
Από το «Doch» (στη Second State των Pan-Pot) και μετά η πορεία του Γερμανού Stephan Hinz είναι γεμάτη με παραγωγές στα σημαντικότερα techno labels, όπως στην Intec και την Drumcode, καθώς και με εμφανίσεις υπό τους δικούς του καλλιτεχνικούς όρους. Στο «Steam» έρχεται καλεσμένος από τη νεοσύστατη ομάδα Watt Athens του Nicolò, σε συνεργασία με την Dancing In και τη Locked – με αυτό το party και με το προηγούμενο με τον Mark Reeve, η Watt έχει αρχίσει να χτίζει προφίλ προσκαλώντας ανερχόμενους καλλιτέχνες με άποψη. Αυτό το τελευταίο θα το διαπιστώσετε στην κουβέντα μας με τον Stephan Hinz με αφορμή το πολυαναμενόμενο live set του την Παρασκευή 3/3. Μιλάμε μαζί του για τους λόγους που παρουσιάζει πλέον μόνο live sets, για την πίεση που δημιουργεί ένα τεράστιο hit, για την αγάπη του για την κινηματογραφική μουσική, καθώς και για το ημερολόγιο που κρατά παράλληλα με τη σύνθεση του πρώτου του άλμπουμ, μία βουτιά στο μυαλό ενός καλλιτέχνη που παίρνει πολύ σοβαρά τη μουσική (του).

Γιατί προτιμάς να παίζεις live αντί να κάνεις DJ sets;
Τόσο το DJing όσο και τα live sets είναι τέχνη. Λατρεύω τα πολύωρα DJ sets με τα οποία μπορείς να ταξιδέψεις το κοινό. Λατρεύω επίσης την ανόθευτη και εκρηκτική φύση ενός καλού live set. Για πολλά χρόνια δεν μου άρεσε να παίζω τη μουσική μου στα clubs, γιατί αισθανόμουν ότι δεν θα ήταν αρκετά καλή. Αυτή η ηττοπάθεια υποχώρησε με τον καιρό και τώρα υπερ-αποζημιώνω τον εαυτό μου, παίζοντας live τη μουσική μου! Απολαμβάνω την καλλιτεχνική ελευθερία που μου δίνει αυτό. Παρουσιάζω ένα υψηλής έντασης set, του οποίου ελέγχω κάθε πτυχή εκείνη ακριβώς την ώρα. Είναι απίθανο. Μου είχε λείψει αυτό το συναίσθημα κάνοντας εμφανίσεις μόνο ως DJ.
Απ’ όταν η καριέρα σου εκτοξεύτηκε με το «Doch», αισθάνθηκες πίεση να επαναλάβεις αυτή την επιτυχία;
Ναι, την αισθάνθηκα αυτή την πίεση και δεν ήταν καθόλου εύκολο να την αντιμετωπίσω, γιατί όλοι, εμού συμπεριλαμβανομένου, περίμεναν το επόμενο track να συναντήσει την ίδια επιτυχία. Αυτή η πίεση σε κάνει να προσπαθείς να αντιγράψεις ξεδιάντροπα τον εαυτό σου, χωρίς να γνωρίζεις στην πραγματικότητα τι να αντιγράψεις, καθώς ο Philipp [σ.σ. Philipp Ruhmhardt, ο δεύτερος συνθέτης του track] κι εγώ δεν γράψαμε το «Doch» βάσει κάποιας συνταγής ή σχεδίου. Γράψαμε απλώς μουσική και ευτυχώς βρήκε ανταπόκριση. Όλα προέκυψαν από ένα αίσθημα της στιγμής που δεν θα μπορούσε να επαναληφθεί. Προσπάθησα να το κάνω αλλά δεν ολοκλήρωνα τα tracks, γιατί αισθανόμουν ότι κάνω μια κακή αντιγραφή μακριά από το πνεύμα του πρωτότυπου track. Αν τα ολοκλήρωνα, ενδεχομένως να μην ήταν τόσο αδιάφορα και τελικά να συναντούσαν επιτυχία. Θα έμπαινα όμως σε έναν φαύλο κύκλο όπου θα αντέγραφα ξανά και ξανά την ίδια ιδέα. Ευτυχώς, η εταιρεία μου, η Second State, με υποστήριξε ενθαρρύνοντάς με απλώς να γράψω μουσική, χωρίς να μιμούμαι τον εαυτό μου και χωρίς να το σκέφτομαι ιδιαίτερα. Δεν είναι εύκολο, γιατί αν έχεις στα χέρια σου ένα track όπως το «Doch» και κάνεις κάτι παρόμοιο, ξαφνικά ανοίγονται πολλές προοπτικές. Αν δεν το κάνεις, μπορεί να εξαφανιστούν στη στιγμή.
