© Χάρης Ακριβιάδης
Δύο άκρως ενδιαφέρουσες συναυλίες "απόλυτης" μουσικής, δηλ. μουσικής "χωρίς λόγια" από διαφορετικές τέχνες, όπως η όπερα και ο κινηματογράφος, απολαύσαμε το πρώτο δεκαπενθήμερο του Νοέμβρη στα Μέγαρα Μουσικής Αθηνών και Θεσσαλονίκης.
Ενθουσιώδους υποδοχής έτυχε, ως αναμενόταν, από το κοινό που κατέκλυσε την "Αίθουσα Χρήστος Λαμπράκης" του αθηναϊκού Μεγάρου, το συναυλιακό διήμερο (14-15/11) κατά το οποίο ο αρχιμουσικός Θεόδωρος Κουρεντζής και το νέο του εγχείρημα, η πολυεθνική και εξαιρετική ορχήστρα "Ουτοπία", ερμήνευσαν το "Δαχτυλίδι χωρίς λόγια", δηλ. τη σουίτα με θέματα από την Τετραλογία του Ρίχαρντ Βάγκνερ, που άντλησε/συμπίλησε ο διάσημος Αμερικανός αρχιμουσικός Λόριν Μααζέλ (1930-2014).
Η βραδιά της 14/11 που παρακολουθήσαμε άνοιξε με μίαν έκπληξη (ειδική προσφορά για το κοινό του Μεγάρου, κατά την προλογική δήλωση του καλλιτεχνικού διευθυντή του Γιάννη Βακαρέλη), το συμφωνικό κομμάτι "Αρένα" του σημαντικού σύγχρονου Φινλανδού συνθέτη Μάγκνους Λίντμπεργκ. Αυτό αποδόθηκε υπό τη διεύθυνση του ταλαντούχου Ιταλού βιολιστή αλλά και β’ αρχιμουσικού του συνόλου Τζουζέππε Μένγκολι, ο οποίος επέδειξε πλήρη αφομοίωση των ερμηνευτικών επιλογών του μέντορά του Κουρεντζή. Ανεξαρτήτως του ότι παρουσιάσθηκε και σε άλλες συναυλιακές αίθουσες στο πλαίσιο της πρόσφατης ευρωπαϊκής περιοδείας της "Ουτοπίας", το 20λεπτης διάρκειας έργο διέθετε τις γνωστές αρετές του Λίντμπεργκ, την πυκνή γραφή, τη στέρεη φόρμα αλλά και μια ανήσυχη δραματουργία. Αυτή η τελευταία παρέπεμπε -ασυνείδητα ή ηθελημένα- στο βαγκνερικό σύμπαν με τη μεγάλη, επική πνοή και την έντονη -και σολιστική- χρήση χάλκινων πνευστών οργάνων, όπως τα τρομπόνια.
'Όσο και αν οι περίπου 15 ώρες δράσης και μουσικής του "Δαχτυλιδιού του Νίμπελουνγκ" δύσκολα συμπυκνώνονται σε περίπου 75 λεπτά, η σουίτα που ακολούθησε θα μπορούσε να αποτελέσει μία ευπρόσδεκτη μύηση των ντόπιων φιλόμουσων στο -εν πολλοίς, άγνωστο- μεταφυσικό βαγκνέριο σύμπαν, αν προερχόταν από την πένα του ίδιου του συνθέτη.
'Όσο και αν οι περίπου 15 ώρες δράσης και μουσικής του "Δαχτυλιδιού του Νίμπελουνγκ" δύσκολα συμπυκνώνονται σε περίπου 75 λεπτά, η σουίτα που ακολούθησε θα μπορούσε να αποτελέσει μία ευπρόσδεκτη μύηση των ντόπιων φιλόμουσων στο -εν πολλοίς, άγνωστο- μεταφυσικό βαγκνέριο σύμπαν, αν προερχόταν από την πένα του ίδιου του συνθέτη.
