Όπως είπε μια συν-επισκέπτρια, ήταν σαν να ήμασταν σε κουκλόσπιτο. Σαν να γίναμε για περίπου μία ώρα οι ήρωες ενός νέου, μοναδικού βιβλίου που γράφτηκε επιτόπου, εκείνη τη στιγμή, προσθέτω εγώ. Περπατώντας από αίθουσα σε αίθουσα της Βιβλιοθήκης της Νομικής Σχολής στο Παλαιό Χημείο του ΕΚΠΑ στα Εξάρχεια, οι επισκέπτες-συμμετέχοντες μάθαμε πολλά. Η ομάδα θεάτρου Νοητή Γραμμή και η υπεύθυνη της Όλγα Ποζέλη, μας προσκάλεσαν να γίνουμε flaneurs-περιπατητές σε μια performance-promenade μέσα και γύρω από το βιβλίο, με τίτλο «Ex-Libris». Όπως όταν διαβάζεις ένα βιβλίο που σε «ρουφάει» και δεν μπορείς να πάρεις τα μάτια σου από πάνω του, έτσι ακριβώς νιώσαμε οι σιωπηλοί περιπατητές της Βιβλιοθήκης κι ο χρόνος χάθηκε. Ήταν κλειστή για το ευρύ κοινό, αλλά μας άνοιξε τα μυστικά της, σαν ένα καλό βιβλίο, με το οποίο νιώθεις ότι «βρίσκεσαι σε σχέση».
Από την πρώτη λέξη ως την τελευταία τελεία, το ζήσαμε σχεδόν χωρίς ανάσα. Λέω σχεδόν, γιατί κάποια στιγμή χρησιμοποιήσαμε την όσφρησή μας για να θυμηθούμε τη μυρωδιά ενός παλιού βιβλίου. Άλλη στιγμή χρησιμοποιήσαμε την αφή για να αγγίξουμε μια τσαλακωμένη σελίδα και μετά γευτήκαμε το συνδυασμό της αγάπης για τα βιβλία και το φαγητό, ενώ στην αρχή είχαμε χάσει την όρασή μας, κλείνοντας τα μάτια για να ακούσουμε ηχογραφημένη ποίηση και τη μουσική ενός βιβλίου. Όραση, γεύση, ακοή, όσφρηση, αφή, όλες οι αισθήσεις απαιτούνταν για να γνωρίσουμε τις ιστορίες και τους ήρωες που γεννήθηκαν, μεγάλωσαν και γέρασαν μπροστά μας. Άλλος διηγήθηκε μία ιστορία, άλλος έγινε μια ιστορία, άλλος έφτιαξε ιστορίες, όχι από την «πλοκή» των βιβλίων, μα από σημάδια κρασιού, σημειώσεις, τσαλακώματα και σκισίματα στις σελίδες τους από πιθανούς αναγνώστες.
Ωστόσο, δεν ήταν σαν απλώς να παρατηρούμε τις ιστορίες τους ως απλοί θεατές, αντιθέτως υπήρχε μια αίσθηση ότι ήμασταν μέρος της συν-δημιουργίας τους, συνένοχοι, πηγαίνοντας κι εμείς κόντρα στους φόβους μας, αναζητώντας το φάρμακό μας, κοιτώντας τους εαυτούς μας στον καθρέφτη. Γι’αυτό ήταν ιδανικό το κλείσιμο, που καθένας είχε την ευκαιρία να πει μια δική του ιστορία για να εμπνεύσει ή απλά για να την πει, εμπνευσμένος από όσα άκουσε κι έζησε. Ο καθένας είχε την ευκαιρία να χαλαρώσει και να διαβάσει για όσο ήθελε, ή να αφήσει ένα «ραβασάκι» στους συντελεστές( συγγραφείς και performers) που μας πήραν μαζί τους σε αυτή τη διαδρομή.
Τελικά όμως, όταν τελείωσε ο «περίπατος», ήταν σαν να γράφτηκε η κατακλείδα και να έκλεισε το βιβλίο μας, γυρνώντας μας στον κανονικό χρόνο του τώρα. Σε αυτό τον χρόνο, δεν βρίσκουμε τη στιγμή να διαβάσουμε όπως άλλοτε, δεν μπορούμε να εκτιμήσουμε τις παλιές βιβλιοθήκες και τα παλιά μεταχειρισμένα βιβλία, προτιμάμε να «ρουφάμε» τηλεοπτικές σειρές και διαφημίσεις, κουτσομπολιά και αθλητικά. Τέτοιες εκδηλώσεις όμως, μας αποδεικνύουν ότι, ίσως, να μην είναι πολύ αργά και στη σχέση μας με το βιβλίο να μην έχει μπει η τελευταία τελεία.