Κοντεύουν σχεδόν 15 χρόνια από την ημέρα που ο "Κυνόδοντας" έσκασε σαν κεραυνός εν αιθρία στη διεθνή κινηματογραφική σκηνή κι όμως, το σούσουρο γύρω από το όνομα του δημιουργού του Γιώργου Λάνθιμου όχι απλώς δεν έχει κοπάσει, αλλά δείχνει να έχει ακόμα πολύ ένταση να ανεβάσει. Ο Έλληνας σκηνοθέτης με τον πρόσφατο θρίαμβό του στο φεστιβάλ Βενετίας, όπου απέσπασε το Χρυσό Λέοντα για το "Poor Things", αποδεικνύει πως με κάθε νέο φιλμ του αφενός εμπλουτίζει με αυθεντικότητα το κινηματογραφικό σύμπαν του και αφετέρου, εδραιώνεται όλο και περισσότερο σε μια βιομηχανία όπου λίγοι συμπατριώτες του έχουν καταφέρει να παρεισφρήσουν. Έπειτα, η βράβευση του Λάνθιμου συμπίπτει με μια επέτειο που προσθέτει σημειολογικό ενδιαφέρον στη συζήτηση. Καθώς, φέτος συμπληρώνονται 25 χρόνια από το Χρυσό Φοίνικα που κέρδισε ο Θόδωρος Αγγελόπουλος με το "Μια Αιωνιότητα και μια Μέρα", δηλαδή την τελευταία φορά που ένας Έλληνας δημιουργός απέσπασε την κορυφαία διάκριση σε ένα από τα ιστορικότερα διεθνή φεστιβάλ με μια μεγάλου μήκους. Εδώ η επισήμανση γίνεται διότι δεν είναι διόλου αμελητέος ο Χρυσός Φοίνικας του Βασίλη Κεκάτου με τη σπουδαία μικρού μήκους "Η Απόσταση Ανάμεσα στον Ουρανό και Εμάς" (2019).
Σε αυτό το κλίμα, η χαρμόσυνη ανακοίνωση του Χρυσού Λέοντα οδηγησε στο να φύγει η προσοχή από το καθαρά κινηματογραφικό (ο Λάνθιμος βραβεύτηκε με Χρυσό Λέοντα) και να στραφεί στο συναισθηματικό – μεταφυσικό (Έλληνας δημιουργός κατακτά το εξωτερικό), δημιουργώντας μια σύγχυση εκεί όπου τα πράγματα είναι αρκετά ξεκάθαρα. Ως προς το τελευταίο σημείο, είναι γνωστή η ελληνική εμμονή με τις επιτυχίες των γηγενών "κόντρα σε όλους" ειδικά όταν προκύπτουν στo διεθνές στερέωμα, οι οποίες οδηγούν σε υπερβολές και παρεξηγήσεις, ειδικά από τα Μέσα. Και εδώ επιστρέφουμε στο πρώτο σημείο. Όποιος ασχολείται στοιχειωδώς με τον κινηματογράφο ή έστω έχει διαβάσει συνεντεύξεις του Λάνθιμου, γνωρίζει πως ο σκηνοθέτης δυσκολεύτηκε τρομερά να γυρίσει τις πρώτες ταινίες του, τόσο τον υποψήφιο για Όσκαρ "Κυνόδοντα" όσο και τις υπέροχες "Άλπεις" (βραβείο σεναρίου στη Βενετία) που τον διαδέχθηκαν. Η όποια αναγνώριση, δηλαδή, δεν ήταν επαρκής ώστε να βελτιωθούν στο ελάχιστο οι συνθήκες στις οποίες, τότε, οι Έλληνες δημιουργοί καλούνταν να κάνουν σινεμά. Έτσι, αναπόφευκτα όταν προέκυψε η ιδανική ευκαιρία του εξωτερικού ο Λάνθιμος την άδραξε, παρέδωσε τον σπαρακτικό αγγλόφωνο "Αστακό" (υποψηφιότητα Όσκαρ σεναρίου) και εύλογα δεν κοίταξε πίσω. Εν προκειμένω αξίζει να σημειωθεί πως αυτή ήταν και η τελευταία φορά που σε μια παραγωγή του Λάνθιμου υπήρχε ελληνική συμμετοχή (Faliro House).
