Αρχές Δεκεμβρίου είδαμε στον "Παρνασσό" την παράσταση του Διονύση Σαββόπουλου για τα 50 χρόνια του "Φορτηγού" του. Τραγούδια που όλοι έχουμε αγαπήσει και ακούγονται ακόμα πιο υπέροχα μισόν αιώνα μετά, τραγούδια που περνούν μέσα από τα χέρια, τις φωνές και, κυρίως, τις καρδιές νέων - σπουδαίων - μουσικών. Τραγούδια που όσο περνάει ο καιρός και η εποχή μας φαίνεται να είναι πιο ζοφερή, ακούγονται ακόμα πιο νέα. [Απομένει μία ακόμα παράσταση πριν τελειώσει αυτός ο χρόνος, την Τετάρτη 28 Δεκεμβρίου].
Το 2016 – που αισίως τελειώνει σε λίγες μέρες – είχα την ανάγκη να ακούσω (και να δω) όσο περισσότερο Σαββόπουλο γίνεται. Και είδα: στο «Κύτταρο» (και μετά στο Ηρώδειο) με την Ελένη Βιτάλη, λίγο αργότερα στο “Gazarte”, όπου άνοιξε τη νέα του σεζόν, και τώρα στον Παρνασσό, με τον Διονύση να μας ανεβάζει στην καρότσα του «Φορτηγού» του για κάνουμε μαζί το ταξίδι που άρχισε αυτός πριν από τόσα χρόνια, στις αρχές της δεκαετίας του ’60 – και που αρκετοί από εμάς, το κάναμε τμηματικά και κατά μόνας. Πάντα μαζί του…
Οι «Μάγοι». «Ήλιε ήλιε αρχηγέ». «Τι να τα κάνω τα τραγούδια σας»… Το ταξίδι αρχίζει, οι εικόνες παίρνουν θέση, το φιλμ αρχίζει να ξετυλίγεται. Είναι γοητευτικό – σαν παραμύθι. Ο Σαββόπουλος φέρνει στα καθ’ ημάς την παράδοση του hobo που τόσο μας γοητεύει στο αμερικάνικο λαϊκό τραγούδι: στον Leadbelly, στον Woody Guthrie, στον Bob Dylan. Και βάζει αυτή την αγγλοσαξωνική μπαλάντα πλάι στο δικό μας μπλουζ του Μάρκου Βαμβακάρη.
Η «Ζωζώ». Το «Μπουλούκι». Η «Μαϊμού»… Τα βλέμματά μας – συναντιούνται μ’ αυτό του Διονύση. Που είναι καθαρό, πεντακάθαρο, εδώ και μισόν αιώνα, καθώς μας λέει τα τραγούδια του. Καθώς τα κάνουμε μέρος του εαυτού μας, μέρος της ζωής μας. Δεν έχει τέλος αυτό το πανηγύρι.
«Μη μιλάς άλλο γι’ αγάπη». Το «Δέντρο». Τα «Πουλιά της δυστυχίας»… Τραγούδια με περιεχόμενο, τραγούδια που δεν μοιάζουν με άλλα, τραγούδια που μας συνοδεύουν μια ζωή. Περνούν σε μια νέα γενιά ερμηνευτών: Κατερίνα Πολέμη, Θέμος Σκανδάμης, Εύη Μάζη. Πολύ αξιόλογων καλλιτεχνών και μουσικών. Και το “It Ain’t Me, Babe” του Bob Dylan περνάει μέσα στο «Βιετνάμ γιε γιε». Ένα protest song μιας γενιάς που μπορεί και να μη βρήκε ποτέ, έκτοτε, τον βηματισμό της. Ένα αντιπολεμικό τραγούδι που όμως έχει την ίδια αξία και σήμερα. Και την ίδια σημασία – στο Χαλέπι ή στο Βερολίνο.
Οι «Δεκαπέντε». Η «Σωματική ανάγκη». Η «Συννεφούλα»… Όλα δένουν μεταξύ τους – και γίνονται ένα γλέντι αισθήσεων. Και μνήμης που έχει αντίκρισμα στο σήμερα – αλλιώς δεν θα είχε κανένα απολύτως νόημα. Σαν το «Θηρίο» και τη λογοκρισία.
Η «Θανάσιμη μοναξιά του Αλέξη Ασλάνη». «Στη συγκέντρωση της Ε.Φ.Ε.Ε.». Η «Παράγκα». Τα «Κορίτσια που πηγαίνουν δυο δυο»… Η κορύφωση σε μιαν Ελλάδα του σήμερα που δεν έχει αλλάξει και πολύ. Μόνο τα παιδιά που ήρθαν μετά – και που έρχονται ακόμα – βάζουν τις δικές τους διαστάσεις και νότες σ’ αυτά τα τραγούδια. Οι δεξιοτέχνες, ο Γιώτης Κιουρτσόγλου και ο Δημήτρης Λάππας – και η Εύη, η Κατερίνα, ο Θέμος, που δίνουν ένα μελλοντικό χρώμα στα τραγούδια του «Φορτηγού». Που είναι σαν τα τραγούδια που γράφουν (και λένε) κι αυτοί. Κι αυτά τα τραγούδια, τα 20 του "Φορτηγού", εκτός από τραγούδια, εξακολουθούν ακόμα να είναι ασκήσεις φυσικής αναπνοής – όπως και πριν από 50 χρόνια.
«Μια θάλασσα μικρή είναι το καλοκαίρι μου, ο έρωτάς μου, ο πόνος μου…». Εκεί που το χθες βρίσκει τη σημασία του στο σήμερα. Και γίνεται γιορτή – όπως την κάνει ο Διονύσης και οι παρέες του. Κάθε φορά: και χθες και σήμερα. Όσο κι αν οι «Παλιοί μας φίλοι» για πάντα φύγαν, τα τραγούδια του Brassens και του Σαββόπουλου θα είναι πάντα εδώ.