Η διαμεσολάβηση του -"συντάκτη"- Μααζέλ και του -ερμηνευτή- Κουρεντζή άφησε, εύλογα, ανεξίτηλο αποτύπωμα στο ακρόαμα. Η όχι πάντοτε εμπνευσμένη -ιδίως ως προς τη μεταγραφή φωνητικών μερών για σόλο όργανα- σουίτα του πρώτου έδωσε έμφαση περισσότερο στις επικές παρά στις λυρικές σελίδες του "Δαχτυλιδιού" (έτσι π.χ. παρακάμφθηκε το "Ειδύλλιο του Ζήγκφριντ" που εν σπέρματι περιέχεται στην Β’ Πράξη, τον "Ζήγκφριντ"), ενώ συχνά απότομες ήχησαν οι μεταβάσεις μεταξύ των επιλεγμένων κομματιών (π.χ. από το πρελούδιο του "Χρυσού του Ρήνου" στην "Είσοδο των θεών στην Βαλχάλλα"). Βέβαια, οι πιο όμορφες μελωδίες και οι βασικές δραματικές κορυφώσεις ήσαν παρούσες, και αποδόθηκαν από την τεράστια (περίπου 130μελή!) ορχήστρα άρτια, αν και με τους γνωστούς πια μανιερισμούς του Κουρεντζή, ιδίως ως προς τις διακυμάνσεις δυναμικής (από τα fortissimi στα pianissimi).
Το πρόβλημα ήταν ότι ο παραχθείς ορχηστρικός ήχος υπήρξε εξαιρετικά παχύς/πηκτός, ιδίως στα αποσπάσματα από τα δύο πρώτα έργα/μέρη, με τα έγχορδα να στερούνται της τόσο κρίσιμης εν προκειμένω διαφάνειας/διαύγειας. Είναι χαρακτηριστικό ότι ακόμη και αυτή η έξοχης ακουστικής μεγάλη αίθουσα του Μεγάρου πρόβαλε …περιορισμένης ηχοχωρητικότητας μπροστά σε τέτοιες εντάσεις! 'Όπου η μουσική το απαιτούσε (πχ. στην "Οργή του Βόταν", στη σκηνή του Νίμπελχαϊμ ή τον "Καλπασμό των Βαλκυριών"), το αποτέλεσμα ήταν εντυπωσιακό, με δεδομένη και την ποιότητα των χάλκινων πνευστών και των -ενισχυμένων με τον κορυφαίο της ΚΟΑ Σπύρο Λάμπουρα- κρουστών του συνόλου.
Τα πιο λυρικά ξέφωτα, όμως, χάνονταν μέσα στον ηχητικό ορυμαγδό και τη διαδοχή σκηνών χωρίς ανάσες/παύσεις, πάρα τα αξιομνημόνευτα σόλι του βιολοντσέλου (που εισήγαγε τον απελπισμένο έρωτα των αδερφιών Ζήγκμουντ και Ζηγκλίντε) ή του μπάσου κλαρινέτου (που απέδωσε μελωδικά τα διλήμματα της Βρουγχίλδης) αλλά και όλης της έξοχης ομάδας των ξύλινων, από την οποία ξεχώρισε ο κορυφαίος κλαρινετίστας της ΚΟΑ Σπύρος Μουρίκης.
Η αγάπη του Κουρεντζή για τα άκρα σε συνδυασμό με τη δεδομένη ελλιπή εξοικείωσή του με το βαγκνέριο σύμπαν και τα νοήματά του στοίχισε, δυστυχώς, συχνά και σε επίπεδο ερμηνείας: η προσέγγιση των κομματιών γινόταν με αμιγώς συμφωνικούς όρους, αγνοώντας το λόγο και το περιεχόμενο σημαντικών αποσπασμάτων, όπως ενδεικτικά ο γεμάτος αδόκητο …πάθος "Αποχαιρετισμός του Βόταν", που ηχούσε διαρκώς εκτός θέματος!
