«Να σου δώσω μια να σπάσεις / αχ, βρε κόσμε γυάλινε / και να φτιάξω μια καινούργια / κοινωνία άλληνε / και στης γυναίκας την καρδιά / να βάλω λίγη μπέσα», γράφει η Ευτυχία Παπαγιαννοπούλου στο τραγούδι «Γυάλινος κόσμος», το οποίο ερμηνεύει ο Στέλιος Καζαντζίδης. Ένα από τα κομμάτια που απέκτησαν, χάρη στους στίχους της, ψυχή κι έκαναν διαχρονική επιτυχία αλλά κι ένα από αυτά που βρίσκονται τόσο κοντά στην πραγματική της ζωή. Διότι η Παπαγιαννοπούλου δεν συμμορφώθηκε στους κανόνες μιας «τακτοποιημένης» κοινωνίας, αλλά ακολούθησε έναν τρόπο ζωής που ακόμη και σήμερα ξαφνιάζει για την τόλμη του...
Από το σχολείο στο μπουλούκι
Πολλοί έχουν σιγοτραγουδήσει τους στίχους της Παπαγιαννοπούλου, λίγοι όμως γνωρίζουν τις δυσκολίες που αντιμετώπισε κατά τη διάρκεια της ζωής της. Όταν πλησίαζε τα τριάντα, έζησε την τραγωδία της Μικρασιατικής Καταστροφής. Φτάνοντας στην Αθήνα, αποφάσισε να αφοσιωθεί στο θέατρο, μια κίνηση που την έφερε σε ρήξη με τον τότε σύζυγό της, από τον οποίο κατάφερε να πάρει διαζύγιο. Εκείνη την περίοδο ξεκίνησε να γράφει ποιήματα, με τα πακέτα των τσιγάρων να γίνονται ο καμβάς των πρώτων στίχων της, οι οποίοι όμως έμειναν αχρησιμοποίητοι. Χρειάστηκε να περάσει περίπου μία δεκαετία –και να φτάσουμε πια στα τέλη των ’40s– για να κυκλοφορήσουν τα πρώτα της τραγούδια. Κι έτσι άνοιξε διάπλατα ο δρόμος της επιτυχίας για εκείνη, καθώς στη μουσική της πορεία συνεργάστηκε με θρυλικά ονόματα όπως οι Μανώλης Χιώτης, Μάνος Χατζιδάκις, Απόστολος Καλδάρας, Μάνος Λοΐζος και τόσοι άλλοι...
Την ώρα όμως που η Παπαγιαννοπούλου κέρδιζε την αγάπη του κόσμου κι εδραίωνε την παρουσία της στη λαϊκή μουσική, η προσωπική της ζωή βρισκόταν σε ένα τέλμα. Η εμμονή της με τη χαρτοπαιξία την υποχρέωσε να πουλάει στίχους της για λίγες δραχμές, δίχως ποτέ να ζητάει να καταγραφεί το όνομά της στους δίσκους ώστε να εισπράττει πνευματικά δικαιώματα, ενώ αργότερα ο θάνατος της πρωτότοκης κόρης της την ισοπέδωσε. Εκείνη, τη Μαίρη, ενσαρκώνει η Ευαγγελία Συριοπούλου, ενώ τη μικρότερη αδερφή της, την Καίτη, η Λίλα Μπακλέση. «Δεν τον χωράει τον πόνο μου / η δόλια η καρδιά μου / ο μπαγλαμάς μ’ απόμεινε / στερνή παρηγοριά μου», έγραφε.
Τα καρέ του καημού
Δεν ήξερα τι να περιμένω γνωρίζοντας όλα αυτά τα πράγματα για εκείνη, όταν τις πρώτες ημέρες του Αυγούστου βρέθηκα σε ένα νεοκλασικό στην καρδιά της πρωτεύουσας, όπου γυριζόταν η «Ευτυχία». Την ώρα που η Αθήνα άδειαζε από κόσμο, εντός του κτιρίου ζωντάνευε η μεταπολεμική ατμόσφαιρα της πόλης. Και καθώς το βλέμμα μου σκάναρε τις ρετρό λεπτομέρειες του σετ, το συνεργείο ζούσε στον πυρετό του στησίματος του επόμενου πλάνου.
