Νίκος Τσούχλος: Από τη διάσωση στον εκσυγχρονισμό

Η νέα εποχή εξωστρέφειας του κοινωφελούς ιδρύματος του Ωδείου Αθηνών συμπίπτει με τη ανάληψη στις αρχές του 2013, της σημερινής διοίκησης υπό την προεδρία του αρχιμουσικού και πρώην καλλιτεχνικού διευθυντή του Μεγάρου Μουσικής Αθηνών Νίκου Τσούχλου.

Η νέα εποχή εξωστρέφειας του κοινωφελούς ιδρύματος του Ωδείου Αθηνών συμπίπτει με τη ανάληψη στις αρχές του 2013, της σημερινής διοίκησης υπό την προεδρία του αρχιμουσικού και πρώην καλλιτεχνικού διευθυντή του Μεγάρου Μουσικής Αθηνών Νίκου Τσούχλου. Εκείνη την εποχή από το σύνολο του ημιτελούς αυτού κτιρίου λειτουργικό ήταν μόλις το 50% των χώρων του, ενώ υπήρχαν χρόνια προβλήματα διαχείρισης. Όπως μας λέει χαρακτηριστικά ο κύριος Τσούχλος εκείνη την εποχή «το διακύβευμα δεν ήταν η νέα εποχή του ωδείου ήταν η διάσωση, διοτί το ωδείο Αθηνών βρισκόταν χωρίς να φταίει κάτι συγκεκριμένο, λόγο μιας διαδικασίας θεσμικής γήρανσης των πραγμάτων, σε μια πάρα πολύ δύσκολη κατάσταση. Μια κατάσταση υποχρηματοδότησης, μια κατάσταση διαρκούς διαμάχης της διοίκησης με τους διδάσκοντες, μια κατάσταση σχεδόν πλήρους εγκατάλειψης του κτιρίου από το οποίο διάφοροι φορείς γύρω γύρω ερχόντουσαν και έκοβαν και ένα κομματάκι. Όταν με την πολύτιμη συνδρομή των εργαζομένων κατάφεραν να μπουν σε μια σειρά τα οικονομικά, αντιληφθήκαμε ως διοικητικό συμβούλιο ότι είμαστε ένα παμπτωχο αλλά πάμπλουτο ίδρυμα. Ο μοναδικός υλικός πλούτος του ιδρύματος είναι αυτό το κτίριο, το οποίο δεν μπορούσαμε να αφήσουμε να βουλιάξει. Έτσι ξεκίνησε η προσπάθεια αποπεράτωσης του κτιρίου και εκσυγχρονισμού του, ενός κτιρίου που σταμάτησε να χτίζεται το ‘76. Το κτίριο ήταν κατά το ήμισυ ημιτελές, ειδικά ότι ήταν υπόγειο και ισόγειο, ήταν εγκαταλελειμμένο πλήρως και ο όροφος στον οποίο στεγάστηκε το ωδείο είναι επίσης ημιτελής. Για παράδειγμα εδώ μέσα δεν λειτούργησε ποτέ σύστημα ψύξης. Το δεύτερο σημάδι ότι το ωδείο είναι βιώσιμο (το πρώτο ήταν η ποιότητα της αντιδικίας με το προσωπικό, με το οποίο ήμασταν στα δικαστήρια αλλά έβαλαν πλάτη για να σωθεί ο φορέας), ήταν η αντίδραση ιδιωτών, είτε ατόμων είτε πολιτιστικών φορέων, ιδρυμάτων κλπ. στο αίτημα “ελάτε να μας βοηθήσετε”. Αυτό ξεκίνησε από τους Φίλους της Μουσικής, οι οποίοι μας πλήρωσαν μια πρώτη μελέτη βιωσιμότητας για το κτίριο και μας είπαν περίπου τι θα στοίχιζε για να το τελειώσουμε. Επίσης, μας είπαν κάτι πάρα πολύ σημαντικό, ότι εάν το τελειώσουμε και αν το αξιοποιήσουμε σωστά, το ίδιο το κτίριο θα μπορούσε να εξασφαλίσει σε πολύ μεγάλο βαθμό την βιωσιμότητα του φορέα μας, ενός φορέα που μολονότι είναι ιδιωτικός, έχει σωματειακή μορφή και αμιγώς κοινωφελή χαρακτήρα. Αυτό είναι η αρχή της ιστορίας κι έτσι όπως γλιστρήσαμε από την διάσωση στην προσπάθεια να φτιάξουμε κάτι καινούριο, ιδίως στον τομέα των παραστατικών τεχνών διαπιστώνοντας ότι σε κάθε περίπτωση ο παλιός τρόπος να αντιμετωπίζει κανείς την μουσική, το θέατρο και τον χορό έχει πεθάνει».

