Συνεχίζοντας τη γόνιμη συνεισφορά του στα αθηναϊκά μουσικά πράγματα υπό την καλλιτεχνική διεύθυνση του Γάλλου Ολιβιέ Ντεκότ, το Δημοτικό Μουσικό Θέατρο "Ολύμπια" παρουσιάζει, για 4 παραστάσεις (26, 28, 30 Μαρτίου & 1η Απριλίου), την πιο φιλόδοξη έως τώρα παραγωγή του, την όπερα "Ιδομενέας, βασιλιάς της Κρήτης" του Μότσαρτ.
Ο αρχαιοπρεπής "Ιδομενέας" έκανε πρεμιέρα το 1781 και σηματοδότησε την απαρχή των μεγάλων οπερατικών έργων του Μότσαρτ. Στην Ελλάδα, έχει παιχθεί ελάχιστες φορές, αλλά με ισχυρό αποτύπωμα. Τρεις ιστορικές παραγωγές δόθηκαν στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Αθηνών (οι δύο πρώτες στο Ηρώδειο, το 1955 από τη Λυρική και το 1984 από την Όπερα της Ζυρίχης, ενώ η τρίτη –κοντσερτάντε– στο Μέγαρο το 2011). Το Μέγαρο τον ανέβασε το 1993, ενώ η πιο πρόσφατη παρουσίαση έγινε το 2021 στο καινούργιο Πολιτιστικό Συνεδριακό Κέντρο Ηρακλείου Κρήτης.
Η ιστορία τοποθετείται μετά τον Τρωικό Πόλεμο. Ο βασιλιάς Ιδομενέας, ύστερα από μακρόχρονη απουσία, μπορεί επιτέλους να ονειρευτεί την επιστροφή στην πατρίδα του. Κατά τη διάρκεια της απουσίας του, ο γιος του Ιδάμανθης εγγυήθηκε τη συνέχεια της βασιλείας του, κρατώντας φυλακισμένους τους Τρώες, συμπεριλαμβανομένης της Ίλιας, κόρης του Πριάμου. Στο ταξίδι της επιστροφής του, ο Ιδομενέας πέφτει σε τρομερή καταιγίδα, που παρεμποδίζει την άφιξή του στην Κρήτη. Για να τα καταφέρει, ζητά τη βοήθεια του Ποσειδώνα, στον οποίο υπόσχεται να θυσιάσει το πρώτο ζωντανό πλάσμα που θα αντικρίσει, μόλις δέσει το πλοίο του στη στεριά. Δυστυχώς, αυτός είναι… ο γιος του. Η Ίλια, ερωτευμένη καθώς είναι με τον Ιδάμανθη, που και αυτός την αγαπά κρυφά, προσφέρει τη ζωή της ως θυσία στον Ποσειδώνα, σε αντάλλαγμα της δικής του.
Η επιλογή ανάθεσης όχι μόνο της μουσικής διεύθυνσης αλλά και της σκηνοθεσίας στον Γιώργο Πέτρου δεν αποτέλεσε έκπληξη, για όσους τουλάχιστον γνωρίζουν τη βούληση του καταξιωμένου αρχιμουσικού να συνδυάζει εσχάτως τις ερμηνευτικές του επιλογές στη μουσική με μιαν αντίστοιχη δραματουργία και εικαστική προσέγγιση. Γι’ αυτόν, ο "Ιδομενέας" αποτελεί μεγάλη πρόκληση, όχι μόνο σε μουσικό επίπεδο, αλλά "και στη διαμόρφωση της σκηνοθετικής γραμμής, γιατί το έργο χαρακτηρίζεται από φαινομενική στατικότητα". Με τους πιστούς του συνεργάτες Πάρι Μέξη (σκηνογραφία), Γιωργίνα Γερμανού (κοστούμια) και Στέλλα Κάλτσου (φωτισμοί) δημιουργούν έναν κόσμο που κοιτάζει τόσο πίσω στον 18ο αιώνα του Μότσαρτ, όσο και σε ένα μακρινό μέλλον, ύστερα από μια μεγάλη πολεμική καταστροφή. "Σε μια δυστοπική μεταπολεμική συγκυρία, όπου τα απομεινάρια του παρελθόντος αποτελούν τον κόσμο μέσα στον οποίο οι άνθρωποι πρέπει να μαζέψουν τα κομμάτια τους και να επαναπροσδιορίσουν τους εαυτούς τους. Είναι ένας κόσμος φανταστικός, αλλά απολύτως ταιριαστός με τα αρχετυπικά θέματα που θίγει η όπερα: έρωτας, πάθος, ζήλια, πατρικές σχέσεις και διλήμματα, σχέσεις των ανθρώπων με το Θείο".
Ο Ντεκότ συνοψίζει άριστα τη μουσική αξία ενός έργου που ανέτρεψε τις συμβάσεις της opera seria: "Η καινοτόμος σκέψη του Μότσαρτ εκδηλώνεται με μια τόλμη, μια φρεσκάδα και μια άνευ προηγουμένου φρενίτιδα. Ο Μότσαρτ σπάει τα μορφολογικά δεσμά της στατικής οπερατικής άριας: Η μουσική απαγγελία (ρετσιτατίβο) σφύζει από μουσικές ιδέες. Η ορχήστρα κυριαρχεί ως ένας αυθύπαρκτος χαρακτήρας. Η χορωδία ενσαρκώνει το λαό με μια μεγαλειώδη τραγικότητα. Η ανθρώπινη φωνή εκφράζει ένα ευρύτατο φάσμα ακραίων συναισθημάτων, κατοπτρίζοντας όλες τις παρεκκλίσεις της ανθρώπινης μοίρας".
Η τρίπρακτη όπερα είναι ιδιαιτέρως απαιτητική από φωνητικής πλευράς, με άκρως δεξιοτεχνική γραφή. Το εξαιρετικό και έμπειρο καστ περιλαμβάνει τον Πολωνό τενόρο Κρίστιαν Άνταμ στον επώνυμο ρόλο, ενώ συμπρωταγωνιστούν τρεις εξαιρετικές Ελληνίδες μονωδοί, η μεσόφωνος Μαίρη-Έλεν Νέζη ως Ιδάμανθης και οι υψίφωνοι Μυρσίνη Μαργαρίτη και Μυρτώ Παπαθανασίου ως –αντίζηλες– Ίλια και Ηλέκτρα, αντίστοιχα. Τον Αρβάκη ερμηνεύει ο τενόρος Βασίλης Καβάγιας. Συμπράττουν η Εθνική Συμφωνική Ορχήστρα της ΕΡΤ και η Χορωδία του Δήμου Αθηναίων.