Τα πράγματα κύλησαν ομολογουμένως πολύ επιτυχέστερα στις επιλογές από τα δύο τελευταία μέρη, τον "Ζήγκφριντ" και το "Λυκόφως των θεών" κυρίως γιατί το παίξιμο των εγχόρδων διέθετε την τόσο ζητούμενη ηχητική καθαρότητα και διαφάνεια (όπως στους "Ψιθύρους του δάσους" και στο "Ταξίδι του Ζήγκφριντ στο Ρήνο"), ενώ και η διεύθυνση του Κουρεντζή απέφυγε τις έντονες αντιθέσεις, φώτισε πιο λαγαρά τα περίφημα "εξαγγελτικά μοτίβα", ισορροπώντας περίτεχνα μεταξύ δράματος και υποβλητικότητας, με αποκορύφωμα ένα συναρπαστικό "Πένθιμο εμβατήριο του Ζήγκφριντ". Τι κρίμα που το φινάλε του "Λυκόφωτος" δεν απέφυγε αχρείαστες και κακόγουστες υπερβολές…

Λίγες μέρες νωρίτερα (6/11) μία διαφορετική βραδιά "μουσικής χωρίς λόγια" είχε προσφερθεί στο Μέγαρο Μουσικής της Θεσσαλονίκης. Με αφορμή την παρουσία του στη συμπρωτεύουσα, όπου προήδρευσε της κριτικής επιτροπής του φετινού -αφιερωμένου στη σύνθεση- Διαγωνισμού "Δημήτρης Μητρόπουλος", ο διάσημος Κινεζο-αμερικανός συνθέτης Ταν Ντουν παρουσίασε και διηύθυνε, επικεφαλής της Κρατικής Ορχήστρας Θεσσαλονίκης, ένα εντυπωσιακό πρόγραμμα με τίτλο "Κύκλο πολεμικών τεχνών", αποτελούμενο από …4 κοντσέρτα προερχόμενα από τη μουσική επένδυση 3 βραβευμένων ταινιών!
Ο κύκλος υπήρξε αφιερωμένος στον …Ρίχαρντ Βάγκνερ, έχοντας ολοκληρωθεί την 200ή επέτειο από τη γέννηση του συνθέτη του "Δαχτυλιδιού του Νίμπελουνγκ". Εν προκειμένω δεν είχαμε να κάνουμε με όπερα (ή μουσικό θέατρο) "χωρίς λόγια", αλλά με κινηματογράφο (που ο Ντουν θεωρεί εξίσου "ολική τέχνη") "χωρίς λόγια": αποσπάσματα από τις ταινίες συνόδευσαν/πλαισίωσαν την εξιστόρηση διά της μουσικής! Τα έργα εξερευνούν θέματα αγάπης, θυσίας και εκδίκησης μέσα από το πρίσμα των πολεμικών τεχνών.
Συνεκτικό ιστό της συναυλίας -που διοργανώθηκε εύστοχα κατά τη διάρκεια του φετινού Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Θεσσαλονίκης- υπήρξε η παρουσία των τριών γυναικών που πρωταγωνίστησαν (και έχασαν τη ζωή τους για διαφορετικούς λόγους) στις ισάριθμες ταινίες ενώπιον ενός δικαστή του νερού, που τις ρώτησε γιατί πέθαναν, λαμβάνοντας διαφορετικές απαντήσεις! Μέσα στο ημίφως το ρόλο του δικαστή ανέλαβε εν προκειμένω ένας σολίστ κρουστών (Κωνσταντίνος Αργυρόπουλος), που έπαιζε με το νερό και τους ήχους του σε μία λεκάνη στο άκρο της σκηνής. Στη σκηνή εμφανίσθηκαν διαδοχικά οι τρεις γυναίκες/σολίστ, που, αφού παρείχαν εξηγήσεις με το κοντσέρτο τους, αποχωρούσαν (χωρίς χειροκρότημα).
Η αρχή έγινε με την ατμοσφαιρική ολιγόλεπτη εισαγωγή "Η κρίση του νερού", που άνοιξε με τη διάσημη Βουλγάρα βιολίστρια Λίγια Πέτροβα να παίζει τις πρώτες νότες από τον αριστερό διάδρομο της μεγάλης αίθουσας Μ1, οδεύοντας αργά προς τη σκηνή, όπου συνάντησε την πιανίστα Μαγκνταλένα Μπατσέφσκα και την τσελίστα Τζιά Ναν. Οι τρεις τους ερμήνευσαν, ακολούθως και κατά σειρά, από ένα κοντσέρτο για βιολί, για βιολοντσέλο και για πιάνο, ενώ η βραδιά ολοκληρώθηκε με ένα τριπλό κονσέρτο!
Κοινό χαρακτηριστικό όλων υπήρξε μία "μεταρομαντική" κινηματογραφική γραφή με εθνικά/κινέζικα στοιχεία, μεγάλη αίσθηση της μελωδίας και του ρυθμού και έντονη αφηγηματική γλαφυρότητα! Μορφολογικά και τα τέσσερα καλογραμμένα, πλην κυμαινόμενου ενδιαφέροντος έργα ήχησαν περισσότερο ως συμφωνίες κοντσερτάντε πάρα ως καθαρά κοντσέρτα για το κάθε όργανο, προκαλώντας μάλλον άνισες εντυπώσεις.
