«Σιμόν Μποκκανέγκρα»: εικαστική και φωνητική πανδαισία

Μετά την συναρπαστική πρεμιέρα (19/1), ελάχιστοι μπορούν ν’αμφισβητήσουν το πόσο δικαιολογημένη υπήρξε η αθρόα προσέλευση του κοινού στην «Αίθουσα Σταύρος Νιάρχος» στο ΚΠΙΣΝ.

«Σιμόν Μποκκανέγκρα»: εικαστική και φωνητική πανδαισία

Πολλοί δυσκολεύονταν να εξηγήσουν το πρωτοφανές sold οut των εισιτηρίων για όλες τις παραστάσεις της όπερας «Σιμόν Μποκκανέγκρα» του Βέρντι, που ανεβάζει η Εθνική Λυρική Σκηνή, και η οποία οδήγησε ήδη στην προσθήκη ακόμη μίας (την Κυριακή 27/1). Βέβαια, μετά την συναρπαστική πρεμιέρα (19/1), ελάχιστοι μπορούν ν’αμφισβητήσουν το πόσο δικαιολογημένη υπήρξε η αθρόα προσέλευση του κοινού στην «Αίθουσα Σταύρος Νιάρχος» στο ΚΠΙΣΝ.

Ο σκοτεινός «Σιμόν Μποκκανέγκρα» δεν αποτελεί μία από τις πιο γνωστές ή τις πιο «προσιτές» όπερες του Βέρντι, και δε νοείται ανέβασμά της χωρίς την ύπαρξη ενός πρωταγωνιστή ικανού να ενσαρκώσει τον κεντρικό ρόλο, έναν από τους ωραιότερους για φωνή βαρυτόνου που έγραψε ο μέγας Ιταλός συνθέτης. Η Ελλάδα ευτύχησε να διαθέτει σπουδαίους βαρυτόνους με διεθνή σταδιοδρομία (από τον Τζων Μοδινό και τον Κώστα Πασχάλη μέχρι τον Δημήτρη Τηλιακό), με αποτέλεσμα το έργο να έχει παρουσιασθεί -παραδόξως- αρκετά συχνά από την Λυρική, για τελευταία φορά το 2008 (στο Μέγαρο Μουσικής) στη θαυμάσια σκηνοθεσία του Ντέηβιντ Ώλντεν και με μία πολύ αξιόλογη -κατά βάση, διεθνή- διανομή.

Καθώς στη μεγάλη αυτή αλυσίδα Ελλήνων βαρυτόνων έχουν προστεθεί εξίσου σημαντικοί και δημοφιλείς καλλιτέχνες, όπως οι Δημήτρης Πλατανιάς και Τάσης Χριστογιαννόπουλος, η παρουσία τους στην καινούργια παραγωγή αποτέλεσε ίσως έναν από τους παράγοντες που εξηγούν την παρατηρούμενη κοσμοσυρροή.

Παρότι αναρωτιέται κανείς γιατί δεν ξαναπαρουσιάσθηκε η σχετικά πρόσφατη παραγωγή του Ώλντεν (που παίχθηκε μόνο άπαξ!), έναν άλλο πόλο έλξης πιθανότατα αποτέλεσε το γεγονός ότι μετά από αρκετό καιρό η ΕΛΣ πρότεινε -στο πλαίσιο της συνεργασίας της με τη Βασιλική Όπερα του Λονδίνου- ένα παραδοσιακό ανέβασμα, αυτό του Ελάϊτζα Μοσίνσκυ, οι εντυπωσιακές εικόνες από το οποίο επικοινωνήθηκαν ευρέως…

Σε κάθε περίπτωση, 27 χρόνια μετά την πρώτη παρουσίασή της στο Κόβεντ Γκάρντεν, η παραγωγή του Μοσίνσκυ δεν εμφανίζει ούτε μία ρυτίδα! Ίσως γιατί, αν και απερίφραστα «παραδοσιακή» (υπό την έννοια της κατά το δυνατό -ψευδο-ιστορικά πιστής σκηνικής αναπαράστασης), δεν αποπνέει τίποτε το συντηρητικό.