Στο κέντρο ο Άγγελος Φραντζής («Ακίνητο Ποτάμι», «Σύμπτωμα»), ένας μεθοδικός στιλίστας σκηνοθέτης, ο οποίος δεν λέει ποτέ «όχι» στις (κινηματογραφικές) προκλήσεις... «Το γνωρίζεις, εξάλλου, πως μου αρέσει πολύ να δοκιμάζω νέα πράγματα στο σινεμά», μου λέει όταν τον ρωτάω πώς αποφάσισε να συμμετάσχει σε ένα project τόσο διαφορετικό από τις ταινίες του. «Με εντυπωσίασε το γεγονός ότι η Παπαγιαννοπούλου έχει κάτι το ορμητικό μέσα της, η ενέργεια που βγάζει είναι ανεξάντλητη, σαν ένα ποτάμι που ρέει. Με τράβηξε ακόμη η ζωή της, η οποία ήταν γεμάτη αντιφάσεις κι εμπειρίες που γιγάντωσαν την προσωπικότητά της. Αυτές ζωντανεύουν στο πολυπρισματικό σενάριο της Κατερίνας Μπέη, που με γοήτευσε».
Το πρόσωπο της Ευτυχίας
Στην ταινία, την πρώτη κινηματογραφική παραγωγή της εταιρείας Tanweer, ίσως η μεγαλύτερη πρόκληση πέφτει στους ώμους των δύο ηθοποιών οι οποίες ενσαρκώνουν τη θρυλική στιχουργό. Η σπουδαία Καρυοφυλλιά Καραμπέτη και η ταλαντούχα Κάτια Γκουλιώνη αναλαμβάνουν να υποδυθούν την Ευτυχία Παπαγιαννοπούλου σε διαφορετικές φάσης της ζωής της. Οι δυο τους έχουν συνυπάρξει και στο παρελθόν στο θεατρικό σανίδι, ενώ χαρακτηρίζονται από το πάθος της ερμηνείας τους αλλά και από την ιδιαίτερη σχέση που αναπτύσσουν με τις ηρωίδες που ενσαρκώνουν. Αυτό διέκρινα και στα λόγια της Καραμπέτη όταν μου μίλησε για την Παπαγιαννοπούλου. «Κάθε λέξη στα τραγούδια της είναι σαν αγκωνάρι στον στίχο. Αν αλλάξεις το παραμικρό, καταρρέουν τα πάντα», μου εκμυστηρεύεται και το βλέμμα της χάνεται στιγμιαία σε σκέψεις προτού συνεχίσει: «Το γεγονός ότι αυτή η γυναίκα κατάφερε να επικρατήσει σε έναν κόσμο ανδροκρατούμενο και να κερδίσει το σεβασμό όλων δείχνει πόσο μπροστά από την εποχή της ήταν. Μελέτησα τα πάντα για εκείνη και μπήκα βαθιά στην προσωπικότητά της. Λατρεύω το χιούμορ και την ελευθερία του πνεύματός της, γι’ αυτό απολαμβάνω πραγματικά να την υποδύομαι».
Αλήθεια, πόσα στοιχεία του εαυτού της ενσωμάτωσε στην ερμηνεία; «Όλοι κουβαλάμε διαρκώς τα προσωπικά μας βιώματα, είναι αδύνατο να τα αποχωριστούμε. Όμως προσπαθώ να μένω ανεπηρέαστη και να επικεντρώνομαι στα όσα γνωρίζω για εκείνη. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι η ιδιοσυγκρασία της Ευτυχίας σημαδεύτηκε από τη φτώχεια και την προσφυγιά. Υπάρχει μάλιστα ένα σκοτεινό συμβάν στη ζωή της για το οποίο δεν μίλησε ποτέ, αλλά μας ενέπνευσε να το χρησιμοποιήσουμε διακριτικά στην ταινία. Μακάρι να σταθούμε στο ύψος των περιστάσεων», καταλήγει η ηθοποιός προτού ετοιμαστεί για την επόμενη σκηνή της.
Στη συνέχεια κατεβαίνω έναν όροφο, για να βρω την Κάτια Γκουλιώνη στην τραπεζαρία να διαβάζει με απόλυτη συγκέντρωση τις σημειώσεις της. Παρότι οι σκηνές της για την ημέρα έχουν ολοκληρωθεί, ο τρόπος που μιλάει είναι χειμαρρώδης, σαν να μην έχει βγει τελείως από τον ρόλο. Μια εντύπωση που ενισχύεται όταν χαρακτηρίζει την Παπαγιαννοπούλου μια «κινούμενη ψυχή που αντιμετώπιζε την ίδια της τη ζωή σαν πείραμα», για να προσθέσει αμέσως μετά πως «ήθελε τα μάτια και τα χέρια της να μένουν ζωντανά. Αντιλαμβανόταν την ανταλλαγή σαν επικοινωνία, γι’ αυτό πουλούσε τα τραγούδια της κι έπαιζε χαρτιά. Τη δελέαζε η διαδικασία αυτής της επαφής. Πρωτίστως όμως αδιαφορούσε πλήρως για τις τυπικότητες, δεν την ενδιέφερε ας πούμε πώς μπαίνει μια υπογραφή για να διασφαλιστούν τα πνευματικά δικαιώματα».
