την άλωση –που ήταν ένα πάντρεμα της ελληνικής και της τουρκικής–, πώς μπλέχτηκε με άλλα λαϊκά ακούσματα και με ήχους από τα νησιά. Για τις πρώτες ηχογραφήσεις στις αρχές του αιώνα με μηχανήματα που έρχονταν από τη Νέα Υόρκη, και για το πώς αυτή η μουσική πέρασε στην παρανομία. Το ρεμπέτικο δεν έχει πατρίδα, είναι η συνύπαρξη των ανθρώπων· όπως δεν έχουν πατρίδα κι οι μύθοι, κατά τον Τσιφόρο, καθώς πολύ συχνά μας θυμίζει πως οι Πέρσες, οι Ινδοί και οι Αιγύπτιοι μας έχουν χαρίσει πολλές από τις ιστορίες τους.
Περισσότερες πληροφορίες
Ρεμπέτικο αρχαιοελληνικό συμπόσιο
Ο μαγικός κόσμος των αρχαίων ελληνικών μύθων μπλέκεται με το ρεμπέτικο, αποδεικνύοντας την πλούσια πολιτιστική κληρονομιά της χώρας μας και όχι μόνο.