Παραπέμποντας σε αναγεννησιακούς πίνακες, η υψηλής αισθητικής δουλειά κινείται στη λογική ενός θα λέγαμε «αφαιρετικού ή μεταφυσικού ρεαλισμού». Αυτόν υπηρετούν τόσο τα επιβλητικά κοστούμια εποχής -με έντονα σκούρα χρώματα- του Πήτερ Τζ. Χωλ όσο, και κυρίως, το λιτό πλην λειτουργικό μονοτοπικό σκηνικό του Μάϊκλ Γήργκαν: η διπλή κιονοστοιχία, το περίγραμμα παλατιών/επαύλεων της Γένοβας και οι στυλιζαρισμένες επιγραφές/«γκραφίτι», το γεωμετρικό πλακόστρωτο προσδίδουν σταθερά βάθος και προοπτική, ιδίως όταν μέσα από αυτά ανοίγεται ένας υποβλητικός γαλάζιος ορίζοντας, που παραπέμπει άμεσα στη θάλασσα και τον ουρανό, έμμεσα στη θνητότητα…

Μέσα σ’ένα τέτοιας εικαστικής ομορφιάς σκηνικό φόντο, που δεν επιβάρυνε άνευ λόγου την πρόσληψη, ο Αυστραλός σκηνοθέτης οριοθέτησε με απόλυτη σαφήνεια την εκτύλιξη της δράσης τόσο στη δημόσια/πολιτική όσο και στην ιδιωτική/οικογενειακή σφαίρα. Ο πυρήνας του έργου -σχέσεις εξουσίας, έντονα συναισθήματα, εσωτερικά δράματα και διλήμματα- ήλθε με σπάνια καθαρότητα στο ημίφως (έξοχοι, υποβλητικοί φωτισμοί του Τζων Χάρρισον).

Παρότι ενίοτε στατική (π.χ. σε ό,τι αφορά την χορωδία), η άρτια θεατρική καθοδήγηση του συνόλου της διανομής (αναβίωση διδασκαλίας: Ρόρυ Φαζάν) και η φροντισμένη κινησιολογία, περιλαμβανομένων σκηνών, όπως αυτές των ξιφομαχιών, διατήρησαν αμείωτο το -οπωσδήποτε ιδιότυπο- δραματουργικό ενδιαφέρον.

«Σιμόν Μποκκανέγκρα»: εικαστική και φωνητική πανδαισία - εικόνα 1
Ο Φιέσκο (Χριστόφορος Σταμπόγλης, δεξιά) δεν δέχεται το αίτημα του Σιμόν Μποκκανέγκρα (Δημήτρης Πλατανιάς, αριστερά) για συγχώρεση και συμφιλίωση: σκηνή από τον Πρόλογο της όπερας «Σιμόν Μποκκανέγκρα» του Βέρντι που παρουσιάζεται μέχρι τις 27/1 στην «Αίθουσα Σταύρος Νιάρχος» της Εθνικής Λυρικής Σκηνής στο ΚΠΙΣΝ © Δημήτρης Σακαλάκης

Αναπόφευκτα, η παράσταση αποζητούσε πλέον τη δικαίωση και στο μουσικό σκέλος, το οποίο ήταν πράγματι υψηλό, υπηρετήθηκε δε σχεδόν αποκλειστικά από εγχώριες δυνάμεις!

Η ισορροπημένη πρώτη διανομή, που είδαμε στην πρεμιέρα, διέθετε μερικούς από κάθε άποψη συναρπαστικούς πρωταγωνιστές. Η ωριμότητα και η αυξημένη διεθνής σκηνική εμπειρία του βαρύτονου Δημήτρη Πλατανιά τον καθιστούν έναν ιδανικό Σιμόν Μποκκανέγκρα: το σπάνιας ομορφιάς, μεστό φωνητικό ηχόχρωμα -που αξιοποιήθηκε ως βασικό εργαλείο για ένα τραγούδι υποδειγματικού βερντιανού λεγκάτο- συνοδεύεται πλέον από μέτρο και ακρίβεια υπόκρισης, που επέτρεψαν τη γλαφυρή απόδοση της ψυχολογικής εξέλιξης του γενοβέζου δόγη.

Πλάι του, η Ρουμάνα υψίφωνος Τσέλια Κοστέα έλαμψε κυριολεκτικά ως Αμέλια/Μαρία, με τραγούδι μοναδικής καλλιέπειας και ευγένειας, αλλά και με σκηνική πειθώ. Σε ό,τι αφορά την πολυτελή μετάκληση ενός τενόρου της κλάσης του 58χρονου Μεξικανού Ραμόν Βάργκας, θα ήταν σίγουρα άδικο να εστιάσει κανείς στο ότι το τίμπρο προδίδει εμφανώς την ηλικία του και να παρακάμψει τη δεξιοτεχνική αρτιότητα, τη γενναιοδωρία έκφρασης, την αντίληψη του χαρακτήρα του Γκαμπριέλε Αντόρνο .

