
Τι μπορεί να μας πει για το gentrification σήμερα η μαρξιστική κριτική ματιά του Γερμανού φιλόσοφου Walter Benjamin στο πώς οι στοές του Παρισιού του 19ου αιώνα, όπου σύχναζαν οι flaneurs, έδωσαν τη θέση τους στη μπουρζουαζία της εποχής εκτοπίζοντας τους παρακμιακούς θαμώνες τους, καθώς η καρδιά της πόλης γίνονταν "όλο και πιο παγωμένη”; Αντιπαραβάλλοντας κείμενα από το ανολοκλήρωτο "The Arcades Project" του Μπένγιαμιν (γραμμένο ανάμεσα στο 1927 και στο θάνατό του το 1940) με αρχειακό υλικό και πλάνα από το εμπορικό κέντρο "Stop" στο Πόρτο της Πορτογαλίας το πειραματικό βίντεο-δοκίμιο μικρού μήκους του Jorge Quintela "Στοπ. Αίθουσες προβών για τον ιστορικό υλισμό”, που έγινε ταχύτατα sold out στη διαδικτυακή πλατφόρμα προβολών του 27ου Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης, μας έκανε να θέλουμε να μάθουμε κι άλλα για το εμβληματικό αυτό τοπόσημο της πόλης που έγινε μήλο της έριδας ανάμεσα στα αιτήματα των κατοίκων και της καλλιτεχνικής κοινότητας και των αρχών και των σχεδίων τους για την τουριστική ανάπτυξη της πόλης.
Μια πόλη της τέχνης χωρίς τους καλλιτέχνες
"- Τουρίστες + Καλλιτέχνες" διαβάζουμε σε ένα από τα συνθήματα στις πορείες στους δρόμους της Bonfim που περνούν μπροστά μας προς το τέλος της ταινίας "Στοπ. Αίθουσες προβών για τον ιστορικό υλισμό”. Έχουν προηγηθεί οι διαφημίσεις της δεκαετίας του ‘70 που παρουσίαζαν το εμπορικό κέντρο "Stop" ως την επιτομή του μοντερνισμού της εποχής (150 μαγαζιά, όλα με κλιματισμό, 2 σινεμά, 2 κέντρα ψυχαγωγίας, κυλιόμενες σκάλες…) αλλά και εικόνες από τις έρημες αίθουσες και τα κλειστά μαγαζιά την εποχή της παρακμής του. Αίθουσες που κατά τη διάρκεια του film-essay βλέπουμε να ζωντανεύουν και πάλι ως προβάδικα και σημεία συνάντησης της εναλλακτικής μουσικής σκηνής του Πόρτο.
Συνδυάζοντας αρχειακό υλικό, φωτογραφίες και επί τόπου λήψεις με τα κείμενα του Walter Benjamin στο "Arcades Project” σε voice over αλλά και πολλές σιωπές, η ταινία που έχει κάτι από την πατίνα μιας παλιάς προβολής slides, εξερευνά τη μεταμόρφωση του εμπορικού κέντρου από την εποχή που ήταν "το σαλόνι της πόλης” και "ο καταναλωτής ο τελευταίος δεινόσαυρος της Ευρώπης” ως την εκκένωση του από τη Δημοτική Αστυνομία του Πόρτο τον Ιούλιο του 2023 και το κλείσιμο των μουσικών χώρων που δεν είχαν άδεια λειτουργίας (πάνω από 100). Μια απόφαση που κινητοποίησε την πόλη προκαλώντας μεγάλες διαμαρτυρίες και αναγκάζοντας τις αρχές να βάλουν νερό στο κρασί τους, υιοθετώντας μια πιο ήπια στρατηγική αξιοποίησής του. Μην ξεχνάμε, ότι τη στιγμή που εκδιώχνωνταν οι καλλιτέχνες, το Πόρτο πλασάροντας τουριστικά ως πόλη της τέχνης. Σας θυμίζει κάτι;
"Όταν χάνεται το κτίριο, χάνονται όλα.” ακούμε κάποια στιγμή στην ταινία. Καθώς όλο και πιο εντατικά η πολεοδομία πηγαίνει χέρι χέρι με την αγορά σε όλη την Ευρώπη, ο δημόσιος χώρος συρρικνώνεται και τα κτίρια αλλάζουν χρήσεις και χέρια, το τελευταίο μέρος της ταινίας που κατά τον σεναριογράφο της Mário Gomes "ουσιαστικά αποδίδει συμβολικά αυτό το μελλοντικό όραμα ενός "καθαρού", αν και ταπεινωμένου χώρου” μοιάζει να συμπυκνώνει πολλά απ’ όσα νιώθουμε όσοι και όσες ζούμε σε πόλεις που αλλάζουν αγνοώντας μας. Ας δούμε αναλυτικά τι μας είπε για την ταινία και τον τρόπο που αλλάζει το Πόρτο.

