
Ο ένας σκηνοθέτης-σκηνογράφος, ο άλλος μαέστρος. Και οι δύο νέοι, με ταλέντο αλλά και όραμα για την τέχνη με την οποία καταπιάνεται ο καθένας. Η συνάντησή τους στη «Θεοδώρα» του Χέντελ στο Μέγαρο Μουσικής μπορεί είναι η αρχή για μια κοινή και πολλά –όπως φαίνεται– υποσχόμενη δημιουργική πορεία.

Άμεσος ο σκηνοθέτης-σκηνογράφος Πάρις Μέξης κι ευγενής ο μαέστρος Γιώργος Πέτρου δηλώνουν ενθουσιασμένοι με τη συνεύρεσή τους στη «Θεοδώρα», το ορατόριο σε τρεις πράξεις του Χέντελ. «Το ορατόριο και η όπερα δεν έχουν κάποια ουσιαστική διαφορά. Απλώς το ορατόριο, επειδή δεν έχει έντονη σκηνική δράση, είναι πιο αναπτυγμένο χορωδιακά, η λογική τους όμως είναι ακριβώς η ίδια», μας εξηγεί ο βραβευμένος με Echo Klassik αρχιμουσικός Γιώργος Πέτρου, του οποίου οι ηχογραφήσεις σε έργα Χέντελ έχουν αποσπάσει τις καλύτερες κριτικές από το διεθνή Τύπο. Γιατί χαρακτηρίζετε ανατρεπτική τη μουσική παράσταση που ετοιμάζετε; Π.Μ. Ο τρόπος με τον οποίο δουλεύουμε είναι καινούργιος για τα ελληνικά δεδομένα, στήνεται και από τους δύο μαζί και δεν υπάρχει διαχωριστικό ανάμεσα στη μουσική και τη δραματουργία. Γ.Π. Υπάρχει μια ομοιογένεια μεταξύ της μουσικής και της σκηνικής παρουσίας. Αυτό δεν είναι πολύ συνηθισμένο στην όπερα. Θα το διαπιστώσετε στη συγκεκριμένη σύμβαση του έργου. Π.Μ. Διότι με τη σύμβαση της κλασικής μουσικής είναι που ανεβαίνει η παραγωγή. Όπως θα δείτε, η αντίστιξη μεταξύ Χριστιανών και Ρωμαίων, που είναι το αυθεντικό ιστορικό περιβάλλον στο οποίο εκτυλίσσεται το ορατόριο, είναι η αντίστιξη του λόγιου τρόπου να κάνεις μουσική και του καθημερινού απλού τρόπου σε ένα ωδείο ή σε μια παρέα… Από τη μία λοιπόν, υπάρχει η σοβαρότητα που χρησιμοποιούμε στον κλασικό κόσμο (μαύρα κοστούμια, χαιρετισμοί) κι από την άλλη έχουμε δέκα ανθρώπους που μαζεύονται, φορούν τα τζιν τους, παίρνουν τα όργανα εποχής και δημιουργούν μαγεία. Χρησιμοποιούμε πολλά αντικείμενα που βρίσκονται στη σκηνή (τα αναλόγια, την μπαγκέτα του μαέστρου…), ενώ υπάρχουν προβολές που έρχονται να υπογραμμίσουν και να δημιουργήσουν ατμόσφαιρα.

