"Και ο κόσμος τι θα πει;": Διαβάσαμε την πρώτη ποιητική συλλογή της Σταυρούλας Παπαδάκη

Η πρωτοεμφανιζόμενη ποιήτρια δεν διστάζει να εισχωρήσει με το όχημα της ποίησής της παντού.

Σταυρούλα Παπαδάκη Και ο κόσμος τι θα πει

Οι εκδόσεις Κάπα Εκδοτική έχουν μια ιδιαίτερη σειρά για τους πρωτοεμφανιζόμενους ποιητές, τη Φλέξη. Ο ποιητής Γιώργος Δομιανός υπογράφει τη διεύθυνση της σειράς, που φέρει τη δημιουργική σφραγίδα του βραβευμένου σχεδιαστή Ιωάννη Τσίγκα. Η Φλεξη καταθέτει μια νέα πρόταση στο χώρο της ποίησης: εντελώς πρωτότυπες, καλαίσθητες εκδόσεις, με τοληρή εμφάνιση, από το εξώφυλλο μέχρι τη γραμματοσειρά, αλλά και με ρηξικέλευθο περιεχόμενο: νέες ποιητικές φωνές, που ταράζουν τα νερά του Λόγου και της κοινωνίας, απευθύνοντας ένα ηχηρό προσκλητήριο στους νέους ποιητές.

"Και ο κόσμος τι θα πει;" αναρωτιέται, μέσω του τίτλου της πρώτης της ποιητικής συλλογής η  Σταυρούλα Παπαδάκη, το δεύτερο βιβλίο της  "Φλέξης" - ναι, η σειρά αριθμεί τα βιβλία της: το πρώτο που είδε το φως, με τίτλο "Κανένα φτυάρι δεν έθαψε την Άνοιξη", υπογράφεται από  τη Ζαφειρία Μολ.

Σταυρούλα Παπαδάκη
Σταυρούλα Παπαδάκη

Λοιπόν, η τριαντάρα, με σπουδές φιλολογίας, creative director στο χώρο της διαφήμισης και του branding, σεναριογράφος και εκδότρια του διαδικτυακού περιοδικού ΛΥΚΟS, μάλλον δεν τη νοιάζει ο κόσμος τι θα πει, διαβάζοντας τα ποιήματά της, καθώς δεν διστάζει να εισχωρήσει με το όχημα της ποίησής της παντού: στα ψυχικά εντόσθια τα δικά της, αλλά και των άλλων, των μακρινών του κοινωνικού περιγύρου, αλλά και τον κοντινών προσώπων όπως είναι η οικογένεια, η μάνα, η αδελφή, το αγαπημένο πρόσωπο, η φίλη.

Με γλώσσα λιτή που αποδίδει με σύντομες φράσεις τις ποιητικές εικόνες της, σαν να αφηγείται μικρές ιστορίες, η Παπαδάκη φυλάει για το τέλος κάθε ποιήματος την punch line, ίσως μαθημένη απο τη διαφήμιση: χτίσε το κείμενο σιγά - σιγά, κατανοητά και απλά, κάνε τον αναγνώστη/ θεατή/ ακροατή/ καταναλωτή να ταυτιστεί, και στο τέλος, μπαμ! δώσε του το μήνυμα. 

Παράδειγμα, στο ποήμα "ΒΙΑΖΟΜΑΙ**", η ποιήτρια επαναλαμβάνει για να δώσει έμφαση το ρήμα του τίτλου (Βιάζομαι), σαν να χτυπάει μια πόρτα, ή το μυαλό του αναγνώστη, για να ανοίξει ώστε να δεχτεί το ποίημα, που είναι, ολόκληρο, μια κουβέντα μιας κόρης με τη μάνα της, ή μάλλον μια απάντηση της πρώτης, σε ερώτηση της δέυτερης που έχει παραλειφθεί. "Οχι τώρα, ρε μαμά. / Δε θέλω να σου μοιάσω. Τα λέμε μετά. / (Βιάζομαι.)".  Έτσι αρχίζει το ποίημα, για να συνεχιστεί άγρια και συνταρακτικά: "...Σε αυτά τα σκοτάδια, / μη με αφήσεις/ μόνη μου./ (Βιάζομαι.) /  Ναι, να ξεφύγω προσπαθώ..  / Καλά κατάλαβες." Και κάπως έτσι πάει το ποίημα, για να ολοκληρωθεί με ένα αληθινό, ισχυρό παντς λάιν: "Τί γιατί βιάζομαι; / Γιατί είμαι κορίτσι." Να, αυτό το αποκορύφωμα είναι που σού μένει, ένα αληθινό χτύπημα στην εξώθυρα της συνείδησής μας. 

