Η "Δηιδάμεια" του Χαίντελ διά χειρός Γιώργου Πέτρου εντυπωσιάζει στο φετινό Φεστιβάλ Όπερας του Γουέξφορντ

Από το Γουέξφορντ μέχρι τη Μαδρίτη, σπάνιες όπερες, διεθνείς πρωταγωνιστές και μαγευτικές σκηνικές αφηγήσεις που εντυπωσίασαν.

dedaimia «Δηιδάμεια» του Χαίντελ (Φεστιβάλ Όπερας Γουέξφορντ) © Padraig Grant

Αντίδοτο στην οπερατική πλήξη χαρακτηρίσθηκε πρόσφατα - και προσφυώς- το Φεστιβάλ Όπερας του Γουέξφορντ (WFO). Ντόπιοι και ξένοι φιλόμουσοι συνέρρευσαν και φέτος (μεταξύ 17/10 και 1/11), εν μέσω τσουχτερού κρύου και βροχής, στη μικρή πόλη των νοτιοανατολικών ακτών της Ιρλανδίας, για να παρακολουθήσουν -φορώντας τα καλά τους- στην υπερσύγχρονη "Αίθουσα O’Reilly" της τοπικής Εθνικής Όπερας τις 3 νέες παραγωγές σπάνιων λυρικών έργων, αφού πρώτα τραγουδήσουν τον εθνικό ύμνο του Έϊρε, με τον οποίο αυτές πάγια ξεκινούν!

Πέρα από τις νέες παραγωγές, η 74 η διοργάνωση περιελάμβανε 4 όπερες σε εκδοχή "τσέπης" και σειρά ρεσιτάλ τραγουδιστών που συμμετέχουν σε αυτές, καταξιωμένων και νεώτερων. Μέσω του "Wexford Factory", ενός δυναμικού workshop που συμβάλλει στην εκπαίδευση ταλαντούχων μονωδών, οι τελευταίοι αξιοποιούνται και στις βασικές οπερατικές παραγωγές, σε μικρότερους ρόλους ή ως μέλη της Χορωδίας.

Αρθρώνοντας, όπως κάθε χρόνο, το πρόγραμμα γύρω από μία κεντρική θεματική ενότητα, η Ιταλίδα καλλιτεχνική διευθύντρια Ροζέττα Κούκκι επέλεξε για φέτος "Μύθους και θρύλους" από διαφορετικές εποχές και πολιτισμούς. Το εύρος του θέματος επέτρεψε να παρουσιασθούν σκηνικά έργα από μουσικά είδη που είχαν ν’ακουσθούν δεκαετίες στο Γουέξφορντ!

Με την εξαίρεση της όπερας του Βιβάλντι "Η Δορίλλα στα Τέμπη" (2019), η τελευταία φορά που παρουσιάσθηκε εκεί σκηνικά μία όπερα του μπαρόκ ήταν το 1985, με τον "Αριοδάντη" του Χαίντελ.

Ακριβώς 40 χρόνια αργότερα ήλθε η σειρά της τελευταίας του όπερας "Δηιδάμειας". Το έργο (που έμεινε ξεχασμένο για πάνω από 200 χρόνια!) προτάθηκε σε συμπαραγωγή με το
"Διεθνές Φεστιβάλ Χαίντελ" του Γκέττινγκεν της Γερμανίας, στο οποίο μουσικός διευθυντής από το 2021 είναι ο Γιώργος Πέτρου. Όπως συνηθίζει, ο διακεκριμένος Έλληνας αρχιμουσικός υπέγραψε τη μουσική διεύθυνση αλλά και τη σκηνοθεσία της νέας αυτής παραγωγής, που θα παρουσιασθεί τον προσεχή Μάιο και στη γερμανική πόλη.

Η "Δηιδάμεια" του Χαίντελ στο Φεστιβάλ Όπερας του Γουέξφορντ

Η όπερα αναφέρεται στην περίοδο παραμονής του Αχιλλέα στα ανάκτορα του βασιλιά της Σκύρου Λυκομήδη, όπου τον είχαν κρύψει οι γονείς του για να μη φύγει και πολεμήσει στον Τρωικό Πόλεμο, καθώς γνώριζαν ότι θα σκοτωνόταν εκεί. Σύμφωνα με το μύθο ο Αχιλλέας ερωτεύθηκε μία από τις κόρες του Λυκομήδη, την Δηιδάμεια. Το λιμπρέτο εστιάζει στην άφιξη του Οδυσσέα στο νησί και την προσπάθεια να εντοπίσει τον -μεταμορφωμένο σε γυναίκα- Αχιλλέα και να τον πάρει μαζί του στην Τροία για να πολεμήσει.

Αντιμέτωπος με ένα έργο με σαφή κωμική/ειρωνική διάσταση (που παίρνει αποστάσεις από το παγιωμένο τότε μοντέλο της opera seria), ο Πέτρου έστησε μία απολαυστική παράσταση, που δίκαια θεωρήθηκε από κοινό και κριτικούς ως η κορυφαία της φετινής διοργάνωσης.

Η έξυπνη κεντρική ιδέα του θεάματος (σε μια λογική οπτικοποίησης του γνωστού συνθήματος του ΕΟΤ "Live your myth in Greece") έγκειτο στην παράλληλη συμπόρευση του αρχαίου μύθου που διαδραματίσθηκε στη Σκύρο με τις δραστηριότητες μιας ομάδας τουριστών που την επισκέπτονταν για διακοπές (και όχι μόνο). Έτσι η δράση εκτυλισσόταν άλλοτε σε μια παραλία, όπου οι τουρίστες πηγαίνουν για μπάνιο, γάμο, φωτογράφηση ή ζωγραφική, άλλοτε σε ένα χωριό κατά τη διάρκεια του τρύγου ή -με αφορμή το κυνήγι- στην πλατεία του με φόντο πίνακα του Θεόφιλου ή με την παρουσία Κουδουνάτων της Σκύρου!

