
Κι όμως. Συνέβη. Το Pride Month ήρθε φέτος κατά μία μέρα νωρίτερα και τα απανταχού mutants το υποδέχτηκαν υπό τους ήχους της cyborg ιέρειάς τους. Αν και δεν πιστεύαμε στα μάτια μας όταν είδαμε το όνομά της στο πρόγραμμα του Φεστιβάλ Αθηνών, είναι αλήθεια: η Arca ήρθε στην πόλη και έφερε τον "μεταλλαγμένο", πειραματικό της ήχο στο Δημοτικό Θέατρο Λυκαβηττού.
Όπως κατάλαβα ανεβαίνοντας στον λόφο, ο κόσμος δεν προμηνυόταν ασφυκτικά πολύς, όπως είχε γίνει πέρσι, για παράδειγμα, στους Placebo. Και αυτό ήταν λογικό, και στην ουσία θετικό για το vibe της συναυλίας, αφού ήξερα ότι θα την τιμήσουν ως επί το πλείστον οι μυημένοι.
Λίγες στιγμές ρεμβασμού της πόλης και του ηλιοβασιλέματος μετά, με υποδέχτηκαν στον χώρο οι τελευταίες μελωδίες του πρώτου opening act. Η δική μας porschelane -η οποία δεν είχε ανακοινωθεί για άγνωστο λόγο στο πρόγραμμα- έφερε την cunty ενέργεια που χρειαζόμασταν για να ξεκινήσει σωστά η βραδιά, μέσα από τις hyperpop επιλογές και τις μίξεις της.
Ομολογώ ότι το main opening act που ακολούθησε, το Evita Manji, το ήξερα μόνο από το αθηναϊκό club kid era του πριν κάποια χρόνια και, ενώ γνώριζα τη μουσική του πορεία, δεν είχε τύχει να ακούσω. Καλύτερα. Ήταν μια πολύ ευχάριστη έκπληξη. Ο ουρανός ολοένα και σκοτείνιαζε και πάνω σε αυτό το μεταίχμιο έδεναν υπέροχα τα αιθέρια live φωνητικά του. Ο έντονος ηλεκτρονικός ήχος ερχόταν σαν την υπενθύμιση κάποιας ταραχής, την οποία είχε συνοδοιπόρο ή και σκορπούσε μακριά το Manji με τα vocals του. "The Lungs of a Burning Body”, "XYZ/Labyrinth”, "Body/Prison”, "Oil/Too Much” είναι μερικά μόνο από τα τραγούδια του άλμπουμ "Spandrel?” που ακούσαμε, ενώ δεν έλειψαν και αρκετά καινούργια, όπως το "Idle Riddle”. Μαγική στιγμή της εμφάνισης ήταν η σύμπραξη του Evita με τον μουσικό και συνεργάτη του Ludwig Wandinger. Εκείνος με μια μελαγχολική μελωδία στην κιθάρα και εκείνο να επαναλαμβάνει από πάνω της το στοιχειωτικό "Could I?” μάς έδωσαν ένα από τα highlights της βραδιάς.
Στην ορχήστρα πάντως, όσο περνούσε η ώρα η ανάγκη για ξεσηκωτική reggaeton γινόταν όλο και εντονότερη, ειδικά καθώς το set του Manji κράτησε λίγο παραπάνω από το αναμενόμενο για opening act. Όταν όμως κατέφθασε η Arca έγινε ο χαμός. Και δικαιολογημένα, αφού, προσωπικά -και εικάζω πολλά άτομα ακόμη- δεν πίστευα ποτέ ότι θα τη δω από κοντά και μάλιστα στην Ελλάδα. Κι αυτό γιατί πάντα τη θεωρούσα ως κάτι μακρινό. Ένα "κρυφό διαμάντι” που άλλαζε την -κυρίως πατριαρχική- reggaeton και το dembow με τον ήχο και την ταυτότητά της, δημιουργώντας κάτι που λίγοι γνωρίζουν ή ακούν ή έχουν για αυτό κάποιο ενδιαφέρον τέλος πάντων -τουλάχιστον στην Ελλάδα. Κι όμως τα τελευταία χρόνια έχει γίνει γνωστή σε ένα μεγαλύτερο κοινό (πρόσφατα την είδαμε στην Coachella μάλιστα) οπότε το timing του Φεστιβάλ ήταν εύστοχο.
Η αρχή, λοιπόν, όταν πια είχε πέσει για τα καλά η νύχτα, ήταν το αγαπημένο "Rakata” που μας ξεσήκωσε όλους. Στο καπάκι, η Arca έπαιξε το καινούργιο "Puta” που μας δόνησε με το δυνατό beat του. Αυτό είναι και το χαρακτηριστικό που αγαπώ στη μουσική της Arca. Μπορεί να πειραματίζεται με το μουσικό λεξιλόγιο της hyperpop, που κάποιες φορές ακούγεται λίγο αφιλόξενο στο αφτί (μου), ωστόσο το χαρακτηριστικό tempo της reggaeton έρχεται να δηλώσει στο σώμα ακριβώς πώς να παρασυρθεί στον ρυθμό.
Ακολούθησαν, φυσικά, και τα "έτερα μισά” των παραπάνω τραγουδιών, δηλαδή το "Prada” αλλά και το νέο, αισιόδοξο και εσωτερικό "Sola”, ενώ προσωπικά απόλαυσα και τα δικά μου πολύ αγαπημένα, όπως το "Tiro” και το ξεσηκωτικό "El alma que te trajo”. Φυσικά, υπήρξαν και πιο ονειρικές στιγμές με πιο παλιά κομμάτια όπως τα "No queda nada” και "Desafío” όπου ξεδίπλωσε τη μαγευτική φωνή της. Ακούσαμε τέλος και το unreleased "Reviento” από το επερχόμενο άλμπουμ της "A9*”. Το μόνο κομμάτι που μου έλειψε, και νομίζω και σε άλλα άτομα του κοινού, ήταν το άκρως ατμοσφαιρικό και ιδιαίτερο "Luna llena”.
Η Arca μάς είπε ευχαριστώ αρκετές φορές στα ελληνικά ενώ σε κάποια στιγμή, μάλιστα, κατέβηκε από τη σκηνή στον λίγο κενό χώρο ανάμεσα σε αυτή και το κάγκελο. Το κοινό με τη σειρά του ήταν σίγουρα θερμό και ζητωκραύγαζε συχνά το όνομα της, αν και πιστεύω ότι το γλωσσικό χάσμα περιόρισε το έντονο sing-along. Στις όμορφες στιγμές της βραδιάς συγκαταλέγονται, τέλος, η ύψωση της τρανς σημαίας από το κοινό, οι αέρινες στροφές της Arca επάνω σε ένα στεφάνι που κρεμόταν στη σκηνή (αν και μέχρι να συμβεί αυτό η συνεχής προσπάθεια να τιθασευτεί το "χούλα χουπ” έγινε λίγο αμήχανη), αλλά και ο καπνός που έφτιαξε ένα απόκοσμο εφέ όταν φυσήχθηκε μπόλικος προς το κοινό κι έπειτα χάθηκε -πάνω κάτω όπως έγινε και με τη βραδιά μας.