Η ποιήτρια είναι μια νέα κοπέλα. Ένα κορίτσι. Συχνά στα ποιήματά της, είναι σαν να σού χτυπάει το κουδούνι, αλλά δεν περιμένει να της ανοίξεις – χτυπάει και φεύγει, όπως κάναμε όταν ήμασταν παιδιά. Είναι παιγνιώδης, είναι έξυπνη, είναι μικρή αλλά προικισμένη, ή καταραμένη,  με το χάρισμα του Λόγου – και μπορεί να γίνει και καλύτερη. Ίσως πιο ακριβής.

Η υπογράφουσα, νομίζοντας με όλο το θράσος και την τρυφερότητα που τη διακρίνουν, πως τα νιάτα της θα τη σώσουν, πιστεύοντας πως είναι αλώβητη, πως δεν θα πληγωθεί από τα όχι και τα ναι του κόσμου, ιδίως από αυτά, ταξιδεύει πλησίστια στο κοινωνικό και ψυχικό πέλαγος, παρατηρεί και γράφει.  Για την αγία και επάρατη συγχρόνως καθημερινότητα, για τη θηλή της μάνας, για το θερμοσίφωνα και τα βρεγμένα μαλλιά, για τα αλυσοπρίνονα και τις τανάλιες που συνδέονται με το ρόλο της γυναίκας στην κοινωνία, για το κόκκινο κρασί και το αίμα, για τα επονείδιστα υποκοριστικά στη ζωή μας, για την απουσία, για την επανάσταση της καλοσύνης, για τον έρωτα, για την τιμή και την αξία της ποίησης, για τα κομματάκια του μαϊντανού που κολλούν στο χρυσό δαχτυλίδι της μαμάς με τη θαλασσιά πέτρα όταν φτιάχνει τα γεμιστά, για μια "παχιά ησυχία για να ξαπλώσουν πουλιά", για τη χαρά που "είναι σαν το ματωμένο γόνατο, που τσούζει και το φυσάς".

Η Παπαδάκη βλέπει ήδη και νιώθει πολλά περισσότερα απ’ όσα θα ήταν αρκετά για να κοιμάται ήσυχη. Δεν τη νοιάζει ο κόσμος τί θα πει, αλλά άν έχεις γράψει κάτι σαν αυτό στα τριάντα σου, τότε καλά ξεμπερδέματα, Σταυρούλα, όταν η ωριμότητα σου χτυπήσει την πόρτα και σου ζητήσει τα ρέστα: 

"Φοβάμαι, μου είπες /  άναψε το φως / και ‘γω γέλασα / ρώτησα / παιδάκι είσαι; / όχι πια, μου είπες / και τί είσαι; / ρώτησα ξανά / μου απάντησες με σιγουριά: / ενήλικο σκοτάδι".

Διαβάστε Επίσης

Διαβάστε ακόμα

Τελευταία άρθρα Τέχνες

Τρεις εκθέσεις που πρέπει να δεις πριν κατεβάσουν αυλαία

Πρωτότυπα εγχειρήματα από γυναίκες εικαστικούς και μία ομαδική έκθεση που ολοκληρώνονται τις επόμενες μέρες.

"Οι μεταλλάξεις": Νέο σουρεάλ και χιομοριστικό βιβλίο από τις εκδόσεις Carnivora

Ο Χόρχε Κομενσάλ αφηγείται την παράδοξη ιστορία ενός δικηγόρου που δεν μπορούσε πια να μιλήσει εξαιτίας μιας αρρώστιας κι έτσι ανατράπηκε η ζωή του.

"Spiritus Loci": Πώς εξερευνάς την "επιδερμίδα" του τοπίου;

Γλυπτικά και ζωγραφικά έργα διερευνούν την εννοιολογική κατασκευή του τοπίου.

Τρεις συγγραφείς μιλούν για τη ζωγραφική του Αλέκου Κυραρίνη

Με αφορμή την έκθεση "Χρώμα Κόκκινο" στην γκαλερί Citronne.

"Soft Walls": Ένα πολυεπίπεδο πρότζεκτ αφιερωμένο στη φωτογραφία

Η φωτογραφική ομάδα blink παρουσιάζει το αποτύπωμα μιας τριετούς φωτογραφικής διαδικασίας.

Τι δεν θα χάσουμε στο πρώτο τριήμερο του 53ου Φεστιβάλ Βιβλίου στο Πεδίον του Άρεως

Συναυλία με τους Vanila Swing, πάρτι, δραστηριότητες για παιδιά όπως παράσταση μάγου και έκθεση Playmobil, και όλα όσα κάνουν άχαστο το πρώτο τριήμερο του φεστιβάλ 5-7/9.