Η βαθιά γνώση και κατανόηση του κόσμου του μπαρόκ από τον Πέτρου επέτρεψαν τη δημιουργία μερικών εντυπωσιακών εικόνων, όπως το υποθαλάσσιο παλάτι του Λυκομήδη (υπαινικτική αναφορά στο τέλος της ζωής αλλά και τόπος αναζήτησης …αρχαίων από ένα σύγχρονο δύτη), ή ακόμη την παρουσίαση όλων των συντελεστών της παράστασης σε trailer ενός χολλυγουντιανού "Οδυσσέα"!

Άριστα υλοποιημένη σε επίπεδο σκηνικών και κοστουμιών από την σταθερή συνεργάτιδά του Γιωργίνα Γερμανού και σε επίπεδο βιντεοπροβολών από τον Άρνιμ Φρις, η πρόταση μιας διπλής αφήγησης σε διαφορετικούς χρόνους (που παρέπεμπε στην κινηματογραφική ταινία του Αμεναμπάρ "Οι άλλοι") παρουσίασε το πλεονέκτημα να διατηρεί αμείωτο επί σχεδόν 3 ώρες το ενδιαφέρον για τα σκηνικά δρώμενα (χωρίς, όμως, να αποσπά την προσοχή από την κύρια υπόθεση) και να προσφέρει διαρκώς τις αναγκαίες νότες χιούμορ και (επί)σχολιασμού.

Μακράν του ν’αποτελεί -μόνο- μία διαφημιστική οπερατική καρτ ποστάλ της Ελλάδας, η παράσταση διέθετε ρυθμό και σπάνια δραματουργική συνοχή, δικαιώνοντας τις υπερβολές και καλύπτοντας τις θεατρικές αδυναμίες του μπαρόκ, ενώ υπογράμμισε πόσο διαχρονικά επίκαιρα παραμένουν τα συναισθήματα των πρωταγωνιστών και οι καταστάσεις (του πολέμου περιλαμβανομένου). Αν η θεατρική διδασκαλία επέτρεψε την ακριβή ανάδειξη του κάθε χαρακτήρα, η διακριτική εστίαση στο ρόλο του Αχιλλέα επέτρεψε την ευπρόσδεκτη σύζευξη του μύθου (και των "ιστορικών" δεδομένων) με την ήδη ευδιάκριτη στην όπερα του Χαίντελ αμφισημία ρόλων και φύλων.

Υψηλότατου επιπέδου υπήρξε και το ακρόαμα. Μολονότι η έλλειψη οργάνων εποχής ήταν εμφανής, η ιστορικά ενημερωμένη διδασκαλία του έργου από τον Πέτρου στους μουσικούς της Ορχήστρας του Φεστιβάλ (που έπαιξαν σε σύγχρονα όργανα) υπήρξε σαφώς επιτυχημένη.

Ο αρχιμουσικός τούς πλαισίωσε με εξαίρετους συναδέλφους τους, γνωστούς μας από την Καμεράτα, όπως ο Ισπανός εξάρχων βιολιστής Χεσούς Μερίνιο Ρουίθ, και οι Ιάσων Ιωάννου (τσέλο) και Πάνος Ηλιόπουλος (τσέμπαλο), που αποτέλεσαν μαζί με τον Ιταλό Φραντσέσκο Τομάζι (θεόρβη) την ομάδα του σταθερού βασίμου. Η μουσική διεύθυνση του Πέτρου διέθετε μοναδικό δραματικό αισθητήριο, ευαισθησία για τις πιο λυρικές παραγράφους, παλμό και ένταση για τις στιγμές δράσης.

Αλλά και η πολυεθνική διανομή υπήρξε μία από τις καλύτερες που θα μπορούσε να υπάρξει σήμερα σε διεθνές επίπεδο, απαρτιζόμενη από ακμαίους μονωδούς που συνδύαζαν υφολογικά ενημερωμένο τραγούδι και γλαφυρή απόδοση των ρετσιτατίβι με θαυμάσια σκηνική παρουσία.

Η Βελγίδα υψίφωνος Σοφί Γιούνκερ ανέδειξε ιδανικά το ρόλο της Δηιδάμειας με ένα μοναδικής καλλιέπειας, τέχνης και εκφραστικότητας τραγούδι (σε άριες γραμμένες σε ελάσσονα τονικότητα). Απόλυτα εύστοχες ήταν και οι επιλογές φωνητικών κατηγοριών για τους δύο βασικούς ανδρικούς ρόλους (Αχιλλέα- Οδυσσέα), οι οποίοι είχαν αποδοθεί το 1741 από  γυναίκα υψίφωνο και καστράτο. Ο Βραζιλιάνος σοπρανίστας Μπρούνο ντε Σα έλαμψε από κάθε άποψη (απαράμιλλη φωνητική δεξιοτεχνία – σπάνιο σκηνικό κέφι) σε αυτόν του μεταμορφωμένου σε γυναίκα Αχιλλέα, ενώ εξίσου εντυπωσιακής ευελιξίας υπήρξαν το τραγούδι και η σκηνική υπόκριση του Ιταλού κόντρα τενόρου Νικολό Μπαλντούτσι, που ενσάρκωσε τον Οδυσσέα.

Με το γνωστό του φωνητικό και σκηνικό κύρος σκιαγράφησε το ρόλο του βασιλιά Λυκομήδη ο βαθύφωνος Πέτρος Μαγουλάς. Η Ουαλλή υψίφωνος Σάρα Γκίλφορντ και ο Ιρλανδός μπάσος Ρόρυ Μάσγκρεϊβ ενσάρκωσαν το έτερο ζεύγος (Νερέας και Φοίνικα) με ισορροπημένη μουσικοδραματική παρουσία και τεχνικά ασφαλές τραγούδι, παρά τα ελάχιστα θερμά ηχοχρώματα.

Μια συνολικά υποδειγματική δουλειά, που μακάρι να παρουσιαζόταν κάποια στιγμή και επί ελληνικού εδάφους!

