Άπαιχτο μέχρι σήμερα το έργο του Καλντερόν, ανεβαίνει από τον Θωμά Μοσχόπουλο σε μια ατμοσφαιρική παράσταση που "παίρνει θέση" χωρίς να κάνει εκπτώσεις στη θεατρικότητα. Το στόρι αφορά την από τύχη συνάντηση δύο παλιών εραστών, του Ενρίκε, διάδοχου και αδερφού του βασιλιά Πέδρο Α΄ της Καστίλλης, και της Δόνια Μενθία, που τη βρίσκουμε πλέον παντρεμένη με έναν επιφανή άνδρα, τον Δον Γκουτιέρε. Η επανεμφάνιση του Ενρίκε στη ζωή της Μενθία πυροδοτεί τη ζήλια του Γκουτιέρε, καθώς θεωρεί ότι οι δυο τους έχουν ξανασμίξει και, έτσι, δολοφονεί τη σύζυγό του. Παρόλο που το έγκλημα αποκαλύπτεται, ο Γκουτιέρε μένει ατιμώρητος και η όλη κατάσταση τακτοποιείται με έναν δεύτερο γάμο, στον οποίο θα "υποχρεωθεί" από τον βασιλιά προκειμένου να αποκαταστήσει την τιμή μιας γυναίκας, με την οποία είχε σχέση στο παρελθόν.
Η σκοτεινή, ατμοσφαιρική παράσταση δεν θυσιάζει τη θεατρικότητα στο βωμό της πολεμικής ρητορικής, αντιθέτως παίζει με τους θεατρικούς κώδικες, υπενθυμίζοντας ακόμη και το παιχνίδι μεταξύ θεάτρου και αλήθειας. Με την αισθητική που επιλέγει, ο Μοσχόπουλος παρουσιάζει τον "Γιατρό της τιμής του" όχι ως έργο εποχής, αλλά με τη μορφή ενός αλλόκοτου εφιάλτη, σαν ένα σκοτεινό παραμύθι που, όμως, κάτι έχει να πει για τη ζωή. Αδιαμφισβήτητα, αυτό που κυριαρχεί στην παράσταση είναι η όψη της, με την απόλυτη κυριαρχία του μαύρου χρώματος, ενώ το ύφος των κοστουμιών, του μακιγιάζ, των αξεσουάρ και των χτενισμάτων παντρεύουν τη γοτθική αισθητική με φουτουριστικά όσο και πανκ στοιχεία (σκηνικά-κοστούμια: Βασίλης Παπατσαρούχας, φωτισμοί: Νίκος Βλασόπουλος).
Η εμφάνιση των ηθοποιών είναι εντυπωσιακή, όμως παραμένει ως ερώτημα η ερμηνευτική τους καθοδήγηση, δηλαδή ο ισοπεδωμένος, σχεδόν χωρίς χρώμα ή συναίσθημα, τρόπος εκφοράς –ίσως προς αποφυγή του μελοδραματισμού ή χάριν αποστασιοποίησης;– που οδηγεί τους ρόλους σε μία αίσθηση ομαδοποίησης. Οι ηθοποιοί έχουν τις στιγμές τους πάντως, ειδικά η Αμαλία Καβάλη (Μενθία), ο Γιώργος Παπαπαύλου (Γκουτιέρε) και, κυρίως, ο Παύλος Παυλίδης στο ρόλο του Κοκίν, του μελαγχολικού γελωτοποιού του βασιλιά, που λειτουργεί ωραία ως κρίκος διασύνδεσης της σκηνής με την πλατεία, του τότε με το τώρα. Συνολικά, όμως, παρόλο που οι ηθοποιοί βρίσκονται στο επίκεντρο –ακόμη και η ιδέα του λιτού σκηνικού βοηθάει, καθώς αποτελείται μόνο από τέσσερα κυρτά επίπεδα που αλλάζουν χρήσεις–, η επικοινωνία του έργου με την πλατεία δεν είναι απρόσκοπτη: για μια παράσταση με τόσο έντονη όψη έχει ιδιαίτερα χαλαρό ρυθμό. Βέβαια, και το έργο φτάνει μέχρι ενός ορισμένου σημείου: ναι, ανήκει στην έμμετρη δραματουργική παράδοση του παρελθόντος, με την πληθωρική γλώσσα που βρίθει λυρισμού και καλολογικών στοιχείων και η δουλειά του Μοσχόπουλου ως μεταφραστή είναι αξιέπαινη, όμως δεν παύει να φτάνει στ’ αυτιά μας κάπως φλύαρο και "παλιό".
Περισσότερες πληροφορίες
Ο γιατρός της τιμής του
Το πρωτόπαιχτο, αμφιλεγόμενο ερωτικό θρίλερ της ισπανικής Χρυσής Εποχής ανεβαίνει σε μια σκοτεινή παράσταση που αναδεικνύει το σαρδόνιο χιούμορ και τις φιλοσοφικές προεκτάσεις του με αφορμή ένα ερωτικό τρίγωνο.