Γίνεται εύκολα αντιληπτό, λοιπόν, πως σε σημαντικό βαθμό ο Λάνθιμος έχει καταφέρει να διαγράψει μια μοναδική πορεία βασισμένος κυρίως στην υπομονή, τη μεθοδική δουλειά και τους άψογους συνεργάτες σε κάθε τομέα. Όχι γιατί βρισκόταν σε ένα ευνοϊκό περιβάλλον που του επέτρεπε να γυρίσει τις ταινίες του. Αυτό το βρήκε από τον "Αστακό" και ύστερα που έφυγε από τη χώρα. Επομένως, η "εθνική" διάσταση στις επιτυχίες του σκηνοθέτη περιορίζεται στατιστικά και μόνο στην καταγωγή του και δε δικαιολογεί μεγαλόσχημες επευφημίες. Πάντως, για να διασκεδάσουμε λίγο ακόμα τους παραλληλισμούς με τον Αγγελόπουλο, έχει επίσης ενδιαφέρον πως ενώ ο Λάνθιμος έφυγε από την Ελλάδα και ενστερνίστηκε την αγγλοσαξωνική αισθητική, ο Αγγελόπουλος έφερε τις αναφορές του από το εξωτερικό στο εσωτερικό. Χαρακτηριστικά, μεταξύ άλλων, μέσα από τις συμμετοχές καταξιωμένων ηθοποιών όπως ο Μαρτσέλο Μαστρογιάνι και ο Μπρούνο Γκανζ. Ο Λάνθιμος, βέβαια, ίσως μπαίνει σε μια νέα φάση εάν υπολογίσουμε την πρόσφατη γοτθικά ποιητική μικρού μήκους "Βληχή" και την ταινία που φημολογείται πως γύρισε στην Ελλάδα.
Σε κάθε περίπτωση, χάρη στα προηγούμενα φιλμ του αλλά και στο σοκαριστικό "Θάνατο του Ιερού Ελαφιού" (βραβείο σεναρίου στις Κάννες) και τη βραβευμένη με Όσκαρ "Ευνοούμενη", ο Λάνθιμος επιβεβαιώνει γιατί βρίσκεται δικαίως μεταξύ των ελάχιστων πραγματικά πρωτότυπων σύγχρονων σκηνοθετών, με τις όποιες δάφνες απλώς να επικυρώνουν την αξία αυτών των έργων. Έπειτα, από μια ρομαντικά σινεφιλική σκοπιά, είναι πάντα όμορφο να βλέπεις να διακρίνονται δημιουργοί με τους οποίους έχεις μεγαλώσει, πόσο δε μάλλον εάν τυχαίνει να τους πετυχαίνεις σπανίως στο κέντρο της Αθήνας.
Τι να περιμένουμε, λοιπόν, στο εξής για το Λάνθιμο; Πρώτα από όλα, το "Poor Things" πλέον βάζει πλώρη για τα επόμενα Όσκαρ, όπου δεν είναι απίθανο να πρωταγωνιστήσει. Στη σεζόν του "Barbie" (Γκρέτα Γκέργουιγκ) και του "Οπενχάιμερ" (Κρίστοφερ Νόλαν) βέβαια, το μονοπάτι είναι δύβαστο, την ώρα που αναμένονται οι πρεμιέρες και άλλων οσκαρικά φιλόδοξων φιλμ, όπως το "Killers of the Flower Moon" του Μάρτιν Σκορσέζε. Ο ίδιος ο Λάνθιμος έχει τη δυναμική να βρεθεί στις σκηνοθετικές υποψηφιότητες, όπως και ο Γιώργος Μαυροψαρίδης στην κατηγορία του μοντάζ (το έχει ξανακάνει εξάλλου). Ακολούθως, η δημοφιλέστατη στις ΗΠΑ Έμα Στόουν έχει κάθε λόγο να περιμένει να δει το όνομά της στον α’ γυναικείο ρόλο. Ωστόσο, είναι ακόμα πάρα πολύ νωρίς για προβλέψεις με δεδομένο ότι οι υποψηφιότητες των Όσκαρ ανακοινώνονται στις 23 Ιανουαρίου (η απονομή είναι στις 10 Μαρτίου). Κατά τα άλλα, ο Λάνθιμος έχει ολοκληρώσει ήδη την επόμενη ταινία του, το "AND" με πρωταγωνίστρια ξανά την Στόουν, άρα ελπίζουμε πως δε θα περιμένουμε ξανά πέντε χρόνια για το επόμενο βήμα του σκηνοθέτη…
Το "Poor Things" κυκλοφορεί 4 Ιανουαρίου στους κινηματογράφους.