
Ευρωπαϊκή συνείδηση, ρατσιστική ενοχή και ο ρόλος ενός ιδιωτικού φορέα πολιτισμού. Η Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών, με το 3o Fast Forward Festival της Κάτιας Αρφαρά, κάνει τη διαφορά.

Μοδάτη έκφραση των καιρών, το mentoring (από το ελληνικό «μέντωρ»), δηλαδή η μεταλαμπάδευση εμπειριών και πληροφοριών, είναι εγγενής στόχος κάθε κοινωφελούς ιδρύματος. Για τη Στέγη του Ιδρύματος Ωνάση, «η διά βίου μάθηση» συνιστά κύρια αποστολή. Μια απτή όσο και γόνιμη εφαρμογή μόλις συντελέστηκε, δίχως αυτό να καταργεί το διάλογο περί της «χρησιμότητας ή μη» των ιδρυμάτων. Κάποιες, πάντως, από τις παραγωγές του 3ου Fast Forward Festival που διευθύνει η Κάτια Αρφαρά φανερώνουν τον ουσιαστικό ρόλο που μπορεί να επιτελέσει η Στέγη.
Αναφέρομαι πρωτίστως στο «Σπίτι της ευρωπαϊκής Ιστορίας στην εξορία», ένα χάπενινγκ-εγκατάσταση με μόνο ερμηνευτή τον θεατή του. Στο κτίριο-φάντασμα όπου στεγαζόταν το Υπουργείο Εργασίας, ο Φλαμανδός Τόμας Μπέλινκ έχει ορθώσει μια λανθάνουσα μορφή ιστορικού μουσείου (μέχρι τις 5/6). Σε αυτό εκθέτει, ντοκουμεντάρει και ιστορικοποιεί την ίδρυση, την πορεία αλλά και τη διάλυση της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Μας καλεί να φανταστούμε τους εαυτούς μας ως πολίτες του μέλλοντος που επισκέπτονται το μουσείο, το οποίο παρουσιάζει την Ε.Ε. ως ένα «ενδιαφέρον δημοκρατικό πείραμα» διάρκειας 63 ετών, το οποίο αναχαιτίστηκε το 2020 από «την Ευρώπη των κυρίαρχων κρατών».
Γεμάτο memorabilia, ρεαλιστικά αλλά και φουτουριστικά, είναι το δυστοπικό αυτό «μουσείο»: φωτογραφίες των ιδρυτών της Ε.Ε., ομοιώματα των συνοριοφυλάκων της, μέχρι και (πλαστά) ντοκουμέντα για το Πογκρόμ του 2018. Παρατηρώντας τις προθήκες μες στην ερημιά του αχανούς κτιρίου της Πειραιώς 40, συνειδητοποίησα πως είμαι κι εγώ έκθεμα αυτού του «μουσείου», πειραματόζωο ενός σχεδίου που παρουσιάστηκε ως «ήπια δύναμη μακράς ειρήνης» και «μέγας χορηγός αναπτυξιακής βοήθειας».
«Ζωντανά εκθέματα» (φωτό) υπήρχαν και στο κτίριο της οδού Ακαδημίας 23, όπου παλιότερα στεγαζόταν η Ένωση Ανταποκριτών Ξένου Τύπου. Σε ανείπωτης ομορφιάς tableaux vivants, ο Νοτιοαφρικανός Μπρετ Μπέιλι παρουσίαζε τους συμμετέχοντες περφόρμερ –στην πλειονότητά τους αφρικανικής καταγωγής– ως θύματα του «λευκού» αποικιοκρατικού εθνικισμού (στο Exhibit B, μέχρι τις 29/5). Το βλέμμα τους πάνω μας είχε την ισχύ της Μέδουσας: μας πάγωνε. Κάποιοι μίλησαν για σοκ. Εγώ, πάλι, θα μιλήσω για απόδραση από τη λήθη –ιστορική, γεωπολιτική αλλά και πολιτιστική– μέσω μιας δυνατής αλλά και αμφιλεγόμενης καλλιτεχνικής χειρονομίας.
Είναι, κατά μία έννοια, ένα mentoring festival το Fast Forward της Στέγης: μας πυρπολεί με χρήσιμες νέες εμπειρίες και απόψεις, μετατοπίζοντάς μας από το ρόλο του παθητικού καταναλωτή θεαμάτων στη συνειδητότητα του χειραφετημένου θεατή, που οραματίζεται ο Γάλλος στοχαστής Ζακ Ρανσιέρ. Η διαχείριση των νέων δεδομένων είναι το επόμενο ζητούμενο, καθώς και η ανάδειξη εξίσου χειραφετημένων ντόπιων δημιουργών, ικανών να λειτουργήσουν πέρα από τη λογική του κατασκευαστή θεαμάτων και να γίνουν μέντορες νέων καλλιτεχνικών χειρονομιών. Τέτοια εγχειρήματα αφορούν συγκεκριμένα κοινά και για την υλοποίησή τους προαπαιτούνται πρόθυμοι χρηματοδότες – μέχρι το κράτος να αποφασίσει πως ο ρόλος αυτός είναι (και) δικός του, ας τον επωμιστούν τα ιδρύματα.