Γιορτάζοντας με τιμιότητα
Ο Θανάσης Παπαγεωργίου και η Λήδα Πρωτοψάλτη. Η «Στοά» και το νεοελληνικό έργο. Μια ιστορία 35 ετών. Γιορτάζουν φέτος ανεβάζοντας το ελάχιστα παιγμένο «Η ηδονή της τιμιότητας» του Πιραντέλο και ένα βραβευμένο καινούργιο ελληνικό έργο. Ίσως μάλιστα να ’ναι η τελευταία χρονιά που το θεατράκι του Ζωγράφου μας φιλοξενεί στη μαγική στοά του...
έσα στην καρδιά της δικτατορίας, το 1971, το ισόγειο μιας πολυκατοικίας στου Ζωγράφου, που προοριζόταν για κινηματογράφος, μεταμορφώθηκε τελικά στο θέατρο «Στοά». «Τη Στοά τη γέννησε και τη γιγάντωσε η δικτατορία. Τότε η σιωπή ήταν θάνατος. Το θέατρο όμως έχει υποχρέωση να ξεφωνίζει διαρκώς. Κι εμείς φωνάζαμε με όλη μας τη δύναμη. Έκοβαν κάνα δυο λέξεις απ’ τα έργα κι εμείς τις αντικαθιστούσαμε με μια χειρονομία, μια παύση, κάτι. Μας έδιναν έτσι τη δυνατότητα να εφευρίσκουμε συνεχώς», μας είπε ο Θανάσης Παπαγεωργίου στη συνέντευξη που μας έδωσε με αφορμή τα 35 χρόνια της Στοάς.
Πρώτη παράσταση «Τρωαδίτισσες» του Ευριπίδη, με την Ελένη Καρπέτα –σύντροφο τότε του Παπαγεωργίου και συνιδρύτρια της Στοάς– στο ρόλο της Εκάβης. Το «μπαμ» έμελλε να γίνει πέντε χρόνια αργότερα με το «Χάσαμε τη θεία, στοπ» του πρωτοεμφανιζόμενου τότε Γιώργου Διαλεγμένου και με τους Παπαγεωργίου-Πρωτοψάλτη σε ρεσιτάλ ερμηνείας. Είχαν ήδη παντρευτεί τότε, είχαν αποκτήσει παιδί και είχαν χωρίσει. όχι όμως και στη σκηνή, όπου ακόμη παραμένουν μαζί. «Είναι ο πιο σημαντικός μου συνεργάτης, έχουμε φάει ψωμί κι αλάτι μαζί, είναι τα πάντα για μένα, η φιλία ακούγεται πολύ λίγη μπροστά σ’ αυτό που συμβαίνει ανάμεσά μας σαράντα χρόνια τώρα», λέει για τη Λήδα Πρωτοψάλτη.
Μετά την τεράστια επιτυχία του «Χάσαμε τη θεία, στοπ», η Στοά συνεχίζει την παρουσίαση έργων Νεοελλήνων συγγραφέων: «Ένας από τους λόγους που μας ώθησαν σ’ αυτό το ρεπερτόριο ήταν η ξενομανία που έπληττε το Νεοέλληνα και του στερούσε τη δική του φωνή». Πλάι σε τραγωδίες του Ευριπίδη και σε σύγχρονα ευρωπαϊκά έργα, ανεβάζουν Καμπανέλλη, Ποντίκα, Μήτσο Ευθυμιάδη, Γιάννη Χρυσούλη, Παναγιώτη Μέντη και, φυσικά, Μποστ. «Οι σημαντικότερες παραστάσεις της Στοάς», μας λέει ο Θανάσης Παπαγεωργίου, «ήταν εκείνες των έργων του Μποστ –"Ρωμαίος και Ιουλιέτα" το 1995 και "Μήδεια" το 2003– στο Ηρώδειο, αυτό τον τόσο φορτισμένο συγκινησιακά χώρο. Κυρίως όμως με συγκίνησε η αποθέωση που επεφύλαξαν οι θεατές στον Μποστ. νιώθω ότι του το χρωστούσαν».
Τι γίνεται σήμερα με τους Έλληνες συγγραφείς; «Έχουμε εκπληκτικούς εγκεφάλους! Είμαστε όμως μια μικρή χώρα, υποτελής... κι οι ίδιοι οι "εγκέφαλοί" μας έχουν βυθιστεί στις πολυθρόνες τους και σιωπούν. Αυτό είναι το πρόβλημα. Βλέπετε, οι εποχές φτιάχνουν τους καλλιτέχνες και όχι οι καλλιτέχνες τις εποχές. Στα δύσκολα χρόνια της δικτατορίας, οι συγγραφείς και γενικότερα οι πνευματικοί άνθρωποι του τόπου είχαν ανάγκη να εκφραστούν. Σήμερα δεν υπάρχει ο ίδιος προβληματισμός, ούτε καμιά αγωνία για έκφραση. Τώρα η ζωή είναι τζάμπα, δωρεάν».