Ένα κτίριο - ιστορική παρτιτούρα που καλείσαι να ερμηνεύσεις στο σήμερα

Aπό τη φάση των πρώτων μελετών το 2013 μέχρι να εγκριθεί η χρηματοδότησή του από την Περιφέρεια Αττικής και ως την έναρξη των εργασιών της αποκατάστασης το 2019 το Ωδείο πέρασε διάφορες περιπέτειες που κατά τον κύριο Τσούχλο μπορούν να γεμίσουν ένα τρίτομο πάρα πολύ πληκτικό μυθιστόρημα για τη γραφειοκρατία. «Το πιο… διασκεδαστικό ότι το καλοκαίρι του 2017, αφότου έγινε η δημοπράτηση του έργου και βρέθηκε ο ανάδοχος και ήταν έτοιμοι να ξεκινήσουν τις εργασίες, αφού η Περιφέρεια είχε ελέγχξει τα πάντα, έρχεται το Υπουργείο Πολιτισμού και λέει στοπ, το κτίριο πρέπει να κηρυχθεί διατηρητέο μνημείο. Η ειρωνεία είναι ότι 40 χρόνια κανείς δεν είχε συγκινηθεί με το έργο του Δεσποτόπουλου. Είχαμε δημοπρατήσει το έργο με βάση ένα σχέδιο. Εάν ερχόταν το Κεντρικό Συμβούλιο Ανωτέρων Μνημείων και έβγαζε λάθος το σχέδιο, θα έπρεπε να ξεκινήσουμε όλη την διαδικασία από την αρχή. Να το δημοπρατήσουμε και να το σχεδιάσουμε από την αρχή. Ευτυχώς η κυρία Νανοπούλου από το γραφείο μελετών Θύμιος Παπαγιάννης & Συνεργάτες είχε λάβει υπόψιν της ότι έχει κάνει με έργο ενός εμβληματικού αρχιτέκτονα και το είχε μεταχειριστεί όπως κάνουμε στην μουσική με μια παρτιτούρα του παρελθόντος. Πρέπει να την εκσυγχρονίσεις με κάποιον τρόπο, πρέπει να είσαι πιστός σε αυτά τα οποία λέει ο Μπετόβεν αλλά παρόλα αυτά το αποτέλεσμα πρέπει να ενδιαφέρει τον σύγχρονο άνθρωπο άρα υπάρχει μια διαδικασία ερμηνείας εκεί.»

«Το κτίριο προστατεύεται και στις 5 όψεις του»