Le Trouvere
Pádraig Grant
Λίγο πριν πεθάνει, η Λεωνόρα (Λύντια Γκριντάττο) αποκαλύπτει τη θυσία της στους φυλακισμένους Μανρίκο (Εντουάρντο Νιάβε) και Ατζουτσένα (Ξένια Νικολάγιεβα): σκηνή από την Δ’ Πράξη της γαλλικής εκδοχής της όπερας "Τροβαδούρος" του Βέρντι που παρουσιάσθηκε σκηνικά (24/10) στο Φεστιβάλ Όπερας Γουέξφορντ


Η "Δηιδάμεια" έκλεψε την παράσταση από την περισσότερο αναμενόμενη φεστιβαλική παραγωγή, αυτήν του "Τρουβαδούρου" του Βέρντι (24/10).

"Le Trouvère" – Ο Βέρντι σε γαλλική εκδοχή

Στο Γουέξφορντ είχε να παρουσιασθεί ένα τόσο δημοφιλές, mainstream έργο του οπερατικού ρεπερτορίου από το μακρινό 1965, όταν ανέβηκε η "Τραβιάτα". Φέτος όμως δεν προτάθηκε ο πρωτότυπος "Τροβατόρε", αλλά η γαλλική εκδοχή ("Le Trouvère") που επεξεργάσθηκε το 1857 ο Βέρντι για την Όπερα του Παρισιού, και ουσιαστικά περιλαμβάνει -πέρα από ένα προσαρμοσμένο στη γαλλική γλώσσα λιμπρέτο, μικρές αλλαγές στην ενορχήστρωση και ένα ελαφρώς διαφορετικό φινάλε (με την επανάληψη του "Miserere")- μίαν εικοσιπεντάλεπτης διάρκειας μουσική μπαλέτου πριν από την Γ’ πράξη.

Η σκηνοθεσία του Ιρλανδού Μπεν Μπαρνς μετέφερε τη δράση στον Ισπανικό Εμφύλιο (1936-1939), εντάσσοντας τα δύο μοιραία αδέλφια σε αντίπαλα στρατόπεδα: ο Λούνα παρουσιάσθηκε ως αξιωματικός των Φρανκικών κυβερνητικών δυνάμεων, ο Μανρίκο ως αντάρτης του αριστερού Λαϊκού Μετώπου. Η παράσταση κέρδισε πολύ από το καλόγουστο και ευέλικτο σκηνικό (του Λίαμ Ντούνα) που αναπαριστούσε διάφορους χώρους/τόπους, ενώ ακόμη και το μπαλέτο, που δόθηκε στην ολότητά του, εντάχθηκε στην όλη σύλληψη (ως όνειρο του Λούνα υπό τη συνοδεία βιντεοπροβολών στιγμιότυπων από επίκαιρα εποχής) με 3 χορεύτριες, επαναστάτριες αντί τσιγγάνες. Οι χορογραφίες δεν υπήρξαν, πάντως, ούτε ιδιαίτερα εμπνευσμένες, ούτε προώθησαν τη δράση.

Εξάλλου, στο βαθμό που ούτε η όλη ιδέα έτυχε διεξοδικότερης επεξεργασίας από πλευράς δραματουργίας, η παράσταση πρόβαλε εν τέλει περισσότερο ως μία αλληλουχία καλαίσθητων ταμπλώ εποχής, χωρίς συνεκτικό αφηγηματικό μίτο, ενώ και η θεατρική καθοδήγηση μονωδών και χορωδών υπήρξε κάπως στατική και εκ του ασφαλούς.

Στο μουσικό σκέλος τα πράγματα κύλησαν καλά, αν και όχι εξαιρετικά. Την πολυεθνική διανομή απάρτιζαν κατά βάση ανερχόμενοι ταλαντούχοι μονωδοί, αλλά όχι γαλλόφωνοι, με αποτέλεσμα η πάντοτε κρίσιμη νοηματοδότηση του αδόμενου λόγου να ηχεί συχνά θολή. Ο Μεξικανός Εντουάρντο Νιάβε ευχαρίστησε με το φωτεινό, μεσογειακό ηχόχρωμα και την ένταση της υπόκρισης, αλλά δεν ήταν ο τενόρος spinto που απαιτεί ο ρόλος του Μανρίκο. Παρά το κάπως αδιάφορο τίμπρο, η Αμερικανίδα λυρική υψίφωνος Λύντια Γκριντάττο υπήρξε μία καλοτραγουδισμένη, λίαν εκφραστική και σκηνικά υπέρκομψη Λεωνόρα.

Μουσικοδραματικά ισορροπημένος πρόβαλε ο Λούνα του Γεωργιανού βαρύτονου Γκιόργκι Λομισέλι, ενώ ισχυρότερες εντυπώσεις άφησε στο ρόλο της Ατζουτσένας η νεαρή Ουκρανή μεσόφωνος Ξένια Νικολάγιεβα με τη σκούρα, σπηλαιώδη στη χαμηλή περιοχή φωνή, παρά τις ορατές ακόμη ατέλειες τραγουδιού και υπόκρισης. Αξιόλογη ήταν η παρουσία των υπόλοιπων μονωδών στους αρκετούς δευτεραγωνιστικούς ρόλους, θαυμάσια αυτή της Χορωδίας του Φεστιβάλ, που ενίοτε συμμετέσχε και μέσα από την αίθουσα (στα αξιοσημείωτα η μετατροπή του χορωδιακού των τσιγγάνων στην αρχή της Β’ Πράξης σε χορωδιακό στρατιωτών).

