
"Το 1991, η μάστιγα της βίας του απαρτχάιντ στη Νότια Αφρική έπεσε μέσω δημόσιων διαδηλώσεων και του πολιτιστικού μποϊκοτάζ που επέβαλαν καλλιτέχνες, μουσικοί και ηθοποιοί, αποσύροντας το έργο τους στη χώρα. Η συνεργασία με αυτό το κράτος θεωρήθηκε απαράδεκτη. Το 2025, το ίδιο ισχύει για το γενοκτονικό κράτος του Ισραήλ", έγραψαν τον περασμένο Σεπτέμβριο οι Massive Attack, ανακοινώνοντας ότι ζήτησαν από τη δισκογραφική τους να αποσύρει τον μουσικό τους κατάλογο από το Spotify. Παράλληλα, κάλεσαν όλους τους μουσικούς να συμμετάσχουν στην καμπάνια No Music for Genocide και "να μετατρέψουν τη λύπη, τον θυμό και την καλλιτεχνική τους συνεισφορά σε μια συνεκτική, λογική και ζωτική δράση για να τερματιστεί η ανείπωτη κόλαση που βιώνουν οι Παλαιστίνιοι, κάθε ώρα που περνάει".
Χιλιάδες καλλιτέχνες έχουν ήδη υπογράψει δημόσιες καμπάνιες στήριξης στον παλαιστινιακό λαό. Επαγγελματίες από τον χώρο του κινηματογράφου, της μουσικής, της λογοτεχνίας, της ακαδημαϊκής κοινότητας και των εικαστικών στέκονται απέναντι σε θεσμούς και κυβερνήσεις που δεν παίρνουν θέση ή περιορίζονται σε θεωρητικές καταδίκες των εγκλημάτων πολέμου, ακόμη και όταν ακτιβιστές-πολίτες κρατών που εκπροσωπούν αυτές οι κυβερνήσεις απάγονται από τον στρατό του Ισραήλ με πρακτικές που παραβιάζουν κατάφωρα το διεθνές δίκαιο, όπως συνέβη με τα μέλη της διεθνούς ανθρωπιστικής αποστολής Global Sumud Flotilla, που προσπάθησε να σπάσει τον ναυτικό αποκλεισμό της Γάζας και να ανακουφίσει τον επιβεβλημένο λιμό των κατοίκων της.
Όσο οι θεσμοί αρνούνται να αποκλείσουν το Ισραήλ από διεθνείς συμφωνίες, fora και πανεπιστήμια, οι καλλιτέχνες αναλαμβάνουν δράση, ασκώντας πολιτική πίεση είτε κόβοντας δεσμούς με ισραηλινά ιδρύματα είτε περιορίζοντας τη διανομή του έργου τους στο Ισραήλ ή/και από πλατφόρμες που συνδέονται με τη συνεχιζόμενη γενοκτονία στη Γάζα. Την πρωτοβουλία Film Workers for Palestine, με πάνω από 8.000 συμμετέχοντες κινηματογραφιστές, ακολούθησε η καμπάνια No Music for Genocide, που ξεκίνησε από 400 μουσικούς και σχήματα. Ο αριθμός των καλλιτεχνών που μποϊκοτάρουν πολιτιστικά το Ισραήλ αυξάνεται καθημερινά, ακολουθώντας το ιστορικό παράδειγμα του πολιτιστικού μποϊκοτάζ κατά του απαρτχάιντ στη Νότια Αφρική.
Το πολιτιστικό μποϊκοτάζ κατά του απαρτχάιντ ξεκίνησε σταδιακά τη δεκαετία του 1960 και πήρε διεθνείς διαστάσεις κατά τη δεκαετία του 1970. Καλλιτέχνες, μουσικοί και ηθοποιοί απέσυραν το έργο τους και αρνήθηκαν να συμμετάσχουν σε εκδηλώσεις στη Νότια Αφρική, ενώ οργανισμοί όπως η UNESCO απέσυραν τη στήριξή τους από πολιτιστικά προγράμματα στη χώρα. Στη δεκαετία του 1980, το μποϊκοτάζ ενισχύθηκε, με μουσικούς όπως ο Stevie Wonder και ο Peter Gabriel να ακυρώνουν συναυλίες και να στηρίζουν διεθνείς καμπάνιες ενάντια στο καθεστώς.
Εκείνη η διεθνής κινητοποίηση έπαιξε καθοριστικό ρόλο στον τερματισμό των φυλετικών διακρίσεων και της καταπίεσης των μαύρων κατοίκων. Μέσω της ηθικής πίεσης και της ευαισθητοποίησης της παγκόσμιας κοινής γνώμης, η τέχνη αποδείχτηκε εργαλείο κοινωνικής δικαιοσύνης και πολιτικής αλλαγής - και σήμερα δείχνει τον δρόμο για τη στήριξη του παλαιστινιακού λαού.