Ο κύριος Τσούχλος μας διαβεβαιώνει ότι στη διαδικασία αυτής της ερμηνείας δεν έχει υπάρξει καμία προσθήκη στο αρχιτεκτόνημα Δεσποτόπουλου. «Το κτίριο προστατεύεται και στις 5 όψεις του, η 5η είναι ίσως η ωραιότερη ταράτσα της Αθήνας. Δεν προβλέπεται καμία αλλαγή σε αρχιτεκτονικά χαρακτηριστικά, καμία επέκταση, καμία επέμβαση, η μόνη εξαίρεση που είναι εγκεκριμένη από το συμβούλιο ανωτέρων μνημείων είναι η διαπλάτυνση της εισόδου, καθότι ήταν ένα κτίριο χωρίς είσοδο, η μόνη είσοδος που υπήρχε αλλά δεν επικοινωνούσε με το υπόλοιπο κτίριο είναι η είσοδος που μπαίναμε παλιά στο ΕΜΣΤ. Αυτή η είσοδος μεγαλώνει και γίνεται ένας φιλόξενος χώρος εισόδου, ένα φουαγιέ με εστιατόριο, box office, ταμείο και ασανσέρ, αυτή είναι η μόνη επέμβαση στην εξωτερική όψη. Όλο το υπόλοιπο είναι ευλαβικά διατηρημένο, όπως το έχει σχεδιάσει ο Δεσποτόπουλος.» Σε ερώτησή μας σχετικά με την ταράτσα αλλά και τον περιβάλλοντα χώρο, ο κύριος Τσούχλος προσθέτει «Την ταράτσα δεν δικαιούμαστε να την πειράξουμε, αυτή την στιγμή με μια χρηματοδότηση του Υπουργείου Πολιτισμού τη στεγανοποιούμε γιατί είναι δυστυχώς διάτρητη κι έχουμε τρεχούμενο νερό εδώ μέσα όταν βρέχει, αλλά βγάζουμε τις πλάκες και τις ξαναβάζουμε, τις ίδιες. Χωρίς να πειράξουμε απολύτως τίποτα. Υπάρχει μια συζήτηση για τον περιβάλλοντα χώρο όπου έχει δείξει μια προθυμία ο Δήμος Αθηναίων να επέμβει, γιατί ο περιβάλλων χώρος είναι μια ντροπή, με το άναρχο πάρκινγκ και τα σκουπίδια. Υπάρχει μια μελέτη πάλι από το γραφείο Παπαγιάννη που στοχεύει στο να το μετατρέψει τον περιβάλλοντα χώρο σε δημόσιο χώρο, προσβάσιμο, βολικό και ενταγμένο στον ιστό της γειτονιάς».

«Δεν κηρύττουμε πόλεμο στους σκέιτερ, όμως το κτίριο τραυματίζεται»

Τι θα γίνει όμως με τους σκέιτερ; «Οι σκέιτερ είναι το μεγάλο ζήτημα διότι κατά την γνώμη μου, οι σκειτερ είναι αυτοί που κράτησαν το κτίριο ζωντανό επί πάρα πολλές δεκαετίας όταν το μόνο που συνέβαινε εδώ πέρα ήταν να κάνουν την ανάγκη τους τα ζώα των περιοίκων. Από την άλλη, οι σκειτερ προκαλούν πολύ μεγάλες φθορές. Βέβαια υπάρχει μια αντιστρόφως ανάλογη σχέση ανάμεσα στα γράφιτι και τους σκειτερ. Σε περιόδους που έχουμε πολλούς σκειτερ δεν έχουμε πολλά γκράφιτι. Με τους σκειτερ δεν θέλουμε να ανοίξουμε πόλεμο αλλά κάποια στιγμή πρέπει να σταματήσει αυτή η ιστορία. Εγώ πάντα σκεφτόμουν τι ωραία θα ήταν να φτιάχναμε κάπου στον περιβάλλοντα χώρο ένα διάδρομο σκειτ, και δεν είναι μόνο οι σκειτερς είναι και οι breakdancers, με τους οποίους έχουμε κάνει και κάποιες δουλειές κάποιες φορές, αλλά είναι κάτι για το οποίο πρέπει κάτι να κάνουμε, δηλαδή το κτίριο τραυματίζεται με πολύ δυσάρεστο τρόπο αλλά σε καμία περίπτωση δεν κηρύττουμε πόλεμο στα παιδιά».

