Ο Μάρτιν Σκορσέζε και η λευκή ενοχή στους "Δολοφόνους του Ανθισμένου Φεγγαριού"

Η νέα ταινία του 81χρονου σκηνοθέτη αποτελεί άλλη μία σπουδαία προσθήκη στην πληθωρική του φιλμογραφία, ανατρέχοντας στις φυλετικές αναταράξεις των ΗΠΑ των αρχών του 20ού αιώνα.

Οι Δολοφόνοι του Ανθισμένου Φεγγαριού νέο2 «Οι Δολοφόνοι του Ανθισμένου Φεγγαριού»

Σε λιγότερο από ένα μήνα, ο Μάρτιν Σκορσέζε θα έχει μπει για τα καλά στην ένατη δεκαετία της ζωής του, έχοντας περάσει τα περισσότερα από αυτά τα χρόνια πίσω από την κάμερα. Ο Νεοϋορκέζος σκηνοθέτης γυρίζει αδιάκοπα ταινίες από τα 60s και πλέον, με τους "Δολοφόνους του Ανθισμένου Φεγγαριού", φτάνει αισίως τα 26 μεγάλου μήκους φιλμ. Το πιο εντυπωσιακό, βέβαια, δεν είναι τόσο η κινηματογραφική μακροζωία του όσο το πώς καταφέρνει να παραμένει κομμάτι της δημόσιας συζήτησης. Μόνο τα τελευταία δέκα χρόνια, ο Σκορσέζε έχει παραδώσει, μεταξύ άλλων, το "Λύκο της Wall Street", ο οποίος δεν έχει σταματήσει να ανακυκλώνεται στην ιντερνετική κουλτούρας, ενώ το 2019 πρόσθεσε ακόμα ένα αριστούργημα στη φιλμογραφία του με τον γκανγκστερικό "Ιρλανδό". Την ίδια στιγμή, μπορεί η εικόνα του να έχει κορεστεί από τις συχνές επικρίσεις του προς το εμπορικό χολιγουντιανό σινεμά και δη τα υπερηρωικά μπλοκμπάστερ, ωστόσο υπάρχει κάτι που δεν έχει αλλάξει στον δημιουργικό πυρήνα του αειθαλούς δημιουργού. Διατηρεί ακόμα τη φλόγα της περιέργειας, αφήνει περιθώριο αμφισβήτησης των προσωπικών πεποιθήσεών του και εξακολουθεί να οραματίζεται σκηνές που καρφώνονται αμετάκλητα στο μυαλό. Στοιχεία που διαπνέουν τους διάρκειας τρεισήμισι ωρών "Δολοφόνους", μια ταινία με απροσδόκητη φρεσκάδα, η οποία, χωρίς να προσφέρει κάτι πρωτοφανώς ριζοσπαστικό, επιδεικνύει μια ζηλευτή νηφαλιότητα απέναντι στα πολύπλοκα και άκρως ευαίσθητα θέματα που ψηλαφεί.

Οι Δολοφόνοι του Ανθισμένου Φεγγαριού νέο

Μαθήματα πολιτικής ιστορίας

Υπό μία έννοια, φτιάχνοντας τους "Δολοφόνους", ο Σκορσέζε αναμετρήθηκε με μια σειρά από ανεξερεύνητα εν πολλοίς πεδία για τον ίδιο. Αυτό είναι το πρώτο γουέστερν του, είδος που αντιμετώπιζε διαχρονικά με δέος, καθώς πίστευε ότι το "τερμάτισε" ο Σαμ Πέκινπα με την "Άγρια Συμμορία" (1969). Τον λες και υπερβολικό… Από την άλλη, μόλις για τρίτη φορά τοποθετεί τη δράση σε ένα πολιτισμικά μη λευκό αφηγηματικό πλαίσιο, μετά τα "Kundun" (1997) και "Σιωπή" (2016). Πιο συγκεκριμένα, ο σκηνοθέτης εμπνέεται από το ομώνυμο βιβλίο του Ντέιβιντ Γκραν, το οποίο εξετάζει μια σειρά αιματηρών γεγονότων στην Οκλαχόμα της δεκαετίας του 1920, όταν στον καταυλισμό της φυλής Οσέιτζ άρχισαν να σημειώνονται διαδοχικοί μυστηριώδεις φόνοι γηγενών, οι οποίοι ξεπέρασαν τους είκοσι. Η ανησυχητικά ανοδική τάση των θανάτων, σε μια περίοδο που καταγράφηκε ιστορικά ως "η βασιλεία του τρόμου" (reign of terror), οδήγησε την αμερικανική κυβέρνηση να επισπεύσει τη δημιουργία του Ομοσπονδιακού Γραφείου Ερευνών, του γνωστού σε όλους FBI, το οποίο και ανέλαβε την εξιχνίαση της υπόθεσης.