Τι σημαίνει επιτυχία;
Για τον καθένα είναι κάτι διαφορετικό. Για μένα είναι το προνόμιο να κάνω κάθε μέρα αυτό που αγαπώ περισσότερο. Να συνθέτω μουσική και να την παρουσιάζω στον κόσμο. Αυτό ήθελα πάντα, οπότε αισθάνομαι χαρούμενος που υπάρχουν άνθρωποι οι οποίοι αγαπούν τη μουσική μου, παρακολουθούν την εξέλιξή μου και μου δίνουν την ευκαιρία να γυρίζω τον κόσμο μ’ αυτή.
Και τι σημαίνει το underground;
Είναι η καλή «περιοχή» όπου παράγεται μουσική. Δεν εννοώ ότι το overground, η επιφάνεια, εκπροσωπεί το κακό, ωστόσο εκεί η μουσική δεν είναι πρώτη προτεραιότητα. Αυτό που τους ενδιαφέρει περισσότερο είναι να δημιουργήσουν μία ψευδαίσθηση γύρω από τον καλλιτέχνη και το νόημα της μουσικής του. Και στη συνέχεια παράγουν ασήμαντη, αναλώσιμη μουσική. Πολλοί από τους καλλιτέχνες του overground λειτουργούν κυρίως ως μια προβολή των επιθυμιών και των ονείρων του κοινού, αντί να το αγγίζουν με τη μουσική. Όταν προσπαθείς να πουλήσεις συναίσθημα σε όσο το δυνατόν περισσότερους ανθρώπους, πρέπει να είσαι όσο πιο ουδέτερος γίνεται. Όλα αυτά δεν έχουν σχέση με τη μουσική. Η μουσική που αγαπάω δημιουργήθηκε από ανθρώπους που κάνουν το δικό τους και δεν δίνουν δεκάρα αν θα αρέσει στους άλλους. Δεν ισχυρίζομαι ότι η underground μουσική δεν είναι μια οικονομική δραστηριότητα. Φυσικά και είναι, αλλά αυτό δεν είναι μεμπτό, γιατί δημιουργεί θέσεις εργασίας και επιτρέπει σε κάποιους να βιοπορίζονται από τη μουσική. Η βασική διαφορά με το overground είναι ότι στο underground βασική προτεραιότητα είναι η μουσική… όλα τα άλλα έρχονται δεύτερα.
Πρόσφατα μπήκες στο roster της Mood Records. Πώς αισθάνεσαι που βγάζεις μουσική στα σημαντικότερα techno labels;
Είναι απίθανο! Είναι μεγάλη μου τιμή να κυκλοφορεί η μουσική μου απ’ αυτές τις εταιρείες αλλά και να επιλέγεται όχι από κάποιο τυχαίο στέλεχος αλλά από τη Nicole (σ.σ. Nicole Moudaber, η ιδρύτρια της Mood), τους Pan-Pot (σ.σ. ιδρυτές της Second State) και τον Adam (σ.σ. Adam Beyer, ιδρυτής της Drumcode). Δεν είναι θαυμάσιο;
Δύο πρόσσφατες κυκλοφορίες, στη Mood Records της Nicole Moudaber και στην Intec του Carl Cox:
Ξεκίνησες ένα ημερολόγιο όπου καταγράφεις τη διαδικασία σύνθεσης του πρώτου σου άλμπουμ. Από ποια ανάγκη ξεκίνησε αυτό; Σε βοηθάει;
Ναι, αποδίδει καρπούς, αλλά δεν είναι εύκολο να γράφω τακτικά όσο είμαι απασχολημένος με τη δημιουργία του άλμπουμ. Ήθελα να το κάνω εδώ και καιρό, ακόμη κι αν απευθύνεται σε συγκεκριμένους ανθρώπους και όχι σε ένα ευρύ κοινό. Οι μουσικοί ενδιαφέρονται για το πώς άλλοι μουσικοί προσεγγίζουν το έργο τους. Με έχει βοηθήσει να βλέπω ότι οι μουσικοί που θαυμάζω έχουν τους ίδιους προβληματισμούς με μένα. Γενικά οι μουσικοί δεν μιλούν πολύ γι’ αυτά τα θέματα ή δεν έχουν την ευκαιρία να το κάνουν. Έτσι κι εγώ, δέχομαι συχνά ερωτήσεις για τη μουσική μου και για τον τρόπο παραγωγής και παρουσίασής της, οπότε το άλμπουμ ήταν η ιδανική ευκαιρία για να μιλήσω γι’ αυτήν τη διαδικασία. Γράφω, λοιπόν, σ’ αυτό το ημερολόγιο σκέψεις, πιο αφηρημένους υπαρξιακούς προβληματισμούς, τεχνικά πράγματα.