Μάλλον γενικόλογη και όχι πάντοτε υποστηρικτική των μονωδών (λόγω των πολύ σβέλτων τέμπι) ήχησε η μουσική διεύθυνση του έμπειρου Γερμανού αρχιμουσικού Μάρκους Μπος.
Αν κάτι έλειψε από το ακρόαμα, αυτό ήταν μια μεγαλύτερη δραματική πνοή. Είναι, βέβαια, αληθές ότι αυτή ενυπάρχει περισσότερο (και όχι μόνο λόγω της ιταλικής γλώσσας) στην πιο σφιχτή πρωτότυπη εκδοχή, με την οποία η γαλλική, παρά τις όποιες, διόλου αμελητέες αρετές της, δύσκολα μπορεί να αναμετρηθεί…

The Magic Fountain
Το τραγικό φινάλε της όπερας του Ντήλιους "Η μαγεμένη πηγή" (Φεστιβάλ Όπερας Γουέξφορντ, 25/10): η Γουάταγουα (Αξέλ Σαιν-Σιρέλ) ξεψυχά στα χέρια του Σολάνο (Ντομινίκ Βαλντές Τσένες) έχοντας πιει πρώτη το δηλητηριασμένο νερό της πηγής

"Η Μαγεμένη Πηγή" – Ντήλιους σε αμερικανικό τοπίο

Μία ακόμη άκρως ενδιαφέρουσα παραγωγή του φετινού Φεστιβάλ υπήρξε αυτή της σπανιότατα παιζόμενης όπερας του Ντήλιους "Η μαγεμένη πηγή" (25/10).

Η δεύτερη από τις 6 όπερες του Γερμανικής καταγωγής Βρετανού συνθέτη γράφτηκε το 1895 και διαδραματίζεται στη Φλόριντα, πολιτεία στην οποία είχε ζήσει επί σχεδόν μια δεκαετία, σταλμένος από τον επιχειρηματία πατέρα του για να αναλάβει την εκμετάλλευση ενός πορτοκαλεώνα, αποκτώντας μάλιστα -σύμφωνα με φήμες- και εκτός γάμου τέκνο με μία μαύρη σκλάβα.

Το λιμπρέτο βασίζεται στην πραγματική ιστορία του Ισπανού κυβερνήτη του Πουέρτο Ρίκο Χουάν Πόνσε ντε Λεόν, ο οποίος έψαχνε στη Φλόριντα των αρχών του 16 ου αιώνα την πηγή της αιώνιας νιότης. Εν προκειμένω, αυτήν αναζητά και ο Ισπανός ευγενής Σολάνο, μετά το ναυάγιο του πλοίου του στις ακτές της πολιτείας, με τη βοήθεια της Γουάταβα, μίας ιθαγενούς Ινδιάνας.

Παρά την αρχική της αποστροφή προς τους λευκούς αποικιοκράτες αλλά και τις προειδοποιήσεις των τοπικών φυλάρχων για τους κινδύνους μιας τέτοιας αποστολής (καθώς η αναζήτηση της πηγής δεν έπρεπε να βασίζεται σε εγωιστικά κίνητρα), αυτή αποφασίζει να τον βοηθήσει και να τον συνοδεύσει μέχρι την πηγή. Καθώς η προσπάθειά της να τον αποτρέψει απέβη μάταιη, η ερωτευμένη μαζί του Γουάταβα τελικά δοκιμάζει πρώτη το -δηλητηριασμένο- νερό και πεθαίνει, για να την ακολουθήσει λίγο αργότερα και ο συγκινημένος από τη θυσία της Σολάνο.

Η αλληγορική όπερα πραγματεύεται με μεγάλη λεπτότητα μια σειρά από θέματα, όπως τη δύναμη και την ομορφιά της φύσης, τις διαφυλετικές σχέσεις (που ο Ντήλιους θα θίξει διεξοδικότερα στην επόμενη όπερα του, τον "Κοάνγκα", που είχαμε παρακολουθήσει το 2015 στο Γουέξφορντ), την δύουσα τότε αποικιοκρατία, αλλά και μύθους/δοξασίες της εποχής. Στον πυρήνα της βρίσκεται η εμμονή του συνθέτη να συνδέσει την αποδοχή αλλαγών και θνητότητας με την ηρεμία και την αναζωογόνηση της φύσης. Μήπως ο ρόλος του Σολάνο δεν αντικατοπτρίζει τον ίδιο ή ακόμη ο θάνατος των δύο πρωταγωνιστών δεν αντανακλά τη ματαιότητα της δυνατότητας ένωσης/ώσμωσης δύο διαφορετικών πολιτισμών;

Το νεανικό αυτό έργο, με τις ιδιαίτερες ομοιότητες με τον "Ιπτάμενο Ολλανδό" (στην Α’ πράξη) και τον "Τριστάνο και Ιζόλδη" (στην Γ’) του Βάγκνερ, έμεινε στην αφάνεια για πάνω από έναν αιώνα, μέχρις ότου πρωτοανεβεί σκηνικά στην Όπερα του Κιέλου το 1997.

Η μεγάλη του δύναμη έγκειται στην υπνωτιστικής ομορφιάς μουσική, η οποία ενσταλάζει απόηχους από τα νέγρικα τραγούδια ("μπλουζ") των φυτειών σε μία πυκνή ενορχήστρωση σαφώς επηρεασμένη από τα έργα του Βάγκνερ ή ακόμη του Γκρηγκ. Οι λεπταίσθητες αρμονίες, η χρήση μιας χρωματικής μουσικής γλώσσας με πεντατονικές κλίμακες, η ευφάνταστη αξιοποίηση των ξύλινων για την απόδοση όλων των ήχων της φύσης που κατακλύζουν την ατμοσφαιρική υστερορομαντική παρτιτούρα αποδόθηκαν αρκετά καλά από την Ορχήστρα του Φεστιβάλ υπό τη διεύθυνση του Ιταλού αρχιμουσικού Φραντσέσκο Τσιλούφο, παρά την ανάγκη για πιο εστιασμένο παίξιμο των εγχόρδων και μεγαλύτερες αντιθέσεις δυναμικής.