Αυτό που μέχρις εδώ μοιάζει με ένα οικείο πλην όμως ακραίο αστυνομικό θρίλερ, έχει πολύ περισσότερο "ζουμί", αν λάβουμε υπόψη το πολιτικό φόντο των δολοφονιών. Διότι ο καταυλισμος των Οσέιτζ βρισκόταν σε μια περιοχή πλούσια σε κοιτάσματα πετρελαίου, τα οποία απέφεραν χιλιάδες δολάρια στους αποκλειστικούς δικαιούχους, δηλαδή σε όλα τα μέλη της φυλής. Έτσι, για ένα χρονικό διάστημα προέκυψε το παράδοξο, σε αυτό το κομμάτι της Οκλαχόμα, η ταξική ισχύς να μην ανήκει στους λευκούς, αλλά στους ιστορικά καταπιεσμένους. Φυσικά, αυτό δεν σημαίνει ότι δεν εφευρέθηκαν τρόποι να ελέγχονται τα χρήματα των Οσέιτζ, όπως οι προσχηματικοί γάμοι γηγενών - λευκών για να μεταβιβάζονται τα κληρονομικά δικαιώματα στους τελευταίους και η νομική επιβολή "κηδεμόνων", δηλαδή διαχειριστών, στις καταθέσεις μελών της φυλής που δεν θεωρούνταν ικανά να έχουν τον έλεγχο των χρημάτων τους. Κάτω από αυτές τις συνθήκες και λίγο πριν ξεσπάσει το μακελειό, η ταινία μάς συστήνει τον βετεράνο του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου Έρνεστ (Λεονάρντο ΝτιΚάπριο), ο οποίος πιάνει δουλειά για λογαριασμό του ισχυρού επιχειρηματία θείου του (Ρόμπερτ Ντε Νίρο), που συνεργάζεται στενά με τους Οσέιτζ. Οι δυο τους διατηρούν παράλληλες παράνομες δραστηριότητες γύρω από τον καταυλισμό, οι οποίες αρχίζουν να περιπλέκονται όταν ο Έρνεστ ερωτεύεται κεραυνοβόλα και παντρεύεται τη γηγενή Μόλι (Λίλι Γκλάντστοουν), η οποία διαθέτει πολύτιμα κεφάλαια "μαύρου χρυσού".

Killers of the Flower Moon trailer2

Το αίμα ασπρίζει

Μεταξύ των πολλαπλών θεματικών που διατρέχουν την αφήγηση των "Δολοφόνων", ειδικό βάρος φέρει εκείνη της καπηλείας. Μια έννοια από την οποία έχουν υποφέρει διαχρονικά οι Αμερικανοί γηγενείς και στην ταινία παίρνει τη μορφή της κοινωνικής εκμετάλλευσης. Η λογική του αποικιακού επεκτατισμού των λευκών έχει οδηγήσει τις φυλές σε μια αντιφατική ισορροπία επιφανειακής αυτονομίας και απτού, σκληρού ελέγχου. Από τη μία, η οικονομική άνεση συνοδεύεται από υψηλή ποιότητα ζωής που σπάνια συναντάμε σε τέτοια περιβάλλοντα, από την άλλη οι πολιτικές ελευθερίες και οι μετακινήσεις τελούν υπό την αυστηρή λευκή επίβλεψη. Έπειτα, ο συγχρωτισμός με τον "άλλο" συνέβαλε σε περαιτέρω προβλήματα για τους Οσέιτζ, τα οποία έκαναν το "αίμα τους να ασπρίζει", όπως χαρακτηριστικά δηλώνει ο αρχηγός τους στο φιλμ. Ένα από τα πιο οδυνηρά είναι η έκθεση σε ασυνήθιστες για εκείνους αρρώστιες, φαινόμενο το οποίο σε συνδυασμό με την εκδήλωση διάφορων εθισμών παραμένει ανοιχτή πληγή για τους γηγενείς μέχρι σήμερα.