«Το μεγάλο πάντως πρόβλημα για το σύγχρονο ελληνικό θέατρο είναι η οικονομική δυσπραγία. Με την τρέχουσα κατάσταση στον τομέα των επιχορηγήσεων, παρατηρείται το φαινόμενο θέατρα ποιότητας να βρίσκονται επί ξύλου κρεμάμενα. Το πιο ανησυχητικό απ’ όλα είναι η τάση να εξαφανιστούν οι επιχορηγήσεις από τον πολιτιστικό ορίζοντα, όχι μόνο του θεάτρου αλλά και του σινεμά, του βιβλίου, του χορού. Δίχως κρατική επιχορήγηση το θέατρο δεν μπορεί να έχει καμία βιωσιμότητα. Κι αν έχει, θα είναι περιστασιακή, μάλλον εμπορική, πάντως όχι καλλιτεχνική. Για να γίνει καλό θέατρο χρειάζονται χρήματα. Πόσο μάλλον αν μιλάμε για απαιτητικό, καλλιτεχνικό θέατρο που απευθύνεται σε μικρό κοινό. Ας ξεχωρίσουμε επιτέλους το θέαμα απ’ το θέατρο. αυτήν τη στιγμή στην Αθήνα έχουμε πολλά θεάματα, θέατρα όμως ελάχιστα».
Τι είναι αυτό που μπορεί να φέρει τον κόσμο στα «καλλιτεχνικά» θέατρα; «Καταρχήν, ν’ αλλάξουμε μυαλά! Και οι θεατές και οι καλλιτέχνες, κυρίως όμως οι καλλιτέχνες! Να μάθουμε να έχουμε καθημερινή επαφή με την ποίηση. Να καταλάβουμε πως η ζωή δεν βγαίνει με την ευκολία. Και να το κάνουμε πράξη. Διαφορετικά, το μόνο που θα καταφέρνουμε θα ’ναι η πρόσκαιρη επιτυχία. Και η πρόσκαιρη ευτυχία».
Ποια είναι η πιο γλυκιά ανάμνηση μετά από τόσα χρόνια στο στίβο του θεάτρου; «Δεν υπάρχουν συγκεκριμένες γλυκές αναμνήσεις. Ήταν μια περιπέτεια σκληρή. Πληγώθηκα πολύ από τους Έλληνες συγγραφείς και την αχαριστία τους. Γιατί ποτέ δεν κατάλαβαν τι αγώνας ήταν να ανεβάζεις άγνωστους συγγραφείς σε μια εποχή που οι πάντες μισούσαν το ελληνικό έργο. Η μόνη γλύκα, λοιπόν, βρίσκεται στην ίδια την ύπαρξη, την επιβίωση. Όλα τα άλλα είναι ψηφίδες, δεν αξίζουν τον κόπο».
Πώς βλέπει ο Θανάσης Παπαγεωργίου το μέλλον του πολιτισμού; «Ο πολιτισμός ανέκαθεν βάλλεται. Ποτέ δεν συνέφερε τους κρατούντες. Το σύνθημα είναι "να κατέβει στην τελευταία βαθμίδα" ώστε να παραμείνει στην επιφάνεια το ασήμαντο. Κι εδώ θυμόμαστε τον Τσόμσκι: "Δεν υπάρχει μεγαλύτερο έγκλημα απ’ την επιβολή και την προβολή του ασήμαντου".
Πώς προβλέπεται το μέλλον της Στοάς; «Η Στοά δεν θα μείνει για πολύ καιρό ακόμη σ’ αυτόν το χώρο. Του χρόνου λήγει το συμβόλαιό μας. Θα αναζητήσει όμως άλλη στέγη. Και θα συνεχίσει να κάνει αυτό που έκανε τόσα χρόνια».
Για τα 35χρονα της Στοάς, ο Θανάσης Παπαγεωργίου σκηνοθετεί δύο έργα: Τα «Αξύριστα Πηγούνια» του πρωτοεμφανιζόμενου Γιάννη Τσίρου σε συμπαραγωγή με τον Ιεροκλή Μιχαηλίδη (συμπρωταγωνιστεί με τον Γεράσιμο Σκιαδαρέση), που θα ανέβει στην «Πόρτα» της Ξένιας Καλογεροπούλου, σηματοδοτώντας ένα «άνοιγμα» για τη Στοά. Το δεύτερο, στο χώρο της Στοάς, με πρωταγωνιστές τον Παπαγεωργίου και την Πρωτοψάλτη είναι «Η ηδονή της τιμιότητας» του Πιραντέλο. Ο σκηνοθέτης μας είπε σχετικά με το έργο: «Φοβάμαι πως είμαστε τόσο φθαρμένοι, τόσο εθισμένοι στην ευκολία που η τιμιότητα καταντάει βουνό. Λίγοι μόνο αντέχουν να το ανέβουν!»
Ιλειάνα Δημάδηidimadi@athinorama.gr