Πώς όμως ενσαρκώνεται μια απείθαρχη «κινούμενη ψυχή»; «Την έχω φανταστεί να χρησιμοποιεί πολύ τα χέρια της ενώ μιλάει», μου απαντά η Γκουλιώνη, η οποία καθ’ όλη τη διάρκεια της συζήτησης χειρονομεί. «Ίσως στην πραγματικότητα αυτό δεν συνέβαινε, όμως μου φαίνεται φυσιολογικό, μια και τα χέρια είναι καθοριστικά στη ζωή ενός ανθρώπου, κατέχουν κομβικό ρόλο στη συμπεριφορά του». Όσο για το πώς πέτυχε την ερμηνευτική συνοχή στην απόδοση της στιχουργού μαζί με την Καραμπέτη, μου απαντά ξεκάθαρα: «Με πολύ σκληρή δουλειά».
Ρεμπέτες και μάγκες
Από την «Ευτυχία» δεν θα μπορούσαν να λείπουν και οι άντρες που στιγμάτισαν την Παπαγιαννοπούλου. Ο Θάνος Τοκάκης υποδύεται τον επιστήθιο φίλο της Λουκά, ο οποίος έζησε «σαν κυνηγημένος» όντας ομοφυλόφιλος, όπως μου λέει χαρακτηριστικά ο ίδιος. «Η Ευτυχία προσφέρει στέγη στον χαρακτήρα μου, που τη βοηθάει με τις δουλειές του σπιτιού ως αντάλλαγμα», προσθέτει ο ηθοποιός προτού επισημάνει τις επίκαιρες κοινωνικές διαστάσεις της ταινίας: «Οφείλουμε να μην αποποιούμαστε το παρελθόν, αλλά να γυρίζουμε κριτικά το βλέμμα. Ενσαρκώνω έναν άνθρωπο που κουβαλούσε ένα στίγμα το οποίο συνοδευόταν από ένα κόστος. Δεν μπορούμε να υποκρινόμαστε ότι αυτό δεν συμβαίνει και σήμερα».
Από την άλλη, τον ρόλο του δεύτερου συζύγου της, του Γιώργου Παπαγιαννόπουλου, επωμίζεται ο Πυγμαλίων Δαδακαρίδης, ο οποίος πιστεύει πως «χωρίς ανθρώπους σαν την Ευτυχία ο κόσμος θα κυριευόταν από τον κυνισμό». Υπάρχουν όμως τέτοιοι άνθρωποι σήμερα; «Σίγουρα, διαφορετικά θα είχαμε σταματήσει να ονειρευόμαστε. Γι’ αυτό και συνεργάζομαι με έναν άνθρωπο όπως ο Άγγελος Φραντζής, ο οποίος μπορεί και κατασκευάζει δικούς του κόσμους. Αγαπώ τους ανθρώπους που φαντασιώνονται όμορφες, διαφορετικές πραγματικότητες».
Σε μία από αυτές περιμένουμε να μεταφερθούμε κι εμείς στις 19/12, οπότε και αναμένεται να κυκλοφορήσει η ταινία, με την πρωτότυπη μουσική του Μίνου Μάτσα.
Σκηνοθεσία: Άγγελος Φραντζής
Σενάριο: Κατερίνα Μπέη
Παίζουν: Καρυοφιλλιά Καραμπέτη, Κάτια Γκουλιώνη, Θάνος Τοκάκης, Πυγμαλίων Δαδακαρίδης, Ευαγγελία Συριοπούλου, Λίλα Μπακλέση, Ντίνα Μιχαηλίδου, Παύλος Ορκόπουλος, Ευγενία Σαμαρά, Αντώνης Λουδάρος, Κρατερός Κατσούλης, Ματθίλδη Μαγγίρα, Χρύσα Ρώπα, Φοίβος Δεληβοριάς
Παραγωγή: Tanweer Productions
Παραγωγός: Διονύσης Σαμιώτης
Εκτέλεση Παραγωγής: Viewmaster Films
Διεύθυνση Φωτογραφίας: Γιάννης Δρακουλαράκος
Μοντάζ: Λάμπης Χαραλαμπίδης
Μουσική: Μίνως Μάτσας
Καλλιτεχνική Διεύθυνση: Μιχάλης Σαμιώτης, Γιάννης Παπαδόπουλος
Κοστούμια: Ιουλία Σταυρίδου
Μακιγιάζ: Δήμητρα Γιατράκου
© φωτογραφιών: Βάσια Αναγνωστοπούλου