Τα παραπάνω δεινά σωματοποιούνται στην επιβλητική ερμηνεία της Γκλάντστοουν, της οποίας ο –φαινομενικά– παθητικός χαρακτήρας δίνει τη δυνατότητα στον Σκορσέζε να αποφύγει τη χρήση ενός "λευκού σωτήρα" (white savior) για τη λύση του δράματος. Πρόκειται για το κλασικό σεναριακό εύρημα που αγαπά το Χόλιγουντ, σύμφωνα με το οποίο χρειάζεται ένας καυκάσιος ήρωας για να λυτρωθεί από τον πόνο ένας χαρακτήρας που ανήκει σε μειονότητα (βλ. "Gran Torino", "Πράσινο Βιβλίο"). Εδώ υπάρχει μεν ο ντετέκτιβ που αναλαμβάνει την υπόθεση (Τζέσι Πλέμονς), αλλά οδηγείται εκεί μόνο αφού η Μόλι ρισκάρει την υγεία της, προσπαθώντας να τραβήξει την προσοχή της Ουάσιγκτον στα όσα συμβαίνουν.

Στους "Δολοφόνους" θίγεται και άλλη μία εκδοχή της καπηλείας, η οποία αφορά την κινηματογραφική εικόνα των γηγενών. Σε αυτό το σημείο υπεισέρχεται η ανάγκη του Σκορσέζε να απαλύνει τη (λευκή) ενοχή του, γυρίζοντας ένα γουέστερν το οποίο πρωτίστως σέβεται τον πολιτισμό των Οσέιτζ και δεν τον οικειοποιείται. Ο σκηνοθέτης, προτού καν οριστικοποιήσει το σενάριο, είχε επισκεφθεί τον αρχηγό της φυλής στην Οκλαχόμα και μαζί φρόντισαν να διαμορφωθούν οι προϋποθέσεις ώστε να ειπωθεί σωστά η ιστορία της ταινίας. Μάλιστα, ήταν πολλοί οι Οσέιτζ που έπαιξαν σημαντικό ρόλο στην παραγωγή των "Δολοφόνων".

Killers of the Flower Moon trailer1

Αμαρτωλή βία

Λίγο παραπάνω από είκοσι χρόνια πριν, ο Σκορσέζε είχε "επισκεφθεί" ξανά την μεταιχμιακή περίοδο ανάμεσα στο σβήσιμο του Φαρ Ουέστ και την ανατολή του βιομηχανικού εκσυγχρονισμού. Ήταν στις "Συμμορίες της Νέας Υόρκης", ένα φιλμ που εξερευνά τις ρίζες του γκανγκστερισμού, οι οποίες διαπερνούν και τους "Δολοφόνους". Εν προκειμένω, το οργανωμένο έγκλημα εμφανίζεται ως αποτέλεσμα μιας αδιάκοπης διαμάχης ανάμεσα στη συμμόρφωση με τους όρους της ελεύθερης αγοράς και του κρατικού μονοπωλίου της εξουσίας. Αντιπαράθεση που εδώ συνοψίζεται στο χαρακτήρα του Ντε Νίρο, ο οποίος, παρά την περίοπτη ταξική θέση του, κινητοποιείται από μια αυτοκαστραφική απληστία. Ωστόσο, μια διακριτή διαφορά μεταξύ των δύο ταινιών εντοπίζεται στην απεικόνιση της βίας. Ενώ το σινεμά του Σκορσέζε έχει ταυτιστεί με επικών διαστάσεων σκηνές μάχης (θυμηθείτε τη χιονισμένη σύγκρουση στις "Συμμορίες"), με την αποθέωση της τεστοστερόνης και τη σχεδόν πανηγυρική αύρα γύρω από βαρβαρότητες κάθε είδους, τα στοιχεία αυτά δίνουν εδώ τη θέση τους σε κάτι ολότελα προσγειωμένο. Ο ελεγειακός τόνος και η έμφαση στο κόστος του θρήνου αντικαθιστούν τις σκηνές ωμής βίας, όπου συχνά, μάλιστα, οι πράξεις καθ’ εαυτές υπονοούνται ή δίνεται έμφαση στο αποτέλεσμά τους. Ίσως αυτό να οφείλεται στη φάση ζωής που βρίσκεται ο ίδιος ο Σκορσέζε αφού είπαμε, αγγίζει τα 81. Ίσως, πάλι, να ήταν αδύνατο να συμβεί αλλιώς, όταν στο φινάλε προκύπτει η αποκαρδιωτική συνειδητοποίηση ότι τα μοτίβα ρατσιστικής επιβολής και διαχωρισμού που παρατηρούνται στους "Δολοφόνους" αποτελούν ακόμα απτή πραγματικότητα για τους Αμερικανούς γηγενείς. Ο Σκορσέζε δεν υποκρίνεται πως λύνει το πρόβλημα, αυτήν τη φορά, όμως, προσεγγίζει αυστηρότερα τις φρικτές επιπτώσεις των πράξεων ενός λευκού άντρα με ένα πιστόλι· μιας εικόνας συνυφασμένης με το τι σημαίνει να είσαι Αμερικανός.