Οι συγκεκριμένες ποιότητες της παρτιτούρας συνδυάζονται με μία ευαίσθητη φωνητική γραφή που ακολουθεί τη δραματική εξαγγελία του βαγκνέριου τραγουδιού συν κάποια αριόζι. Το έργο περιλαμβάνει στην ουσία μόνο πέντε ρόλους και την παρουσία χορωδίας, οι οποίοι πρέπει ν’αποδώσουν ένα όχι πάντοτε στρωτό γλωσσικά ποιητικό κείμενο (του ίδιου του συνθέτη). Στο επίκεντρο βρίσκεται το πρωταγωνιστικό ζεύγος, που ενσάρκωσαν δύο ανερχόμενοι νέοι μονωδοί, η Γαλλίδα μεσόφωνος Αξέλ Σαιν-Σιρέλ (γνωστή από την ερμηνεία της Μασσαλιώτιδας στο Παρισινό Grand Palais στην τελετή έναρξης τον Ολυμπιακών Αγώνων του 2024) με μία πλούσια/μεστή φωνή και ο Αμερικανός τενόρος Ντομινίκ Βαλντές Τσένες με ένα ευπρόσδεκτα δραματικό/"ηρωικό" τίμπρο. Το φωνητικό τους δέσιμο συνοδεύθηκε από ταιριαστή σκηνική ώσμωση. Αξιόλογη ήταν και η συμμετοχή του Νοτιοαφρικανού βαρύτονου Καμοχέλι Τσοτέτσι και του Ουαλλού μπασοβαρύτονου Μεϊλίρ Τζόοουνς, στους ρόλους των Γουαπανάκι και Ταλούμ Χάτζο αντίστοιχα.

Η ευανάγνωστη σκηνοθεσία του Βρετανού Κρίστοφερ Λάσκομπ δεν μπόρεσε, δυστυχώς, να επιλύσει τη μεγάλη αδυναμία του έργου, που έγκειται στο δραματουργικό επίπεδο, ιδίως σε ό,τι αφορά την αδρομερή ανάπτυξη πλοκής και χαρακτήρων. Χρησιμοποιώντας παραδοσιακά κοστούμια (με επιρροές από αυτά … Αζτέκων και Μάγιας για τους ντόπιους ιθαγενείς) η άλλοτε νατουραλιστική άλλοτε αφαιρετική, πλην σταθερά στατική προσέγγιση έμεινε λίγο στον πρώτο βαθμό και δικαιώθηκε σίγουρα καλύτερα στην Α’ πράξη που διαδραματίσθηκε στο πλοίο του Σολάνο.

Αντιθέτως οι δύο πράξεις που έλαβαν χώρα στη ζούγκλα της Φλόριντα, τα περίφημα Everglades, έτυχαν μιας μάλλον συμβατικής αντιμετώπισης, στην οποία αξιοποιήθηκαν πρωτίστως ατμοσφαιρικοί φωτισμοί αλλά και κάποια εντελώς παλιομοδίτικα σκηνικά ευρήματα και χορογραφίες.

Σε κάθε περίπτωση, ακόμη μία ευπρόσδεκτη μία προσφορά του Φεστιβάλ στην επανανακάλυψη του λυρικού corpus του Ντήλιους, που δικαίως έτυχε της στήριξης του Delius Trust.

DEIDAMIA
Ο Βραζιλιάνος σοπρανίστας Μπρούνο ντε Σα ως Αχιλλέας, μεταμφιεσμένος σε …Πύρρα, στην παραγωγή της όπερας "Δηιδάμεια" του Χαίντελ στο φετινό Φεστιβάλ Όπερας του Γουέξφορντ (26/10)

Μεσημεριανά Ρεσιτάλ και επιμέρους παραστάσεις

Από τις λοιπές εκδηλώσεις επιλέξαμε να παρακολουθήσουμε δύο από τα Μεσημεριανά ρεσιτάλ ("Lunchtime Recitals"), που δίνουν κάθε χρόνο οι τραγουδιστές που συμμετέχουν στις οπερατικές παραγωγές του Φεστιβάλ, και δη αυτά των εξαιρετικών πρωταγωνιστών της "Δηιδάμειας" Μπρούνο ντε Σα και Σοφί Γιούνκερ.

Η παρουσία στο Γουέξφορντ του ντε Σα, ενός από τους πλέον περιζήτητους αυτή τη στιγμή τραγουδιστές στο ρεπερτόριο του μπαρόκ, δικαιολόγησε τη φιλοξενία του ρεσιτάλ του στη μεγάλη Αίθουσα "O’Reilly" (24/10).

Υπό τη συνοδεία της πολύπειρης Ιταλίδας πιανίστριας Κάρμεν Σαντόρο, παρουσίασε ένα εξαιρετικά ερεθιστικό πρόγραμμα, αληθινό μάθημα για τις φωνές της εποχής του μπαρόκ και όχι μόνο.

Ο ντε Σα δεν είναι κόντρα τενόρος, δηλαδή ένας τενόρος ή βαρύτονος που χρησιμοποιεί κυρίως τη λεγόμενη "κεφαλική φωνή", αλλά ένα σοπρανίστας, δηλ. ένας άνδρας κάτοχος νεανικής φωνής, που αργότερα δούλεψε πολύ τη χαμηλή της περιοχή, διατηρώντας όμως τον ίδιο τρόπο φραστικής, όπως μία υψίφωνος! Αυτό δημιουργεί ένα πραγματικά εντυπωσιακό, ενίοτε αλλόκοσμο, ανδρόγυνης παιδικότητας θα λέγαμε, τίμπρο που επιτρέπει την προσέγγιση με διαφορετικό τρόπο ρόλων του σχετικού ρεπερτορίου για κόντρα τενόρο ή καστράτο.