Γιατί πιστεύεις ότι τα εισιτήρια για ένα πειραματικό ντοκιμαντέρ με τον ιστορικό υλισμό στον τίτλο του εξαντλήθηκαν τόσο γρήγορα στην online πλατφόρμα του Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης;
Υπόθεση νούμερο 1: υπάρχουν πολλοί μαρξιστές στη Θεσσαλονίκη. Υπόθεση νούμερο 2: Ο κόσμος μπορεί να ενδιαφέρεται για το θέμα της ταινίας, δηλαδή βασικά για τον εξευγενισμό και τη νεοφιλελεύθερη πολεοδομία παρά για τον ιστορικό υλισμό. Η ερμηνεία του Μαρξ από τον Μπένγιαμιν είναι ένα πρίσμα μέσα από το οποίο σκεφτήκαμε ότι θα είχε νόημα να προβληματιστούμε για το παρόν.
Ποιό ήταν το αρχικό σας κίνητρο για να γυρίσετε αυτή την ταινία;
Η γειτονιά Bonfim ήταν ξεχασμένη για δεκαετίες, αλλά τα τελευταία δέκα/δεκαπέντε χρόνια, με την τουριστική έκρηξη, έγινε ένα hot spot της κερδοσκοπίας ακινήτων.
Στην περίπτωση του Jorge η προσωπική του σύνδεση με τον χώρο: Ως μουσικός έχει κάνει πρόβες στο "Stop" εδώ και αιώνες και ουσιαστικά γνωρίζει τους πάντες εκεί. Και έπειτα υπάρχει και μια ακτιβιστική πλευρά - αν θέλει κανείς να την αποκαλέσει έτσι: Το να δείξεις τι κάνει η κερδοσκοπία εν μέσω τουριστικής έκρηξης σε μια πόλη και στην καλλιτεχνική της σκηνή, δηλαδή: τη σκοτώνει. Όσον αφορά εμένα προσωπικά: Δεν είμαι από το Πόρτο, αλλά πηγαίνω εκεί αρκετά συχνά και γνωρίζω το "Stop" εδώ και χρόνια. Πριν από μερικά χρόνια πήγαμε εκεί με έναν φίλο από τη Γερμανία που έμενε στο Πόρτο και αρχίσαμε να φαντασιωνόμαστε την ιδέα να κάνουμε ένα ντοκιμαντέρ για το "Stop". Και τελικά συνέβη.
Ποια είναι η θέση του Εμπορικού Κέντρου Stop στο Πόρτο και πώς έχει αλλάξει τις τελευταίες δεκαετίες;
Η συνοικία Bonfim προβάλλεται σήμερα ως "η πιο δροσερή συνοικία της Ευρώπης" από τους ίδιους πολιτικούς που στην πραγματικότητα ήθελαν να κλείσουν το "Stop". Η γειτονιά ήταν ξεχασμένη για δεκαετίες, αλλά τα τελευταία δέκα/δεκαπέντε χρόνια, με την τουριστική έκρηξη, έγινε ένα hot spot της κερδοσκοπίας ακινήτων. Παλαιότερα ήταν - και κατά κάποιον τρόπο εξακολουθεί να είναι - μια αρκετά δημοφιλής συνοικία, με πολλούς καλλιτέχνες να ζουν εκεί ή να πηγαίνουν για ένα βραδινό ποτό.