Περισσότερες πληροφορίες

Οι Δολοφόνοι του Ανθισμένου Φεγγαριού

Killers of the Flower Moon
4
  • Δραματική
  • 2023
  • Διάρκεια: 206 '
  • Μάρτιν Σκορσέζε

Στη δεκαετία του 1920, ο νεαρός Έρνεστ Μπέρκχαρτ επιστρέφει από τον Μεγάλο Πόλεμο στην Οκλαχόμα, μπαίνει υπό την προστασία του θείου του Γουίλιαμ Χέιλ και εμπλέκεται σε μια σειρά δολοφονιών Ινδιάνων.

Διαβάστε ακόμα

Τελευταία άρθρα Σινεμά

Οι ταινίες που ανυπομονούμε να δούμε στις αίθουσες τον Μάιο

Ο καινούριος Λάνθιμος, η "Furiosa" Άνια Τέιλορ-Τζόι και η κινηματογραφική εμφάνιση - έκπληξη της Βίκυς Καγιά προσεχώς στις μαρκίζες των κινηματογράφων.

ΓΡΑΦΕΙ: ΓΙΑΝΝΗς ΚΑΝΤΕΑ-ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟς
04/05/2024

Οι καλύτερες ταινίες που παίζουν τώρα στα σινεμά (1/5-8/5)

Μια λίστα με τις ιδανικότερες προτάσεις για κινηματογραφική έξοδο αυτήν την εβδομάδα.

Έρχεται το 8ο Φεστιβάλ Ισπανόφωνου Κινηματογράφου

Ανακαλύψτε τις πρώτες ταινίες που ανακοίνωσε η πληθωρική διοργάνωση.

Ο "Κασκαντέρ" και ο ακαταμάχητα κωμικός Ράιαν Γκόσλινγκ

Μετά την τρομερή επιτυχία της "Barbie", ο χολιγουντιανός σταρ επιστρέφει σε ένα ρόλο που μας θυμίζει τη μοναδική ικανότητά του να παραδίδει κωμικές ερμηνείες που συνδυάζουν τις κοφτερές ατάκες, τον αυτοσαρκασμό και την κανονικοποίηση της εύθραυστης αρρενωπότητας.

Ο Κασκαντέρ

Χιούμορ και δράση συνδυάζονται σε ένα κωμικό νεονουάρ με ξέφρενη παρωδιακή διάθεση. Άκρως κινηματογραφόφιλο και μεταμοντέρνα ευρηματικό, όσο και χαοτικά ανοικονόμητο.

Στον Ιστό του Τρόμου

Καλοκουρδισμένο, κλειστοφοβικό θρίλερ γεμάτο σασπένς, ένταση και ανατριχίλες, στο οποίο υπάρχει χώρος και μια ευθεία κοινωνικοπολιτική αλληγορία.

Γκάρφιλντ: Γάτος με Πέταλα

Το reboot των αστείων κατορθωμάτων του πιο cool σινε-γάτου ξεκινάει σαν ατακαριστή, μπριόζα κωμωδία καταστάσεων, για να εξελιχθεί σε μια ευρηματικότατη, αγωνιώδη και ξεκαρδιστική "Επικίνδυνη Αποστολή".