Αρχικά προσφέρθηκαν δύο άριες της εποχής του μπαρόκ γραμμένες για τον περίφημο Φαρινέλλι (τον πιο διάσημο καστράτο της εποχής), η περίφημη "Son qual nave" από τον "Αρταξέρξη" του -αδερφού του- Ρικάρντο Μπρόσκι και μία άρια από τον "Γερμανικό στη Γερμανία" του Πόρπορα. Ακολούθησε μία άρια της κλασικής περιόδου (εποχής στην οποία ακόμη υπήρχαν καστράτι), αυτή από την όπερα του Καρούζο "Φανατισμένος με τη μουσική", η οποία περιελάμβανε την χαμηλότερη νότα (φα) που ο ντε Σα τραγούδησε ποτέ επί σκηνής. Και στα τρία κομμάτια συνάρπασαν η πρωτοφανής φωνητική ευελιξία, η ασύλληπτη δεξιοτεχνία αλλά και η εκφραστικότητα του τραγουδιού του!

Στο δεύτερο μέρος ο Βραζιλιάνος σοπρανίστας έβαλε στο κοινό το δίλημμα να επιλέξει από ένα ζευγάρι από οπερατικές άριες των Χαίντελ και Μότσαρτ. Δυστυχώς, η μικρότερη εξοικείωση με τις όπερες του πρώτου είχε σαν αποτέλεσμα να χαθεί η ευκαιρία να τον απολαύσουμε σε κοσμαγάπητες άριες από τον "Ιούλιο Καίσαρα" και τον "Ρινάλντο".

Αντ’αυτών τον ακούσαμε σε δύο …γυναικείες άριες από όπερες του Μότσαρτ, αυτές της Κοντέσσας από τους "Γάμους του Φίγκαρο" και της Ντόνας Ελβίρας από τον "Ντον Τζοβάννι". Αμφότερες υπήρξαν καλά - αλλά όχι ανεπίληπτα- τραγουδισμένες, πλην οπωσδήποτε κάπως ανορθόδοξες. Αναρωτιόμαστε πώς θα διοχετευθεί το ταμπεραμέντο του στο ρόλο …της Ντόνας Ελβίρας, που πρόκειται να ερμηνεύσει προσεχώς και σκηνικά στην Κωμική Όπερα του Βερολίνου!

Η τόσο ενδιαφέρουσα matinée τελείωσε εξίσου απρόσμενα, με το δημοφιλές "Κορίτσι της Ιπανέμα", που ο ντε Σα τραγούδησε και …χόρεψε υπό τη ρυθμική συνοδεία από παλαμάκια του κοινού, που ακολούθησε πιστά τις οδηγίες του…

Την επομένη (25/10), η Γιούνκερ αναγκάσθηκε, λόγω κάποιου κρυώματος, να ακυρώσει το ρεσιτάλ της στην Εκκλησία του Αγίου Ιβέριου.

Αυτό οδήγησε τους διοργανωτές στο να προτείνουν σε …επανάληψη το ρεσιτάλ που είχε δώσει μία βδομάδα νωρίτερα στον ίδιο χώρο η ανερχόμενη Ιρλανδή υψίφωνος Τζέιντ Φήνιξ (που τραγούδησε το ρόλο της Ινές στην παραγωγή του "Τροβαδούρου") υπό τη συνοδεία του Γερμανού πιανίστα Κρίστοφερ Κνοπ.

Με υγιή, καλοτοποθετημένη φωνή και καθαρή άρθρωση η Φήνιξ ερμήνευσε με ευπρόσδεκτη απλότητα συνολικά 4 βρετανικά τραγούδια (και εκτός προγράμματος το κοσμαγάπητο "Somewhere over the rainbow") και με μεγάλη θεατρικότητα τα 4 "Τραγούδια του καμπαρέ" του Μπρίττεν. Αυτά τα ωραία κομμάτια χαρακτήρα με τις μεγάλες προκλήσεις σε όλη την έκταση της φωνής, που η υψίφωνος ανήγαγε σε μικρές, διακριτές δραματικές σκηνές, αποτέλεσαν την κορωνίδα του ρεσιτάλ.

Από πλευράς όπερας αποδόθηκαν με τη δέουσα ευαισθησία η μεγάλη άρια της Ιουλιέττας από τους "Καπουλέτους και Μοντέκκους" του Μπελλίνι και με το σωστό ταμπεραμέντο η μεγάλη τσάρντας της Ροζαλίντε από τη "Νυχτερίδα" του Γιόχαν Στράους υιού. Με μόνη επιφύλαξη τη μέτρια εκφορά της γερμανικής γλώσσας στην τσάρντας, η Φήνιξ υπήρξε σε αμφότερα έξοχη φωνητικά. Ο Κνοπ της προσέφερε μια προσεγμένη και ακριβή πιανιστική συνοδεία, ερμηνεύοντας εμβόλιμα ένα "Πρελούδιο" του Ραχμάνινοφ.

Pepita Jimenez
Elena del Real
Η Πεπίτα (Άνχελες Μπλάνκας) επιχειρεί απεγνωσμένα να σαγηνεύσει τον Λουίς (Λεονάρντο Καΐμι) και να τον αποτρέψει από την επιλογή της ιεροσύνης: στιγμιότυπο από την όπερα των Αλμπένιθ Σοροθάμπαλ "Πεπίτα Χιμένεθ" (Μαδρίτη, "Τεάτρο ντε λα Θαρθουέλα", 11/10) 

"Πεπίτα Χιμένεθ" – Ισπανικός βερισμός και σύγχρονο δράμα

Λίγες εβδομάδες νωρίτερα, μια ολιγοήμερη επίσκεψη στη Μαδρίτη παρέσχε μοναδική ευκαιρία να επισκεφθούμε το ιστορικό "Teatro de la Zarzuela" (11/10) που βρίσκεται στο κέντρο της πόλης.

Στο ναό της "θαρθουέλας" (ενός είδους ισπανικού ελαφρού μουσικού θεάτρου, που κάπως απλουστευτικά ταυτίζεται με την οπερέτα), παρακολουθήσαμε τη μονόπρακτη "Πεπίτα Χιμένεθ", μία από τις λίγες όπερες του εκ των κορυφαίων Ισπανών συνθετών Ισαάκ Αλμπένιθ (1860-1909).