Τις πιο ισχυρές άφησε το εκτενές κοντσέρτο για βιολί "Ήρωας" (στην ταινία του Ζανγκ Γιμού η ηρωίδα χάνει τη ζωή της για την αγάπη προς την πατρίδα της), που ερμήνευσε η Πέτροβα. Η συμμετοχή της περιελάμβανε τη σύμπραξη ως primus inter pares με το ορχηστρικό corpus, κάποια σολιστικά ξέφωτα και μία εκτενή καντέντσα προς το τέλος. Η υπέρκομψη σολίστ εντυπωσίασε με τη μεγάλη καλλιέπεια και ποιότητα του ήχου της σ’ένα κοντσέρτο, όπου επετεύχθη ικανή ταύτιση εικόνας και βιολιστικής αφήγησης.
Ακολούθησε το πιο σύντομο κοντσέρτο για βιολοντσέλο "Τίγρης" (στην ταινία "Τίγρης και δράκος" του Ανγκ Λη η ηρωίδα χάνει τη ζωή της για ένα όνειρο πολεμικών τεχνών), με σολίστ την Κινέζα Τζιά Ναν. Πιο λυρικό/ραψωδικό αλλά και ερωτικό, το έργο κινήθηκε και πάλι σε μια λογική συμφωνίας κοντσερτάντε για -ηχητικά ενισχυμένο- τσέλο και ορχήστρα με τη μεγάλη καντέντσα να τοποθετείται στο μέσο. Η ορχήστρα έπαιζε κατά βάση ουνίσσονο με κυμαινόμενη ένταση.
Η συνέχεια ανήκε στο "Δείπνο δολοφόνων", ένα κοντσέρτο για πιάνο με σολίστ την Πολωνοαμερικανίδα Μαγκνταλένα Μπατσέφσκα σε ρόλο μιας άλλης …λαίδης Άμλετ (στην ταινία του Φενγκ Σιάογκανγκ η ηρωίδα χάνει την αγάπη και τη ζωή της για χάρη της εκδίκησης και της επιθυμίας)! Παρότι η γραφή εδώ υπήρξε αρκετά άνιση, με το πιάνο να περιορίζεται σε ρόλο συνοδοιπόρου (έστω και με την κατά τόπους χρήση του ως κρουστού), η εναλλαγή διαθέσεων της μουσικής υπήρξε πολύ πιο έντονη.
Ακόμη πιο αδιάφορο από κάθε άποψη ήχησε το καταληκτικό σύντομο τριπλό κοντσέρτο "Η τριπλή ανάσταση", στο οποίο ο δικαστής του νερού αποφασίζει να χαρίσει στις ηρωίδες την ανάσταση, ώστε να ζήσουν και να αγαπήσουν ξανά. Αντίθετα απ’ό,τι θα ανέμενε ίσως κανείς, τα τρία όργανα σπάνια διαλέχθηκαν εδώ μεταξύ τους. Έκαστο από αυτά (όπως και το νερό!) είχε τη δική του διακριτή παρουσία, όταν δεν εντασσόταν στον πυκνό ορχηστρικό καμβά.
Η βραδιά ωφελήθηκε πολύ από τις προβολές, πέραν των κινηματογραφικών αποσπασμάτων, και κοντινών πλάνων του σολίστ του νερού αλλά και του συνθέτη-αρχιμουσικού, ο οποίος διηύθυνε με μεγάλη ακρίβεια, υψηλό βαθμό συγκέντρωσης και άκρως θεατρικές χειρονομίες μίαν ανεπίληπτη ΚΟΘ. Μία σε κάθε περίπτωση ερεθιστική όσο και διαφορετική μουσική πρόταση, στο πλαίσιο του φετινού, εξαιρετικά ευφάνταστου προγραμματισμού του συνόλου…
Λεζάντα πρώτης φωτογραφίας: Ο αρχιμουσικός Θεόδωρος Κουρεντζής διευθύνει την ορχήστρα "Ουτοπία" στο "Δαχτυλίδι χωρίς λόγια", την σουίτα με θέματα από την Τετραλογία του Ρίχαρντ Βάγκνερ, που οργάνωσε ο διάσημος Αμερικανός αρχιμουσικός Λόριν Μααζέλ ("Αίθουσα Χρήστος Λαμπράκης" Μεγάρου Μουσικής Αθηνών, 14/11)