Τι θα σκεφτόταν ο Walter Benjamin γι' αυτό;
Σίγουρα θα ήθελε πολύ να καθίσει μαζί με τους θαμώνες σε μια από αυτές τις βεράντες για ένα ποτήρι μπίρα ή κρασί.
Τι συνέβη μετά το κλείσιμο των στούνιο του "Stop" από την αστυνομία το 2023;
'Όπως φαίνεται, το σχέδιο είναι να μετατραπεί σταδιακά το "Stop" σε ένα co-working hub για τουρίστες και digital nomads: ως ένας τρόπος να το εξημερώσουν σιγά σιγά.
Αφού τα στούντιο στο "Stop" έκλεισαν από την αστυνομία, η ένταση και η διάσταση των διαδηλώσεων ανάγκασε τελικά τις αρχές να αλλάξουν το αρχικό τους σχέδιο. Επιτράπηκε η επαναλειτουργία, αν και με ορισμένους περιορισμούς και αυστηρότερους κανόνες, π.χ. όσον αφορά την πυροπροστασία. Αυτό συνοδεύτηκε από υψηλότερο κόστος για την ενοικίαση των στούντιο. Όπως φαίνεται, το σχέδιο είναι να μετατραπεί σταδιακά ο χώρος σε ένα co-working hub για τουρίστες και digital nomads: ως ένας τρόπος να το εξημερώσουν σιγά σιγά. Το τελευταίο μέρος της ταινίας ουσιαστικά αποδίδει συμβολικά αυτό το μελλοντικό όραμα ενός "καθαρού", αν και ταπεινωμένου χώρου.
Πώς αισθάνεστε για τον σημερινό λόγο περί πολεοδομίας στις ιστορικές ευρωπαϊκές πόλεις που καλωσορίζει τα μεγάλα ιδιωτικά στρατηγικά σχέδια, ενώ δαιμονοποιεί όσους υπερασπίζονται τον ελεύθερο, αδόμητο δημόσιο χώρο ως "νοσταλγούς";
Αν σκέφτεσαι για μια πόλη μόνο από την άποψη του πόσα χρήματα μπορείς να πάρεις από κάθε τετραγωνικό μέτρο, τη σκοτώνεις. Η εξίσωση είναι τόσο απλή.
Πώς αλλάζει το Πόρτο;
Γίνεται όλο και πιο αδύνατο για τους ανθρώπους να ζήσουν στην πόλη, καθώς τα σπίτια μετατρέπονται μαζικά σε Airbnb και αντί για πολιτική στέγασης βλέπεις παντού να χτίζονται ξενοδοχεία. Ο κοινωνικός ιστός διαλύεται. Και η βιομηχανία μαζικού τουρισμού μετατρέπει την πόλη σε ένα είδος αστικού Lloret de Mar, όπου οι επισκέπτες από τη Βόρεια Ευρώπη πηγαίνουν για να μεθύσουν και να διασκεδάσουν. Κατά κάποιον τρόπο, μετατρέπεται σε "ζώνη θυσίας", όπως αρέσει στον Jorge να το θέτει: Μόνο για το κέρδος που μπορείς να βγάλεις από την πόλη.
Παρατηρείται ένα ενδιαφέρον ντοκιμαντεριστών της νεότερης γενιάς να δουλέψουν με αρχειακό υλικό και κείμενο σε ταινίες που περιστασιακά έχουν μια "αναλογική"/παλιά-φτωχή ποιότητα εικόνας. Αισθάνεστε σύνδεση με μια τέτοια τάση; Που έγκειται το δικό σας ενδιαφέρον για τον συνδυασμό τους;
Δεν θα το αποκαλούσα τάση (και δεν νομίζω ότι θα το αποκαλούσε ούτε ο Jorge) - το να δουλεύεις με αρχεία δεν είναι κάτι καινούργιο. Το θέμα είναι ότι το αρχειακό υλικό φαίνεται πάντα παλιό. Αν το κάνεις μόνο και μόνο για χάρη της πατίνας, τότε δεν έχει νόημα. Φυσικά, υπάρχουν κάποιοι που ξεθάβουν σελιλόιντ μόνο και μόνο επειδή φαίνεται τόσο ιδιαίτερο - αλλά αυτή είναι περισσότερο μια φετιχιστική προσέγγιση.