
Ελάχιστοι σκηνοθέτες στη σύγχρονη ιστορία του Χόλιγουντ έχουν καταφέρει να φτιάξουν μια καριέρα με τη διάρκεια του Ρίτσαρντ Λινκλέιτερ. Ο οσκαρικός δημιουργός ("Μεγαλώνοντας") διαθέτει τη σπάνια δυνατότητα να εκπλήσσει με τις επιλογές του, να υπηρετεί πολλά και διαφορετικά κινηματογραφικά είδη, αλλά και να προστατεύει την προσωπική υπογραφή του, την ώρα που συχνά - πυκνά σκαρφίζεται ταινίες με διαχρονικό αποτύπωμα. Πολύ πρόσφατα, για παράδειγμα, συμπληρώθηκαν τριάντα χρόνια από την πρεμιέρα του ρομαντικού δράματος "Πριν το Ξημέρωμα", με το οποίο ξεκίνησε μια από τις πιο δημοφιλείς κινηματογραφικές τριλογίες, ενώ νωρίτερα ο Λινκλέιτερ αποτύπωσε έξοχα το νεανικό πνεύμα της εποχής του με φιλμ σαν τα "Slacker" και "Dazed and Confused". Στα ‘00s περνούσε αβίαστα από τις απολαυστικές κωμωδίες ("Ένα Σχολείο Πολύ Ροκ") στα ιδιοσυγκρασιακά animation ("A Scanner Darkly"), για να φτάσουμε στο ολόφρεσκο "Hit Man" που κυκλοφόρησε πέρσι. Κοινώς, ο Αμερικανός "αναπνέει" σινεμά και βρίσκει σταθερά θέματα που τον κινητοποιούν και τον εμπνέουν δημιουργικά, κάτι που συμβαίνει στο νέο πόνημά του με τίτλο "Blue Moon" που διεκδικεί Χρυσή Άρκτο.
Η παραπάνω εισαγωγή είναι εν μέρει απαραίτητη γιατί εδώ δεν έχουμε να κάνουμε με μία συνηθισμένη ταινία. Το "Blue Moon" περιστρέφεται μεν γύρω από την περσόνα του Λόρεντζ Χαρτ (Ίθαν Χοκ), θρυλικού στιχουργού επιτυχιών όπως το ομώνυμο τραγούδι με τον τίτλο, αλλά και εμβληματικών μουσικών παραστάσεων της δεκαετίας του ‘20 και του ‘30, δεν πρόκειται ωστόσο για τυπική βιογραφία. Η πλοκή εξελίσσεται σχεδόν αποκλειστικά σε ένα μπαρ, εκεί όπου ο ήρωας καταφεύγει έπειτα από την πρεμιέρα του κλασικού μιούζικαλ "Oklahoma!", το οποίο έχει ανεβάσει δίχως εκείνον ο σταθερός συνεργάτης του Ρίτσαρντ Ρότζερς (Άντριου Σκοτ). Σύντομα ο τελευταίος θα κάνει την εμφάνισή του στο ίδιο μέρος, μαζί με φίλους και συνεργάτες, για να γιορτάσουν το πετυχημένο ανέβασμα του έργου. Τότε, βεβαίως, θα αρχίσουν οι τριβές, αλλά και η απεγνωσμένη απόπειρα του Χαρτ να τα βρει ξανά με τον φίλο του.

Η ιδιοτροπία, αλλά και το ενδιαφέρον του "Blue Moon" έγκειται, βασικά, σε δύο στοιχεία: τη μινιμαλιστική αισθητική και τους σφιχογραμμένους διαλόγους. Από τη μία, σκηνογραφικά η εποχή αναπαρίσταται άρτια, όμως, η εικόνα δε διαθέτει το οικείο αψεγάδιαστο στιλιζάρισμα που μας έχει συνηθίσει το χολιγουντιανό σινεμά. Το ανεπιτήδευτο στήσιμο απηχεί, ταιριαστά, μια θεατρική σκηνή με τους ηθοποιούς να συμπεριφέρονται αντίστοιχα. Από την άλλη, οι ερμηνείες και κυρίως ο Χοκ, δίνονται με τέτοια ενέργεια που παρά την έλλειψη δράματος, με τη στενή έννοια του όρου, παρασύρεσαι στην πλοκή αβασάνιστα. Έπειτα, η υπόθεση δεν έχει να κάνει με την ανέλιξη ενός καλλιτέχνη ή την αποθέωση της διάνοιάς του. Πραγματοποιείται εμβάθυνση σε ένα οδυνηρό ενδιάμεσο, ένα λυκόφως με ανεξέλεγκτο μέλλον, εξίσου πιθανό να φέρει νέες ήττες ή καινούριες κορυφές. Στην καρδιά των πάντων, η απαράμιλλη γοητεία των δημιουργών, ο τρόπος ζωής ελαττωματικών όντων που το βίωμά τους είναι ταυτόσημο με την τέχνη τους, η πραγματικότητα με τη φαντασία τους. Ο Χαρτ ήταν ξεκάθαρα ένας τέτοιος τύπος.
Έχει ενδιαφέρον να δούμε εάν το "Blue Moon" θα φέρει κάποια διάκριση στον Λινκλέιτερ, ειδικά αν λάβουμε υπόψη πως για τα δικά του δεδομένα πρόκειται για ένα "πειραματικό" φιλμ δωματίου, στο οποίο δε λείπει το χιούμορ. Ίσως να μην τον απασχολεί σοβαρά, εδώ που τα λέμε, σίγουρα πάντως παραμένει ένας σκηνοθέτης με αξιοζήλευτη αποθήκη ιδεών.
Ευχαριστούμε την Aegean Airlines για τη συνδρομή της στην πραγματοποίηση του ταξιδιού.
Διαβάστε όλα τα νεότερα για το 75ο Φεστιβάλ Βερολίνου εδώ.