Αναζητάς επιπλέον μια ιστορία για το άλμπουμ. Την έχεις βρει;
Ναι και όχι. Αυτή την περίοδο αντιμετωπίζουμε ριζικές αλλαγές στον κόσμο. Η στάση μας απέναντι σ’ αυτές τις αλλαγές έχει μεγάλη σημασία. Πρέπει να είμαστε πολύ προσεκτικοί, διότι υπάρχει πραγματικός κίνδυνος να καταστρέψουμε όσα η κοινωνία χρειάστηκε δεκαετίες για να κατακτήσει. Δεν θα είναι εύκολο να αγωνιστούμε γι’ αυτά, καθώς υπάρχουν κάποιοι που θεωρούν σημαντικότερο να χτίζουν τείχη αντί για γέφυρες, να αδιαφορούν για την ευημερία των άλλων ανθρώπων. Όλα αυτά επηρεάζουν εμένα τον ίδιο και τη δουλειά μου. Γιατί, τελικά, η μουσική πάντα μιλάει για τη ζωή.
Ποιες σειρές βλέπεις;
Μόλις τελείωσα το «The OA» στο Netflix. Ήταν πολύ καλό! Και τώρα βλέπω ξανά το «Californication». Είμαι μεγάλος fan του Hank Moody.
Για ποιες ταινίες έχεις γράψει μουσική; Έψαξα το όνομά σου στο IMDB και βγάζει το «2Close2U».
Έχω γράψει κομμάτια για τηλεταινίες, σειρές και ταινίες. Δυστυχώς, στη Γερμανία οι βασικοί συνθέτες δεν είναι πολύ γενναιόδωροι ώστε να συμπεριλάβουν το όνομά σου στους τίτλους. Το «2Close2U» είναι η πρώτη μεγάλου μήκους ταινία στην οποία είμαι ο βασικός συνθέτης του soundtrack. Η ταινία έκανε πρεμιέρα Canada Independent Film Festival.
Τι σου αρέσει στα sountracks;
Ο συνδυασμός ορχηστρικών οργάνων με νέες τεχνικές παραγωγής και ηλεκτρονικούς ήχους. Στην κινηματογραφική μουσική ενώνεται η ηλεκτρονική μουσική με την κλασική και δημιουργούν κάτι καινούργιο. Με γοητεύει η μαγεία που δημιουργούς οι σωστές εικόνες με τη σωστή μουσική. Αυτά τα δύο μαζί με μια καλή ιστορία μπορούν να αλλάξουν τη ζωή σου, να σε κάνουν να ξεφύγεις απ’ αυτήν ή να αποκτήσεις απίγνωση για τη ζωή άλλων ανθρώπων. Είναι μια μαγική συνθήκη και επιθυμώ να είμαι μέρος αυτής.
Ποιοι είναι οι αγαπημένοι σου κινηματογραφικοί συνθέτες;
Τα τελευταία χρόνια, τα soundtracks πάσχουν από έλλειψη πρωτοτυπίας… όπως και τα σενάρια! Γι’ αυτό η λίστα μου είναι πολύ μικρή. Οι ήρωές μου είναι ο Thomas Newman, ο Hans Zimmer, ο James Newton Howard και πιο πρόσφατα ο Max Richter και ο Johann Johannsson.
Stephan Hinz (live) @ «Steam» (Ευρυμέδοντος 3, Γκάζι), την Παρασκευή 3/3. Support από τους Soulfella.Z aka Dizharmonia, Nicolò, Aris Von και Hobby T. Είσοδος €12 και τιμή φιάλης €120/5 άτομα (€80 η δεύτερη φιάλη). Κρατήσεις: 2103412120 & 6940772237.
Ακούστε δύο sets του Stephan Hinz: