Η δεκαετία του '70 για το ευρωπαϊκό σινεμά δε θα ήταν τόσο σπουδαία δίχως τις ταινίες της Ιταλίδας Λίνα Βερτμίλερ. Η γεννημένη στη Ρώμη σκηνοθέτρια, που πέθανε σε ηλικία 93 ετών, παρέδωσε μια φιλμογραφία στην οποία η ενέργεια, η κωμωδία, η πολιτική κριτική και η άτακτη σεξουαλικότητα συνυπήρχαν ως ένα σώμα.
Υπέγραψε το μεγάλου μήκους ντεμπούτο της («I Basilischi») το 1963, την ίδια χρονιά που εργάστηκε ως βοηθός του Φεντερίκο Φελίνι στο αριστουργηματικό «8½». Η πρώτη ταινία της απέσπασε το βραβείο καλύτερης σκηνοθεσίας στο φεστιβάλ του Λοκάρνο, ένα από τα πολλά που θα κέρδιζε στην καριέρα της. Μετά ένα πέρασμα από την τηλεόραση και τρία ακόμα φιλμ, συγκέντρωσε μεγάλη σινεφίλ προσοχή με την απολαυστική κωμωδία «Μίμης ο Σιδεράς» (1972), όπου σατιρίζονται βιτριολικά οι αγκυλώσεις της ιταλικής κοινωνίας αλλά και οι παραξενιές της αρρενωπότητας.
Πρωταγωνιστής της ταινίας ήταν ο διαχρονικός συνεργάτης της Βερτμίλερ Τζιανκάρλο Τζιανίνι, ο οποίος την αμέσως επόμενη χρονιά θα βραβευόταν στις Κάνες για την ερμηνεία του στην εξαιρετική «Ιστορία Έρωτα και Αναρχίας». Ακολούθησε ακόμα μία καλλιτεχνική επιτυχία με την «Κυρία και το Ναύτη» (1974), οι πάλεις των τάξεων και των φύλων αντιστρέφονται, όταν μια ιδιότροπη αστή που ταπεινώνει συνεχώς ένα μούτσο θα βρεθεί στην αντίθετη θέση μόλις ναυαγήσουν σε ένα ερημονήσι.
Ωστόσο, το αποκορύφωμα της φιλμογραφίας της Βερτμίλερ ήρθε το 1975, με την κυκλοφορία του πολεμικού δράματος «Ο Πασκουαλίνο και οι 7 Καλλονές». Η ταινία έφτασε να διεκδικεί 4 βραβεία Όσκαρ, εκ των οποίων εκείνα για το πρωτότυπο σενάριο και τη σκηνοθεσία. Έτσι, η Βερτμίλερ έγινε η πρώτη γυναίκα υποψήφια για σκηνοθεσία στην ιστορία των απονομών της Ακαδημίας, ένα επίτευγμα διόλου αμελητέο. Ως κατακλείδα, ας σημειωθεί πως τότε το Όσκαρ σεναρίου πήγε Πάντι Τσαϊέφσκι για το «Δίκτυο» και εκείνο της σκηνοθεσίας στον Τζον Άβιλντσεν για το «Ρόκι».