
Ο Διονύσης Σαββόπουλος είχε τον δικό του τρόπο να φέρνει κοντά μας τη μοναδική αριστοφανική τέχνη. Αναδημοσιεύουμε τη συνέντευξη του Διονύση Σαββόπουλο στον Γιώργο Χαρωνίτη το 2013 με αφορμή τον "Πλούτο" του Αριστοφάνη, όπου σκηνοθετεί την παράσταση, κάνει τη μετάφραση, γράφει τη μουσική και παίζει, μαζί με έναν έξοχο θίασο.
"Ο Αριστοφάνης είναι ένας μεγάλος ποιητής. Και οι μεγάλοι ποιητές έχουν διάρκεια – είτε μπορούμε να το δούμε είτε όχι. Σ’ εμένα, η ζωή τα έφερε να καταπιαστώ με τον Αριστοφάνη στο πρώτο σωζόμενο έργο του, τους "Αχαρνής”, το ’75, όταν με κάλεσε ο αλησμόνητος Κάρολος. Και η ζωή πάλι τα φέρνει να καταπιαστώ με το τελευταίο σωζόμενο έργο του, που είναι ο "Πλούτος”.
Το αγάπησα ιδιαίτερα αυτό το έργο όταν έκανα τη μουσική για την παράσταση του Εθνικού σε σκηνοθεσία Λούκα Ρονκόνι, το ’85, στην Επίδαυρο, με τον Παράβα και τον Παρτσαλάκη. Το αγάπησα γιατί είναι μια κωμωδία που έχει μέσα της ένα λυγμό. Σαν να ήθελε ο Αριστοφάνης να γράψει μια τραγωδία, για κάποιον άγνωστο λόγο όμως δεν του επιτρεπόταν να γράφει τραγωδίες – αλλά ό,τι είχε να πει έπρεπε να το έλεγε με τρόπο εύθυμο και λαϊκό.
Ο "Πλούτος” είναι μια κωμωδία που έχει σιωπές, υπαινιγμούς, αμφισημίες, κάτι ανησυχητικά γέλια... Πραγματοποιεί το πανανθρώπινο όνειρο ενός γενικευμένου πλούτου – και με παραμυθένιο τρόπο κάνει πραγματικότητα αυτή την ανθρώπινη λαχτάρα: γίνονται όλοι πλούσιοι! Και μας δείχνει ότι αυτό το γενικευμένο όνειρο μπορεί να έχει ορισμένες πλευρές πολύ επικίνδυνες, που κοστίζουν πολύ ακριβά. Όλα αυτά όμως τα δίνει με υπαινιγμούς – σαν να μη θέλει να το ξεκαθαρίσει.
Είναι περίεργο έργο! Το φινάλε του είναι δραματουργικά αδύναμο, δεν έχει παράβαση, με την οποία συνήθιζε ο ποιητής να μεταφέρει το μήνυμα στους θεατές. Αυτό το μήνυμα το έλεγε πάντα ο κορυφαίος όταν ο χορός έβγαζε τις μάσκες. Εγώ έφτιαξα μια παράβαση – και πιστεύω να μου το συγχωρήσει ο κόσμος. Θα βγω να την κάνω ο ίδιος.
Παρόλο που υπάρχουν εξαιρετικές μεταφράσεις του Αριστοφάνη –από τον Γεωργουσόπουλο, τον Μάτεσι, η παλιά του Χουρμούζη, του Βάρναλη, του Κολώτα–, το μετέφρασα από αγάπη και επειδή όταν βλέπω άλλους να παίζουν, θέλω να παίξω κι εγώ μαζί τους! Και το σκηνοθετώ χωρίς να είμαι σκηνοθέτης, περισσότερο το κοιτάω σαν τραγουδοποιός. Διότι έχω 1.200 στίχους μπροστά μου όπου ανακαλύπτω τη βουβή μουσική τους. Αυτό το κείμενο έχει ρυθμούς, υπολογισμένες σιωπές, τονικά ύψη, επιταχύνσεις και επιβραδύνσεις, εντάσεις… Δεν θα μπορούσα να τα καταφέρω αν δεν είχα δίπλα μου την Αμαλία Μουτούση, τον Χρήστο Λούλη, τον Νίκο Κουρή, τον Μάκη Παπαδημητρίου και όλους τους άλλους συντελεστές της παράστασης".