Το έργο έχει περιπετειώδη ιστορία. Γραμμένο σε αγγλικό (!) λιμπρέτο το 1895, πρωτοπαρουσιάσθηκε το 1896 στο "Λισέου" της Βαρκελώνης, αλλά στην ιταλική του μετάφραση. Την ίδια χρονιά ο Αλμπένιθ το επεξεργάσθηκε εκ νέου και σ’αυτή τη δεύτερη εκδοχή (σε μεταφράσεις στη γερμανική και γαλλική γλώσσα) βασίσθηκαν μεταγενέστερα σκηνικά ανεβάσματα σε Γερμανία και Βέλγιο.

Στα ισπανικά πρωτοακούσθηκε μόλις το 1964 στο "Teatro de la Zarzuela" -με το λαμπερό πρωταγωνιστικό ζεύγος των Λορενγκάρ/Κράους- στην απόδοση του (ειδικευμένου στην θαρθουέλα!) σημαντικού συνθέτη Πάμπλο Σοροθάμπαλ. Ο ίδιος διηύθυνε την ηχογράφησή του το 1967 και επιμελήθηκε μιας κριτικής έκδοσης με αρκετές αλλαγές, που ολοκληρώθηκε το 1969 αλλά ανέβηκε σκηνικά μόλις φέτος (στην παράσταση που παρακολουθήσαμε).

Ενδιάμεσα, ο Ζοζέπ Σολέρ δημοσίευσε (1996) μία νέα παρτιτούρα για ορχήστρα που χρησιμοποιούνταν μέχρι σήμερα, ενώ το 2006 η Deutsche Grammophon ηχογράφησε την …πρωτότυπη εκδοχή στην αγγλική γλώσσα, της οποίας η κριτική έκδοση ολοκληρώθηκε το 2009!

Η υπόθεση αναφέρεται στον έρωτα μίας νεαρής, μόλις 19χρονης χήρας (της Πεπίτας Χιμένεθ) για ένα νεαρό φοιτητή θεολογίας και δόκιμο ιερέα, τον Λουίς, γιο του Δον Πέδρο ντε Βάργκας, ο οποίος από πλευράς του (όπως και διάφοροι άλλοι) …επιθυμεί την Πεπίτα!

Παρότι αυτή εκφράζει επανειλημμένα τον έρωτά της στον Λουίς, εκείνος αμφιταλαντεύεται μεταξύ επιθυμίας (προσκαλώντας έναν αντίζηλό του μέχρι σε μονομαχία!) και καθήκοντος, αποφασίζοντας τελικά να αρνηθεί τα θέλγητρα της και να υπηρετήσει τα θεία. Εν τέλει η Πεπίτα, έχοντας πιει δηλητήριο, σβήνει στα χέρια του Λουίς, ο οποίος νομίζει ότι πρόκειται περί φάρσας…

Το τραγικό φινάλε αποτέλεσε μία από τις βασικές αλλαγές που εισήγαγε ο Σοροθάμπαλ. Στην πρωτότυπη εκδοχή (το λιμπρέτο της οποίας βασίζεται στο μυθιστόρημα του Βαλέρα) η υπόθεση είχε happy end. Παραδόξως, αυτή η αλλαγή προσέδεσε ακόμη περισσότερο την όπερα στην αισθητική του βερισμού, που ήδη ανθούσε κατά την εποχή της σύνθεσής της. Τούτο επηρέασε σίγουρα και την μάλλον ανέμπνευστη σκηνοθεσία του έμπειρου Ιταλού Τζανκάρλο ντελ Μόνακο, που εστίασε υπέρμετρα στο δράμα.

Η μεγαλύτερη αδυναμία της παραγωγής ήταν το γιγαντιαίο σκηνικό του Ντανιέλ Μπιάνκο, μία περιστρεφόμενη σιδερένια σκαλωσιά στην οποία ή εντός της οποίας εκτυλίχθηκε όλη η δράση και ο "εγκλωβισμός" των πρωταγωνιστών. Πλην της παρουσίας μιας μωβ βουκαμβίλιας στην αρχή, το έργο εκτυλίχθηκε σχεδόν μέσα στο ημίφως, εντείνοντας τη σκοτεινή του διάσταση. Όμως, κατ’αυτόν τον τρόπο η παράσταση βυθίστηκε σε μία ομοιομορφία που ουδέποτε κατάφερε να επιτρέψει την κατάδυση στον περίπλοκο συναισθηματικό και ψυχολογικό κόσμο του πρωταγωνιστικού ζεύγους.

Διαφοροποιημένη προσέγγιση των ρόλων επέδειξαν και οι εκλεκτοί Ισπανοί μονωδοί που τους ενσάρκωσαν στην παράσταση της 11/10.

Ο τενόρος Λεονάρντο Καΐμι υπήρξε ένας Λουίς καλοτραγουδισμένος και με ευπρόσδεκτα μετρημένη υπόκριση, που ανέδειξε άρτια τα συναισθηματικά διλήμματα του χαρακτήρα. Αντιθέτως, η διεθνώς καταξιωμένη υψίφωνος Άνχελες Μπλάνκας προσέγγισε άκρως δραματικά τόσο από φωνητικής όσο και από σκηνικής πλευράς -ενίοτε στα όρια της βεριστικής υπερβολής- το ρόλο της Πεπίτας. Παρότι η εμπειρία αμφοτέρων επέτρεψε να λειτουργήσει θεατρικά αυτή η "αντίστιξη", η Πεπίτα της Μπλάνκας πρόβαλε ως μία κυριευμένη από πάθη, συνειδητοποιημένη γυναίκα και όχι ως ένα ερωτευμένο νέο κορίτσι που αισθάνεται απόγνωση και αυτοκτονεί…

Τον έτερο δραματουργικά κρίσιμο ρόλο της Αντονιόνας (παραμάνας της Πεπίτας) ενσάρκωσε με πλούσιο τίμπρο και σκηνικό κύρος η μεσόφωνος Κριστίνα Φάους. Από τους λοιπούς χαρακτήρες απόλυτα πειστικοί μουσικοδραματικά πρόβαλαν ο Δον Πέδρο του Ισπανο-Βραζιλιάνου βαρύτονου Ροδρίγο Εστέβες και ο ιερέας του Ισπανού μπάσου Ρούμπεν Αμορέττι. Καλά εστιασμένο ήχησε το τραγούδι της Χορωδίας του θεάτρου, παρά τη στατική της χωροθέτηση …άνωθεν των δρώμενων!

