Ευρηματικότητα, δεξιοτεχνία, μελέτη και… προπόνηση. Μιλήσαμε με τον Αλέξη Σιμωνίδη, τον Στέφανο Δραγανιδάκη και τον Θάνο Ιωάννου, οι οποίοι κέρδισαν στους ελληνικούς τελικούς τριών από τους πολλούς διαγωνισμούς ποτού που διοργανώνονται στη χώρα μας, και πήραν το εισιτήριο για τους παγκόσμιους. Τους ρωτήσαμε για την έμπνευσή τους, για τα οφέλη που αποκόμισαν αλλά και τι συμβουλεύουν τους νεαρότερους συναδέλφους τους.
Πρέπει να ξέρεις γιατί παίρνεις μέρος, δεν είναι “Fame Story”», μου λέει ο Στέφανος Δραγανιδάκης, ανοίγοντας μια μεγάλη κουβέντα για τους διαγωνισμούς ποτών, τις απαιτήσεις τους, την κοπιώδη προετοιμασία των συμμετεχόντων, τα οφέλη για το νικητή, το μπαρ όπου δουλεύει αλλά και την ίδια τη χώρα του, καθώς και για τους… Time Lords!
Ο Στέφανος από το «The Trap», που ανακηρύχτηκε νικητής του ελληνικού The Chivas Masters Cocktail Competition κι αυτές τις μέρες διαγωνίζεται στον παγκόσμιο τελικό στη Σαγκάη, χρησιμοποίησε τους Άρχοντες του Χρόνου από τη βρετανική σειρά «Doctor Who» για να συνδέσει τα τρία κοκτέιλ που παρουσίασε στους κριτές του ελληνικού τελικού. Αντίστοιχα, ο Αλέξης Σιμωνίδης, που χάρισε στο «Theory» μία back2back διάκριση κερδίζοντας στον ελληνικό τελικό του World Class (πήρε τη σκυτάλη από τον Μανώλη Λυκιαρδόπουλο), σέρβιρε τα δικά του ποτά πάνω σε έναν πίνακα του Κουβανο-αμερικανού ζωγράφου Tony Mendoza ώστε να μιλήσει για την πολυπολιτισμικότητα του Μαϊάμι όπου θα ταξιδέψει για τον παγκόσμιο τελικό.
Ο Θάνος Ιωάννου, τέλος, από το «The Gin Joint», ξεδίπλωσε τις οικολογικές του ανησυχίες δίνοντας το όνομα Tierra Amarga («πικρή γη») στο νικητήριο κοκτέιλ που παρουσίασε στο Tahona Society Cocktail Competition της τεκίλα Olmeca Altos, ώστε να προβληματίσει για την υπερεκμετάλλευση της γης – οι κριτές εντυπωσιάστηκαν δίνοντάς του το εισιτήριο για τον παγκόσμιο τελικό στην Γκουανταλαχάρα.
Περίπου 15 διαγωνισμοί ποτών διαφορετικού επιπέδου δυσκολίας διοργανώνονται κάθε χρόνο στη χώρα μας, βάζοντας τους Έλληνες bartenders σε διαδικασία μελέτης και προετοιμασίας. «Το World Class δεν είναι ένας διαγωνισμός για το καλύτερο κοκτέιλ, αλλά για τον καλύτερο μπαρτέντερ», τονίζει ο Αλέξης, ο οποίος μου εξηγεί ότι, εκτός από μια καλή συνταγή, «οι συμμετέχοντες δοκιμάζονται στην ταχύτητα, τη γνώση, τη φαντασία, τη διαχείριση προσωπικού, τη συμπεριφορά», δηλαδή σε όλα τα χαρακτηριστικά ενός καλού επαγγελματία.
