
Την Τετάρτη 17 Σεπτεμβρίου, στις 21.00, ο θερινός κινηματογράφος Παναθήναια φιλοξενεί την τελευταία προβολή του φετινού καλοκαιριού: το σκοτεινό αριστούργημα των αδερφών Joel και Ethan Coen "Miller’s Crossing" (Το Πέρασμα του Μίλερ) (1990). Μετά την ταινία θα ακολουθήσει συζήτηση με τον κριτικό κινηματογράφου Αλέξανδρο Παπαγεωργίου.
Ένα μαύρο καπέλο πέφτει πάνω στα ξερά φύλλα, στο μελαγχολικό φθινοπωρινό τοπίο μιας ανώνυμης πόλης της Μεγάλης Ύφεσης. Ο άνεμος το παρασύρει και το χάνει στο βάθος, σαν τελετουργία μετάβασης ανάμεσα στη ζωή και τον θάνατο. Η εναρκτήρια αυτή εικόνα του "Miller’s Crossing" συμπυκνώνει τον απόκοσμο χαρακτήρα της ταινίας: ένα πρώην ανθρώπινο αντικείμενο αποκτά κίνηση, ενώ οι ανθρώπινες σχέσεις χάνουν την ψυχή τους.

Για τα αδέρφια Coen αποτελεί επίσης της έναρξη μιας δεκαετίας που θα τους εδραίωνε ως τις κατεξοχήν μοναδικές φωνές του αμερικάνικου σινεμά των 90s: σαρδόνιο χιούμορ, υβριδοποίηση των κινηματογραφικών ειδών, αναζήτηση της αμερικάνικης ψυχής στο περιθώριο της κυρίαρχης αυτο-εικόνας της Αυτοκρατορίας για τον εαυτό της. Μέχρι να τελειώσει η τελευταία δεκαετία του 20ού αιώνα, οι αδερφοί Coen είχαν δημιουργήσει κι από ένα φιλμ-ρέκβιεμ για μια σειρά από σύμβολα και θεσμούς του: στο "The Big Lebowski" για το τέλος της αντικουλτούρας, στο "Fargo" για το τέλος της heartland αυθεντικότητας, στο "Barton Fink" για το τέλος της χολιγουντιανής φαντασίωσης.

Και στο "Miller’s Crossing", επιστρέφοντας στο σημαδιακό 1929 της κρίσης και της ποτοαπαγόρευσης, οι Coen συνταιριάζουν το βίαιο τέλος της καπιταλιστικής ομαλότητας (αποκαλύπτοντας την δομική διαφθορά που διαπερνά όλες τις εξουσίες που κυβερνούν τον κόσμο) με το μελαγχολικό τέλος του ανθρώπινου δεσμού μπροστά στο νόμο του κέρδους (που στην ταινία παίρνει τη μορφή της πραγμοποίησης και εμπορευματοποίησης της φιλίας και της αφοσίωσης). Είναι αυτή η συνύπαρξη βίας και μελαγχολίας που κάνει το "Miller’s Crossing" να μοιάζει τόσο ονειρικά και αιθέρια απειλητικό, και η εικόνα του φθινοπωρινού δάσους που κυριαρχεί στην ταινία αποκαλύπτει έναν κινηματογραφικό τόπο όπου η εξουσία και η ζωή γίνονται ασταθείς, ευάλωτες και εύθραυστες.

Κατά τον γνώριμο μεταμοντέρνο τρόπο τους να μπασταρδεύουν επιρροές και αναφορές εφιστώντας την προσοχή στο ίδιο το γεγονός του κολάζ τους, οι Coen του "Miller’s Crossing" συνοψίζουν και ξαναγράφουν την ιστορία του γκανγκστερικού και του νουάρ κινηματογράφου - ακόμα κι η εικόνα του καπέλου στο δάσος ως σύμβολο αμφισημίας αποτελεί νεύμα προς το "Le Doulos" του Jean-Pierre Melville από το 1962. Πέρα όμως από το αυτοαναφορικό και αναστοχαστικό παιχνίδι των easter eggs, το "Miller’s Crossing "οφείλει την βαθύτερη κινηματογραφική φιλοσοφία του στο λογοτεχνικό έργο του Dashiell Hammett, και ειδικότερα τα κλασικά νουάρ μυθιστορήματά του "The Glass Key" και "Red Harvest", τα οποία, γραμμένα στην εποχή που διαδραματίζεται η ταινία, εκπροσωπούν με τον τελειότερο τρόπο την δυνατότητα του νουάρ να αποτελέσει εργαλείο κοινωνικής κριτικής του γκανγκστερικού καπιταλισμού.