'Έχεις αλλάξει τη μουσική που είχες γράψει για τον "Πλούτο" το ’85;
Σε μεγάλο βαθμό χρησιμοποιώ την παλιά μουσική που είχα γράψει για τον "Πλούτο" το ’85, αν και μεταλλαγμένη, αφού πρόκειται για νέα παράσταση. Μπορώ να πω πως δεν άλλαξα πολύ τη μουσική – άλλαξα την παράσταση για να ταιριάζει με τη μουσική! Τη μουσική αυτή την είχα γράψει με λυρική διάθεση, μέσα στην οποία υπήρχαν ειρωνεία και συμπόνια. Προσπαθήσαμε με τους συνεργάτες μου να φτιάξουμε μια παράσταση που να είναι συνεπής προς αυτό το πνεύμα.
Ο Αριστοφάνης, η φούσκα των τραπεζών και το κλείσιμο της ΕΡΤ
"Η τέχνη από μόνη της είναι κάτι θεραπευτικό, είναι κάτι επαναστατικό, διότι αποτελεί μια γενναιότητα απέναντι στη θολούρα και τη σύγχυση."
Ένας μεγάλος ποιητής πάντα είναι επίκαιρος. Αλλά επειδή πρόκειται για σάτιρα του νεοπλουτισμού και του λάιφ στάιλ –πράγματα που τα ζήσαμε τα τελευταία χρόνια–, αποκτά μια πιο άμεση σημασία. Αυτά συνήργησαν σε μεγάλο βαθμό στην καταστροφή. Η κρίση έξω ήταν αλλού των ακινήτων αλλού των τραπεζών. Σ’ εμάς η φούσκα ήταν τούτο το κράτος, το οποίο συνεχίζει απτόητο, ως φούσκα, μέσα στην καταστροφή που το ίδιο προκάλεσε. Από το 2009 όλοι έχουμε λιώσει, φτωχύνει, αλλάξει, αλαλάξει – κι αυτό μένει ίδιο. Θέλω ένα καινούργιο κράτος! Μερικές φορές με πιάνει απόγνωση.
Η τέχνη μπορεί να αλλάξει κάτι;
Η τέχνη από μόνη της είναι κάτι θεραπευτικό, είναι κάτι επαναστατικό, διότι αποτελεί μια γενναιότητα απέναντι στη θολούρα και τη σύγχυση. Πρόσφατα παραδείγματα η "Πρώτη ύλη" του Παπαϊωάννου ή η "Γκόλφω" του Καραθάνου στο Εθνικό. Αυτές είναι γενναίες πράξεις απέναντι στη θολούρα και τη σύγχυση. Είναι πράξεις αντίστασης.
Από την άλλη όμως έχουμε πράξεις όπως το κλείσιμο της ΕΡΤ…
Η αλήθεια είναι ότι μαύρισε η ψυχή μου όταν το είδα. Σε ό,τι αφορά τον τρόπο, γιατί, ως προς την ουσία, πρέπει να τελειώσει όλο αυτό. Αλλά δεν έχουν σχέδιο, δεν υπάρχει προετοιμασία. Κι όταν πιέζονται από τα ΔΝΤ και τα σχετικά, κάνουν την τελευταία στιγμή άρπα-κόλλα μια κίνηση που δεν ξέρουν πώς θα ’ναι. Πολύ δυσάρεστη εμπειρία. Επίσης, με στενοχώρησε που έφυγε η ΔΗΜΑΡ. Όχι μόνο γιατί δεν είναι να τους αφήνεις μόνους τους αυτούς τους δύο, αλλά και γιατί πιστεύω ότι η χώρα μας ελπίζει πάντοτε σε μια πραγματικά "νέα αριστερά", δηλαδή μια αριστερά της ευθύνης και όχι της ιδεολογίας, σε μια αριστερά που σε μια κρίσιμη στιγμή ανάμεσα στη ζωή και την ιδεολογία επιλέγει τη ζωή και όχι την ιδεολογία. Αυτή η αποχώρηση με απογοήτευσε. Δεν θέλω να επεκταθώ περισσότερο.

