
Σε μια χρονιά γεμάτη φωνές για την άνιση μεταχείριση των γυναικών δημιουργών, ο Λαρς Φον Τρίερ αναστάτωσε ακόμα μια φορά το φεστιβάλ με το προκλητικό και… ελάχιστα φεμινιστικό θρίλερ του «The House That Jack Built».

Χωρίς Netflix, δυνατές αμερικανικές πρεμιέρες και λαμπερούς σταρ, το μεγαλύτερο κινηματογραφικό φεστιβάλ δεν προλαβαίνει να μετράει τα χτυπήματα. Οι σκηνοθέτιδες ολοένα και δυναμώνουν τη φωνή τους ζητώντας ίσες ευκαιρίες, το #MeeToo καταγγέλλει καθυστερημένη επίδειξη ευαισθησίας από τους διοργανωτές (οι οποίοι ανήγγειλαν τη δημιουργία ειδικής τηλεφωνικής γραμμής για καταγγελίες σεξουαλικής παρενόχλησης) και αποπάνω έρχεται κι ο Λαρς Φον Τρίερ.
Το «The House That Jack Built» του αφηγείται με αποστασιοποιημένο, κανιβαλιστικά χιουμοριστικό και άκρως προκλητικό για το καλό γούστο τρόπο την ιστορία ενός φιλοσοφημένου serial killer (Ματ Ντίλον), θέτοντας έξυπνες και πονηρές ερωτήσεις πάνω στα όρια του καλού και του κακού, τη σχέση ηθικής και τέχνης, αλλά και τον ανταγωνισμό ενστίκτου επιβίωσης και παρόρμησης θανάτου. Η γραφική βία ενάντια στις γυναίκες βρίσκεται σε πρώτο πλάνο, και σχολιάζεται σχετικά, με τον προβοκάτορα Δανό να υπογράφει μια έμμεση, για κάποιους γνήσια τραγική και για τους περισσότερους ξεδιάντροπα καυχησιάρικη, αυτοβιογραφική κατάθεση πάνω σ’ ολόκληρο το έργο του - τις ηθικές, πολιτικές και αισθητικές του επιλογές. Με ελάχιστους φανατικούς υποστηρικτές και αμέτρητους ορκισμένους εχθρούς, το φιλμ προκάλεσε ομαδικές αποχωρήσεις κατά τη διάρκεια της προβολής του, βάζοντας φωτιά στα social media, χαρίζοντας στο φεστιβάλ το φετινό highlight του.

Στο διαγωνιστικό μέτωπο από την άλλη, μετά τον «Ψυχρό Πόλεμο» του Πάβελ Παβλικόφσκι, το «Καλοκαίρι» του Κίριλ Σερεμπρένικοφ και το «Ash Is Purest White» του Τζία Ζανγκ-Κε μια σειρά ταινιών έβαλε κι αυτή υποψηφιότητα για τα σαββατιάτικα βραβεία. Προηγούμενο πλέον στις προτιμήσεις των κριτικών του Screen International και δεύτερο σε εκείνη του Film Francais βρίσκεται το τρυφερό και συναισθηματικά ευαίσθητο «The Shoplifters» του Χιροκάζου Κόρε-Έντα, ένα χαμηλότονο οικογενειακό δράμα που θυμίζει το βραβευμένο στις Κάνες «Nobody Knows» (2004), ενώ θετική ήταν και η υποδοχή του «Ευτυχισμένου Λαζάρου» της Αλίτσε Ρορβάκερ («Τα Θαύματα»), μιας πρωτότυπης παζολινικής αλληγορίας πάνω στη σύγχρονη Ιταλία με στοιχεία μαγικού ρεαλισμού κι ένα αφόρητα αδέξιο φινάλε.

Ένα ίδιο πρόβλημα (εδώ μεγαλόφωνα διδακτικό) που στιγματίζει και το διασκεδαστικό, σπιντάτο και cool «Η Παρείσφρηση» του Σπάικ Λι, πάνω στην αληθινή ιστορία ενός Αφροαμερικανού αστυνομικού που διείσδυσε στα άδυτα της Κου Κλουξ Κλαν(!). Όσο για τα «Τρία Πρόσωπα» του ακόμα εγκλωβισμένου στο Ιράν Τζαφάρ Παναχί, λίγους πραγματικά εξέπληξαν. Μείγμα αυτοβιογραφικής κατάθεσης, σχολίου πάνω στο σινεμά και κοινωνικής παρατήρησης, το χειροποίητο φιλμ του συμπαθούς δημιουργού (και πρωταγωνιστή) συνεχίζει στο ίδιο ημιντοκιμαντερίστικο στιλ την προσωπική του κινηματογραφική κατάθεση, όπως πάντα μετρημένη, τίμια και κατά στιγμές συγκινητική.

Τέλος, αν και η ελληνική παρουσία περιορίζεται φέτος σε δυο μικρού μήκους («Έκτορας Μαλό: Η Τελευταία Μέρα της Χρονιάς» της Ζακλίν Λέντζου, «Third Kind» του Γιώργου Ζώη) και την ενδιαφέρουσα ως σκηνοθετικό ντεμπούτο συμπαραγωγή «Οι Θεριστές» του Νοτιοαφρικανού Ετιέν Καλός, το Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης και το Ελληνικό Κέντρο Κινηματογράφου έκαναν για δεύτερη χρονιά μια παρουσίαση (πέντε) ταινιών σε στάδιο work in progress. Σε μια γεμάτη από παραγωγούς και διανομείς αίθουσα της Αγοράς έδωσαν στοιχεία και έδειξαν ένα πρώτο υλικό από φιλμ μυθοπλασίας και ντοκιμαντέρ που αναζητούν συμπαραγωγή ή πιθανή διανομή στο εξωτερικό, ενισχύοντας με την πετυχημένη πρωτοβουλία «Thessaloniki goes to Cannes» τη ζητούμενη εξωστρέφεια του ελληνικού σινεμά.
Ευχαριστούμε την Air France για τη βοήθειά της στην πραγματοποίηση του ταξιδιού.