Χωρίς να διαθέτει το ακριβές φωνητικό οπλοστάσιο για τον εξίσου σημαντικό ρόλο του Φιέσκο, ο μπάσος Χριστόφορος Σταμπόγλης εντυπωσίασε με τη θέρμη τραγουδιού και υπόκρισης, έστω και αν η κατά βάση «πατρική» φιγούρα που ενσάρκωσε δεν λειτουργούσε τόσο αντιστικτικά -ως θα ώφειλε- προς τον -αντίπαλό του- Μποκκανέγκρα.

Στην πρώτη του αναμέτρηση μ’ένα βασικό ρόλο, ο βαρύτονος Γιάννης Σελητσανιώτης υπήρξε ένας αξιοπρεπέστατος Πάολο Αλμπιάνι, παρά την εμφανή έλλειψη αιχμηρότητας σε τίμπρο και εξαγγελία, που απαιτεί ένας καταχθόνιος ρόλος, αρκετά συγγενής προς αυτόν του Ιάγου. Επαρκώς σκιαγράφησαν τους δευτεραγωνιστικούς χαρακτήρες τους ο βαθύφωνος Διονύσης Τσαντίνης (Πιέτρο) και ο τενόρος Γιάννης Καλύβας (λοχαγός των τοξοβόλων).

Κομβικής σημασίας, τέλος, για την επιτυχία του ακροάματος υπήρξε η νηφάλια μουσική διεύθυνση της Ζωής Τσόκανου. Επικεφαλής των καλά προετοιμασμένων συνόλων (Ορχήστρας – Χορωδίας) της ΕΛΣ, η αρχιμουσικός τιθάσευσε με εντυπωσιακή άνεση την απαιτητική παρτιτούρα (που δόθηκε στην αναθεωρημένη δεύτερη εκδοχή του 1881), φωτίζοντας με ακρίβεια τον ιδιαίτερο αρμονικό πλούτο, τις διαθέσεις και την εσωτερική ένταση της «σκοτεινής» γραφής (περιλαμβανομένων των αρκετών αμιγώς ορχηστρικών σελίδων), συντόνισε αβίαστα ορχηστρική τάφρο και σκηνική δράση, υποστήριξε πραγματικά τους μονωδούς, ανέδειξε την ομιχλώδη ατμόσφαιρα του έργου.

«Σιμόν Μποκκανέγκρα»: εικαστική και φωνητική πανδαισία - εικόνα 2
Το τραγικό φινάλε της όπερας «Σιμόν Μποκκανέγκρα» του Βέρντι που παρουσιάζει η Εθνική Λυρική Σκηνή (μέχρι τις 27/1) στην «Αίθουσα Σταύρος Νιάρχος» στο ΚΠΙΣΝ: ο Σιμόν Μποκκανέγκρα (Τάσης Χριστογιαννόπουλος) ξεψυχά, δηλητηριασμένος, ανάμεσα στον Γκαμπριέλε Αντόρνο (Δημήτρης Πακσόγλου) και την κόρη του Αμέλια/Μαρία (Άννα Στυλιανάκη) © Δημήτρης Σακαλάκης

Τα ανθρώπινα δράματα και η ψυχολογική αλήθεια των ρόλων αποκαλύφθηκαν, πάντως, ακόμη εναργέστερα από τη δεύτερη διανομή που παρακολουθήσαμε στις 23/1. Καθοριστικές αποδείχθηκαν, εν προκειμένω, η προσφορότερη μείξη των πιο διακριτών φωνητικών ηχοχρωμάτων των μονωδών (ιδίως των ανδρών), η ηλικιακά πειστικότερη εγγύτητά τους προς τους ρόλους, που είχε ως αποτέλεσμα και περισσότερο αληθοφανείς δραματικά αντιπαραθέσεις, η πιο λαγαρή εκφορά του αδόμενου λόγου.

Ο σπουδαίος βαρύτονος Τάσης Χριστογιαννόπουλος σμίλευσε ένα εξαιρετικά σύνθετο, πολυδιάστατο πορτρέτο του Σιμόν Μποκκανέγκρα, με σπάνια θεατρικότητα, αμέτρητες (φωνητικές και εκφραστικές) φωτοσκιάσεις και μοναδικό σκηνικό κύρος, καθηλώνοντας και συγκινώντας ταυτόχρονα. Τα πολύ αιχμηρότερα, πιο σκούρα/απειλητικά τίμπρα του μπάσου Πέτρου Μαγουλά και του βαρύτονου Κύρου Πατσαλίδη νοηματοδότησαν πληρέστερα τη σκοτεινή διάσταση των χαρακτήρων των Φιέσκο και Πάολο Αλμπιάνι αντίστοιχα.