Ο λόγος του Αριστοφάνη μάς αφορά;
Η Πενία, η αντίθετη φωνή μέσα στον "Πλούτο", εμφανίζεται συνήθως σ’ αυτές τις παραστάσεις σαν μια καρικατούρα, σαν αντιπαθής γεροντοκόρη. Δεν είναι έτσι! Είναι η φωνή της λογικής, η φωνή του μέτρου. Οι αρχαίοι πρόγονοί μας είχαν άλλη λέξη για τη φτώχεια, που σημαίνει εξαθλίωση, ζητιανιά. Πενία είναι απλώς το να σου λείπουν πράγματα – και το λέει αυτό στο μονόλογό της: "Αυτά που με κατηγορείτε αναφέρονται στη ζητιανιά και την εξαθλίωση. Εγώ είμαι αυτό που σε κάνει να δουλέψεις για να παράγεις". Μιλά για το μέτρο, το νοικοκύρεμα, τη δημοκρατία – που και αυτή δεν είναι κάτι δεδομένο, πρέπει να δουλεύεις συνεχώς για να τη διατηρήσεις. Σ’ αυτή την παράσταση θέλω να δώσω ιδιαίτερη βαρύτητα στην Πενία. Είναι πολύ δύσκολος ρόλος, γι’ αυτό κάλεσα την Αμαλία Μουτούση, και είμαι ευγνώμων που δέχτηκε.
Όλος ο θίασος είναι εξαιρετικός.
Ήμουν θαυμαστής τους από πριν. Οι ηθοποιοί αυτοί είναι δαίμονες! Επιτυγχάνουν αυτό το δίσημο που έχει ο "Πλούτος" και που θέλω να δείξω. Μπορεί να είναι ειρωνικοί και συμπονετικοί ταυτόχρονα, αυστηροί και μητρικοί. Είναι πολύ "δουλεμένοι" καλλιτέχνες, γι’ αυτό τους διάλεξα. Η σχέση τους με το ρόλο είναι η σχέση που έχει ο καραγκιοζοπαίχτης με τη φιγούρα. Δίνει την κίνηση και τη φωνή του στη φιγούρα, δεν είναι όμως η φιγούρα, έχει μια απόσταση από αυτήν – αλλά μια απόσταση εγχώρια, όχι τευτονική! Βλέπεις, ο Καραγκιόζης είναι ένα παράδειγμα θεάτρου όπου ναι μεν λέγονται χοντράδες αλλά μέσα σ’ ένα πλαίσιο μαγικό. Έτσι τον βλέπω τον Αριστοφάνη, όχι σαν επιθεώρηση. Τελευταία οι περισσότεροι παίζουν τον Αριστοφάνη σαν επιθεώρηση, και μάλιστα κακή. Βάζουν μέσα δικά τους αστεία, δικά τους καλαμπούρια κ.λπ. Κάτσε, κύριε! Όλα αυτά που λέει ο Αριστοφάνης είναι αστεία, αλλά μέσα σε μια μαγεία που μόνο ένας ποιητής μπορεί να πετύχει. Σκηνοθετώ δηλαδή τον "Πλούτο" και λίγο σαν διαμαρτυρόμενος θεατής! Για να δείξω ότι ο Αριστοφάνης είναι ποιητής.
'Ίσως να πρόκειται για ένα δημιουργικό… απωθημένο από τα παλιά. Άσε που, ούτως ή άλλως, είσαι σκηνοθέτης.
Κάνω, ως μουσικός, ένα είδος σκηνοθεσίας, που όμως είναι στατική. Τοποθετώ τους μουσικούς, ρυθμίζω τα φώτα, φτιάχνω τη ροή του προγράμματος έτσι που να έχει πλοκή και να δίνει μια υπόθεση. Το θέατρο όμως είναι κάτι άλλο. Είμαι καλούτσικος στο να διδάσκω στον ηθοποιό την εκφορά του λόγου. Αυτό που δεν ξέρω –και άρχισα να το σπουδάζω τώρα, στις πρόβες του "Πλούτου"– είναι τι κάνει ο άλλος που με ακούει. Από πού μπαίνει; Αν δεν είχα δίπλα μου αυτά τα παιδιά που έχουν μεγάλη πείρα, αυτά τα πράγματα δεν θα τα είχα λύσει ποτέ!
Μα ο καλός δάσκαλος είναι πάντα καλός μαθητής…
Μακάρι να ισχύει αυτό στην περίπτωσή μου!
Πρώτη δημοσίευση: 11 Ιουλίου 2013