Γ.Π. Νομίζω ότι έχουμε πάει πολλά βήματα μπροστά, τίποτα δεν είναι ανάποδο και τίποτα δεν γίνεται για να σοκάρει χωρίς δικαιολογία. Θα δούμε μια full stage ερωτική δραματική ιστορία; Π.Μ. Ναι, και η υπόθεση έχει κάτι εξαιρετικά τολμηρό, δεν έχει χάπι εντ. Η Θεοδώρα, μάρτυρας των χριστιανών, καταδικάζεται να γίνει πόρνη της ρωμαϊκής φρουράς. Ο Ρωμαίος στρατιώτης Δίδυμος, που είναι ερωτευμένος μαζί της, τη σώζει, αλλά τους πιάνουν και τους καταδικάζουν σε θάνατο. Χαίρομαι για την υπέροχη συνεργασία μου με το μαέστρο. Έχουμε κοινή οπτική στο πώς δημιουργείται το θέαμα, θεωρούμε ότι το θέατρο είναι μια οσμωτική διαδικασία. Κανένας από τους δυο μας δεν κάνει κάτι φλου αρτιστίκ. Γ.Π. Είναι από τα πολύ αγαπημένα μου έργα, δυνατό δραματικά, και από τις σπάνιες περιπτώσεις όπου ένα φωνητικό έργο του 18ου αιώνα τελειώνει με δραματικό τέλος. Αυτό το φέρνει πολύ κοντά στο ρομαντικό ιδεώδες της όπερας του μπελκάντο ή του Βέρντι. Το Μέγαρο αναθεωρεί την ιστορία της Ορχήστρας Καμεράτα, την οποία θα δούμε να παίζει με όργανα εποχής για πρώτη φορά στην ιστορία της. Γ.Π. Η Καμεράτα κάνει ένα πολύ μεγάλο βήμα μπροστά αυτήν τη στιγμή, περνά σ’ ένα νέο πεδίο, ανεξερεύνητο. Μέχρι σήμερα είχε ένα ευρύ ρεπερτόριο, αλλά λίγο δεδομένο. Δεν θα σταματήσει να παίζει με μοντέρνα όργανα, αλλά πλέον η δραστηριότητά της θα είναι πολλαπλή. Π.Μ. Αυτή η παραγωγή θέλει να είναι ορόσημο στο τι θέλουμε να συμβεί στο χώρο που κινούμαστε. Γ.Π. Για μένα είναι ορόσημο, πρώτον γιατί διευθύνω την Καμεράτα επισήμως για πρώτη φορά και δεύτερον γιατί αυτή η παραγωγή με αντιπροσωπεύει εκατό τοις εκατό σε όλα τα επίπεδα.

Τελικά, Πάρι, φαίνεται πως στην Ελλάδα θα κάνεις καριέρα στην όπερα τόσο ως σκηνογράφος όσο και ως σκηνοθέτης. Από τότε που επέστρεψες κι έκανες στη Λυρική την «Αλτσίνα» του Χέντελ (2005) βλέπεις να έγιναν βήματα στις ελληνικές οπερετικές παραγωγές; Π.Μ. Η σκηνοθεσία είναι έρωτας και θέλει προσεκτικά βήματα, η σκηνογραφία είναι αγάπη. Στο Λονδίνο σκηνοθετούσα παράλληλα με τη σκηνογραφία κι η πορεία αυτή ανακόπηκε όταν ήρθα στην Ελλάδα. Στη συγκεκριμένη παραγωγή υπογράφω το σχεδιασμό παραγωγής και τη σκηνογραφία. Σε ό,τι αφορά την όπερα εδώ, με τα δικά μου τα μάτια υπάρχουν τρεις σταθμοί. Ήρθα στην Αθήνα τη στιγμή που αποχώρησε ο Λουκάς Καρυτινός από τη Λυρική. Τότε έκανα τις πρώτες μου παραγωγές και συνειδητοποίησα ότι έχουμε όπερα που αφορά μια «κάστα ανθρώπων», όχι ένα νέο κοινό. Ήταν πιο σημαντικό να ανεβαίνει η «Αΐντα» στο Ηρώδειο από το πώς θα ανέβαινε. Τότε έγινε το μεγάλο μπαμ και έφεραν το δάσκαλό μου στο Λονδίνο, Στέφανο Λαζαρίδη. Είχε όραμα κι έκανε ένα φοβερό άνοιγμα προς τους νέους, αλλάζοντας την εικόνα της Λυρικής. Τα οικονομικά θέματα τον έβγαλαν εκτός κι έτσι έχουμε σήμερα τον κύριο Πακόρ, ο οποίος αναγκάζεται να ακυρώσει το πρόγραμμα που είχε εξαγγείλει. Στην Ελλάδα δεν κοιτάμε τα πράγματα σφαιρικά και δεν χρησιμοποιούμε το promotion· δεν μπορεί να δημιουργηθεί θέατρο με μόνιμους υπαλλήλους. Προσωπικά, είμαι ευτυχισμένος μ’ αυτό που κάνω. Αυτήν τη στιγμή ο κόσμος δεν έχει χρήματα, το κράτος παραπαίει κι εμείς κάνουμε μια όπερα με χαμηλό budget για τα δεδομένα. Αυτό όμως είναι προνόμιο και το αναγνωρίζω! INFO
ΜΕΓΑΡΟ ΜΟΥΣΙΚΗΣ Βασ. Σοφίας & Κόκκαλη, 2107482333. Στις 13/3.