Πολύ μεγάλο ενδιαφέρον παρουσίασε, τέλος, το ακρόαμα που διέπλασε, επικεφαλής ενός μεσαίου κλιμακίου της Ορχήστρας της Κοινότητας (Περιφέρειας) της Μαδρίτης, ο Γκιγιέρμο Γκαρσία Κάλβο. Ο Ισπανός αρχιμουσικός φώτισε όχι μόνο τη σύνθετη αρμονική γλώσσα της -περικομμένης σε 75λεπτη διάρκεια- παρτιτούρας (ένα κράμα βαγκνέριων Leitmotive και πουτσίνειου λυρισμού), αλλά και το μελωδικό και ρυθμικό της πλούτο με τις αρκετές εθνικές/παραδοσιακές (ανδαλουσιάνικες) επιρροές, πολλές από τις οποίες προήλθαν από τις παρεμβάσεις του Σοροθάμπαλ. Αποφεύγοντας βεριστικές εκτραχύνσεις, η μουσική του διεύθυνση κράτησε ευπρόσδεκτα ισορροπίες, υπογραμμίζοντας το λυρισμό και την ψυχολογική διάσταση της μουσικής και προωθώντας το δράμα.

Παρά τις αρκετές ενστάσεις, το σίγουρα ενδιαφέρον εγχείρημα υλοποιήθηκε σε συντριπτική έκταση από εθνικές/ισπανικές καλλιτεχνικές δυνάμεις, τιμώντας την ιστορία αλλά και την αποστολή του θεσμού. Μία και μόνο ματιά στον πλούσιο προγραμματισμό του θεάτρου (που δεν περιορίζεται αποκλειστικά στη σκηνική παρουσίαση έργων από το εκτενέστατο ρεπερτόριο της θαρθουέλας) οφείλει να παρακινήσει κάθε φιλόμουσο, που σχεδιάζει να επισκεφθεί την πανέμορφη πρωτεύουσα της Ισπανίας, να απολαύσει κάποια από τις παραστάσεις του…

Λεζάντα 1ης φωτογραφίας: Η Δηιδάμεια (Σοφί Γιούνκερ – κέντρο) ακούει έκπληκτη τον
μεταμφιεσμένο σε Πύρρα Αχιλλέα (Μπρούνο ντε Σα, αριστερά) να επικαλείται
την απόλαυση που του παρέχει το κυνήγι! Σκηνή από την Α’ Πράξη της
όπερας "Δηιδάμεια" του Χαίντελ (Φεστιβάλ Όπερας Γουέξφορντ, 26/10) 

Διαβάστε ακόμα

Τελευταία άρθρα Μουσική

30 ελληνικοί δίσκοι που κρατάμε από το 2025

Το πιο πολυπαιγμένο τραγούδι το είχε η Άννα Βίσση, ενώ στο Spotify σάρωσε ο Toquel, παραμένοντας μεγάλο αστέρι στις νεότερες ηλικίες. Πέρα από τη λαμπερή βιτρίνα μαζικής δημοφιλίας, όμως, συμβαίνουν πολλά πράγματα, άσχετα με την προβολή που (δεν) λαμβάνουν.

ΓΡΑΦΕΙ: ΧΑΡΗς ΣΥΜΒΟΥΛΙΔΗς
30/12/2025

H Μελίνα Κανά μας περιμένει στο Κύτταρο

Μελίνα Κανά: Θα τραγουδήσει στο Κύτταρο παλιές επιτυχίες από την πλούσια δισκογραφία της, αλλά και από τη νέα δισκογραφική δουλειά της.

O Haig Yazdjian, ένας από τους κορυφαίους εκπροσώπους της world music, live στην Αθήνα

O Haig Yazdjian, ένας από τους κορυφαίους εκπροσώπους της world music, live στην Αθήνα στη σκηνή του Theatre of the NO στις 3 Ιανουαρίου.

Τέταρτη θητεία για τον Γιώργο Κουμεντάκη στην Καλλιτεχνική Διεύθυνση της ΕΛΣ

Η Υπουργός Πολιτισμού και ο Υφυπουργός Πολιτισμού ανανέωσαν για τέταρτη συνεχόμενη τριετία τη θητεία του Γιώργου Κουμεντάκη στην Εθνική Λυρική Σκηνή, αναγνωρίζοντας την προσφορά και το όραμά του για την ελληνική όπερα.

Η "The Beatles Live Tribute Band" κάνει συναυλιακό ποδαρικό στο Κύτταρο

Την Παρασκευή 2 Ιανουαρίου 2026, η "The Beatles Live Tribute Band" υπόσχεται μια μοναδική μουσική παράσταση αφιερωμένη στο βρετανικό συγκρότημα.

Ο Λεωνίδας Παφιλιάρης κυκλοφορεί δύο άλμπουμ μαζί

Ο Λεωνίδας Παφιλιάρης κυκλοφόρησε δύο άλμπουμ μαζί κάνοντας την απόλυτη έκπληξη

Το σπάνιο αρχείο της Κρατικής Ορχήστρας Αθηνών προσβάσιμο στο κοινό

Στο τελικό στάδιο το έργο ψηφιακού μετασχηματισμού με αποθετήριο, νέα ιστοσελίδα και προηγμένες δυνατότητες αναζήτησης.