Εξίσου ευχαρίστησε το νεανικό ζεύγος Αμέλιας Γκριμάλντι/Μαρίας και Γκαμπριέλε Αντόρνο, που ενσάρκωσαν η υψίφωνος Άννα Στυλιανάκη με σκηνική κομψότητα, ευγένεια αλλά και προσεγμένο τραγούδι (παρότι η φωνή πιεζόταν συστηματικά στην υψηλή περιοχή) και ο τενόρος Δημήτρης Πακσόγλου με φωτεινό ηχόχρωμα και ορμητική σκηνική παρουσία.

Το ενδιαφέρον τράβηξε, τέλος, και η διαφορετική προσέγγιση της παρτιτούρας από τον Στάθη Σούλη: η μουσική διεύθυνσή του διέθετε εντονότερο ρομαντικό πάθος, παλμό αλλά και αρκετές λυρικές στιγμές, έστω και εάν σε επίπεδο ορχηστρικής εκτέλεσης δεν έλειψαν κάποιοι αποσυντονισμοί…

Η συνολικά άριστη παραγωγή θα άξιζε να επαναληφθεί και του χρόνου για όσους δεν πρόλαβαν (προλαβαίνουν) να την απολαύσουν…

Περισσότερες πληροφορίες

«Σιμόν Μποκανέγκρα»

  • Όπερα

Η σπουδαία όπερα του Βέρντι παρουσιάζεται σε συνεργασία με τη Βασιλική Όπερα του Λονδίνου. Πρόκειται για μια αναβίωση της σκηνοθεσίας του Ελάιτζα Μοσίνσκι από τον Ρόρι Φαζάν, με τους Δημήτρη Πλατανιά και Τάση Χριστογιαννόπουλο να εναλλάσσονται στον επώνυμο ρόλο. Διευθύνουν η Ζωή Τσόκανου και ο Στάθης Σούλης.

Εθνική Λυρική Σκηνή - αίθουσα «Σταύρος Νιάρχος»

Κέντρο Πολιτισμού - Ίδρυμα «Σταύρος Νιάρχος», Λεωφ. Συγγρού 364, Καλλιθέα
  • Βινιέτες Μουσικής

Διαβάστε ακόμα

Τελευταία άρθρα Μουσική

Μία συναρπαστική μουσικά "Σταχτοπούτα" & μία σπουδαία τσελίστα (Εμμ. Μπερτράν) στο "Ολύμπια"

Οι δύο πολύ ωραίες βραδιές, που απόλαυσαν οι φιλόμουσοι σε διάστημα μόλις ενός μήνα στο "Ολύμπια" Δημοτικό Μουσικό Θέατρο της Αθήνας, έδωσαν τροφή για σκέψη όσον αφορά τις προοπτικές και τη θέση του θεσμού στα μουσικά μας πράγματα.

ΓΡΑΦΕΙ: ΕΥΤΥΧΙΟς Δ. ΧΩΡΙΑΤΑΚΗς
26/04/2024

Release Athens 2024: Beak> και Mount Kimbie την ίδια μέρα με τους Massive Attack

Το συγκρότημα του Geoff Barrow, των μοναδικών Portishead, και το λονδρέζικο γκρουπ σε μια από τις πιο απολαυστικές βραδιές του φετινού καλοκαιριού.

"Φως! Ω, πού είναι το φως;": Τραγούδια σε ποίηση του Ραμπιντρανάτ Ταγκόρ

O ποιητικός κόσμος του μεγάλου Ινδού στοχαστή Ραμπιντρανάτ Ταγκόρ αποκαλύπτεται στην Εναλλακτική Σκηνή της Εθνικής Λυρικής Σκηνής.

Piano City Athens 2024: Οι γειτονιές της Αθήνας πλημμυρίζουν ξανά με μουσική

Δείτε το αναλυτικό πρόγραμμα του φεστιβάλ που γεμίζει μελωδίες τις γειτονιές της πρωτεύουσας με 100 κοντσέρτα πιάνου.

Sivert Hoyem, θα γράψεις ποτέ τραγούδι στα Νορβηγικά;

Μιλήσαμε με τον frontman των Madrugada όσο βρισκόταν στη Δρέσδη με τη σόλο club show περιοδεία του, την οποία φέρνει στην Αθήνα, με αφορμή το νέο άλμπουμ του "On an Island".

Η Μαρίνα Σάττι μάς δίνει ραντεβού στην Τεχνόπολη

Η Μαρίνα υπόσχεται να μας μεταφέρει στο εθιστικό καλλιτεχνικό σύμπαν της.

Ο D3lta στο "Faust" με νέο υλικό

Μετά την επιτυχημένη πρώτη του headline περιοδεία στην Αγγλία, έρχεται για ένα συναρπαστικό live στην Αθήνα.