Αξιοποίηση με την καλή έννοια

Τi αλλάζει τελικά στο κτίριο; «Οι βασικές αρχές ήταν οι εξής, πρώτον δεν πειράζουμε το concept Δεσποτόπουλου, ενδεχομένως το εκσυγχρονίζουμε. Για παράδειγμα, δεν έχεις λόγο να έχεις χώρο δοκιμών λυρικού θεάτρου όμως χρειάζεσαι μια αίθουσα συναυλιών. Αυτό ήταν το πρώτο. Το δεύτερο είναι η αξιοποίηση του κτιρίου με την καλή έννοια. Κάποτε μου είπε ένας από τους καθηγητές της αρχιτεκτονικής “μη χρησιμοποιείς την λέξη αξιοποίηση γιατί μας ανάβουν τα λαμπάκια”, παρόλα αυτά τη χρησιμοποιώ. Δεν θα βαλουμε σουπερ μαρκετ ποτέ, πιστεύουμε όμως στην εκμετάλλευση χώρων που υπάρχουν εδώ μέσα όπως ήταν σχεδιασμένοι, προκειμένου να δημιουργηθούν εστίες δραστηριότητας, οι οποίες αφενός θα συνδέσουν το κτίριο με την ζωή της πόλης και αφετέρου θα μπορέσουν να στηρίξουν την λειτουργία μας, το κόστος διατήρησής του. Άρα δεν αλλάζουμε βασικά πράγματα ενδεχομένων αναδιαμορφώνουμε εσωτερικά δευτερεύουσες πλευρές του κτιρίου. Αλλά τα βασικά χαρακτηριστικά, το αρχιτεκτονικό όραμα, παραμένουν αμετάβλητα. Μέχρι και οι χρωματισμοί που επιλέγουμε είναι από το χρωματολόγιο του Δεσποτόπουλου. Ή κάτι ντουλάπια σε μια αίθουσα που εμένα τον άσχετο, μου θύμιζαν κάτι ντουλάπια που είχαμε στο δημοτικό για να κρεμάμε τα παλτά μας, και ρώτησα δεν μπορούν να φύγουν, η κα. Νανοπούλου μου απάντησε αμέσως “Όχι, είναι σχεδιασμένα από το Δεσποτόπουλο”.

«Πάντως ο Δεσποτόπουλος ήταν βαθιά πρακτικός άνθρωπος και στο ίδιο το σχέδιο. Ξέρετε το σχέδιο είναι σαν ένα κείμενο που το διαβάζεις και σου λέει ας πούμε ιδέες. Ας πούμε σε ένα χώρο στο πρώτο υπόγειο προκειμένου να μπορέσει να λειτουργήσει ως χώρος εκδηλώσεων και με βάση τις σύγχρονες προδιαγραφές ασφαλείας έπρεπε να γίνουν δύο ανοίγματα διαφυγής. Αυτά τα ανοίγματα διαφυγής ο φίλος μου ο Τηλέμαχος Ανδριανόπουλος μας μάλωσε που τα κάναμε, διότι ήταν δύο τοίχοι που είχανε ο καθένας τρεις κόγχες που ήταν πολύ χαρακτηριστικές και νόστιμες είναι όμως μια τριτεύουσα λεπτομέρεια ενός κόνσεπτ η οποία έπρεπε κάπως να προσαρμοστεί στα δεδομένα. Τώρα πάντα αυτές οι αλλαγές είναι αποτέλεσμα μιας πολύ μεγάλης συζήτησης. Η αλήθεια είναι ότι στον Ανδριανόπουλο και στους Σουζάνας και Δημήτρη Αντωνακάκη οφείλεται η ολοκλήρωση της αίθουσας συναυλιών που έχουμε και τώρα την χρησιμοποιούμε και για συνέδρια και για άλλους λόγους. Η ανάδειξη της αρχιτεκτονικής ιδέας εδώ είναι απολύτως υποδειγματική, ήταν ένα έργο μέσα στο έργο».


Ενότητες