Για τον Θάνο, ο διαγωνισμός στον οποίο συμμετείχε ήταν μια ευκαιρία να δουλέψει με ένα ενδιαφέρον απόσταγμα, να πειραματιστεί με τα υλικά (στη συνταγή του χρησιμοποίησε μέλι κουμαριάς, κρόκο Κοζάνης και ελληνική μπίρα IPA), να εκφράσει τη δημιουργικότητά του στη γεύση και την παρουσίαση, και να προβάλει κάποια στοιχεία του εαυτού του, που θεωρεί ότι είναι ένας σημαντικός παράγοντας για τη νίκη.
Πέρα από την ηθική ικανοποίηση έπειτα από προετοιμασία που έχει κόστος σε κούραση, άγχος αλλά και υλικά, η νίκη έχει πολλαπλά οφέλη. Για τον Αλέξη, η συμμετοχή σε έναν παγκόσμιο τελικό «δημιουργεί δικτύωση σε υψηλό επίπεδο με επαγγελματίες του εξωτερικού», ενώ για τον Στέφανο η συμμετοχή γενικά «σε βάζει στο τριπ να φροντίζεις στην καθημερινή σου εργασία να εξηγείς στους πελάτες σου τι κάνεις, γιατί σερβίρεις ένα κοκτέιλ σε συγκεκριμένο ποτήρι, ποια είναι η έμπνευσή σου».
Με άλλα λόγια, οι διακρίσεις ανατρέπουν το στερεότυπο ενός ανθρώπου που στέκεται πίσω από μια μπάρα και χτυπάει απλώς υλικά στο σέικερ! Και οι τρεις το πάνε, βέβαια, παραπέρα. «Με τις επιτυχίες μας έχουμε “αναγκάσει” όλο τον κόσμο να λέει τα καλύτερα λόγια για την ελληνική σκηνή», αναφέρει ο Θάνος, ο Στέφανος κάνει λόγο για «διαφήμιση της χώρας στο εξωτερικό», ενώ ο Αλέξης έχει αποκομίσει την αίσθηση ότι «έξω μας θεωρούν την πιο δυναμική σκηνή ως προς την ταχύτητα με την οποία εξελισσόμαστε». Κοινή επίσης παραδοχή είναι ότι όλα αυτά πρέπει να εξαργυρωθούν με οργανωμένο τρόπο ως τουριστικός πόλος έλξης.
Στον ελληνικό τελικό του World Class, έβλεπα τον Αλέξη να εκτελεί μια πραγματική χορογραφία που είχε προβάρει εντατικά, για να ετοιμάσει εννιά κοκτέιλ σε εννιά λεπτά! Κι ο Θάνος κέρδιζε τις εντυπώσεις έπειτα από πολύωρη προπόνηση («δεν θυμάμαι πόσες φορές έφτιαξα και ξανάφτιαξα το σιρόπι και το κοκτέιλ πριν διαγωνιστώ»).
Όλοι παραδέχτηκαν ότι άξιζε τον κόπο, γι’ αυτό προτρέπουν τους νεαρότερους συναδέλφους τους να παίρνουν μέρος σε διαγωνισμούς. Να το κάνουν για την εμπειρία, για να πειραματιστούν, για να μπουν σε μια δημιουργική διαδικασία, λαμβάνοντας ωστόσο σοβαρά υπόψη, σύμφωνα με τον Αλέξη, «ποιος διαγωνισμός τους ταιριάζει και τι ακριβώς ζητάει».
Δύο ακόμη συμβουλές: ο Στέφανος λέει ότι «αν κερδίσεις σίγουρα δείχνεις την αξία σου κρινόμενος σε συγκεκριμένες θεματικές δοκιμασίες μιας συγκεκριμένης εταιρείας, αλλά αν χάσεις δεν σημαίνει ότι δεν είσαι καλός στη δουλειά σου». κι ο Θάνος υπενθυμίζει ότι «η νίκη σε ένα διαγωνισμό βοηθάει τη δουλειά σου, αλλά πρέπει να συνεχίσεις να είσαι συνεπής με τους καθημερινούς κριτές σου, που είναι οι πελάτες σου. Να μην παίρνουν τα μυαλά μας αέρα!»