
Η ανίερη σχέση της αστικής τάξης και του ναζισμού από τα ’30s μέχρι τα ’80s, με πρόσχημα ένα αυστριακό οικογενειακό δράμα. Αισθητικοποιώντας τους πύρινους μονολόγους του έργου, ο Καραντζάς σκηνοθετεί μια εξουθενωτική παράσταση – βασανιστική αλλά ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα.

Ένα σίδερο που ατμίζει. Ένας μπόγος ρούχα. Αντρικά παπούτσια. Ένας μεγάλος καθρέφτης. Στο κέντρο μια τρύπα. Είναι το χνάρι που άφησε, όταν έπεσε στο κενό από το διαμέρισμά του στην Πλατεία Ηρώων της Βιένης, ένας Εβραίος μεγαλοαστός (εικαστικών αναφορών το σκηνικό της Κλειώς Μπομπότη). Πρωταγωνιστής του έργου όμως δεν είναι ο αυτόχειρας. Είναι η Πλατεία Ηρώων (Heldenplatz). Εκεί όπου, ακριβώς μισόν αιώνα νωρίτερα, στις 15/3/1938, ο Αδόλφος Χίτλερ διακήρυξε την προσάρτηση της Αυστρίας στο Ράιχ μπροστά σε 200.000 ενθουσιώδεις Βιενέζους. Ύστατος λίβελος κατά της πατρίδας του, υπενθύμιση του ένοχου φιλοναζιστικού παρελθόντος της και δριμεία κριτική στο νεοναζισμό των ’80s είναι η «Πλατεία Ηρώων» (1988). Ταυτόχρονα αποτελεί μια σαρκαστική δέηση στην άρση των συστημάτων εξουσίας που κατατρύχουν το ανθρώπινο γένος και μια ριζοσπαστική διαθήκη για την αποθεατροποίηση του θεάτρου.
Άμβωνας ήταν πάντα το θέατρο για τον Αυστριακό συγγραφέα Τόμας Μπέρνχαρντ (1931-1989). Ποίμνιό του οι βολεμένοι αστοί. Αυτούς κατακεραυνώνει με το ανίερο κήρυγμα, τους πεσιμιστικούς λόγους και τους αφορισμούς του: «Όσα αρέσουν στον κόσμο εμένα με απωθούνε. Όλα» (μετάφραση: ΄Ερι Κύργια). Το έργο διαρθρώνεται πάνω σε μια σειρά από μονολόγους που λέγονται για τον νεκρό την ημέρα της κηδείας του. Πρώτη πρώτη μάς τον συστήνει η πιστή (και όχι μόνο) οικονόμος του.

Η άβαφη, σχεδόν αγνώριστη Καρυοφυλλιά Καραμπέτη, με εξαίρεση κάποιες άτοπες εξάρσεις, δίνει μια ερμηνεία τολμηρής τοποθέτησης: μια χορογραφία εκτελεί με τις σχολαστικές δράσεις και την καταιγιστική ταχύτητα του λόγου της (κίνηση: Ζωή Χατζηαντωνίου). Μιλάει για εκείνον ενώ κάνει τις οικιακές εργασίες, μπλέκοντας τη νεκρολογία με μια ωδή στην τέχνη του σιδερώματος ή ρίχνοντας βλοσυρές ματιές στη σιωπηλή βοηθό της (εξαιρετική η Σύρμω Κέκε σε αυτόν τον σχεδόν βουβό ρόλο). Μέχρι το τέλος με το γεύμα-παρωδία του Μυστικού Δείπνου, οι ηθοποιοί –με βάση το υποκριτικό οπλοστάσιο και τη σκηνική ιδιοσυγκρασία τους– προσπαθούν και σε μεγάλο βαθμό καταφέρνουν να δικαιώσουν τους κατ’ επίφασιν ρόλους του Μπέρνχαρντ. διότι όλοι δικές του φωνές είναι.
Αισθαντική η Μαρία Σκουλά, μετρημένη η Άννα Καλαϊτζίδου, σκαμπρόζος ο Χρήστος Στέργιογλου, έγκυρες παρουσίες οι Γιώργος Μπινιάρης, Παναγιώτης Εξαρχέας και Υβόννη Μαλτέζου. Ο Δημήτρης Καραντζάς ανεβάζει αυτό το δύστροπο έργο με μια αισθητικά αγέρωχη αλλά εξουθενωτική –τόσο για τους ηθοποιούς όσο και τους θεατές– στατική φόρμα, πιστώνοντάς του εξαντλητικές παύσεις και σιωπές, ορθές αλλά και άκαιρες πόζες. Το αισθητικοποιεί, κάτι που κατά κανόνα δεν το ακυρώνει. Ωστόσο, αν του απέδιδε το χολερικό χιούμορ που φέρει και μια άλλου τύπου διαχείριση του χρόνου, και δη της μουσικότητάς του, προτείνοντας ένα τραχύ όσο και ταχύ θέαμα-ωρολογιακή βόμβα, αντί για μια σχεδόν τρίωρη παράσταση, ίσως εκτόξευε το έργο σε άλλες βάσεις πρόσληψης και κατανόησης. Ενδιαφέρουσα η «εκνευριστική» μουσική του Γιώργου Πούλιου – στον απόηχο του «Πιανίστα» του Γιάννη Χρήστου.
ΟΔΟΥ ΚΥΚΛΑΔΩΝ «ΛΕΥΤΕΡΗΣ ΒΟΓΙΑΤΖΗΣ» Κυκλάδων 11 & Κεφαλληνίας, Κυψέλη, 2108217877. Διάρκεια: 140΄.
Περισσότερες πληροφορίες
Πλατεία Ηρώων
Οι αντιθέσεις της Αυστρίας προκαλούν ερωτήματα στον Αυστριακό συγγραφέα, ο οποίος καυτηριάζει την πατρίδα του, το θέατρο, τη μουσική, τους θεσμούς, τις συζυγικές σχέσεις και την πολιτική ζωή.